«Ο Κιμ μάς έπεισε ότι δεν είναι ένας απ’ αυτούς». Στη γνωμάτευση της Βρετανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών το 1951 «αυτοί» ήταν οι Γκάι Μπέρτζες και Ντόναλντ Μακλίν, διπλωμάτες του Foreign Office οι οποίοι μόλις είχαν ξεσκεπαστεί ως διπλοί πράκτορες και καταφύγει στη Μόσχα. «Κιμ» ήταν ο Χάρολντ Εϊντριαν Ράσελ Φίλμπι, υψηλόβαθμο μέλος των μυστικών υπηρεσιών, φίλος και πρώην συμφοιτητής τους στο Κέιμπριτζ. Η πειστικότητά του ήταν τέτοια ώστε ακόμη και ο υπουργός Εξωτερικών Χάρολντ Μακμίλαν να δηλώσει δημόσια στο Κοινοβούλιο το 1955 ότι «δεν υπάρχει λόγος να συμπεράνουμε ότι ο κύριος Φίλμπι πρόδωσε τα συμφέροντα της πατρίδας του ή ήταν «ο τρίτος άνθρωπος»». Θα περνούσαν οκτώ χρόνια ακόμη έως ότου ο κλοιός σφίξει γύρω από τον Κιμ, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να διαφύγει και αυτός στη Σοβιετική Ενωση. Θα περνούσαν ακόμη περισσότερα μέχρι να γίνει γνωστό ότι ο κύκλος περιλάμβανε δύο ακόμη πρόσωπα υπεράνω υποψίας. Το σκάνδαλο συγκλόνισε τη χώρα το 1963, προκάλεσε ουσιαστικά την πτώση του Μακμίλαν, ο οποίος είχε ανέλθει πια στην πρωθυπουργία, και υπήρξε μείζων νίκη προπαγάνδας για την ΕΣΣΔ. Η «υπόθεση Φίλμπι» αντηχεί ακόμη και σήμερα, έξι δεκαετίες μετά, όπως αποδεικνύει η σειρά «A Spy Among Friends», η οποία θα αρχίσει να προβάλλεται στο ITVX, τη νέα πλατφόρμα streaming του βρετανικού ITV, στις 8 Δεκεμβρίου, με τον Γκάι Πιρς και τον Ντέμιαν Λιούις στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Εν αρχή ην το Γραφείο Μυστικών Υπηρεσιών. Κοινή πρωτοβουλία του υπουργείου Πολέμου και του Ναυαρχείου, ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1909 στο πλαίσιο του αυξανόμενου ανταγωνισμού του Ηνωμένου Βασιλείου με τη Γερμανία. Πρώτος επικεφαλής του ήταν ο Πλοίαρχος Σερ Μάνσφιλντ Σμιθ-Κάμινγκ, τη συνήθεια του οποίου να μονογράφει τα εγκεκριμένα έγγραφα με το αρχικό του επωνύμου του, «C», υιοθέτησαν όλοι οι διάδοχοί του κρατώντας το και ως κωδικό τους όνομα (πρακτική αναγνωρίσιμη στο «Μ» του/της εργοδότη του Τζέιμς Μποντ). Μέρος της παιδικής ηλικίας της υπηρεσίας πληροφοριών υπήρξαν οι αμφίβολες επιδόσεις της στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και ο μεταπολεμικός πολλαπλασιασμός των τμημάτων και των ονομάτων της. Κατασκοπεία και αντικατασκοπεία, πολιτικός και οικονομικός κλάδος, υποδιαιρέσεις με αντικείμενα τη διπλωματία, την οικονομία, το εμπόριο, συμπυκνώθηκαν τελικά σε δύο ευρείς οργανισμούς: τη Military Intelligence 5 (ΜΙ5) για το εσωτερικό και τη Military Intelligence 6 (ΜΙ6) για το εξωτερικό. Υπό τον νέο «C», Στιούαρτ Μένζις, η ΜΙ6 ενηλικιώθηκε κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Από υπηρεσία οπερετικών επιχειρήσεων ανατροπής των Μπολσεβίκων κατά τον Μεσοπόλεμο εξελίχθηκε σε ικανό όργανο προπαγάνδας, σαμποτάζ και κρυπταναλυτικών επιχειρήσεων. Σε αυτόν τον κομβικής σημασίας για τη βρετανική ασφάλεια χώρο εισέδυσε το 1940 ο Κιμ Φίλμπι.
