Πολλοί θεωρούμε τους εαυτούς μας λάτρεις του καφέ. Αγοράζουμε ειδικό εξοπλισμό για να τον φτιάχνουμε έτσι ακριβώς όπως τον θέλουμε, δοκιμάζουμε διαφορετικές ποικιλίες για να βρούμε αυτές που μας καλύπτουν γευστικά και ακολουθούμε την παρασκευή του ωσάν μια καθημερινή μικρή ιεροτελεστία.
Πόσοι όμως από εμάς μετράμε τους κόκκους κάθε φορά που θέλουμε να φτιάξουμε ένα φλιτζάνι ή του έχουμε αφιερώσει κάποια μουσική σύνθεση; Υπάρχει κανείς που να έχει υποκινήσει φίλο του να τον μελετήσει επιστημονικά και ποιος άραγε υπερβαίνει τα 50 φλιτζάνια ημερησίως;
Αυτά είναι μερικά από τα πράγματα που έχουν κάνει κατά καιρούς μεγάλες ιστορικές προσωπικότητες, έχοντας κερδίσει επάξια τον τίτλο του λάτρη του καφέ. Βεβαίως, τις εποχές που έφταναν σε αυτές τις ακρότητες, ο καφές ήταν κάτι το εντελώς καινούργιο, μια συνήθεια και απόλαυση που συνδεόταν στενά με την ελίτ, την αριστοκρατία και τους διανοούμενους.
Οι εκπρόσωποι του Διαφωτισμού γέμιζαν τα café του Παρισιού, στη Ρώμη και συγκεκριμένα στο Caffé Greco ο Γκαίτε παθιαζόταν με τον Arabic mocha που προτιμούσε, ενώ διάσημοι ποιητές, συνθέτες, συγγραφείς, πολιτικοί και φιλόσοφοι όξυναν το πνεύμα τους και ενίσχυαν τη συγκέντρωσή τους καταναλώνοντας αδιανόητες ποσότητες καφεΐνης.
Οσο για την απέναντι όχθη του Ατλαντικού, οι έτοιμοι να αποτινάξουν από πάνω τους καθετί το βρετανικό νεοαφιχθέντες κάτοικοι της Νέας Ηπείρου, σιγά αλλά σταθερά (και μετά τα γεγονότα στο περίφημο Boston Tea Party το 1773 λίγο πιο γρήγορα), καθιέρωσαν ως εθνικό ρόφημα τον καφέ έπειτα από συμφωνία και των τριών πρώτων προέδρων των ΗΠΑ.
Τον σέρβιραν στον Λευκό Οίκο μαζί με τσάι, ενώ άρχισαν να συχνάζουν και σε coffee shops, όπου αντάλλασσαν τις απόψεις τους περί ελευθερίας και εθνικής ανεξαρτησίας. Στην ίδια περίπου λογική, αρκετά χρόνια αργότερα, ο Τζον Κένεντι καθιέρωσε, μαζί με τη σύζυγό του, Τζάκι, προεκλογικές συναντήσεις με μέλη εύπορων οικογενειών με επιρροή, τις οποίες ονόμασαν «Coffee with Kennedy», προκειμένου να κερδίσει ο ίδιος την εύνοια των ψηφοφόρων και μαζί μια θέση στη Γερουσία. Η επιτυχημένη πρακτική επαναλήφθηκε στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του για την προεδρία της χώρας.
Ποιες άλλες εξέχουσες διεθνείς προσωπικότητες ξεχώριζαν για το γεμάτο καφεΐνη πάθος τους;
Οι μανιώδεις καταναλωτές
Εκτός από τη διάσημη φράση του για την υπεράσπιση του δικαιώματος της ελευθερίας του λόγου, στον Βολταίρο (1694-1778) αποδίδονται και φράσεις που αφορούν τον καφέ, τον οποίο αποκαλούσε «σύντροφο» στις αναζητήσεις του στη ζωή.
Ο κορυφαίος εκπρόσωπος του Διαφωτισμού, παρά τις προειδοποιήσεις του γιατρού του, έζησε μέχρι τα 83 του χρόνια καταναλώνοντας καθημερινά 40-60 κούπες καφέ! Μάλιστα, τον ανακάτευε με σοκολάτα, πλήρωνε μεγάλα χρηματικά ποσά για να εισάγει κόκκους πολυτελείας από το εξωτερικό και το αγαπημένο του μέρος για να τον απολαμβάνει ήταν το διάσημο Café Procope στο Παρίσι.
Λίγο μεταγενέστερός του, ο επίσης Γάλλος Ονορέ ντε Μπαλζάκ (1799-1850) κατανάλωνε τεράστιες ποσότητες καφέ, έτσι ώστε να μπορεί να γράφει ασταμάτητα. Γύρω στα 50 φλιτζάνια ήταν ο δικός του μαγικός αριθμός, ενώ μετά από κάποιο διάστημα που ο οργανισμός του συνήθισε στην καφεΐνη, έφτασε στο σημείο να μασάει τον αλεσμένο καφέ για να παραμένει σε εγρήγορση.
Ο μέγας Ναπολέων Βοναπάρτης (1769-1821) έπινε δυνατούς καφέδες, συχνά χωρίς γάλα ή ζάχαρη, για να τονώσει την ενέργειά του κατά τη διάρκεια των μαχών και των στρατηγικών του συνεδριών.
Στον ίδιο λέγεται ότι ανήκει το απόφθεγμα: «Προτιμώ να υποφέρω με καφέ, παρά να είμαι παράλογος». Στο ίδιο μήκος κύματος ο Λίμαν Φρανκ Μπάουμ (1856-1919), ο συγγραφέας του «Μάγου του Οζ», που δεν μπορούσε να γράψει ούτε μία λέξη αν πρώτα δεν έπινε τουλάχιστον πέντε καφέδες.
Ο 26ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Θίοντορ Ρούζβελτ (1858-1919), υποστήριζε ότι μπορούσε να ζήσει και μόνο με καφέ. Επινε σχεδόν 4 λίτρα την ημέρα, με κάθε φλιτζάνι να περιέχει 5-7 κύβους ζάχαρης, μέχρι να αποφασίσει να χρησιμοποιήσει ζαχαρίνη. Σχεδόν αποκλειστικά από ζάχαρη αποτελούνταν και ο καφές του Σέρεν Κίρκεγκoρ (1813-1855).
Οπως περιγράφεται στη βιογραφία του, ο δανός φιλόσοφος γέμιζε ένα φλιτζάνι μέχρι πάνω με ζάχαρη, την οποία έλιωσε με ζεστό καφέ, ενώ σε μια άλλου είδους υπερβολή έφτανε ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν (1770-1827), που είχε να κάνει με την τελειομανία του. Ο γερμανός συνθέτης μετρούσε ακριβώς 60 κόκκους για κάθε φλιτζάνι που έφτιαχνε και τους ξαναμετρούσε δεύτερη φορά για σιγουριά.
Εμφαση στην ποιότητα
Στον αντίποδα όλων των ιστορικών προσώπων που έδιναν έμφαση στην ποσότητα του καφέ, υπήρχαν και εκείνοι για τους οποίους σημασία είχε η ποιότητα. Ενας από αυτούς ήταν ο Λουδοβίκος IE’ (1710-1774), ο οποίος καλλιεργούσε τον δικό του καφέ σε ειδικά διαμορφωμένα θερμοκήπια των Βερσαλλιών και μάζευε ο ίδιος έναν-έναν τους καρπούς με το χέρι. Αργότερα τους καβούρδιζε, τους άλεθε και τους σέρβιρε στους καλεσμένους του.
Ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε (1749-1832) ενδιαφερόταν ιδιαιτέρως για την επιστήμη πίσω από τον καφέ, ενθαρρύνοντας τον χημικό Φρίντλιμπ Φέρντιναντ Ρούνγκε να αναλύσει τους κόκκους του. Αυτό οδήγησε στην ανακάλυψη της καφεΐνης το 1819.
Από την άλλη, δεν είναι σίγουρο τι ήταν αυτό που οδήγησε τον Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ (1685-1750) στη σύνθεση της «Καντάτας του Καφέ» (1732-1734) που σατιρίζει την εξάρτηση από το ρόφημα στη Λειψία του 18ου αιώνα.
Τέλος, ως προς τους σύγχρονους λάτρεις του καφέ, ξεχωρίσαμε τον αμερικανό σκηνοθέτη και σεναριογράφο Ντέιβιντ Λιντς και τον αυστραλό ηθοποιό Χιου Τζάκμαν. Τον πρώτο για την ομολογημένη από τον ίδιο εμμονή του – περιγράφει τη συνήθειά του να πίνει 5-7 φλιτζάνια με μπόλικη ζάχαρη – και τη δημιουργία του δικού του organic espresso brand με το όνομα David Lynch Signature Cup, και τον δεύτερο για την αξιέπαινη πρωτοβουλία του πριν από χρόνια να χρηματοδοτήσει το Laughing Man Foundation.
Πρόκειται για ένα ίδρυμα με στόχο την καλυτέρευση των συνθηκών διαβίωσης των ανθρώπων που καλλιεργούν καφέ ανά τον πλανήτη. Με τα χρήματα που συγκεντρώνονται από τις πωλήσεις του Laughing Man Coffee χτίζονται σπίτια και σχολεία και άλλα απαραίτητα για την ευημερία των τοπικών κοινωνιών. Ακόμη ένας λόγος λοιπόν για να αγαπάμε τον «Wolverine».