Κόσμημα. Ανέκαθεν είχε τη δύναμη να αφηγείται ιστορίες και να ενώνει το παρελθόν με το παρόν. Από την απλότητα ενός πολύτιμου λίθου μέχρι τη σύνθεση περίτεχνων σχεδίων, δεν αποτελεί απλώς ένα αντικείμενο, αλλά μια μορφή τέχνης και δημιουργίας. Τρεις από τους πιο εμβληματικούς οίκους Haute Joaillerie της εποχής μας αποτελούν τα διάσημα brands Cartier, Boucheron και Graff. Ποιες είναι οι πιο σαγηνευτικές ιστορίες πίσω από τα διάσημα καράτια τους;

«Kοσμηματοπώλης των βασιλέων, βασιλιάς των κοσμηματοπωλών»

Cartier, ένας από τους πιο εμβληματικούς οίκους κοσμημάτων στον κόσμο. Το brand που έχει κερδίσει την αθανασία μέσα από δημιουργίες που ανάγουν την κοσμηματοποιία σε υψηλή τέχνη. Ολα ξεκινούν το 1847: ο Λουί-Φρανσουά Καρτιέ εγκαινιάζει ένα εργαστήριο στο Παρίσι, δημιουργώντας αξεπέραστα κοσμήματα, εφάμιλλα μικρών έργων τέχνης. Η αναγνώριση δεν άργησε να έρθει. Μόλις εννέα χρόνια αργότερα, η πριγκίπισσα Ματθίλδη, πρώτη εξαδέλφη του αυτοκράτορα Ναπολέοντα Γ’, αγοράζει ένα κόσμημα με την υπογραφή Cartier. Hταν η αρχή για να εισαχθεί ο οίκος στα μεγάλα σαλόνια της γαλλικής αριστοκρατίας, γράφοντας τη δική του εποποιία.

Ωστόσο, κομβικό πρόσωπο για την ιστορία του αποτέλεσε ο εγγονός του Λουί-Φρανσουά Καρτιέ, Λουί, ο οποίος ήταν και εκείνος που το 1899 ίδρυσε το περίφημο κοσμηματοπωλείο της οδού Rue de la Paix. Μερικά χρόνια αργότερα, το 1902, ο αδελφός του, Πιερ, ανοίγει το πρώτο παράρτημα στο Λονδίνο, στη New Burlington Street, την εποχή της στέψης του βασιλιά Εδουάρδου Ζ’, στον οποίο αποδίδεται η περίφημη ρήση ότι ο οίκος Cartier ήταν «κοσμηματοπώλης των βασιλέων, βασιλιάς των κοσμηματοπωλών».

Και κάπως έτσι η φήμη του γιγαντώθηκε, με αποτέλεσμα το γαλλικό maison να αποτελεί σημείο αναφοράς μέχρι σήμερα για το παλάτι του Μπάκιγχαμ. Είναι ενδεικτικό ότι κατά τη στέψη του βασιλιά Γεωργίου Ε’ το 1911, 19 από τις τιάρες που φορέθηκαν στην τελετή ήταν «διά χειρός Cartier».

Αλλωστε μια τιάρα Cartier κοσμούσε και το ντελικάτο κεφάλι της Κέιτ Μίντλετον στον γάμο της με τον πρίγκιπα Γουίλιαμ τον Απρίλιο του 2011. Υπήρξε δώρο της βασιλομήτορος Ελισάβετ προς την κόρη της, βασίλισσα Ελισάβετ Β’, η οποία με τη σειρά της τη «δάνεισε» στην εκλεκτή της καρδιάς του εγγονού της.

Συνδεδεμένη με την ιστορία του οίκου είναι και η Γουόλις Σίμπσον, η οποία αποτέλεσε την αιτία της παραίτησης από τον θρόνο του βασιλιά Εδουάρδου Η’, το 1936. Η επιμονή του να παντρευτεί την κομψή Αμερικανίδα, που είχε ήδη δύο διαζύγια στο ενεργητικό της, δεν μπορούσε να γίνει δεκτή. Γνωστή για την κομψότητά της, αναμφισβήτητα ένα από τα πιο εμβληματικά της κοσμήματα αποτελούσε η καρφίτσα σε σχήμα φλαμίνγκο, η οποία κατασκευάστηκε ειδικά για εκείνη από τον γαλλικό οίκο. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το διάσημο brand άντλησε και αντλεί συχνά έμπνευση από το φυτικό και ζωικό βασίλειο. Αλλωστε διαχρονικό σήμα κατατεθέν του αποτελεί ο πάνθηρας, ο οποίος έκανε την εμφάνισή του στις δημιουργίες Cartier για πρώτη φορά το 1914.

Το ιστορικό κοσμηματοπωλείο του οίκου Cartier στην καρδιά του Παρισιού

Βέβαια, ο οίκος δεν συνδέθηκε μόνο με τη βρετανική βασιλική οικογένεια, αλλά με γαλαζοαίματους σε όλον τον κόσμο, από την Ισπανία μέχρι την τσαρική αυλή και την Περσία. Για παράδειγμα, το θρυλικό δαχτυλίδι αρραβώνων που δώρισε ο πρίγκιπας Ρενιέ στην Γκρέις Κέλι έφερε επίσης την υπογραφή Cartier.

