Στη ζωή κάθε ανθρώπου υπάρχουν ορισµένες πρώτες φορές που θα ήθελε να ξαναζήσει και ορισµένες που τις θυµάται µε τρόµο. Εγώ π.χ. για µερικά χρόνια θυµόµουν την πρώτη φορά που νόµιζα ότι έχω πρεσβυωπία και µε έπιανε κρύος ιδρώτας. Πρέπει να έχουν περάσει κοντά επτά χρόνια. Επέστρεφα αεροπορικώς από τη Θεσσαλονίκη έπειτα από µια νύχτα αφιερωµένη στον έρωτα και στις καταχρήσεις και σκόπευα στο αεροπλάνο να κοιµηθώ – κοιµάµαι παντού εύκολα. Πήρα στο χέρι µου το περιοδικό της αεροπορικής εταιρείας να το ξεφυλλίσω και προσπαθώντας να διαβάσω κάτι για τη Βιέννη και να νυστάξω διαπίστωσα ότι δεν έβλεπα τίποτε. Το έφερα πιο κοντά και η θολούρα ήταν πιο µεγάλη – το πήγα ασυνείδητα πιο πίσω και το κείµενο καθάρισε. Γέλασα µε το εφέ, πλην όµως οµολογώ ότι τρόµαξα. Εκανα πέντε µέρες να πάω στον οφθαλµίατρο και κάθε πρωί ξυπνούσα µε την ίδια φωνή να µου φωνάζει: «Πρεσβυωπία, πρεσβυωπία, πρεσβυωπία». Με µουσική υπόκρουση το «Μαµά, γερνάω» και την Τάνια Τσανακλίδου να ορκίζεται ότι φοβάται για τους δυο µας για το κακό που µας βρήκε. «Γερνάω;» αναρωτιόµουν. Και απάντηση δεν τολµούσα να δώσω.
Στον οφθαλμίατρο, όταν πήγα τελικά για να λύσω το μυστήριο, έμαθα ότι απλώς χειροτέρεψε ο αστιγματισμός μου – για τον οποίο χρόνια ήμουν και είμαι περήφανος, αφού πρόκειται για πάθηση που δεν σου επιτρέπει να τα βλέπεις όλα καθαρά, γεγονός που σε κρατάει προσγειωμένο. Αλλά η αίσθηση της πρεσβυωπίας ήταν κάτι τόσο δυνατό, που ομολογώ ότι με σημάδεψε: εκείνο το (ακατανόητο και από τον οφθαλμίατρο) θάμπωμα της όρασης στο αεροπλάνο ήταν η αρχή του συμβιβασμού με την ιδέα της μέσης ηλικίας στην οποία θα βρισκόμουν, παρά τη θέλησή μου. Κυρίως ήταν η συνειδητοποίηση ότι, αν οι καλές μέρες πέρασαν, αυτό, στην περίπτωσή μου, δεν είναι αποτέλεσμα κάποιου είδους θέλησης να μεγαλώσω, αλλά του καταραμένου χρόνου που περνάει και χάνεται. Και που κυρίως σου δημιουργεί τη βεβαιότητα ότι έχεις ένα σωρό πράγματα ακόμη να κάνεις, αλλά είναι αμφίβολο αν θα βρεις την όρεξη και αν οι άλλοι θα σε εμπιστεύονται.
Η συνέχεια της ιστορίας απέδειξε πως φοβόμαστε κυρίως όσα δεν γνωρίζουμε. Η πρεσβυωπία ήρθε κάτι χρόνια αργότερα, σεινάμενη-κουνάμενη, σαν κυρία που χαίρεται που σε «τύλιξε» και δεν έχει σκοπό να σε αφήσει ποτέ. Αλλά καμία φωνή δεν φώναζε μέσα μου ότι γερνάω, κανένας υπαρξιακός τρόμος δεν με κατέβαλε, κανένα δράμα δεν προέκυψε στη συνάντησή μας. Ηταν καλοκαίρι και διάβαζα στην παραλία και πάλι τα γράμματα της σελίδας άρχισαν να σβήνουν και να ξεθωριάζουν. Πάλι κάτι καθάρισε όταν τράβηξα το βιβλίο πιο πίσω, πάλι γέλασα με την πιθανότητα να έχω πρεσβυωπία. Αλλά αυτή τη φορά ούτε πάγωσα, ούτε άρχισα να τραγουδάω πως για τη μάνα μου θα μείνω ωραίος, νέος και ατυχής. Απλά πήγα στον οφθαλμίατρο και πήρα τα γυαλάκια μου: γιατί αυτό που με ενδιέφερε ήταν να μπορώ να διαβάζω χωρίς τα γράμματα του βιβλίου να εξαφανίζονται σαν τα τραπουλόχαρτα του Ντέιβιντ Κόπερφιλντ μπροστά στα μάτια μου.
Υπάρχει μια στιγμή που αποδεχόμαστε ότι ο χρόνος περνάει και πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τα σημάδια του; Ειλικρινά, δεν το ξέρω. Οι άνθρωποι θέλουν να πιστεύουν πως θα είναι για πάντα νέοι – λένε ότι η πραγματική ηλικία δεν έχει καμία σημασία και πως μετρά μόνο το πώς αισθάνεσαι. Γενικά οι άνθρωποι κρατούν για τον εαυτό τους τα πιο ωραία ψέματα – τελευταία, όσο η φαρμακοκατασκευή κάνει προόδους, όλοι πιστεύουν πως μπορεί να παρατείνουν τη νεότητά τους. Υπάρχουν κρέμες προσώπου για να είμαστε πιο λαμπεροί, βαφές μαλλιών, χαπάκια που ενισχύουν τη σεξουαλική διέγερση και κέντρα αισθητικής που υπόσχονται θαύματα. Υπάρχουν πολλοί που κυνηγούν μια παράξενη και παράδοξη αιώνια νεότητα, γιατί έχουν ταυτίσει στο κεφάλι τους τα νιάτα με τη χαρά και την ευτυχία και τη μέση ηλικία με την παρακμή – το γήρας ξέρουν ότι δεν θα το αποφύγουν, αλλά το μονοπάτι που οδηγεί σε αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημά τους. Εγώ πάλι, όταν άνοιξα την πόρτα στην πρεσβυωπία και απέκτησα μια σταθερή σχέση μαζί της, ένιωσα ένα είδος ανακούφισης. Εβλεπα τους συνομηλίκους και τους λίγο μεγαλύτερους φίλους τους με τα γυαλάκια τους και σχεδόν στενοχωριόμουν που δεν είχα τα δικά μου. Οι πιο μοδάτοι έβρισκαν ζευγάρια γυαλιά τρομερά, σπαστά, πολύχρωμα, ακριβούτσικα. Οσοι έκαναν δουλειές σκληρές αγόραζαν από τα φαρμακεία τρία ζευγάρια γυαλιά φτηνά – ώστε να μπορούν να τα χάσουν ή να τα σπάσουν χωρίς στενοχώρια. Ολοι, όταν τα εμφάνιζαν πρώτη φορά, έδειχναν λίγο παράξενοι, αλλά και αλλαγμένοι προς το καλύτερο στα μάτια μου. Η πρεσβυωπία τους ήταν η μεγάλη απόδειξη του νέου κύκλου που ανοίγεται μπροστά τους: ήταν ξαφνικά πραγματικά νέοι – νέοι σε μια καινούργια δυσκολία. Οχι νέοι που απλά έπαιζαν κρυφτούλι με την πραγματικότητα.
Ομολογώ ότι ποτέ μου δεν πίστεψα πως η νεότητα είναι κάτι το καταπληκτικό: τα νιάτα, με την αφέλειά τους και την αδυναμία τους να ξεχωρίσουν τα σημαντικά από τα ασήμαντα, μπορεί να είναι και ένα είδος αρρώστιας – «κατάρα» έλεγε ο Γιάννης Τσαρούχης. Ωστόσο, μπορείς να είσαι νέος σε κάθε κατάσταση στη ζωή. Νέος στο σχολείο και στο Πανεπιστήμιο. Νέος στον στρατό. Νέος στον δρόμο ως οδηγός. Νέος στη δουλειά. Νέος στην πόλη γιατί μετακόμισες. Νέος στον έρωτα γιατί νομίζεις ότι τώρα βρήκες έναν πραγματικό. Και νέος και στο επόμενο μεγάλο κεφάλαιο της ζωής σου, αυτό στο οποίο τα γυαλιά της πρεσβυωπίας σού είναι απαραίτητα. Και σε βοηθάνε να αλλάξεις και στυλ.
Ας δούμε τον ερχομό της πρεσβυωπίας ως ένα σημάδι για μια απαραίτητη αλλαγή, ως μια ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα. Το ζήτημα δεν είναι ότι μας χτύπησε την πόρτα: θα ερχόταν ούτως ή άλλως. Ο σκοπός είναι τα γυαλιά να μας κάνουν ακόμη περισσότερο γοητευτικούς. Είμαστε πλέον τόσο ικανοί στο να λέμε ψέματα στον εαυτό μας, που εύκολα θα τον πείσουμε πως για αυτόν και μόνο τον λόγο τα φοράμε…