Το Αιγαίο, με το εκπληκτικό φως, τη διαύγεια της ατμόσφαιρας, τις ήπιες κλιματικές συνθήκες, τα διάσπαρτα νησιά του πολύ κοντά το ένα στο άλλο, αποτέλεσε από πολύ νωρίς για τους ανθρώπους πηγή τροφής και παράλληλα μέσο για την αναζήτηση αναγκαίων πρώτων υλών.

Η παρουσία φολίδων οψιανού της Μήλου σε στρώμα της μεσολιθικής περιόδου (8000 π.Χ.) του σπηλαίου Φράγχθι στην Αργολίδα αποτελεί σήμερα την αρχαιότερη μαρτυρία για τη θαλάσσια διακίνηση αγαθών στο Αιγαίο.

Όσον αφορά τα υλικά κατασκευής και τη μορφή των πλωτών μέσων που χρησιμοποιούνταν τα πρώιμα αυτά χρόνια, μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε. Στο πλαίσιο πειραματικής Αρχαιολογίας δοκιμάστηκε η χρήση της παπυρέλας, ενός είδους πλεούμενου φτιαγμένου από λεπτά καλάμια (παπύρια), το οποίο χρησιμοποιούνταν στη Βορειοδυτική Κέρκυρα μέχρι περίπου τα μέσα του 20ού αιώνα. Το παπυρένιο πλοιάριο αποτελεί έως σήμερα την επικρατέστερη επιστημονική εκδοχή για το «ταξίδι του οψιανού» από τη Μήλο στην Πελοπόννησο, λαμβάνοντας υπόψη τις κλιματικές συνθήκες, τα υλικά, τα εργαλεία, τις αποστάσεις και τις γνώσεις που διέθεταν οι άνθρωποι εκείνης της εποχής.

Οι αιώνες πέρασαν και οι πρώτες γνωστές απεικονίσεις πλοίων στις βραχογραφίες του Στρόφιλα της Ανδρου (γύρω στο 3200 π.Χ.) μάς δίνουν σημαντικά στοιχεία για το υψηλό επίπεδο της ναυπηγικής της περιόδου εκείνης, καθώς παρατηρείται μια πολυμορφία πλωτών μέσων ως προς το μέγεθος, τον τύπο και τον αριθμό των μελών του πληρώματος.

Νέα εργαλεία, καλύτερα σκάφη

Με την εισαγωγή της μεταλλουργίας από την Ανατολή νέα εργαλεία (πελέκεις, πριόνια, τρυπάνια κ.ά.) χρησιμοποιήθηκαν για την κατεργασία της ξυλείας, με αποτέλεσμα τη βελτίωση των μέσων ναυσιπλοΐας και των θαλάσσιων μετακινήσεων, καθώς κατασκευάζονται μακρύτερα και περισσότερο αξιόπλοα σκάφη, ικανά να ανοίγονται σε πιο μεγάλες θάλασσες. Φαίνεται ότι οι χιλιετίες που μεσολάβησαν από τα πρώτα σκάφη της μεσολιθικής περιόδου και οι θαλασσινές εμπειρίες που αποκτήθηκαν βοήθησαν να κατασταλάξει η τεχνική σε ένα σχήμα και μια κατασκευή που να αντέχει σε μακρινά ταξίδια και να ανταποκρίνεται στο ναυτικό εμπόριο που είχε πλέον αναπτυχθεί.

Σημαντικές μαρτυρίες για τη ναυπηγική και τη ναυσιπλοΐα της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού αποτελούν οι εγχάρακτες απεικονίσεις πλοίων σε τηγανόσχημα σκεύη από το νεκροταφείο της Χαλανδριανής στη Σύρο που χρονολογούνται γύρω στο 2800-2300 π.Χ.. Σε αυτά εικονίζονται μακρόστενα κωπήλατα, άνευ σκαρμού, πλοία μήκους 15-20 μέτρων με 24-28 κουπιά, που είχαν υπερυψωμένο το ένα άκρο, πιθανότατα την πλώρη, ώστε να μπορεί να αντεπεξέρχεται στα κοντά και βίαια κύματα του Αιγαίου. Απεικονίσεις πλοίων όμοιες με εκείνων των τηγανόσχημων σκευών έχουν βρεθεί σε βραχογραφίες στον κόλπο Βαθύ στην Αστυπάλαια, στις μαρμάρινες πλάκες της Κορφής τ’ Αρωνιού στη Νάξο, στην κεραμική της Φυλακωπής της Μήλου, αλλά και του Ορχομενού της Βοιωτίας.

Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται, επίσης, από μία σειρά σημαντικών εξελίξεων και νεωτερισμών, μεταξύ των οποίων της παρατήρησης, της σχεδίασης και της ονομασίας των αστερισμών. Η γνώση της θέσης των αστερισμών αποτελούσε βασική προϋπόθεση για ασφαλείς πλόες τη νύχτα και η σχεδίασή τους απαιτούσε ναυτική εμπειρία. Οι ναυτικοί λαοί του Αιγαίου ήταν εκείνοι που, σύμφωνα με τον αστρονόμο Michael W. Ovenden, είχαν τη δυνατότητα λόγω της εμπειρίας και της γεωγραφικής τους θέσης να προχωρήσουν στην κωδικοποίηση των αστρικών παρατηρήσεων.

Η κυριαρχία των Μινωιτών στο Αιγαίο

Στις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ. η εγκαθίδρυση του ανακτορικού συστήματος στην Κρήτη θα λειτουργήσει ως καταλύτης και θα επηρεάσει βαθύτατα όλους τους πολιτισμούς του Αιγαίου. Στους αιώνες που ακολουθούν η παρουσία των Μινωιτών στο Αιγαίο διαρκώς ενισχύεται, για να γίνει κυρίαρχη την εποχή της μεγάλης ακμής (1700-1450 π.Χ.). Είναι η εποχή της «Μινωικής Θαλασσοκρατορίας». Η Κρήτη πολύ σύντομα πέτυχε, εκμεταλλευόμενη τη γεωγραφική της θέση, να γίνει κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου, μέσω του οποίου διακινούνταν πολύτιμες ύλες και αγαθά από την Ανατολή στο Αιγαίο.

Τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ Κρήτης, Αιγύπτου και Εγγύς Ανατολής φανερώνουν τα μνημεία της τέχνης και είναι τόσο ισχυρές ώστε να μπορούμε να μιλάμε για «κοινή γλώσσα» που χρησιμοποιούνταν από όλες τις κοινότητες οι οποίες ζούσαν κατά μήκος των ακτών της Ανατολικής Μεσογείου. Στις τοιχογραφίες της Θήρας είναι φανερές οι επιδράσεις από την τέχνη της Ανατολής, καθώς συμπεριλαμβάνονται σε αυτές εξωτικά και φανταστικά θέματα. Αντίστοιχα, τοιχογραφίες μινωικής τεχνικής και θεματολογίας ανακαλύφθηκαν στην Τελ ελ Ντάμπα (Tell el-Dab’a) της Αιγύπτου και στο Τελ Κάμπρι (Tell Kabri) του Ισραήλ. Παράλληλα, οι τοιχογραφίες των τάφων της 18ης δυναστείας (15ος αιώνας π.Χ.) που εικονίζουν τους «Κεφτιού» (όπως αναφέρονται οι Κρήτες στα ιερογλυφικά κείμενα της Αιγύπτου), να μεταφέρουν στον Φαραώ πολυτελή μινωικά αντικείμενα, φανερώνουν τις διπλωματικές σχέσεις που είχαν δημιουργηθεί.

«Η Κρήτη πολύ σύντομα πέτυχε, εκμεταλλευόμενη τη γεωγραφική της θέση, να γίνει κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου».

Πληροφορίες για τα πλοία που χρησιμοποιούσαν οι Μινωίτες προέρχονται κυρίως από εικαστικές πηγές. Τα καράβια αυτά είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς εξέλιξης που κορυφώνεται στα μέσα της 2ης χιλιετίας και απεικονίζεται μικρογραφικά σε τοιχογραφία που αποκάλυψε η αρχαιολογική σκαπάνη στη Δυτική Οικία στο Ακρωτήρι της Θήρας και η οποία εικονίζει νηοπομπή. Η μεγάλη κλίμακα στην οποία έχουν απεικονιστεί τα πλοία και η ρεαλιστική περιγραφική προσέγγιση της τοιχογραφίας επέτρεψαν την απόδοση κατασκευαστικών λεπτομερειών. Χάρη σε αυτές τις τοιχογραφίες είναι δυνατή μια πληρέστερη εικόνα του πλοίου που διέσχιζε τα νερά του Αιγαίου κατά τα τέλη της Μέσης Εποχής του Χαλκού. Σύμφωνα με τους ερευνητές, το μήκος αυτών των πλοίων μπορεί να ξεπερνούσε τα 30 μέτρα και διέθεταν 18 έως 20 κουπιά σε κάθε πλευρά. Στο κέντρο υπήρχε ιστός με ένα τετράγωνο πανί. Ο ιστός ήταν περιαιρετός, καθώς δείχνουν ορισμένα πλοία της τοιχογραφίας, και το κατεβασμένο κατάρτι μαζί με το πανί κρατιόταν σε οριζόντια θέση, στηριγμένο σε υποστύλωμα με διχαλωτή απόληξη.

Στην περιοχή της πρύμνης, επίσης, υπάρχει ο θαλαμίσκος του κυβερνήτη, το ίκριον. Ο κεντρικός χώρος καλύπτεται από ένα στέγαστρο, κάτω από το οποίο διακρίνονται επιβάτες. Χαρακτηριστικός στα πλοία της τοιχογραφίας της Θήρας είναι ο πλούσιος φυσιοκρατικός διάκοσμος, ο οποίος παραπέμπει σε αιγυπτιακά πρότυπα.

Η μινωική κυριαρχία κόπηκε βίαια τον 15ο αιώνα π.Χ. Η έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας και οι καταστροφές που επέφερε αυτή στην Κρήτη αλλά και οι αυξανόμενες πιέσεις από τα αναπτυσσόμενα εκείνη την περίοδο μυκηναϊκά κέντρα οδήγησαν το μινωικό ανακτορικό σύστημα στην κατάρρευση. Η μυκηναϊκή επικράτηση προήλαυνε.

*Ο Ιωάννης Παλούμπης είναι Αντιναύαρχος (Ε.Α.) του Πολεμικού Ναυτικού