Eίναι Κυριακή και όμως ο δρ Μιχάλης Λεφαντζής, προϊστάμενος του Τμήματος Αρχαιολογικών Εργων και Μελετών της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών, βρίσκεται στην υπηρεσία του. Μπροστά στο γραφείο του σχέδια, χάρτες, διαγράμματα. Μιλάει παθιασμένα. Ο ίδιος πριν από μερικές ημέρες τιμήθηκε με το βραβείο Anassilaos – Μεγάλη Ελλάς 2023, το οποίο του απονεμήθηκε από την Associazione Culturale Anassilaos, έναν από τους σημαντικότερους πολιτιστικούς μη κερδοσκοπικούς φορείς στη Νότια Ιταλία, με την επιτροπή του βραβείου να συνίσταται από ακαδημαϊκούς και καθηγητές ιταλικών και ευρωπαϊκών πανεπιστημίων. Η υποψηφιότητα του Μιχάλη Λεφαντζή προτάθηκε από τον καθηγητή Ντανιέλε Καστρίτσιο του Πανεπιστημίου της Μεσίνας, ως «αναγνώριση της επιστημονικής του εξέλιξης, του έργου και των μελετών του με διεθνή απήχηση, αλλά και για τη θέλησή του να συμβάλει στην οικοδόμηση μιας πολιτιστικής γέφυρας μεταξύ της Ελλάδας και της Magna Grecia, με σκοπό να εδραιωθούν οι κοινές ρίζες των δύο τόπων».

Ο Μιχάλης Λεφαντζής είναι ένας επιστήμονας που εργάζεται ακούραστα για πάνω από 20 χρόνια μελετώντας την αρχιτεκτονική των αρχαίων μνημείων, λύνοντας τα αινίγματά τους, δίνοντάς τους πίσω πολλές φορές τη χαμένη τους τρίτη διάσταση, δείχνοντας σε όλους εμάς κομμάτια του αρχαίου κόσμου. Το βιογραφικό του είναι πλούσιο. Εργάστηκε ως μελετητής και επιβλέπων των αναστηλωτικών και τεχνικών έργων στη Βόρεια και τη Νότια Κλιτύ της Ακρόπολης, σε μνημεία όπως η Στοά του Ευμένους, το Ωδείο Ηρώδου Αττικού, ο Βωμός και ο Περίβολος του Ασκληπιείου και η Κλεψύδρα, ενώ έχει κάνει την αναπαράσταση της κεραμικής ανωδομής του Αρχαϊκού Ναού του Απόλλωνα στο Θέρμο μαζί με τη γερμανίδα αρχαιολόγο Γκέρχιλντ Χούμπνερ.

Και όμως, το όνομά του έγινε γνωστό στο πανελλήνιο το 2014 – ο Μιχάλης Λεφαντζής είναι ο αρχιτέκτων της ανασκαφής και εν συνεχεία μελετητής του Τύμβου Καστά στην Αμφίπολη – τότε που στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων δέσποζε ως πρώτο θέμα η ανασκαφή της Αμφίπολης, σε μια δύσκολη εποχή που οι πάντες είχαν λόγο, ακόμα και αν δεν είχαν βρεθεί ποτέ στο πεδίο.

Οταν τον ρωτώ την ιδιότητά του, ο Μιχάλης Λεφαντζής με αιφνιδιάζει. «Είμαι ένας αρχιτέκτονας που ασχολείται με αρχαία μνημεία» απαντά χωρίς ίχνος έπαρσης. «Ισως κάτι που με βοήθησε στην πορεία μου είναι ότι διαθέτω αυξημένη φαντασία» λέει. «Νομίζω ότι η φαντασία σε συνδυασμό πάντα με τη βαθιά γνώση βοηθά στη σχηματοποίηση εντελώς ετερόκλητων στοιχείων ώστε να μπορέσεις να δημιουργήσεις ένα πλαίσιο ερμηνείας» καταλήγει. Δεν ξενίζει αυτό που υποστηρίζει. Αν μάλιστα σκεφτείς ότι ήταν εκείνος που πριν από μερικά χρόνια ανακάλυψε μέρη του θρυλικού πλοίου «Καρτερία», του πρώτου ατμοκίνητου πολεμικού πλοίου στον κόσμο, το οποίο συμμετείχε στον Αγώνα του ’21, εντοιχισμένα στο κτίριο της διοίκησης του Ναυστάθμου Σαλαμίνας.