Με συνώνυμο την καινοτομία, ο οίκος γνώρισε τελικά την παγκόσμια αναγνώριση. Ας μην ξεχνάμε ότι βρίσκεται πίσω από τη δημιουργία του πρώτου ανδρικού ρολογιού που σχεδιάστηκε ειδικά για να φοριέται στον καρπό, το 1904.

Tη ίδια στιγμή, πολλές μυθικές προσωπικότητες συνδέθηκαν ανεξίτηλα με το brand. Υπάρχει, για παράδειγμα, αυτή η γνωστή αστεία ιστορία για την Ελίζαμπεθ Τέιλορ, όταν έχασε μέσα σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στο Λας Βέγκας την περίφημη «La Pelegrina», την πιο διάσημη πέρλα στον κόσμο, η ιστορία της οποίας ανάγεται στην αυλή του Φιλίππου Β’ (1527-1598) της Ισπανίας. Hταν το δώρο που της χάρισε ο Ρίτσαρντ Μπάρτον για την ημέρα των ερωτευμένων.

Η ίδια στο βιβλίο της «Elizabeth Taylor: My Love Affair with Jewelry» σημειώνει ότι ήταν σε πανικό εκείνη την ημέρα και μπουσουλώντας στο πάτωμα προσπαθούσε να βρει την πέρλα, όταν το βλέμμα της τράβηξαν τα κουτάβια της στη γωνία του δωματίου. Eνα από αυτά μασουλούσε κάτι που έμοιαζε με κόκαλο. «Μα, στα κουτάβια δεν δίνουμε κόκαλα» σκέφτηκε. Ενστικτωδώς λοιπόν όρμησε, άρπαξε το σκυλάκι και άνοιξε με τα χέρια της το στόμα του. Μέσα βρισκόταν η ωραιότερη πέρλα στον κόσμο. Η ιστορία είχε αίσιο τέλος. Η «Pelegrina» διασώθηκε άθικτη και δόθηκε στον οίκο Cartier, ο οποίος και δημιούργησε ένα αξεπέραστο κόσμημα.

Μία ακόμη θρυλική ιστορία είναι αυτή της περίφημης μεξικανής ηθοποιού Μαρία Φελίξ, της γυναίκας με το διάσημο περιδέραιο των δύο κροκοδείλων, το οποίο έφερε 1.060 σμαράγδια και 1.023 κίτρινα διαμάντια. Το είχε παραγγείλει αυτοπροσώπως το 1975 στην μπουτίκ Cartier της οδού De la Paix, κουβαλώντας μαζί της, όπως λέγεται, σε ένα ενυδρείο, και το ολοζώντανο «πρωτότυπο», για να ληφθούν τα σωστά μέτρα.

Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει και στη σειρά με καρφίτσες που δημιούργησε το 1942 η Ζαν Τουσέν, η οποία υπηρέτησε ως καλλιτεχνική διευθύντρια του οίκου από το 1933 μέχρι το 1970 και η οποία απεικόνιζε πουλιά φυλακισμένα σε χρυσά κλουβιά. Τα κοσμήματα προσέλκυσαν την προσοχή της Γκεστάπο, η οποία ερμήνευσε τα σχέδια αυτά ως μια πράξη αντίστασης, ανακρίνοντας μάλιστα την Τουσέν, η οποία παρέμεινε για τρεις ημέρες κρατούμενη. Με την απελευθέρωση του Παρισιού, η Τουσέν σχεδίασε ένα ακόμη λεπτεπίλεπτο πτηνό, διακοσμημένο με το πολύτιμο μπλε πέτρωμα λάπις λαζούλι, κοράλλια και διαμάντια – συμβολίζοντας έτσι τα χρώματα της γαλλικής σημαίας. Hταν έτοιμο να πετάξει, από την ανοιχτή πλέον πόρτα του κλουβιού του, προς την ελευθερία.

Το κόσμημα ως εμπειρία

Η ιστορία του οίκου Boucheron δεν είναι απλώς μια αφήγηση για την υψηλή κοσμηματοποιία και την τέχνη των πολύτιμων λίθων. Είναι η ιστορία ενός οράματος που γεννήθηκε από τα χέρια ενός δημιουργικού άνδρα και εξελίχθηκε σε μια παγκόσμια αυτοκρατορία πολυτέλειας. Ολα ξεκινούν από τον Φρεντερίκ Μπουσερόν, γιο ενός εμπόρου υφασμάτων, ο οποίος τόλμησε να σπάσει την οικογενειακή παράδοση. Το 1858 άνοιξε το πρώτο του κοσμηματοπωλείο στην Galerie de Valois, στο Palais-Royal.

Γρήγορα, ο μικρός ναός της τέχνης του κοσμήματος που δημιούργησε απέκτησε φήμη για τις μοναδικές δημιουργίες του, οι οποίες ξεχώριζαν για την υψηλή ποιότητα των υλικών και την καινοτόμο τεχνική του σχεδιασμού τους. Αποτέλεσμα; Το 1867, ο Μπουσερόν κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στην Παγκόσμια Εκθεση του Παρισιού, όπου αναγνωρίστηκε η δεξιοτεχνία του και η ικανότητά του να συνδυάζει τα κοσμήματα με την αριστοκρατική αισθητική της εποχής.

