Γεννήθηκε στην πρωτεύουσα της Αρμενίας, το Γερεβάν. Εκεί σπούδασε (Yerevan State Conservatory), από εκεί ξεκίνησε ακολούθως τη σταδιοδρομία της το 2010, ως σολίστ του Yerevan Conservatory Opera Studio. Η συμμετοχή της σε πρόγραμμα για νεαρούς καλλιτέχνες του Θεάτρου Μπαλσόι την περίοδο 2011-13 οδήγησε στο ντεμπούτο της στην ιστορική όπερα της Μόσχας, με τον ρόλο της Ξένιας στον «Μπορίς Γκοντουνόφ» του Μοντέστ Μουσόργκσκι. Οι μικροί ρόλοι που τραγουδούσε στην αρχή γρήγορα οδήγησαν στους μεγάλους. Το 2015 ερμήνευσε μεταξύ άλλων τη Βασίλισσα της Νύχτας στον «Μαγικό αυλό» του Μότσαρτ στο Βερολίνο και την Τζίλντα στον «Ριγκολέτο» του Βέρντι στο Μπαλσόι και το 2016 τη «Λουτσία ντι Λαμερμούρ» του Ντονιτσέτι στο Μόναχο και ακολούθως στο Παρίσι. Η διεθνής καριέρα της Νίνα Μινασιάν είχε ξεκινήσει, με τους κριτικούς να επαινούν τις εντυπωσιακές υψηλές νότες της, τη γοητεία του τραγουδιού της και τη σκηνική παρουσία της. Τα ντεμπούτι της στο La Monnaie των Βρυξελλών και στο Teatro Real της Μαδρίτης με τη Βασίλισσα του Σεμακά στον «Χρυσό πετεινό» του Νικολάι Ρίμσκι-Κόρσακοφ, στην Κρατική Oπερα της Βιέννης με τη Βασίλισσα της Νύχτας, στην Oπερα της Κολωνίας με την Τζίλντα, στη Ζυρίχη με τη Λουτσία και στο Γκλάιντμπερν με τη Νεράιδα στη «Σταχτοπούτα» του Μασνέ, επιβεβαίωσαν πως το κορίτσι με την όμορφη φωνή από την Αρμενία δεν ήταν ένας ακόμα διάττων αστέρας από εκείνους που βλέπουμε συχνά να σβήνουν αμέσως μετά τις πρώτες εκρηκτικές λάμψεις τους στο καλλιτεχνικό στερέωμα, αλλά είχε έρθει για να μείνει. Το ελληνικό ντεμπούτο της στις 16 Σεπτεμβρίου στο Ηρώδειο, στο γκαλά της Εθνικής Λυρικής Σκηνής «Η Κάλλας στο Ηρώδειο», θα γνωρίσει και στο ελληνικό κοινό μία από τις πιο περιζήτητες νέες υψιφώνους των ημερών μας.
Η ίδια στην επικοινωνία μας μαζί της δηλώνει συγκινημένη που θα τραγουδήσει στη μνήμη της ελληνίδας ντίβας, της καλλιτέχνιδας που την έχει επηρεάσει και εμπνεύσει όσο καμία άλλη. Και ετοιμάζεται να μας χαρίσει τιμώντας το είδωλό της τη δεξιοτεχνική σκηνή τρέλας της Οφηλίας «À vos jeux, mes amis», από τον «Aμλετ» του Τομά. Αμέσως μετά θα αναχωρήσει για το Τορίνο όπου θα ερμηνεύσει την πριγκίπισσα Ευδοξία στην «Εβραία» του Αλεβί και ακολούθως θα φτιάξει τις βαλίτσες της για τη Νέα Υόρκη, καθώς στις 20 Οκτωβρίου θα κάνει το ντεμπούτο της στη Μετροπόλιταν Oπερα με τον Oσκαρ από τον «Χορό μεταμφιεσμένων» του Βέρντι. Ακολουθούν η «Τραβιάτα» του Βέρντι στη Δρέσδη, η «Λουτσία ντι Λαμερμούρ» στο Μόναχο, η Λαουρέτα στον «Τζιάνι Σκίκι» του Πουτσίνι στο Μόντε Κάρλο, η Αντίνα στο «Ελιξίριο του έρωτα» του Ντονιτσέτι στην Πάρμα, η ηρωίδα του τίτλου στο «Πελλέας και Μελισσάνθη» του Ντεμπισί στη Λιέγη…
Ενα επάγγελμα σαν το δικό σας σημαίνει πως είστε διαρκώς με μια βαλίτσα στο χέρι. Τελικά σας αρέσει να ταξιδεύετε σε όλον τον κόσμο τραγουδώντας;
«Ναι, τα ταξίδια σε όλον τον κόσμο είναι απίστευτα ενδιαφέροντα για πολλούς και διάφορους λόγους! Oμως, όπως εύκολα καταλαβαίνετε, την ίδια στιγμή μπορούν να γίνουν και πολύ κουραστικά. Οπότε, μερικές ημέρες χαλάρωσης και ξεκούρασης ανάμεσα στις εμφανίσεις μου είναι απολύτως απαραίτητες για εμένα. Oπως και για όλους τους ανθρώπους που εργάζονται σκληρά, υποθέτω».
