«Η ένδειξη ότι ένας αθλητής έχει κερδίσει μετάλλιο είναι όταν το λαμπάκι αναβοσβήνει στον βατήρα. Τερματίζω, λοιπόν, και, ναι, το λαμπάκι αναβοσβήνει. Αρχικά, δεν γνωρίζω τι χρόνο έχω κάνει, ξέρω μόνο ότι έχω κερδίσει μετάλλιο.

Στρέφω τότε το βλέμμα μου στην κερκίδα και βλέπω τους γονείς μου και τον προπονητή μου Λευτέρη Μήτρακα να φιλιούνται, να αγκαλιάζονται, να ουρλιάζουν από τη χαρά τους. «Να δεις που έχω πιάσει και το όριο για τη συμμετοχή μου στους Ολυμπιακούς Αγώνες στα 50 μ. ελεύθερο» σκέφτομαι. Kαι τότε γυρνάω και βλέπω τον πίνακα. Είμαι δεύτερη λοιπόν, έχω κερδίσει ασημένιο ευρωπαϊκό μετάλλιο και ο χρόνος μου είναι 24.59 (σ.σ.: το όριο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες στα 50 μ. ελεύθερο είναι 24.70).

Οι σκέψεις μου πολλές. Για λίγα δευτερόλεπτα στενοχωριέμαι, γιατί έχω χάσει το χρυσό μετάλλιο για 3 εκατοστά του δευτερολέπτου, και ύστερα με κατακλύζει ξανά η χαρά. Γιατί δεν μπορώ να πιστέψω ότι στα 32 μου θα βρεθώ στην τέταρτή μου Ολυμπιάδα στο ατομικό, σημειώνοντας πανελλήνιο ρεκόρ και κερδίζοντας ταυτόχρονα ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Υγρού Στίβου».

Συναντώ τη Νόρα Δράκου στο Athens Capital Hotel – MGallery Collection στο Σύνταγμα. Το πρόσωπό της λάμπει και έχει κάθε λόγο. Διανύει ίσως την καλύτερη χρονιά της αθλητικής της καριέρας.

Την προηγούμενη ημέρα, η ίδια έχει μόλις επιστρέψει από το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Υγρού Στίβου, το οποίο διεξήχθη από τις 10 έως τις 23 Ιουνίου στο Βελιγράδι, έχοντας στις βαλίτσες της δύο αργυρά μετάλλια: ένα στα 50 μ. ύπτιο (δεν αποτελεί ολυμπιακό άθλημα) και ένα στα 50 μ. ελεύθερο, με χρόνο 24.59, εξασφαλίζοντας έτσι και τη συμμετοχή της στους Ολυμπιακούς Αγώνες στο ίδιο αγώνισμα.

Με λίγα λόγια, η Νόρα Δράκου ετοιμάζει βαλίτσες για το Παρίσι και σε ατομικό επίπεδο, καθώς έτσι κι αλλιώς είχε κερδίσει το εισιτήριο για τους τέταρτους Ολυµπιακούς Αγώνες της καριέρας της στο αγώνισµα της σκυταλοδροµίας 4×100 µ. µεικτή mixed (µαζί µε τον Απόστολο Χρήστου, τον Ευάγγελο-Εφραίµ Ντούµα και την Αννα Ντουντουνάκη) ήδη από τον περασµένο Φεβρουάριο, στο Παγκόσµιο Πρωτάθληµα της Ντόχα στο Κατάρ.

Το Βελιγράδι αποδεικνύεται λοιπόν για τη Νόρα Δράκου πόλη καρμική. Στη σερβική πρωτεύουσα, το 2008, η ίδια είχε κατακτήσει ασημένιο μετάλλιο σε Eυρωπαϊκό Πρωτάθλημα Εφήβων-Νεανίδων.

Photo Credits: Νίκος Κόκκας

Επειτα για χρόνια ονειρευόταν ένα μετάλλιο σε μεγάλη διοργάνωση γυναικών και πάντα, στο παρά πέντε, έφτανε στην πηγή και δεν μπορούσε να πιει νερό. Κάτι συνέβαινε και δεν κατάφερνε να ανεβεί στο βάθρο.

Σήμερα, στα 32 της χρόνια, παρά τους τραυματισμούς, τις απογοητεύσεις, τις χειρουργικές επεμβάσεις, τις συμπληγάδες από τις οποίες πέρασε, κατάφερε να κρεμάσει στον λαιμό της όχι ένα, αλλά δύο ευρωπαϊκά μετάλλια. Η δικαίωση ήρθε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για το χαμογελαστό κορίτσι της ελληνικής κολύμβησης.

«Μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Τόκιο δεν σας κρύβω ότι είχα πολλές σκέψεις να σταματήσω τον υψηλό πρωταθλητισμό, καθώς επί τέσσερα χρόνια ήμουν στάσιμη και μέσα μου ένιωθα ότι δεν μπορούσα να κάνω κάτι καλύτερο.

Αποφάσισα λοιπόν να φύγω από την Αθήνα και να επιστρέψω στη γενέτειρά μου, την Πάτρα, και να προπονούμαι εκεί πολύ χαλαρά, συνεχίζοντας τις σπουδές μου στη σχολή μου, στη Φιλολογία, που λόγω του πρωταθλητισμού την είχα αφήσει πίσω. Και εκεί, στην Πάτρα, ενώ ήμουν αποφασισμένη ότι ο υψηλός πρωταθλητισμός ήταν ένα κεφάλαιο που θα έκλεινε για εμένα, βρέθηκε στον δρόμο μου ο τωρινός μου προπονητής,ο  Λευτέρης Μήτρακας.

«Εάν φύγεις από την κολύμβηση, θα κάνεις το μεγαλύτερο λάθος της ζωής σου. Δεν σου αξίζει να τελειώσεις έτσι την αθλητική σου καριέρα. Σίγουρα οι δυνατότητές σου δεν είναι αυτές που έδειξες τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Μπορώ να σε βοηθήσω να κολυμπήσεις πολύ πιο γρήγορα. Δείξε μου εμπιστοσύνη«.

Αυτά ήταν τα λόγια του. Και ευτυχώς του έδειξα εμπιστοσύνη. Ξεκινήσαμε πολύ ήρεμα. Μετά από τέσσερις μήνες σημείωσα πανελλήνιο ρεκόρ στα 50 μ. ύπτιο. Πριν από τρία χρόνια, λοιπόν, ξεκινήσαμε ένα υπέροχο ταξίδι μαζί. Ανέβαινα. Τον περασμένο Φεβρουάριο, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Ντόχα, βρέθηκα στον τελικό, όπου κατέκτησα την πέμπτη θέση στα 50 μ. ύπτιο».

Ο στόχος του Παρισιού

Ποιος είναι λοιπόν ο στόχος για το Παρίσι; Πού θέτει τον πήχη; «Ο πρώτος μου στόχος είναι η σκυταλοδρομία. Να µπορέσουµε να κάνουµε µια πολύ δυνατή εµφάνιση. Ηρθαµε ενδέκατοι στους Ολυµπιακούς Αγώνες του Τόκιο» αναφέρει.

«Στο Παρίσι, με αυτή την ομάδα, θεωρώ ότι μπορούμε να είμαστε ακόμη και στην οκτάδα. Οσον αφορά το ατομικό, στα 50 μ. ελεύθερο, το πρώτο βήμα είναι να καταφέρω να μπω στον ημιτελικό και από εκεί και πέρα να διεκδικήσω ό,τι καλύτερο γίνεται.

Ο χρόνος 24.59 που σημείωσα στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στο Βελιγράδι είναι αρκετά ανταγωνιστικός. Με έναν τέτοιον χρόνο, για παράδειγμα, στους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Τόκιο θα ήμουν 11η».

Η αρχή

Για πρώτη φορά βρέθηκε στο κολυμβητήριο σε ηλικία τριών ετών. «Οι γονείς μου ήθελαν να με γράψουν σε κάποιο άθλημα. Η θεία μου ήταν προπονήτρια κολύμβησης και τους συμβούλευσε ότι η πισίνα είναι ό,τι καλύτερο για ένα παιδί.

Θυμάμαι τον πρώτο μου προπονητή, τον κύριο Ανδρέα, να με παίρνει αγκαλιά και να με πετάει στη μικρή πισίνα και εγώ να γελάω. Αγάπησα αμέσως το υγρό στοιχείο, αλλά δεν μπορώ να πω ότι αγάπησα και τις προπονήσεις.

Μου άρεσε περισσότερο το παιχνίδι, οι φιλίες που έκανα στην πισίνα. Ελεγαν στους γονείς μου ότι έχω ταλέντο, αλλά εκείνοι ποτέ δεν με πίεσαν να αφοσιωθώ. Κατάλαβα ότι ο πρωταθλητισμός ήταν ο δρόμος μου αρκετά αργά, στα 15 μου, μέχρι τότε «έκλεβα» στην προπόνηση, δεν σκεφτόμουν το μετάλλιο, απλά έπαιζα. Αφορμή για αυτή την αλλαγή ήταν η φίλη μου, η Κρίστελ Βουρνά.

Την είδα να πηγαίνει στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, να γυρίζει με μετάλλιο και να εξασφαλίζει το λεγόμενο «άνευ» για το πανεπιστήμιο, να περνάει δηλαδή στη σχολή που επιθυμεί χωρίς να χρειαστεί να δώσει Πανελλαδικές.

Και εκεί αρχίζω να το σκέπτομαι και εγώ σοβαρά, γιατί εάν είχα και εγώ μια διάκριση, θα είχα και το όφελος μιας θέσης στο πανεπιστήμιο, ενώ θα συνέχιζα την ίδια στιγμή να κολυμπώ και να κάνω αυτό που αγαπώ. Εάν δεν υπήρχε αυτή η δυνατότητα, θα έπρεπε να σταματήσω την κολύμβηση και να αφοσιωθώ μόνο στο διάβασμα, γιατί δυστυχώς και τα δύο παράλληλα δεν γίνονται.

Αφοσιώνομαι λοιπόν στην προπόνηση, πιάνω το όριο για τη συμμετοχή μου στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Νέων και το 2008 κερδίζω μετάλλιο. Καταλαβαίνω πλέον ότι αυτός είναι ο δρόμος μου».

Ενας δρόμος που μόνο εύκολος δεν ήταν, καθώς η πορεία της σημαδεύτηκε πολλές φορές από τραυματισμούς, όπως το 2013, όταν τραυματίστηκε σοβαρά στον ώμο και υποβλήθηκε σε επέμβαση.

«Μη νομίζετε ότι και αυτή η χρονιά ήταν εύκολη» αναφέρει. «Ξεκίνησα με τραυματισμό στη μέση, που με άφησε τρεις μήνες εκτός. Ουσιαστικά, μπήκα στις προπονήσεις τον περασμένο Νοέμβριο, ενώ το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στην Ντόχα ήταν τον Φεβρουάριο.

Εν πάση περιπτώσει, επανήλθα, φτάνω στην Ντόχα και βγάζω τον ώμο μου. Επίσης ένας πολύ μεγάλος τραυματισμός. Είμαι πάντως τυχερή, γιατί από πίσω μου, μαζί με την οικογένειά μου, υπάρχει μια φοβερή ομάδα που με στηρίζει στην Πάτρα. Εάν δεν υπήρχαν αυτοί οι άνθρωποι, ο προπονητής μου, εμείς δεν θα μιλούσαμε τώρα».

Οπως αναφέρει, στην πορεία της, όταν πέρασε το κατώφλι των 30, υπήρξαν πολλοί που τη συμβούλευσαν να σταματήσει: «Υπήρξαν αυτές οι φωνές: «Πότε θα κάνεις οικογένεια; Παιδί; Βρες μια δουλειά».

Σαφώς και αυτές οι ερωτήσεις σχετίζονται με το φύλο μου. Δεν έχω ακούσει, για παράδειγμα, άνδρες συναθλητές μου που έχουν πατήσει τα 30 να ερωτώνται για το ίδιο πράγμα. Προς στιγμήν αναρωτιέσαι μήπως οι άλλοι έχουν δίκιο και εσύ άδικο.

Ευτυχώς, το περιβάλλον μου δεν σκέπτεται έτσι και εγώ έχω μάθει από παιδί να μη δίνω σημασία στο τι λέει ο κόσμος. Ο πατέρας μου έλεγε πάντα: «Κάνε αυτό που θες, αυτό που σου αρέσει, αυτό που θα σε κάνει ευτυχισμένη». Kαι έτσι πορεύομαι».

Οι δυσκολίες του πρωταθλητισμού

«Είναι εύκολο στην Ελλάδα να κάνεις πρωταθλητισμό;» τη ρωτώ. Χαμογελά. «Η Ελλάδα πάσχει από τεχνογνωσία, η οικονομική στήριξη στους αθλητές δεν επαρκεί, ενώ οι συνθήκες προπόνησης δεν είναι οι καλύτερες. Εντάξει, στην Αθήνα έχουμε το ΟΑΚΑ.

Τι συμβαίνει όμως στην επαρχία; Εάν με ρωτάτε, η πηγή του κακού είναι η έλλειψη ενός μακρόπνοου σχεδιασμού. Να σχεδιάσεις, για παράδειγμα, ένα πλάνο σε ορίζοντα τετραετίας, να δημιουργήσεις μια ολυμπιακή ομάδα, να πεις «θα στηρίξω αυτούς», ώστε να πάρεις τις περισσότερες δυνατές διακρίσεις για τη χώρα.

Αυτός ο τρόπος σκέψης δεν υπάρχει εδώ. Υπάρχει η ατομική και η ιδιωτική πρωτοβουλία μόνο, δηλαδή εάν κερδίσεις ένα μετάλλιο, θα βρεθούν πέντε-έξι χορηγοί να σε στηρίξουν. Υπάρχουν δυστυχώς πολλά προβλήματα στον ελληνικό αθλητισμό. Η Ολυμπιακή Επιτροπή ευτυχώς κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί, μας στηρίζει, δίνει χρήματα, αλλά δυστυχώς αυτό μόνο δεν φτάνει».

Η ίδια λοιπόν πώς καλύπτει τις ανάγκες της; «Βρίσκομαι πολλά χρόνια στον αθλητισμό, είχα κάποιες επιτυχίες και συνήθως υπάρχει κάποιος χορηγός από πίσω μου. Βέβαια, την παρούσα στιγμή δεν έχω κάποιον να με στηρίζει, πέρα από τη Speedo που μου παρέχει τον υλικοτεχνικό εξοπλισμό μου.

Ευτυχώς, προσωπικά τυγχάνει οικονομικά να βρίσκομαι καλά. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει με όλους τους αθλητές. Εχω φίλους που προπονούνται πέντε ώρες την ημέρα και τις υπόλοιπες οκτώ δουλεύουν ώστε να εξασφαλίσουν τα προς το ζην. Πώς να κάνεις πρωταθλητισμό έτσι;

Το κακό στην Ελλάδα είναι ότι πρέπει να φέρεις πρώτα την επιτυχία και ύστερα να βρεις χορηγό. Λίγοι είναι οι αθλητές που έχουν βοηθηθεί χωρίς να έχουν κερδίσει μετάλλιο. Εάν δεν στηρίξεις κάποιον, όμως, πώς να φτάσει στο βάθρο;

Αυτή είναι η γενικότερη νοοτροπία μας. Για παράδειγμα, μετά από ένα Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα φτάνει μια ελληνική αποστολή στο αεροδρόμιο και είναι πολύ άσχημο που οι δημοσιογράφοι ζητούν δηλώσεις μόνο από όσους έχουν πάρει μετάλλιο. Λες και είναι εύκολο να βγεις έκτος ή έβδομος. Είναι τόσο άδικο».

Λίγο προτού κλείσουμε την κουβέντα, τη ρωτώ ποια είναι τα σχέδιά της για μετά το Παρίσι. «Πριν από τρία χρόνια, μετά το Τόκιο, δήλωνα ότι θα σταματήσω. Σήμερα δεν θέλω να κάνω δηλώσεις. Νομίζω ότι διανύω την καλύτερη φάση της καριέρας μου.

Ναι, δεν μπορώ να σταματήσω τώρα. Η λογική βέβαια λέει ότι δεν θα μπορέσω να φτάσω μέχρι τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2028 στο Λος Αντζελες. Αλλά θεωρώ ότι ακόμη δύο χρονιές τις έχω μπροστά μου. Αυτή τη στιγμή η ζωή με πηγαίνει, το κολύμπι με πηγαίνει και εγώ ακολουθώ τη ροή».

Ακόμη και όταν απομακρυνθεί, πάντως, από τον πρωταθλητισμό θα ήθελε να μείνει στον χώρο της ελληνικής κολύμβησης: «Δεν βλέπω τον εαυτό μου ως προπονήτρια, αλλά θα ήθελα να μπορώ να βοηθάω με κάποιον τρόπο, από κάποια θέση, τους αθλητές.

Στο Βελιγράδι, για παράδειγμα, συνάντησα πολλούς παλιούς ξένους συναθλητές μου οι οποίοι εργάζονται τώρα στην εθνική τους ομοσπονδία σε διάφορα πόστα. Μου άρεσε αυτό. Αλλά δυστυχώς δεν το βλέπουμε συχνά στην Ελλάδα».

Με τα μετάλλιά της δεν έχει κάποιο φετίχ. Δεν τα κοιτάζει συχνά, δεν τα τοποθετεί σε κάποια βιτρίνα: «Τα κρατάει ο πατέρας μου» λέει γελώντας. «Ξέρετε, το μετάλλιο είναι μια στιγμή μιας τεράστιας χαράς, μια τεράστιας ικανοποίησης. Αλλά είναι μια στιγμή.

Ολα αυτά που έχω ζήσει μέχρι να φθάσω σε αυτό είναι εκείνα που θα μείνουν στο τέλος της ημέρας. Αυτά θα έχω να διηγηθώ στους φίλους μου. Τα τελευταία χρόνια άλλωστε έχω μάθει να απολαμβάνω περισσότερο το ταξίδι μέχρι το μετάλλιο παρά τη στιγμή στο βάθρο. Και είναι ένα ταξίδι που για χρόνια είχα ξεχάσει να απολαμβάνω…».