Η αρχή

«Νομίζω ότι αυτό που αγωνίζομαι να κάνω είναι να ανιχνεύω, να μπορώ να ανοίγω δρόμους» λέει. «Αγαπώ την έρευνα. Οχι, ως παιδί δεν θα έλεγα ότι με γοήτευαν τα αρχαία μνημεία. Ηθελα να γίνω μουσικός – ακόμα συνθέτω και παίζω μουσική – ενώ αγαπούσα πολύ και τη ζωγραφική. Κάπως έτσι μέσα από αυτές τις δύο τέχνες προέκυψε η αρχιτεκτονική» αναφέρει.

Σπούδασε Αρχιτεκτονική στο ΑΠΘ. Στα φοιτητικά έδρανα γεννήθηκε η αγάπη του για τα αρχαία μνημεία. «Καθηγητής μου υπήρξε ο αρχιτέκτονας και αρχαιολόγος Γεώργιος Λάββας. Μας δίδασκε Ιστορία Αρχιτεκτονικής και Προστασίας Μνημείων. Εκεί αναδύθηκε η ανάγκη μου να ασχοληθώ με την Ιστορία της αρχιτεκτονικής. Ο πρώτος άνθρωπος που με μύησε στην αρχαία αρχιτεκτονική ήταν ο καθηγητής Αργύρης Πετρονώτης. Ο Λάββας, του οποίου υπήρξα βοηθός και με έναν τρόπο πνευματικό τέκνο, καθόρισε εν πολλοίς την πορεία μου. Η πρώτη μελέτη αποκατάστασης που εκπόνησα ήταν αυτή του ναού του Αγ. Νικόλαου Οχιάς, μιας βυζαντινής εκκλησίας των τελών του 12ου αιώνα στη Μάνη. Ετσι, το 1994 ήταν η πρώτη φορά που βρέθηκα ενώπιον του ΚΑΣ. Ηταν μια εμπειρία ζωής. Μετά από εκείνη την ημέρα το ενδιαφέρον μου για τα αρχαία μνημεία γιγαντώθηκε, με αποτέλεσμα από το 1995 να ξεκινήσω να εκπονώ συστηματικές μελέτες. Στα τέλη του 1995 ο Γεώργιος Λάββας μού πρότεινε να μεταβώ στην Ιερουσαλήμ για ένα μεγάλο πρότζεκτ».

Και πράγματι, ο Μιχάλης Λεφαντζής βρέθηκε στο Ισραήλ για να μελετήσει τμήμα του Πανίερου Ναού της Αναστάσεως (τον Γολγοθά και τις οικοδομικές φάσεις του Ναού), όπως και του Ναού του Καθίσματος στην Ιερουσαλήμ μέσω του προγράμματος που εκπονήθηκε από το υπουργείο Εξωτερικών, το ΕΜΠ, το ΕΚΠΑ και το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων.

Ακούραστη έρευνα

Επόμενος μεγάλος σταθμός του η Ακρόπολη, όταν το 2000 έκανε αίτηση να προσληφθεί στην Επιτροπή Νοτίας Κλιτύος. Ετσι βρέθηκε να μελετά τον χώρο του Ασκληπιείου και συγκεκριμένα τον βωμό και τον περίβολο, κάνοντας αποτύπωση και τεκμηρίωση του μνημείου. Το 2003 σειρά είχε η στοά του Ευμένους – δωρήθηκε στην Αθήνα από τον Ευµένη Β’ της Περγάµου γύρω στο 160 π.Χ. και σήµερα σώζονται τα ερείπιά της στη Νότια Κλιτύ της Ακρόπολης, μεταξύ του Ωδείου του Ηρώδου Αττικού και του Θεάτρου του Διονύσου -, μάλιστα για την αποτύπωση του μνημείου για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε στη χώρα μας η μέθοδος του Laser Scanner για στερέωση και αποκατάσταση του βόρειου τοίχου της και αργότερα προχώρησε η αναστήλωση της βορειανατολικής γωνίας της στοάς με μαρμάρινους ορθοστάτες οι οποίοι είχαν βρεθεί διάσπαρτοι στην περιοχή και συγκεντρώθηκαν για να αποδοθεί η τρίτη της διάσταση.

«Τα αρχαία μνημεία με γοητεύουν» αναφέρει. «Στα περισσότερα η τρίτη διάσταση έχει χαθεί. Αυτή θέλουμε να αναστήσουμε αναζητώντας τη μορφή που είχαν τα κτίρια στην αρχαιότητα. Για αυτόν τον λόγο είναι σημαντική η μελέτη των θεμελιώσεων και από εκεί και πέρα η δυνατότητα ταύτισης και απόδοσης του υλικού ανωδομής. Βέβαια, ξέρετε, η μελέτη των αρχαίων μνημείων ποτέ δεν τελειώνει και ποτέ δεν λήγει. Στην αρχαιολογία άλλωστε ποτέ δεν πρέπει να παίρνουμε ως δεδομένα τα πράγματα. Πάντα κάτι μπορεί να μας διαφεύγει».

Παράλληλα, το 2004 βρέθηκε ως εμπειρογνώμων του Συμβουλίου της Ευρώπης (CoΕ) στο πλαίσιο του προγράμματος Ανασυγκρότησης του Κοσσόβου μετά τον πόλεμο, παίρνοντας μέρος στην καταγραφή, εκτίμηση και αποκατάσταση των καταστροφών Αρχιτεκτονικών Μνημείων και Συνόλων του Κοσσυφοπεδίου, ενώ πλούσια είναι και η διδακτική του εμπειρία στο Τμήμα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Πανεπιστημίου Αθηνών, στην Πολιτιστική κληρονομιά, στο Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, στο Πρόγραμμα Σπουδών «Ελληνικός Πολιτισμός» του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, ενώ ήταν επισκέπτης καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Κεφάλαιο Αμφίπολη

«Ο αρχαιολογικός χώρος της Ακρόπολης είναι για εμένα ένα τεράστιο σχολείο» αναφέρει. «Ο σεβασμός που τρέφω δεν είναι μόνο προς το πρόσωπο των μεγάλων αρχαιολόγων και μελετητών με τους οποίους συνεργάστηκα, αλλά και προς το πρόσωπο των μαρμαροτεχνιτών με τους οποίους δουλέψαμε στις αναστηλώσεις. Γνώρισα ανθρώπους με εξαιρετική γνώση στην επεξεργασία των μαρμάρων. Μπορούσαν να ταυτίσουν και να αποδώσουν κομμάτια, συνθέτοντας δηλαδή το παζλ των χαμένων αρχιτεκτονικών μελών. Από αυτούς τους ανθρώπους έμαθα πάρα πολλά».

Η αφορμή για να βρεθεί στην Αμφίπολη ήταν η Στοά του Ευμένους. «Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ολα ξεκίνησαν από μία υπόθεση εργασίας ότι μπροστά από την Στοά του Ευμένους, την εποχή που δεν υπήρχε ακόμη το Ηρώδειο, στη θέση του υπήρχε μια παλαίστρα γυμνασίου. Ηθελα λοιπόν να ελέγξω αν κοντά στη Στοά του Ευμένους υπήρχαν ίχνη ξυστού, δηλαδή του στεγασμένου δρόμου που χρησίμευε για την άσκηση των αθλητών στο τρέξιμο. Εκείνη την εποχή αναπληρώτρια διευθύντρια της Εφορείας Ακροπόλεως ήταν η Πέπη Λαζαρίδου, κόρη του Δημήτρη Λαζαρίδη, πρώτου ανασκαφέα της Αμφίπολης. «Aφού ασχολείσαι με τον ξυστό, γιατί δεν επισκέπτεσαι την Αμφίπολη να μελετήσεις τον ξυστό του Αρχαίου Γυμνασίου της;» μου πρότεινε».

