Αδυνατώ να πιστέψω ότι οι λοιμωξιολόγοι και οι κυβερνώντες δεν περίμεναν την αύξηση της διασποράς του ιού το καλοκαίρι: για να περιμένεις ότι τα κρούσματα θα πληθύνουν δεν χρειάζεται παρά απλή λογική. Τα τεστ θα ήταν υποχρεωτικά περισσότερα, όχι γιατί «άνοιξε ο τουρισμός», αλλά γιατί είχαμε ξανά κανονική σύνδεση με τον υπόλοιπο κόσμο: τα αεροδρόμια και τα αυτοκίνητα που έμπαιναν θα ελέγχονταν πλέον, ενώ τον χειμώνα τα αεροπλάνα δεν πετούσαν και τα χερσαία σύνορα ήταν κλειστά. Οι μετακινήσεις του πληθυσμού προφανώς και θα προκαλούσαν αύξηση των ασθενών – ειδικά αν σκεφτεί κανείς πως οι προορισμοί ήταν δεδομένοι: αν π.χ. στην Πάρο τον Μάρτιο ζουν 3.000 άνθρωποι και τον Αύγουστο βρίσκονται εκεί 15.000, από τη στιγμή που ο ιός υπάρχει ανάμεσά μας, είναι φυσιολογικό να διαδοθεί. Νομίζω πως αυτά οι υπεύθυνοι τα περίμεναν – ίσως τους ξέφυγε ο έλεγχος της διασποράς, ίσως να πίστευαν πως θα προσέχαμε λίγο παραπάνω. Αυτό που δεν περίμεναν νομίζω είναι το φούντωμα των θεωριών συνωμοσίας και το είδος της επικίνδυνης ανυπακοής που αυτές μπορεί να προκαλέσουν. Διαβάζω ότι οι πλέον ανυπάκουοι είναι οι νέοι που δεν φοβούνται: ισχύει και δεν χρειάζεται να είσαι θαμώνας beach bar για να το καταλάβεις. Αλλά όλοι αυτοί οι χιλιάδες οι οποίοι γράφονται ως μέλη στις διαδικτυακές ομάδες που έχουν μότο του τύπου «Κανένα παιδί με μάσκα στο σχολείο» δεν είναι σίγουρα εικοσιπεντάχρονοι μπαμπάδες, ούτε έχουμε να κάνουμε με εικοσάχρονες μανάδες που ξενυχτούν. Είναι άνθρωποι μεγαλύτεροι, μεσήλικες οι πιο πολλοί, που το καλοκαίρι ανακάλυψαν τη γοητεία των θεωριών συνωμοσίας και βρήκαν τη χαρά της ανυπακοής που βασίζεται σε μια τάχα μου ιδιαίτερη γνώση. Ή σε επιχειρήματα που καλοκαιριάτικα γεννήθηκαν σε ένα τραπέζι γεμάτο από καραφάκια τσίπουρο και μπίρες.

Ο Ελληνας έχει έτσι κι αλλιώς την προδιάθεση το καλοκαίρι να απολαμβάνει τις ψευδαισθήσεις του: μιλάμε για μια εποχή που η χαλαρότητα και η ελαφράδα είναι έννοιες ταυτόσημες. Το καλοκαίρι διαβάζουμε αστυνομικά στις παραλίες, όχι δοκίμια και επιστημονικά συγγράμματα. Είναι αποδεδειγμένο από την ΑGB ότι δεν βλέπουμε δελτία ειδήσεων. Τα καλοκαιρινά σουξέ, από τότε που υπάρχει το ελληνικό τραγούδι, είναι ελαφρά και εύπεπτα όπως το καρπούζι. Πιστεύουμε ότι όλα τα ψάρια που τρώμε στα ταβερνάκια μας είναι φρέσκα, ακόμα κι αν έχει τέσσερις μέρες μπουρίνια και φουσκοθαλασσιές. Εχουμε τη βεβαιότητα ότι οι ποδοσφαιρικές μας ομάδες αποκτούν τρομερούς ξένους ποδοσφαιριστές κι ας μην έχουμε ακούσει το όνομά τους ποτέ. Θεωρούμε ότι οι διακοπές είναι μια ευκαιρία «να αδειάσει το κεφάλι μας» – με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Κυρίως καλοκαιριάτικα πίνουμε και φλυαρούμε για όλα όσα τον χειμώνα μάς προβλημάτισαν. Και εφέτος το καλοκαίρι το αγαπημένο θέμα δεν μπορούσε παρά να είναι αυτό της COVID-19: Η καραντίνα και η πανδημία.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω