Κατέστησε το Μπανγκλαντές σημείο αναφοράς για τη σύγχρονη τέχνη, φέρνοντας τη σημασία της εντοπιότητας της καλλιτεχνικής δημιουργίας στο προσκήνιο. Με την οικονομική συνδρομή του ζεύγους των πολυεκατομμυριούχων βιομηχάνων της χώρας, όπως και συλλεκτών τέχνης, Ρατζίμπ και Νάντια Σαμντάνι, η Νταϊάνα Κάμπελ, ως ιδρυτική καλλιτεχνική διευθύντρια του Samdani Art Foundation με έδρα την Ντάκα και επικεφαλής επιμελήτρια του ιδιαίτερα επιτυχημένου Dhaka Art Summit, μιας διεθνούς μη εμπορικής πλατφόρμας για τη σύγχρονη τέχνη και αρχιτεκτονική που σχετίζεται με τη Νότια Ασία και αριθμεί ήδη έξι διοργανώσεις, δημιουργεί υποδομές και νέα μοντέλα για τη σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία και τη συμμετοχή του κοινού.
Η 39χρονη αμερικανίδα επιμελήτρια έρχεται στην Αθήνα στο πλαίσιο του προγράμματος Contemporary Groundbreakers του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης προκειμένου να συζητήσει με την Αφροδίτη Γκόνου, σύμβουλο Προγράμματος Σύγχρονης Τέχνης του Μουσείου, για το «Πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε τον κόσμο της τέχνης που επιθυμούμε μέσω νέων πρωτοβουλιών: Η εντυπωσιακή επιτυχία του Dhaka Art Summit» (την Τρίτη 20 Ιουνίου, στις 19.00).
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτής της «επιθυμίας» για την τέχνη και πώς διαμορφώνονται;
«Μερικές φορές είναι πιο εύκολο να ξεκινήσει κάτι καινούργιο από το να επιδιορθωθεί κάτι παλιό, εδραιωμένο, ένα σύστημα παροπλισμένο που βασίζεται σε αξίες που δεν ανήκουν στον 21ο αιώνα. Μιλάμε για αξίες σε καλλιτεχνικούς θεσμούς όπως η διαφορετικότητα και το ανήκειν/συμπερίληψη, η αειφορία και η προσβασιμότητα – που επιτρέπουν την κινητικότητα εκτός των περιορισμών που επιβάλλουν ο θεσμοθετημένος ρατσισμός, οι διακρίσεις υπέρ των αρτιμελών (ableism), ο ταξικισμός κ.τ.λ., με τα οποία είμαστε συνηθισμένοι. Με εντυπωσίασε η εφετινή Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής Βενετίας της Λέσλι Λόκο όπου το νέο της Ιδρυμα, το African Futures Institute, συνάντησε ένα ήδη υπάρχον, εκείνο της Μπιενάλε, και μαζί κατάφεραν να σηματοδοτήσουν αυτό που νομίζω ότι θα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε την αρχιτεκτονική. Το νέο και το παλιό μπορούν να ενώσουν τα χέρια και να επιφέρουν την αλλαγή».
Εσάς τι σας προσέλκυσε στη Νότια Ασία και σε μια χώρα, το Μπανγκλαντές, που δεν συνιστά έναν κόμβο για τη σύγχρονη τέχνη;
«Πρόσφατα είπαν σε κάποιον ότι «τα μέρη μου είναι οι άνθρωποι». Η αγάπη με πήγε στην Ινδία από τη Νέα Υόρκη όταν ήμουν στα 20 μου, όταν το άτομο με το οποίο συνδεόμουν εκείνη την εποχή μετακόμισε στη χώρα και πήγα και εγώ μαζί του. Ηταν πολύ δύσκολο και οδυνηρό, αλλά μια εμπειρία μέσω της οποίας μπόρεσα να δω τον κόσμο με άλλα μάτια, μαζί με τη βία και το βίαιο πατριαρχικό μοντέλο που επικρατεί. Μολονότι αυτή η σχέση διαλύθηκε γρήγορα στην Ινδία, αποφάσισα να μείνω και άρχισα να μαθαίνω για τη χώρα μέσα από τις τέχνες και τον πολιτισμό της που είχαν αρχίσει να μου εξάπτουν το ενδιαφέρον. Ενας από τους καλλιτέχνες που συναντούσα τακτικά, ο Τζιτίς Καλάτ, γνώριζε τον Ρατζίμπ και τη Νάντια Σαμντάνι από το Μπανγκλαντές και σκεφτήκαμε ότι θα μπορούσαμε να φτιάξουμε μια σπουδαία ομάδα για να δημιουργήσουμε ένα νέο είδος θεσμού μαζί. Συγκινήθηκα τόσο πολύ από το όραμα των Σαμντάνι και την αγάπη τους για τους καλλιτέχνες ώστε αποδέχθηκα την πρόσκλησή τους να έρθω στο Μπανκλαντές το 2012 και να δημιουργήσω μια πλατφόρμα μαζί τους που θα έφερνε τον κόσμο εκεί για να μάθουν για την τέχνη μέσα από την οπτική της Ντάκα. Το Μπανγκλαντές έχει καταπληκτικούς καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες και επιχειρηματίες που με εντυπωσιάζουν, καθώς εστιάζουν σε όσα έχουν και δεν γκρινιάζουν γι’ αυτά που δεν έχουν».
Πού αποδίδετε την επιτυχία του Dhaka Art Summit, δεδομένου ότι οι επισκέπτες αυξήθηκαν από 20.000 την πρώτη χρονιά (2012) στους 577.000 στην έκτη διοργάνωση του 2023;
«Στο «word of mouth». Καλλιτέχνες, επιμελητές, ερευνητές, ακαδημαϊκοί άρχισαν να μοιράζονται τις ιστορίες τους από τις εμπειρίες τους στο Dhaka Art Summit, με αποτέλεσμα να αυξήσουν τη δημοφιλία μας στον κόσμο της τέχνης, όπου σύντομα άρχισαν να μας βλέπουν ως έναν τόπο όπου θα μπορούσε κάποιος να συναντήσει κάτι μοναδικό στον κόσμο σε ένα φιλόξενο και παραγωγικό περιβάλλον, έτοιμο για πειραματισμούς. Ο αριθμός των επισκεπτών μας είναι τόσο υψηλός που πρέπει να προσαρμόσουμε τον τρόπο με τον οποίο κάνουμε τις εκθέσεις μας. Εχουμε δωρεάν είσοδο και χωρίς εισιτήριο, οπότε μπορεί να έρθει όποιος θέλει. Και είναι το μοναδικό μέρος στον κόσμο (της τέχνης), από όσο γνωρίζω, όπου οι διευθυντές των μεγάλων μουσείων και οι επισκέπτες που έρχονται για πρώτη φορά μπορούν να απολαύσουν ταυτόχρονα την ίδια έκθεση. Δεν έχουν ώρες VIP ή ειδική πρόσβαση και τα κείμενα είναι γραμμένα με τέτοιον τρόπο ώστε να είναι προσβάσιμα και από τους ειδικούς αλλά και από τους νέους επισκέπτες».
Πώς επωφελείται η κοινωνία του Μπανγκλαντές και ενδεχομένως τα κομμάτια της εκείνα που δεν ανήκουν στον «σκληρό πυρήνα» των δημιουργικών της ανθρώπων;
«Η συντριπτική πλειονότητα των επισκεπτών μας δεν προέρχεται από τον χώρο της τέχνης. Για περισσότερο από δέκα χρόνια πλέον συμμετέχουμε σε σχολικά εκπαιδευτικά προγράμματα, συνεργαζόμαστε με τεχνίτες και εργάτες της βιομηχανίας ένδυσης προκειμένου να τους κινητοποιήσουμε να εκφράσουν τη δημιουργικότητά τους, αναπτύξαμε νέες ευκαιρίες εργασίας στο Dhaka Art Summit και για εμένα το πιο συγκινητικό είναι ότι η συμμετοχή στη διοργάνωση έχει δώσει τη δυνατότητα σε οικογένειες να στέλνουν τις μικρές κόρες τους στο σχολείο για μεγαλύτερες περιόδους αλλά και να σκεφτούν ένα μέλλον για αυτές έξω από το παραδοσιακό μοντέλο της συζύγου/μητέρας/νύφης. Αυτή η ιστορία σχετίζεται με τη δουλειά που γίνεται στο Gidree Βawlee Foundation οf Arts, με τους οποίους συνεργαζόμαστε και όταν διεθνή μουσεία προβάλλουν τη δουλειά τους ή προσκαλούν τα παιδιά να δημιουργήσουν νέα έργα, τα χρηματικά ποσά που σχετίζονται με αυτά τα έργα επιστρέφουν στην κοινότητα και οι γονείς βλέπουν τις τεράστιες δυνατότητες που υπάρχουν στην οικονομία της δημιουργίας».
Το Dhaka Art Summit προσπαθεί να αντισταθεί στο συμβατικό μοντέλο του εικαστικού κόσμου όπου η δυτική τέχνη αλλά κυρίως η δυτική ματιά βρίσκεται στο επίκεντρο. Πώς νιώθετε ως Αμερικανίδα που ηγείστε αυτής της «αποδυτικοποιημένης» προσέγγισης;
«Πρέπει να διευκρινίσω ότι ενώ έχω αμερικανικό διαβατήριο, γεννήθηκα στο Λος Αντζελες και αποφοίτησα από το Πανεπιστήμιο Princeton, η οικογένεια της μητέρας μου είναι ιθαγενείς Chamoru από το Γκουάμ και επέλεξαν να μην έχουν τα γράμματα USA κολλημένα δίπλα στην αποικιακή ονομασία που αποδίδεται στο νησί τους, που οι αυτόχθονες αποκαλούν Guåhan. Πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν ότι οι ΗΠΑ εξακολουθούν να έχουν υπό την κατοχή τους πέντε κατοικημένες περιοχές από την Καραϊβική ως τον Ειρηνικό Ωκεανό που εμπίπτουν στην κατηγορία της αποικίας. Η ισχύς και τα συμφέροντα του αμερικανικού στρατού είναι οι λόγοι που αρνούνται σε αυτούς τους ανθρώπους το δικαίωμα στην αυτοδιακυβέρνηση, για ό,τι δηλαδή πολέμησε η Αμερική στον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας το 1776. Ο περισσότερος κόσμος δεν γνωρίζει πού βρίσκεται το Γκουάμ, στη μητέρα μου είχε απαγορευτεί να μάθει τη γλώσσα της στο σχολείο, η γιαγιά μου δεν μπορούσε να τελειώσει το δημοτικό γιατί το νησί βομβαρδίστηκε και βρισκόταν υπό ιαπωνική κατοχή στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οπότε η αποαποικιακή μου προσέγγιση προέρχεται από κάποια της οποίας η γη και η ιστορία εξακολουθούν να βρίσκονται υπό κατοχή. Και νιώθω προνομιούχα που έχω την πλατφόρμα του Dhaka Art Summit για να μπορώ να μιλάω γι’ αυτό».
Πώς μπορεί μια αποκεντρωμένη πλατφόρμα τέχνης, πάντα με βάση τα δυτικά πρότυπα, να είναι και περιβαλλοντικά φιλική; Αναφέρομαι κυρίως στις εκπομπές CΟ2 που προκύπτουν από τα πολλά και μακρινά ταξίδια.
«Αποστέλλουμε όσο λιγότερα έργα μπορούμε και προσπαθούμε οι επιμέλειες των εκθέσεων να αφορούν το δικό μας πλαίσιο αντί να τις μετατρέπουμε σε «συνθήκες δυτικού μουσείου» που περιλαμβάνουν την ανάγκη για κλιματισμό και άλλες μη φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές. Τα υλικά που χρησιμοποιούμε για την παραγωγή των έργων και των εκθέσεων προέρχονται κυρίως από την περιοχή και τα περισσότερα ανακυκλώνονται μετά το πέρας της έκθεσης. Νομίζω ότι είναι σημαντικό για τους ανθρώπους να δουν από κοντά το Μπανγκλαντές, το οποίο είναι γνωστό ως το «σημείο μηδέν για την κλιματική αλλαγή», ώστε να κατανοήσουν τις συνέπειες που έχει το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα σε ανθρώπους στην άλλη άκρη του κόσμου, αλλά και να εμπνευστούν από το παράδειγμα δημιουργικών επαγγελματιών στο Μπανγκλαντές που χτίζουν ενάντια στην κλιματική αλλαγή με ελπιδοφόρους τρόπους».
Τι επιφυλάσσει λοιπόν το μέλλον για το Dhaka Art Summit;
«Στην επόμενη διοργάνωση θα έχει ανοίξει το μόνιμο κέντρο μας, ένα πάρκο γλυπτικής και χώρος φιλοξενίας καλλιτεχνών, αρχιτεκτόνων, συγγραφέων, επιμελητών κ.ά. Λέγεται Srihatta-Samdani Art Centre and Sculpture Park και βρίσκεται στο Σιλέτ, μια πόλη που απέχει 250 χλμ. από την Ντάκα. Με τα χρόνια το Dhaka Art Summit έχει γίνει ένα μέρος όπου αναπτύσσονται πολλές performances διαρκείας και θέλουμε να το προωθήσουμε περαιτέρω. Πλέον αναθέτουμε σε καλλιτέχνες να χρησιμοποιούν το απίθανο κοινό που μας ακολουθεί ως πρωταγωνιστές στα έργα τους. Για παράδειγμα, έχουμε αναθέσει στην ανερχόμενη χορογράφο Νίκιμα Γιαγκουντάεφ για τη διοργάνωση του ’25, σε συνεργασία με τα ιδρύματα και κέντρα σύγχρονης τέχνης WIELS, Mumok, Centre Pompidou και Phileas, μεταξύ άλλων, καθώς η καλλιτέχνις βρέθηκε στην Ντάκα για τη διοργάνωση του ’23 και μελέτησε πώς συγκεντρώνονται οι νέοι στο Μπανγκλαντές προκειμένου να δημιουργήσει ένα έργο που θα εμπλέκει το κοινό μας».