Και ο Μιχάλης Λεφαντζής μετέβη στην Αμφίπολη το 2011. Eκεί γνώρισε την Κατερίνα Περιστέρη, προϊσταμένη τότε της Εφορείας Αρχαιοτήτων Σερρών. Η ίδια είχε ξεκινήσει την ανασκαφή στον Τύμβο Καστά το 2009. Η απόφασή τους το 2012 να σκάψουν στην περίμετρο του Τύμβου ήταν κομβική, καθώς αποκαλύφθηκε ο κυκλικός περίβολος του μνημείου περιμέτρου 497 μ. Τα περισσότερα μαρμάρινα κομμάτια του, βέβαια, είχαν αποξηλωθεί και μάλιστα όπως διαπιστώθηκε πολλά τα είχε χρησιμοποιήσει η εταιρεία Ulen για την κατασκευή του φράγματος της λίμνης Κερκίνης. «Ενα σύνολο με έναν τόσο εντυπωσιακό κυκλικό περίβολο, για την κατασκευή του οποίου χρησιμοποιήθηκαν πάνω από 10.000 κυβικά μαρμάρου, θα έκρυβε κάτι πολύ σημαντικό. Ακολουθήσαμε την όδευση του περιβόλου, αποκαλύπτοντάς τον, ώσπου φτάσαμε τελικά στο Ταφικό Μνημείο, το οποίο βρέθηκε στο τέλος αυτής της διαδρομής» αναφέρει ο Μιχάλης Λεφαντζής.

Τελικά ποιος ήταν ο ένοικος του ταφικού μνημείου; «Ξέρετε, στη Μακεδονία υπάρχει μια εμμονή, να δίνονται ονόματα στους τάφους» απαντά. «Αυτό δεν συμβαίνει σε καμία άλλη περιοχή. Εγώ σας μιλάω ως αρχιτέκτονας. Δεν μπορώ να απαντήσω σε αυτό το ερώτημα. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι χαρακτηρίζω αυτό το μνημειακό σύνολο ως ένα στρατιωτικό ηρώο».

Η Αμφίπολη τα προηγούμενα κυρίως χρόνια εξελίχθηκε σε ένα μεγάλο πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ των επιστημόνων. «Δυστυχώς αυτό που συνέβη ήταν εξαιρετικά δυσάρεστο» αναφέρει. «Κάποιοι, χωρίς να βρίσκονται στο πεδίο, από τους πρώτους μήνες κατέληξαν σε πορίσματα, ενώ δεν υπήρχε καν η τεκμηρίωση του χώρου. Ενα μνημείο τέτοιας κλίμακας δεν μπορείς μέσα σε πέντε μήνες να το μελετήσεις, να το χρονολογήσεις, να καταλήξεις σε συμπεράσματα. Κάποιοι έσπευσαν να πουν ότι πρόκειται για ρωμαϊκό μνημείο λανθασμένα. Η απάντηση τελικά δόθηκε πριν από λίγο καιρό μέσα από τα δεδομένα που προέκυψαν από τις μελέτες μας. Το μνημείο έχει όλα τα χαρακτηριστικά που αποδεικνύουν ότι κατασκευάστηκε στην πρώιμη ελληνιστική εποχή και παρέμενε σε χρήση για τουλάχιστον 100 έτη προτού καταχωθεί τον 2ο αιώνα π.Χ. παράλληλα με την κατασκευή τοίχων σφράγισης στους θαλάμους».

Πρόσφατα, εννέα χρόνια μετά την αποκάλυψή του ταφικού μνημείου του τύμβου Καστά, αυτό άνοιξε για ορισμένες ομάδες κοινού, με τις επισκέψεις να διαρκούν λίγα λεπτά της ώρας και να γίνονται κατόπιν συνεννόησης με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Σερρών έως και τις αρχές Ιουνίου, οπότε και θα διακοπούν προσωρινά για να ξεκινήσουν οι εργασίες για την απομάκρυνση των ικριωμάτων. Αισθάνεται ο Μιχάλης Λεφαντζής δικαιωμένος; «Ακόμα δεν λέω τίποτα. Εχουμε χρόνο μπροστά μας έως το 2027 που θέλουμε να καταστεί επισκέψιμο το μνημείο» αναφέρει. «Θα πρέπει να γίνουν μια σειρά από εργασίες, να δημιουργηθεί το νέο κέλυφος, να αποκαλυφθεί ο περίβολος, θα πρέπει να αποκατασταθούν τα αρχαία μέλη που θα αποδώσουν και την εικόνα που τόσο θέλουμε, την αρχική δηλαδή εικόνα του μνημείου. Εγώ έκανα μια προσπάθεια πραγματικής αναπαράστασης του μνημείου βασισμένη στα στοιχεία που είχα τεκμηριώσει. Και η ορθή αναπαράσταση ενός μνημείου είναι το όνειρο κάθε αρχιτέκτονα».