«Η απάτη ήταν έργο ζωής του»
Δεν υπάρχει καλύτερο πορτρέτο του Χάρολντ Eϊντριαν Ράσελ Φίλμπι από εκείνο που φιλοτέχνησε το 1968 ο Τζον Λε Καρέ στον πρόλογο του βιβλίου των ρεπόρτερ των «Sunday Times» Μπρους Πέιτζ, Ντέιβιντ Λιτς και Φίλιπ Νάιτλι «Φίλμπι. Ο κατάσκοπος που επρόδωσε μια γενεά» (εκδ. Αρσενίδη). Γεννημένος στην Ινδία, όπου ήταν εγκατεστημένη η οικογένειά του, και επονομαζόμενος «Κιμ» από τον ομώνυμο τολμηρό, μικρό κατάσκοπο του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, μέλος της καλής κοινωνίας, ιδεαλιστής και απόφοιτος του Κέιμπριτζ, ασπάστηκε εκεί τον «κομμουνισμό της μεσοαστικής τάξης» και στρατολογήθηκε στις σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες το 1934. Λόγω καταγωγής και σπουδών βρήκε ανοικτές εξαρχής όσες θύρες χρειάστηκε – «χωρίς κόπο», γράφει χαρακτηριστικά ο Λε Καρέ. Δεν ήταν ένα πολιτικό ον, δεν τον τάραξαν ποτέ οι κρίσεις του κομμουνιστικού κόσμου, οι γυναίκες στάθηκαν πάντοτε το κρυφό ακροατήριό του, το ποτό η μόνιμη διέξοδός του. «Ο Φίλμπι δεν είχε σπίτι, δεν είχε γυναίκα, δεν είχε πίστη. (…) Η απάτη ήταν έργο ζωής του, (…) η έρημος είν’ όλο κι όλο αυτό που έχει μέσα του».
Στον «μυστικό κόσμο» της MI6 ο χαρακτήρας αυτός εισήλθε υπό τις ευλογίες του βρετανικού κατεστημένου. Με εφόδια την τάξη και την παιδεία του χρίστηκε το 1937 απεσταλμένος των «Times» στον Ισπανικό Εμφύλιο, παρασημοφορήθηκε από τον ίδιο τον Φράνκο ως επιζήσας βομβαρδισμού των Δημοκρατικών και η φήμη των ανταποκρίσεών του τού εξασφάλισε την πρωτοκαθεδρία στην αποστολή της εφημερίδας για τη Μάχη της Γαλλίας τον Μάιο του 1940. Με διαβατήριο τα παραπάνω και τις οικογενειακές διασυνδέσεις έγινε ασμένως δεκτός στην Intelligence Service, τέθηκε επικεφαλής του υπευθύνου για την Ιβηρική υποτομέα αντικατασκοπείας και διακρίθηκε άμεσα. «Πήρα έναν φωτισμένο νεαρό με το μέρος μας» έλεγε ο Βάλενταϊν Βίβιαν, υπαρχηγός της MI6.
Ο «φωτισμένος νεαρός» ανέλαβε σύντομα κρίσιμες θέσεις. Την άνοιξη του 1944 τού ανατέθηκε η διεύθυνση του Σοβιετικού Τμήματος, το καλοκαίρι του 1946 στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη με το προκάλυμμα του πρώτου γραμματέα τoυ βρετανικού προξενείου, το φθινόπωρο του 1949 μετατέθηκε στην ίδια θέση στην πρεσβεία στην Ουάσιγκτον. Το τι ακριβώς κοινοποιούσε στους Σοβιετικούς ως τότε δεν είναι σαφές. Σίγουρα φρόντιζε για την εξουδετέρωση κινδύνων, όπως έπραξε τον Αύγουστο του 1945 ειδοποιώντας τη Μόσχα για την απόπειρα αποστασίας του Κονσταντίν Βολκόφ, υπoπροξένου στην Κωνσταντινούπολη και πράκτορα της NKVD. «Εξυπνος, υπομονετικός, πολυμήχανος, παραγωγικός, μυαλωμένος, λογικός», κατά τους Πέιτζ, Λιτς και Νάιτλι, o Φίλμπι είχε φτάσει στο απόγειο της (διπλής) καριέρας του: ως βρετανός πράκτορας δρούσε στην πρωτεύουσα του δυτικού κόσμου, στο επίκεντρο των πραγμάτων· ως σοβιετικός πράκτορας μετέδιδε πληροφορίες για τη μυστική αγγλοαμερικανική απόπειρα αποσταθεροποίησης του καθεστώτος Χότζα με την αποστολή αντικαθεστωτικών