Τον τελευταίο καιρό, κάθε φορά που κάθομαι να γράψω προσπαθώ να σκεφτώ κάτι αστείο, το οποίο να μην έχει σχέση με την κόλαση που ζούμε και που να κάνει όσους με διαβάσουν να ξεχάσουν για λίγο τα άγχη τους. Ομως, την ίδια στιγμή φοβάμαι πως όταν, ενώ καίγεται το δάσος εγώ γράφω πόσο χαριτωμένες είναι οι μελισσούλες που επικονιάζουν τα φυτά, θα είμαι εκτός τόπου και χρόνου. Ετσι και αυτή τη φορά, ενώ είχα αποφασίσει να σφυρίξω ανέμελα και να μιλήσω περί ανέμων και υδάτων, το μάτι μου έπεσε στο είδωλό μου, στον καθρέφτη απέναντι από το γραφείο μου, και η έμπνευσή μου έκανε αναγκαστική προσγείωση. Είδα έναν άνθρωπο αξύριστο, με περισσότερα άσπρα γένια από όσα είχε την προηγούμενη φορά που του είχα δώσει προσοχή, και απεριποίητο. Ξανασκέφτηκα αυτό που σκέφτομαι κάθε μέρα και που με αποτρέπει από το να πιάσω το ξυράφι: «Και να ξυριστώ, ποιος θα με δει; Δεν βαριέσαι, αύριο». Και μεθαύριο, και παραμεθαύριο, και παραπαραμεθαύριο…Κοντολογίς, επειδή την εποχή της COVID-19 το αύριο δεν είναι μια άλλη μέρα αλλά μια μέρα ίδια και απαράλλακτη (τόσο βαρετή) με την προηγούμενη, αναβάλλω ξανά και ξανά το ξύρισμα. Πρόσεξα επίσης στον καθρέφτη πως το μακό που φορούσα είχε δύο μικρές τρύπες. Σκέφτηκα και πάλι, «και να το αλλάξω ποιος θα με δει; Καθαρό είναι, το πρωί το φόρεσα». Εχω και άλλα καθαρά αλλά τρύπια μακό, τα οποία υπό κανονικές συνθήκες θα είχα αντικαταστήσει στις πρόσφατες εκπτώσεις. Φέτος όμως δεν βγήκα στα καταστήματα. «Τι να τα κάνω τα καινούργια ρούχα, πού να τα φορέσω;» σκέφτηκα. Επιπλέον, εγώ που χρειαζόμουν ένα μπουκάλι κολόνια κάθε μήνα, βρέθηκα να έχω το ίδιο μπουκάλι από πέρυσι τον Σεπτέμβριο. Οποτε βγαίνω για να περπατήσω και για να ξεσκουριάσουν οι όλο και πιο σκουριασμένες αρθρώσεις μου, γρήγορα προσπερνώ τη σκέψη «μήπως να βάλεις λίγη κολόνια;». Γιατί να βάλω; Σε μισή ώρα πίσω στο σπίτι θα είμαι πάλι. Ξαφνικά βρέθηκα να κάνω οικονομία, εγώ που τα λεφτά τα σκόρπιζα χωρίς σκέψη. Αυτό είναι έως και καλό, αν επιβιώσω από την πανδημία θα έχω να ξοδεύω. Εκείνο που δεν είναι καλό, και το λέω για να το ακούω και εγώ, είναι η παραίτηση. Το «βαριέμαι να ντυθώ, βαριέμαι να φτιαχτώ, βαριέμαι να περιποιηθώ τον εαυτό μου» αποτελεί, φοβάμαι, ένα από τα πρώτα συμπτώματα της κατάθλιψης που προκαλεί ο χρόνιος εγκλεισμός. Μια φίλη έλεγε «από αντίδραση, για να μη με πάρει από κάτω, μερικά απογεύματα φτιάχνω μαλλί, καλοντύνομαι, φτιάχνω τσάι και κάθομαι να παρακολουθήσω το «Στέμμα» ή το «Bridgerton», όπου όλες και όλοι είναι περιποιημένοι και αριστοκρατικοί και σε κάνουν να θέλεις να πλύνεις τα χέρια σου με ροδόνερο και όχι με αντισηπτικό. Λειτουργεί, έπειτα νιώθω καλύτερα!». Εγώ το «Στέμμα» και το «Bridgerton» τα βαριέμαι, μπορώ όμως να ακολουθήσω το παράδειγμά της παρακολουθώντας τον τελευταίο κύκλο του «Walking Dead», που και μου αρέσει και μου φαίνεται αρκετά επίκαιρο. Τι να φορέσω για την προβολή;

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω