Για τα εκατό χρόνια από τη γέννηση της Μαρίας Κάλλας έγιναν πολλές εκδηλώσεις, από αξιόλογες και ενδιαφέρουσες έως…ας μην είμαστε αυστηροί, καθένας ό,τι μπορούσε έκανε. Τη θυμηθήκαμε, και αυτό είναι σημαντικό – αν και η Αθήνα εξακολουθεί να μην έχει έναν μεγάλο κεντρικό δρόμο, μία κεντρική πλατεία με το όνομά της, και αυτό είναι ντροπιαστικό για την πόλη. Υπήρξε όμως και μια άλλη επέτειος στην οποία δυστυχώς δεν δόθηκε η προσοχή που της έπρεπε. Εφέτος συμπληρώθηκαν εκατό χρόνια από τη γέννηση του Νίκου Ζαχαρίου, ενός από τους σπουδαιότερους λυρικούς καλλιτέχνες που γέννησε η Ελλάδα. Ο διεθνούς φήμης βαθύφωνος που υπήρξε και στενός φίλος και συνεργάτης της Κάλλας, ο οποίος συνεργάστηκε με όλα τα ιερά τέρατα της εποχής του (Χέρμπερτ φον Κάραγιαν, Αντονίνο Βότο, Τούλιο Σέραφιν, Γουόλτερ Λεγκ, Λουκίνο Βισκόντι κ.ά.) και που τραγούδησε στις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου για περίπου τριάντα χρόνια, άφησε ευτυχώς πίσω του δεκάδες δίσκους, στους οποίους αποτυπώνεται γλαφυρά η τέχνη του. Επομένως δεν χρειάζεται να γράψω πολλά για την καριέρα του, όποιος ενδιαφέρεται, εύκολα θα βρει τα πάντα στο Internet. Παίρνω όμως το θάρρος να μιλήσω πιο προσωπικά, καθώς είχα την τύχη να τον γνωρίσω, να τον έχω επισκεφθεί πολλές φορές στο σπίτι του στο Κολωνάκι, να έχω κάνει παρέα μαζί του. Και όταν λέω παρέα, εννοώ πως καθόμουν και τον άκουγα με τις ώρες να διηγείται με τον παραστατικό και πληθωρικό τρόπο του περιστατικά από την επαγγελματική ζωή του, δηλαδή να με ταξιδεύει στη διεθνή ιστορία της όπερας από το 1949, οπότε ντεμπουτάρισε στην Εθνική Λυρική Σκηνή (έχοντας ήδη προϋπηρεσία στον χώρο ως χορωδός), και από το 1953, οπότε ξεκίνησε τη διεθνή καριέρα του ντεμπουτάροντας στη Σκάλα του Μιλάνου, ως την εποχή μας. Γιατί ο «κ. Ζαχαρίου», όπως τον αποκαλούσα, γνώριζε τους πάντες, είχε συνεργαστεί με τους πάντες, ήταν φίλος με τους πάντες. Σχεδόν μία φορά τον μήνα έπαιρνα το κατιτίς μου και χτυπούσα το κουδούνι του. Ανοιγε πάντα ντυμένος στην τρίχα, περιποιημένος και ατσαλάκωτος. Ευθυτενής, όμορφος και γοητευτικός. Με οδηγούσε στο γραφείο του. Η ευγενέστατη γυναίκα του, η κυρία Ελευθερία, έφερνε το κέρασμά της και αποσυρόταν. Τότε άρχιζε το ταξίδι: Εγώ ρωτούσα ό,τι ήθελα να μάθω, εκείνος είχε μια απάντηση και μια ανάμνηση για όλα. Εμαθα πάρα πολλά σε εκείνες τις συναντήσεις. Επιπλέον, χάρη στη δική του μεσολάβηση, συνάντησα καλλιτέχνες που για εμένα ήταν ονόματα μυθικά και απλησίαστα (όπως την υψίφωνο Μάγκντα Ολιβέρο και τον μαέστρο Νικόλα Ρεσίνιο). Το όνομά του άνοιγε όλες τις πόρτες. Κανένας σταρ του λυρικού θεάτρου δεν μου αρνήθηκε μια συνέντευξη όταν με άκουγε να του συστήνομαι ως «φίλος του Nicola Zaccaria», όπως τον ήξεραν στο εξωτερικό. Του οφείλω πολλά. Τον θυμάμαι πάντα με αγάπη, ως έναν άνθρωπο μεγάλης γενναιοδωρίας και καλοσύνης, έναν άνθρωπο με σπάνιες ποιότητες. Θα ήθελα να τον είχαμε θυμηθεί με περισσότερη αγάπη και τώρα που συμπληρώθηκαν τα εκατό χρόνια από τη γέννησή του. Oμως ξεχνάμε εύκολα. Την ίδια στιγμή, ο «κ. Ζαχαρίου», όπως και η Μαρία Κάλλας, δεν έχουν ανάγκη ούτε από επετείους, ούτε από εκδηλώσεις μνήμης. Ζουν και θα ζουν για πάντα μέσα από την τέχνη τους.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.