στην Αλβανία, η οποία θα κόστιζε τη ζωή σε περίπου 300 άτομα μεταξύ 1950 και 1952. Ωστόσο, πρόξενος της πτώσης του Φίλμπι δεν στάθηκε αυτή η ροή πληροφοριών αλλά η σπουδή του να προειδοποιήσει τον Ντόναλντ Μακλίν μέσω του συναδέλφου του στην πρεσβεία, Γκάι Μπέρτζες, ότι επέκειτο η σύλληψή του. Η ταυτόχρονη εξαφάνισή τους τον έθεσε στο στόχαστρο. Πράγματι, το καλοκαίρι του 1952 ανακρίθηκε από την ΜΙ5. Οι συνθήκες όμως τον ευνοούσαν. Οι ανώτεροί του δεν είχαν συμφέρον να κριθεί ένοχος γιατί με ένα επιπλέον υψηλά ιστάμενο στέλεχος κηλιδωμένο με το στίγμα της προδοσίας όλο το οικοδόμημα θα άρχιζε να κλονίζεται συθέμελα. Ενδόμυχα, δεν πίστευαν ότι ένας άνθρωπος με το δικό του προφίλ ήταν δυνατόν να περάσει στην άλλη πλευρά: ο Γκάι Μπέρτζες, ναι, ήταν ομοφυλόφιλος, ο Ντόναλντ Μακλίν, ναι, ήταν ψυχολογικά ασταθής – ο Κιμ Φίλμπι, όμως, όχι. Οι παραπάνω περιορισμοί κατέληξαν σε παρωδία δίκης: «Εμοιαζε σαν ο πιο ανόητος άνθρωπος στον κόσμο να προσπαθεί ν’ ανακρίνει τον πιο έξυπνο», θα δήλωνε στους Πέιτζ, Λιτς και Νάιτλι ένας νομικός που ήταν παρών στη διαδικασία.
Η αντίστροφη µέτρηση
Για την επόμενη περίοδο της ζωής του οι απόψεις διίστανται. Οι περισσότεροι λένε ότι η ΜΙ6 τον κράτησε στο περιθώριο. Αλλοι ωστόσο υποστηρίζουν ότι τοποθετήθηκε στην Κύπρο επιφορτισμένος με την αποστολή της προώθησης εκπατρισμένων Αρμενίων στη Σοβιετική Ενωση. Δικαιωμένος από τη δήλωση του Μακμίλαν στη Βουλή των Κοινοτήτων το 1955, έδωσε συνέντευξη Τύπου όπου διακήρυξε: «Δεν ήμουν ποτέ κομμουνιστής». Προστατεύοντας ένα αδικημένο δικό του παιδί, το Foreign Office συνέστησε την πρόσληψή του στον «Observer». Στο τελευταίο κεφάλαιο του τυχοδιωκτικού του βίου ο Κιμ Φίλμπι εγκαταστάθηκε στη Βηρυτό ως ανταποκριτής της εφημερίδας στη Μέση Ανατολή, κάνοντας πλήθος ταξιδιών στις γύρω χώρες και τηρώντας φιλοτουρκική στάση στο Κυπριακό. Θα παρέμενε πιθανώς εκεί ως χαμηλής έντασης διπλός πράκτορας, αν δεν τον κατονόμαζε ο αποστάτης ταγματάρχης της KGB Ανατόλι Γκολίτσιν το 1961. H MI6 κινήθηκε με ταχύτητα σαλιγκαριού στέλνοντας έναν αξιωματούχο της να τον καλέσει σε απολογία μόλις στα τέλη του 1962.
Η απόδραση του Φίλμπι ήταν τόσο μυθιστορηματική ώστε ως σήμερα κανείς δεν γνωρίζει επακριβώς με ποιον τρόπο επιτεύχθηκε. Το βράδυ της 23ης Ιανουαρίου 1963 άφησε την τρίτη σύζυγό του, Ελινορ, να τον περιμένει μάταια στο πάρτι του πρώτου γραμματέα της βρετανικής πρεσβείας στη Βηρυτό. Ο ίδιος στα απομνημονεύματά του υποστηρίζει ότι επιβιβάστηκε στο σοβιετικό φορτηγό πλοίο «Νταλμάτοβα» το οποίο απέπλευσε βιαστικά εγκαταλείποντας μέρος του φορτίου του στην αποβάθρα. Οι Πέιτζ, Λιτς και Νάιτλι υποδεικνύουν ένα άλλο δρομολόγιο: διέφυγε στη Συρία, πέρασε στην Τουρκία και από εκεί διέσχισε πεζός τα σύνορα με τη Σοβιετική Αρμενία. Η Ελινορ Φίλμπι, με τη σειρά της, καταθέτει πως της είχε εξομολογηθεί ότι χρειάστηκε να περπατήσει κατά το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής από τον Λίβανο στη Ρωσία.
Ο πάταγος που προκάλεσε η αποστασία ήταν τέτοιος ώστε ο απόηχός του να διαρκέσει χρόνια. Γράφοντας το 1968, ο Τζον Λε Καρέ έδωσε στο ζήτημα μια ηθική διάσταση κατηγορώντας το βρετανικό κατεστημένο και την Intelligence Service για αβελτηρία και προκατάληψη: «Η SIS μπέρδευε την ταξική καταγωγή με τη νομιμοφροσύνη και θεωρούσε αυτές τις δύο αλληλένδετες». Εσπευσε να του απαντήσει ο έτερος μείζων συγγραφέας του spy novel της εποχής, ο Γκρέιαμ Γκριν: από τις στήλες του «Observer» παρατηρούσε ότι οι απόψεις του Λε Καρέ για τον Φίλμπι ήταν «χυδαίες και αναληθείς», υπενθυμίζοντας ότι «στην κατασκοπεία οι ηθικές κρίσεις είναι εντελώς εκτός θέματος». Οι διαμάχες για τις ευθύνες και τη συγκάλυψη σιγόκαιγαν επί δεκαετίες με δύο μείζονες αναζωπυρώσεις – το 1979, όταν η πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ αποκάλυψε πως το τέταρτο μέλος του κύκλου ήταν ο ιστορικός της τέχνης και επιμελητής των φωτογραφιών της Βασιλικής Συλλογής, Αντονι Μπλαντ, και το 1990, οπότε ο Τζον Κέρνκρος ταυτοποιήθηκε ως ο πέμπτος και τελευταίος των αποκαλούμενων «Cambridge Five».
Σύμφωνα με όσα έγραφε ο Γουίλιαμ Χένρι στο περιοδικό «Time» με αφορμή τον θάνατο του Κιμ Φίλμπι στις 11 Μαΐου 1988 σε ηλικία 76 ετών, η προδοσία του υπήρξε σημείο τομής για τη μεταβολή του κλίματος στη Βρετανία από τον πατριωτισμό της δεκαετίας του ’50 στην απαισιοδοξία της δεκαετίας του ’60. Η μεταβολή των διαθέσεων του κοινού είναι αναμφισβήτητη, είχε όμως μάλλον διαφορετικό χαρακτήρα. Το δίκτυο των διπλών πρακτόρων, αποφοίτων του τότε αβάτου για τις οικονομικά ασθενέστερες τάξεις Κέιμπριτζ, με εξασφαλισμένη δημόσια σταδιοδρομία και άφθονες απολαβές, εξέθεσε έναν κρατικό μηχανισμό του οποίου οι υπηρεσίες ασφάλειας αποδείχθηκαν διάτρητες και επιπλέον πρόθυμες να αποκρύψουν την ανεπάρκειά τους από την κοινή γνώμη. Η διάβρωση της MI6, όπως και το σεξουαλικό σκάνδαλο εξωσυζυγικής σχέσης του υπουργού Πολέμου Τζον Προφιούμο με τη 19χρονη Κριστίν Κίλερ, υπέσκαψαν την εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση σε μια στιγμή που η βρετανική κοινωνία βρισκόταν στα πρόθυρα μιας μεγάλης αξιακής μεταβολής. Ο καταλύτης των περιστάσεων, στο μεταξύ, έζησε ανέμελα στη Μόσχα ως σύμβουλος μερικής απασχόλησης της KGB, απολαμβάνοντας προνόμια και μετάλλια, κλέβοντας αρχικά τη σύζυγο του πρώην συναδέλφου του Ντόναλντ Μακλίν, νυμφευόμενος αργότερα μια γυναίκα πολύ νεότερή του, παρακολουθώντας φανατικά τα αποτελέσματα του αγγλικού κρίκετ και πεθαίνοντας ειρηνικά στον γνώριμο, σταθερό διπολικό κόσμο, προτού η κατάρρευση του Τείχους γκρεμίσει και τις δικές του βεβαιότητες.