Τα αυτοκίνητα, το ένα πίσω από το άλλο, τσουλάνε με αργό ρυθμό και με τις σχάρες στις οροφές τους βαρυφορτωμένες. Η εικόνα παραπέμπει σε μηχανοκίνητο καραβάνι από εκείνα που βλέπουμε σε ταινίες καταστροφής: Οταν η πόλη πρέπει να εκκενωθεί σε μερικές ώρες επειδή απειλείται από π.χ. ένα γιγαντιαίο τσουνάμι, από τον γιο του Κινγκ Κονγκ, από την πτώση μετεωρίτη ή από την απόβαση εξωγήινων. Και όταν οι κάτοικοι στο φευγιό τους προσπαθούν να χωρέσουν στα ΙΧ τους όλη σχεδόν την περιουσία τους, από τα πιο χρήσιμα ως τα πιο άχρηστα πράγματα. Ομως, όλες αυτές οι οικογένειες που βρίσκονται μέσα στα αυτοκίνητα έχουν χαμόγελα ευτυχίας στο πρόσωπό τους. Χαμόγελα που δεν μπορεί να εξαφανίσει η ταλαιπωρία την οποία υφίστανται ως τη στιγμή που θα φθάσουν στον πολυπόθητο προορισμό, στην παραλία. Ολη την εβδομάδα περίμεναν για αυτή την κυριακάτικη έξοδο για μπάνιο, όλον τον χρόνο περίμεναν για μερικές ημέρες διακοπών εκεί που σκάει το κύμα. Κάποια στιγμή θα φθάσουν. Και τότε θα αρχίσει το ξεφόρτωμα: Ο μπαμπάς θα αναλάβει την ομπρέλα και τη βάση της. Αφού τη στήσει στο σημείο που θα υποδείξει συνήθως η μαμά, θα επιστρέψει για να μεταφέρει το φορητό ψυγειάκι με τις μπίρες, τα αναψυκτικά, τα σάντουιτς κ.λπ. Επειτα θα γυρίσει για τρίτη φορά, βρίζοντας, για να βοηθήσει τη μαμά να μεταφέρουν και τις πτυσσόμενες καρέκλες της οικογένειας. Τα παιδιά θα κουβαλούν τα παιχνίδια τους, ανάμεσά τους κι εκείνο το τεράστιο σωσίβιο-φλαμίνγκο που φουσκώνει μόνο με τρόμπα. Την τρόμπα που ξέχασαν στο σπίτι. Ο μπαμπάς, βρίζοντας εκ νέου, πάντα ψιθυριστά, επιχειρεί να το φουσκώσει επιστρατεύοντας όλη τη δύναμη των πνευμόνων του. Η μαμά τακτοποιεί το νοικοκυριό κάτω από την ομπρέλα: καθίσματα, ψάθες, πετσέτες, μπάλες, ρακέτες, βιβλία, περιοδικά, καφέδες, κουβαδάκια, κουκλάκια, κασετόφωνο, τσάντα με σνακς, μίνι φαρμακείο για τσιμπήματα από τσούχτρες και έντομα… Τελευταίο αφήνουν το κανό που είχαν δεμένο στην οροφή του αυτοκινήτου. Ο μπαμπάς στην προσπάθειά του να το κατεβάσει το ρίχνει πάνω στο πόδι του. Αυτή τη φορά βρίζει δυνατά, από τον πόνο. Ευτυχώς που έχουν πάντα στο ψυγειάκι την παγωμένη κομπρέσα για τα χτυπήματα. Πάντα, όχι όμως και σήμερα. Η μαμά αποφάσισε να την αφήσει σπίτι για να κάνει χώρο για μερικά κομμάτια παστίτσιο που είχε ετοιμάσει η δική της μαμά «για να τα φάνε τα παιδιά στην παραλία». Παρακολουθώ το ζευγάρι να τσακώνεται για όλα όσα έπρεπε να πάρει μαζί του και δεν πήρε, και για όλα όσα πήρε και που τελικά δεν έχουν καμία χρησιμότητα. Θυμάμαι, στα νιάτα μου, τις περισσότερες φορές δεν παίρναμε ούτε πετσέτα στην παραλία, στεγνώναμε στον ήλιο. Ενα μαγιό μάς ήταν αρκετό – ενίοτε ακόμα και αυτό αποδεικνυόταν περιττό. Ολα ήταν πολύ πιο απλά και εύκολα. Πώς τα κάναμε τόσο σύνθετα και τόσο, άνευ λόγου, δύσκολα;
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.