Οι ήρωες του Ιουνίου είναι οι μαθητές που δίνουν εξετάσεις για να μπουν σε κάποιο πανεπιστήμιο – εξετάσεις Πανελλαδικές ή Πανελλήνιες ή Γενικές ή όπως αλλιώς τις λένε. Οταν φτάνει ο καιρός τους, μου ξανάρχεται σαν ένα είδος συναισθηματικής αναγούλας η μυστήρια αίσθηση αγωνίας και ταραχής που μου προκάλεσαν κάποτε αυτές οι εξετάσεις: παραμένω αιχμάλωτος της διαδικασίας μολονότι δεν θυμάμαι πια ούτε σε τι με εξέτασαν, ούτε τι ακριβώς έγραψα. Η τραυματική εμπειρία αυτών των εξετάσεων με κάνει αλληλέγγυο σε αυτούς τους μικρούς ήρωες: οι εξετάσεις αυτές έχουν τσαλακώσει χιλιάδες εφηβικές ψυχές και αυτός είναι ο σκοπός τους. Κάποιοι λένε ότι πρόκειται για διαδικασία ωρίμασης: μπούρδες. Διαδικασία ωρίμασης είναι το πρώτο φιλί και η πρώτη «χυλόπιτα», η πρώτη επαφή με τον θάνατο δικού σου ανθρώπου, η πρώτη φορά που προδόθηκες από έναν φίλο, η πρώτη φορά που θα ζήσεις μακριά από τους γονείς, η πρώτη φορά που θα πληρωθείς (ή δεν θα πληρωθείς, ενώ θα ‘πρεπε) για μια δουλειά, η πρώτη φορά που θα στήσεις την μπάλα στα έντεκα βήματα για να χτυπήσεις ένα πέναλτι ή η πρώτη φορά που θα πας στη γραμμή των βολών, έστω. Οι Πανελλαδικές είναι διαδικασία διάλυσης ονείρων, πράξη συναισθηματικής βιαιότητας: σε βάζουν στο τριπάκι ότι αξιολογείσαι ως άνθρωπος και εγκρίνεσαι ή απορρίπτεσαι. Εχουν δε σχεδόν πάντα ένα επαναλαμβανόμενο σενάριο: σχεδόν πάντα υπάρχουν θέματα της Φυσικής ή των Μαθηματικών που μπερδεύουν τα παιδιά και σχεδόν πάντα θέματα της Νεοελληνικής Γλώσσας που προβληματίζουν. Αυτούς τους άθλιους οι οποίοι στήνουν αυτή την Ιερή Εξέταση για να πνίξουν στην αγωνία εφηβικά καλοκαίρια θα έπρεπε να τους περάσουν από δίκη κάποια μέρα – ίσως αύριο κιόλας.
Ξυπνάω ακόμη κάποια βράδια βλέποντας στον ύπνο μου ότι αύριο γράφω: νομίζω ότι συμβαίνει σε πολλούς. Οταν έδωσα Πανελλήνιες, έζησα, μεταξύ άλλων, και μια απεργία καθηγητών που εκτόξευσε το σασπένς της διαδικασίας: δεν ξέραμε καν πότε θα γράψουμε και μας απειλούσαν ότι δεν θα γίνουν οι εξετάσεις Ιούνιο αλλά Σεπτέμβριο, έχοντας σκοπό να δηλητηριάσουν ένα καλοκαίρι από τη ζωή μας οι άθλιοι. Κάποτε ήθελα να γράψω ένα μυθιστόρημα με ήρωα έναν πιτσιρικά ο οποίος ψάχνει τον καθηγητή που βαθμολόγησε το δικό του γραπτό στην έκθεση με σκοπό να του ζητήσει εξηγήσεις για τον μικρό βαθμό του. Μετά από διάφορες περιπέτειες βρίσκει έναν τελειωμένο αλκοολικό που τσακώνεται όλη μέρα με τη γυναίκα του και την πεθερά του. Καταλαβαίνει ότι ο βαθμολογητής του ελάχιστα ασχολήθηκε με το κείμενο και πως για αυτόν η έκθεση, που μπορεί να καθόρισε τη δική του τη ζωή, ήταν απλώς ένα χιλιάρικο δραχμές παραπάνω: τόσα έπαιρναν τότε οι βαθμολογητές, που πληρώνονταν με το γραπτό. Ο μικρός σκέφτηκε να του κάψει το αμάξι, αλλά προτίμησε απλώς να τον περιφρονήσει: ήθελα να το γράψω ελπίζοντας ότι θα βρω τις λέξεις για να περιγράψω αυτό το συναίσθημα της βαθιάς περιφρόνησης προς τον κόσμο των εξεταστών που νιώθει κάθε πιτσιρικάς κάποια στιγμή, πριν ή μετά τη διαδικασία, όμως ήταν αδύνατο να βρω τις λέξεις. Αντίθετα από τον έρωτα π.χ., για τον οποίο μπορείς να πεις πολλά μιλώντας εξ ονόματος όλων, η περιφρόνηση είναι σοβαρή και δύσκολη στην περιγραφή της εσωτερική υπόθεση.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος