«Δεν έχουμε την παραμικρή ανάγκη για προϊόντα της χώρας σας. Η Ουράνια Αυτοκρατορία μας κατέχει εν αφθονία τα πάντα. Επομένως δεν χρειάζεται να εισαγάγουμε προϊόντα από βαρβάρους του εξωτερικού ανταλλάσσοντάς τα με δικά μας». Αυτά γράφει ανάμεσα σε άλλα, παρόμοιας οξύτητας, ο Τσιανλόνγκ, ο σπουδαιότερος αυτοκράτορας της Κίνας, στον βασιλιά της Μ.Βρετανίας Γεώργιο Γ’ το 1793.
Το αίτημα των Βρετανών ήταν να τους παραχωρηθούν και άλλα λιμάνια πλην της Καντόνας για εμπορικές συναλλαγές, να δεχθεί ο Τσιανλόνγκ να διαπιστευθεί μόνιμα στην κινεζική αυλή ένας βρετανός διπλωμάτης και να παραχωρηθεί στους Βρετανούς ένα νησί για να εγκαταστήσουν τις εμπορικές τους αποστολές.
Η επιστολή ακόμη σχολιάζεται από τους ιστορικούς διεθνώς. Τελευταία όμως αναθεωρείται η άποψη πως εξαιτίας αυτής της στάσης η Κίνα έχασε το τρένο του εκσυγχρονισμού και της βιομηχανικής επανάστασης. Στην πραγματικότητα ο Τσιανλόνγκ, που κυβερνούσε τότε την πλουσιότερη χώρα στον κόσμο, ανησυχούσε σοβαρά ότι η Βρετανία θα επενέβαινε στρατιωτικά στην Κίνα, πράγμα το οποίο συνέβη τον επόμενο αιώνα. Πέραν όμως αυτών, τα αιτήματα των Βρετανών δεν μπορούσε να τα δεχθεί ένας αυτοκράτορας που διπλασίασε τη χώρα του κατά 1.600.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα και στα 61 χρόνια που την κυβέρνησε (1735-1796) η Κίνα γνώρισε μια περίοδο απίστευτης οικονομικής άνθησης, έναν «χρυσό αιώνα», τα επιτεύγματα του οποίου προκαλούν και σήμερα τον θαυμασμό μας. Ιδιαίτερα στον πολιτιστικό τομέα, ο μονάρχης αυτός μέσω της κουλτούρας ενοποίησε και έδωσε χαρακτήρα στη χώρα του δημιουργώντας μια υποδειγματική, για τα δεδομένα της εποχής, αυτοκρατορία. Ο πληθυσμός της Κίνας κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του διπλασιάστηκε, οι φόροι μειώθηκαν, το ποσοστό της καλλιεργήσιμης γης με τα εγγειοβελτιωτικά του έργα πολλαπλασιάστηκε και το εμπόριο αναπτύχθηκε θεαματικά.
Πολύγλωσσος άρχων
Από μικρός ο Τσιανλόνγκ επέδειξε σπάνιες αρετές: ομιλούσε τρεις γλώσσες, κινεζικά, μαντζουριανά και μογγολικά, και αργότερα θα μάθαινε θιβετιανά και τη γλώσσα που μιλούν σήμερα οι Ουιγούροι. Δεινός στο κυνήγι και στις πολεμικές τέχνες, εξαίρετος καλλιγράφος και ζωγράφος, αλλά και συγγραφέας (ποιητής και πεζογράφος), του αποδίδονται 1.300 κείμενα σε πρόζα και ούτε λίγο ούτε πολύ 40.000 ποιήματα.
Ο Τσιανλόνγκ δημιούργησε τη μεγαλύτερη συλλογή αντικειμένων και έργων τέχνης που θα μπορούσε κανείς να φανταστεί: πίνακες, κεραμικά, βάζα από πορσελάνη, αντικείμενα μικροτεχνίας και ιδίως από νεφρίτη, που δεν είχαν προηγούμενο. Στα κεραμικά αλλά και στα βάζα συνήθιζε να χαράσσει ποιήματα, δικά του ή άλλους στίχους που αγαπούσε. Η συλλογή του είναι σήμερα διάσπαρτη σε όλον τον κόσμο, όμως το μεγαλύτερο μέρος της βρίσκεται στο Πεκίνο (στο αυτοκρατορικό παλάτι που είναι γνωστό ως Απαγορευμένη Πόλη) και στο Εθνικό Ανακτορικό Μουσείο στην Ταϊβάν, το οποίο περιέχει ορισμένα από τα σημαντικότερα αντικείμενά της. Γι’ αυτό και ο Τσιανλόνγκ αποκαλείται «ο πρώτος διευθυντής μουσείου στην Ιστορία».
Αφησε επίσης αξεπέραστο έργο στην αρχιτεκτονική, όπου με την καθοδήγησή του ιησουίτες αρχιτέκτονες ενσωμάτωσαν στοιχεία ιταλικού ροκοκό και μπαρόκ στις παγόδες και στα ανάκτορα που δημιουργήθηκαν κατ’ εντολή του, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το τεράστιο σύμπλεγμα των Θερινών Ανακτόρων στα περίχωρα του Πεκίνου. Το ίδιο συνέβη και στη ζωγραφική, όπου ξεχωρίζει το έργο του ιησουίτη ιεραποστόλου Τζουζέπε Καστιλιόνε που συνδυάζει στοιχεία της κινεζικής και της δυτικής ζωγραφικής.
Το έργο του στον τομέα του γραπτού λόγου παραμένει ακόμη και σήμερα ανεπανάληπτο. Θεωρούσε ότι η γλώσσα αποτελεί την ταυτότητα και τον συνεκτικό ιστό της κοινωνίας. Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του επιτελέστηκε ένα αδιανόητο για τα μέτρα της εποχής έργο: Εκείνος ο ευθυτενής και πανύψηλος, για τα δεδομένα της εποχής, μονάρχης (με ύψος περίπου 1,90 μ.) διέταξε να συγκεντρωθούν όλα τα σημαντικά κείμενα των δυναστικών χρόνων, να αξιολογηθούν, να καταγραφούν και να εκδοθούν. Επιστράτευσε ένα πλήθος σοφών που πραγματοποίησαν υπό την επίβλεψή του το έργο μέσα σε 10 χρόνια. Τις κατηγορίες των κειμένων που το αποτελούσαν τις ονόμασε τέσσερις θησαυρούς: τα κλασικά, τα ιστορικά, τα φιλοσοφικά και τα λογοτεχνικά έργα.
Οι τέσσερις θησαυροί αποτελούνται από 36.245 τόμους! Κάποια έργα δίνονται σε περιληπτική μορφή και άλλα, που ασκούν κριτική στους Μαντζουριανούς, αποκλείστηκαν ή καταστράφηκαν, όμως πολλά διασώθηκαν σε συλλογές της Κορέας και της Ιαπωνίας.
Εκείνη την εποχή αναπτύχθηκε στην Ουράνια Αυτοκρατορία και λογοτεχνία γραμμένη από γυναίκες. Και τότε κυκλοφόρησε το σημαντικότερο πεζογράφημα των δυναστικών χρόνων, το «Ονειρο της κόκκινης κάμαρας» (ή «Η ιστορία της πέτρας») του Τσάο Σουέ Τσιν, που θα κυκλοφορήσει προσεχώς στα ελληνικά από τις εκδ. Gutenberg.
Στα τελευταία είκοσι χρόνια της διακυβέρνησης του Τσιανλόνγκ η διαφθορά είχε αρχίσει να φθείρει το καθεστώς του. Η παρακμή όμως και η κατάρρευση θα ακολουθούσαν τον επόμενο αιώνα, αρκετά χρόνια μετά τον θάνατό του.