Δεδομένου ότι έρχεστε στην Ελλάδα για να τραγουδήσετε στη μνήμη της Μαρίας Κάλλας, δεν μπορώ να αποφύγω μια ερώτηση-κλισέ: Ποια είναι η γνώμη σας για την ελληνίδα ντίβα; Τι πιστεύετε ότι έκανε τη Μαρία Κάλλας θρυλική παρουσία στην ιστορία της όπερας; Πώς πιστεύετε πως έχει επηρεάσει την εξέλιξη του είδους;
«Oλα, τα πάντα επάνω της ήταν όμορφα! Αυτή η γυναίκα που δούλεψε τόσο σκληρά για να κατακτήσει την τελειότητα, έφτασε στην κορυφή της όπερας, στην κορυφή του κόσμου, ακριβώς για αυτόν τον λόγο: Εξαιτίας της αδιάλλακτης επιθυμίας της για αριστεία σε ό,τι έκανε. Με την παρουσία και το παράδειγμά της άλλαξε τον κόσμο της όπερας, και αυτό το έκανε με αξιοσημείωτο γούστο και κομψότητα, κάτι που κανένας άλλος δεν έχει πετύχει σε τέτοιον βαθμό. Δεν ήταν απλώς μια πολύ καλή τραγουδίστρια, ήταν ένα φαινόμενο, ήταν μια καλλιτέχνιδα προικισμένη με ένα θείο δώρο! Και εγώ, εμείς, είμαστε πολύ ευτυχισμένοι που βρισκόμαστε εδώ, που μαθαίνουμε διαρκώς από το παράδειγμά της και που ακολουθούμε τον δρόμο που εκείνη άνοιξε. Η Μαρία Κάλλας είναι μια προσωπικότητα η τέχνη της οποίας θα ζει για πάντα και θα εμπνέει για πάντα τους τραγουδιστές που θα έρθουν».
Εσείς πότε συνειδητοποιήσατε πως θέλατε να γίνετε τραγουδίστρια της όπερας;
«Πρέπει να ήμουν στα δεκαπέντε, στα δεκαέξι μου χρόνια. Τότε, στην εφηβεία μου, έγινε ξεκάθαρο πως αυτό και μόνο αυτό ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Hθελα να σταδιοδρομήσω στο λυρικό τραγούδι».
Πώς οδηγηθήκατε σε αυτή την απόφαση;
«Εμπνεύστηκα και εγώ όπως και τόσοι άλλοι από το φαινόμενο Μαρία Κάλλας, από την ομορφιά, την ποιότητα της τέχνης της».
Η οικογένειά σας είχε σχέση με τη μουσική; Και πώς αντιμετώπισε την επιθυμία σας να ασχοληθείτε με την όπερα;
«Δεν υπάρχουν επαγγελματίες μουσικοί στην οικογένειά μου, παρ’ όλα αυτά, όλοι οι δικοί μου αγαπούν την κλασική μουσική. Το στήριγμά μου ήταν πάντα η μητέρα μου, η οποία με στήριξε με την αμέριστη αγάπη και τη συμπαράστασή της και όταν επέλεξα το επάγγελμα που θα ακολουθούσα».
Ποιες είναι οι παιδικές σας αναμνήσεις από την Αρμενία; Επιστρέφετε συχνά στην πατρίδα σας;
«Τι να πρωτοθυμηθώ… Λατρεύω οτιδήποτε σχετίζεται με την Αρμενία και με εκείνα τα χρόνια! Δυστυχώς όμως δεν μπορώ να την επισκέπτομαι όσο συχνά θα ήθελα. Θα επιθυμούσα να επιστρέφω συχνότερα, όμως το πρόγραμμά μου τώρα πια δεν μου το επιτρέπει. Πάντως όποτε βρίσκω την ευκαιρία ταξιδεύω έστω για λίγες ημέρες πίσω, γιατί έχω συγγενείς εκεί, έχω τους δικούς μου ανθρώπους».
Ποιες είναι, αλήθεια, οι μεγαλύτερες μουσικές σας επιρροές; Ποιοι καλλιτέχνες σάς έχουν συγκινήσει περισσότερο;
«Oπως είναι φυσικό, έχω πολλούς αγαπημένους μουσικούς και λυρικούς τραγουδιστές, ανθρώπους που αποτελούν πηγή έμπνευσης για εμένα. Oμως, θα σας το πω για άλλη μία φορά, η Μαρία Κάλλας στέκεται σε ένα ξεχωριστό σημείο για εμένα, βρίσκεται και θα βρίσκεται πάντα στην κορυφή της πυραμίδας. Είναι η κορυφή!».
Εχετε τραγουδήσει μερικούς από τους δυσκολότερους ρόλους του ρεπερτορίου της κολορατούρας, από τη Βασίλισσα της Νύχτας στον «Μαγικό αυλό» του Μότσαρτ μέχρι τη «Λουτσία ντι Λαμερμούρ» του Ντονιτσέτι. Ποιος είναι ο πιο απαιτητικός, ο πιο δύσκολος ρόλος του ρεπερτορίου σας μέχρι τώρα;
«Παρατηρώντας τον κόσμο στον οποίο κινούμαι θα έλεγα πως η τέχνη της όπερας, το λυρικό τραγούδι, είναι από μόνο του ένα εξαιρετικά απαιτητικό επάγγελμα. Κάθε ρόλος είναι δύσκολος με τον δικό του τρόπο. Ομως, η «Λουτσία ντι Λαμερμούρ», παρά τη μεγάλη δυσκολία της, είναι ένας ρόλος που ταιριάζει πολύ περισσότερο στη φωνή μου από τη Βασίλισσα της Νύχτας, την οποία τραγούδησα στην αρχή αλλά την έχω βγάλει από το ρεπερτόριό μου, δεν την ερμηνεύω πια».
Υπάρχει ένας συγκεκριμένος ρόλος που απολαμβάνετε περισσότερο από τους άλλους;
«Προσπαθώ να απολαμβάνω κάθε ρόλο που ερμηνεύω, διαφορετικά δεν νομίζω πως μπορώ να έχω επιτυχία. Ομως ναι, υπάρχει και ένας εξαιρετικά αγαπημένος ρόλος ο οποίος νομίζω και πως μου ταιριάζει πάρα πολύ, η Βασίλισσα του Σεμακά από τον «Χρυσό πετεινό» του Ρίμσκι-Κόρσακοφ».
Πρόκειται για έναν ακόμη ρόλο στον οποίο έλαμψαν οι μεγαλύτερες κολορατούρες, οι σοπράνο που μπορούσαν να αποδώσουν πολύ υψηλές νότες. Ποιο είναι το μυστικό για να τραγουδάτε αυτές τις στρατοσφαιρικές νότες; Είναι ένα φυσικό ταλέντο, γεννιέσαι με άνεση στην υψηλή περιοχή, ή είναι θέμα τεχνικής;
«Είναι αρκετά σύνθετο το θέμα. Νομίζω πως για ένα πραγματικά καλό, για ένα όσο γίνεται πιο πλήρες αποτέλεσμα λειτουργούν όλα αυτά που είπατε μαζί. Και το φυσικό ταλέντο, γιατί σίγουρα γεννιέσαι με ορισμένες δεξιότητες, αλλά και η τεχνική, ο τρόπος με τον οποίο μαθαίνεις να τραγουδάς, να υποστηρίζεις και να εξελίσσεις το φυσικό ταλέντο σου».
Και το καθαρό μπελκάντο; Ρόλοι σαν τη «Λουτσία ντι Λαμερμούρ»; Αυτό πώς τραγουδιέται; Προϋποθέτει ιδιαίτερες γνώσεις;
«Αυτό είναι το πιο ντελικάτο, κατά συνέπεια και το πιο δύσκολο στυλ. Και σε αυτή την περίπτωση, βεβαίως, για να ερμηνεύσεις σωστά μια μπελκάντο όπερα «συνεργάζονται» τα φυσικά ταλέντα και η τεχνική. Είναι όμως απολύτως απαραίτητο και το καλό γούστο».
Πέρα από τον φωνητικό εξοπλισμό, τη στέρεη τεχνική και τα δώρα της φύσης, τι χρειάζεται για να κάνει κάποιος διεθνή καριέρα;
«Νομίζω πως αυτό εύκολα θα σας το επιβεβαίωνε οποιοσδήποτε τραγουδιστής με διεθνή καριέρα. Χρειάζεται κυρίως ένας δυνατός χαρακτήρας. Χρειάζεται την ίδια στιγμή και σκληρή δουλειά, είναι πολύ σημαντικό να είσαι διατεθειμένος να δουλέψεις πολύ! Επίσης θα έλεγα πως τα πράγματα γίνονται πιο εύκολα όταν διαθέτεις ένα είδος αντίληψης, ένα είδος φωνητικής εξυπνάδας. Οταν υπάρχει αυτό που λένε «φωνητική ευφυΐα»».