Προ ηµερών είχαµε δύο ειδήσεις µε διαφορετικά µηνύµατα. Η απόφαση της Microsoft να επενδύσει στην Ελλάδα και η κίνηση να κλείσει το ιστορικό εργοστάσιο της PITSOS µε µετακίνηση της εταιρείας στην Τουρκία. Οι συγκεκριµένες ειδήσεις γεννούν ερωτήµατα για τις ευκαιρίες και δυνατότητες τις οποίες έχει η Ελλάδα που θέλει να δηµιουργήσει και να αναπτυχθεί. Μία χώρα η οποία δεν πρέπει να θέλγεται από ένα παρασιτικό µοντέλο ανάπτυξης που προτιµούσαν και προωθούσαν κυρίαρχες πολιτικές δυνάµεις επί χρόνια.
Η άλλη Ελλάδα, που ξυπνάει νωρίς, δημιουργεί και παράγει, είναι αυτή που μπορεί να θέσει τις βάσεις για μια αναπτυξιακή πορεία πολύ δυναμική, η οποία δεν θα εξαρτάται μόνο από τις ξένες επενδύσεις και δεν θα την αφορά μόνο το εάν θα έρθει η Microsoft ή εάν θα φύγει η PITSOS.
Πολλά λέγονται και γράφονται για τα πεδία όπου μπορεί να υπάρξει ενδογενής ανάπτυξη. Στον πυρήνα αυτών των συζητήσεων είναι και ο πρωτογενής τομέας ή αλλιώς η αγροτική οικονομία, στην οποία στρέφονται όλο και περισσότεροι Ελληνες τα τελευταία χρόνια. Και δεν είναι πλέον οι αγρότες περασμένων δεκαετιών, αλλά νέα παιδιά, αρκετοί και επιστήμονες που άφησαν το γιάπικο ντύσιμο για να δραστηριοποιηθούν σε έναν τομέα στον οποίο η Ελλάδα είχε πάντα πολύ καλά αποτελέσματα. Εξάλλου πάντα ο πρωτογενής τομέας αποτελούσε για τη χώρα συγκριτικό πλεονέκτημα, αν και σχεδόν όλες οι κυβερνήσεις τον είχαν υποτιμήσει μεταπολιτευτικά.
Είναι ευκαιρία να τους στηρίξει το κράτος. Μόνο όφελος θα έχει το ίδιο, η ελληνική οικονομία και οι έλληνες καταναλωτές. Η Ελλάδα έχει πολλές ευκαιρίες και σε αυτόν τον τομέα, αρκεί οι πολιτικοί μας να έχουν σχέδιο – και εάν δεν υπάρχει ελληνικής έμπνευσης, ας αντιγράψουμε Ολλανδία και Ισραήλ.
Πριν από λίγες ημέρες είδαμε την κίνηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη να προτείνει την Αννα Διαμαντοπούλου για τη θέση του Γενικού Γραμματέα του ΟΟΣΑ και θυμήθηκα μια ενδιαφέρουσα εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε από το Δίκτυο για τις Μεταρρυθμίσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη του οποίου προήδρευε. Εκεί παρουσιάστηκε η μελέτη με θέμα «Η εξέλιξη του αγροτικού τομέα στην Ελλάδα μέσα από τη σύγκριση Ελλάδος – Ισραήλ – Ολλανδίας». Από αυτήν συγκράτησα ότι κράτη με έκταση πολύ μικρότερη από της Ελλάδας, όπως η Ολλανδία και το Ισραήλ, έχουν σημαντικά επιτεύγματα να επιδείξουν στον χώρο της Γεωργίας και της Αγροτικής Ανάπτυξης. Το Ισραήλ κατάφερε μέσω τεχνολογίας αιχμής σχετικής με τη χρήση του νερού να πραγματοποιεί μέχρι και εξαγωγές αγροτικών προϊόντων, ενώ η Ολλανδία, μια μικρή και πυκνοκατοικημένη χώρα, κατόρθωσε να αποτελεί τον δεύτερο εξαγωγέα αγροτικών προϊόντων στην ΕΕ.
Λύσεις και παραδείγματα υπάρχουν, αρκεί να ξεπεραστούν στην Ελλάδα οι διαχρονικές αγκυλώσεις και να γίνουμε και εμείς πρότυπο το οποίο άλλες χώρες θα αντιγράφουν όπως εμείς θέλουμε να ακολουθήσουμε το παράδειγμα της Ολλανδίας ή του Ισραήλ.