Η επαφή του, άλλωστε, εξαιτίας της οικογενειακής του παράδοσης, με υλικά όπως το μετάξι και η δαντέλα, άφησαν έντονα την επιρροή τους επάνω του, με τον ίδιο να κρατά μέσα του την ευκαμψία και την αίσθηση της ελαφρότητας που φέρουν, στοιχεία που συνεχώς μετουσίωνε στις δημιουργίες του.

Η πορεία του ήταν θριαμβευτική. Το 1893 έγινε ο πρώτος κοσμηματοπώλης που δημιούργησε κατάστημα στην περίφημη Place Vendôme, μία από τις παλαιότερες πλατείες που σχεδιάστηκαν στη γαλλική πρωτεύουσα. Ο θρύλος λέει ότι επέλεξε να ανοίξει το κοσμηματοπωλείο του στον αριθμό 26 – όπου παραμένει μέχρι σήμερα – επειδή βρισκόταν στην πιο ηλιόλουστη γωνία της πλατείας, με τον ίδιο να πιστεύει ότι τα πολύτιμα διαμάντια στις βιτρίνες του θα φάνταζαν ακόμα πιο λαμπερά.

Οι καινοτομίες του οίκου ήταν πολλές και άκρως επαναστατικές για την εποχή τους. Για παράδειγμα, το 1879, παρουσιάστηκε το περίφημο κολιέ «Question Mark», σε σχήμα ερωτηματικού, το οποίο ήταν το πρώτο χωρίς κούμπωμα, επιτρέποντας στις κυρίες να το φορούν εύκολα, με μια κίνηση.

Ακόμη, το 1887 ο ίδιος εκμεταλλεύτηκε μια μοναδική ευκαιρία να αποκτήσει εξαιρετικούς πολύτιμους λίθους στη δημοπρασία των Διαμαντιών του Στέμματος (με θησαυρούς από την εποχή του Φραγκίσκου Α’ έως τους χρόνους του Ναπολέοντα Γ’). Συγκεκριμένα, ο οίκος του αποτέλεσε έναν από τους κύριους αγοραστές σε αυτή τη δημοπρασία που διοργάνωσε η γαλλική κυβέρνηση, αποκτώντας μεταξύ άλλων τα περίφημα «διαμάντια του Μαζαρέν», τα οποία πήραν το όνομά τους από τον διάσημο καρδινάλιο Μαζαρέν (1602-1661), διάδοχο του καρδινάλιου Ρισελιέ (1585-1642) και συλλέκτη πολύτιμων λίθων.


Ο περίφημος περσικός μαύρος γάτος Wladimir, σήμα κατατεθέν του οίκου Boucheron

Ο οίκος Boucheron επεκτάθηκε γρήγορα και εκτός συνόρων, ξεκινώντας με τη Μόσχα το 1897, ακολουθώντας με μπουτίκ στη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο. Η επιλογή της Ρωσίας δεν ήταν τυχαία, με την τσαρική αυλή να αποτελεί έναν από τους πρώτους μεγάλους πελάτες του οίκου, του οποίου η φήμη εξαπλώθηκε μέχρι πιο «εξωτικούς προορισμούς», όπως η Ινδία και η Περσία.

Είναι ενδεικτικό ότι το 1928 ο μαχαραγιάς της Πατιάλα, Μπουπίντερ Σινγκ, επισκέφθηκε τον οίκο Boucheron φέρνοντας μαζί του 7.571 διαμάντια και 1.432 σμαράγδια, ζητώντας τη δημιουργία 149 κοσμημάτων. Ηταν η πρώτη φορά που ένας οίκος κοσμημάτων έλαβε μια τόσο μαζική παραγγελία. Δύο χρόνια αργότερα, ο Λουί Μπουσερόν, μέλος της οικογένειας, ορίστηκε από τον Σάχη επίσημος φύλακας του αυτοκρατορικού θησαυρού της Περσίας, μια τεράστια τιμή που μαρτυρούσε την παγκόσμια αναγνώριση του οίκου για την ακεραιότητα και τη δεξιοτεχνία του.

Τα κοσμήματα Boucheron λάτρευε και η βασίλισσα Φαρίντα της Αιγύπτου (1921-1988), σύζυγος του βασιλιά Φαρούκ, και τιμά με την προτίμησή της μέχρι σήμερα η βασίλισσα Ράνια της Ιορδανίας.

Φυσικά, και οι δεσμοί με τη βρετανική βασιλική οικογένεια δεν θα μπορούσαν να μην είναι ισχυροί. Για παράδειγμα, η εντυπωσιακή τιάρα με διαμάντια και σμαράγδια που φορούσε στον γάμο της το 2018 η πριγκίπισσα Ευγενία, κόρη του πνιγμένου στα σκάνδαλα σήμερα «άτακτου» πρίγκιπα Αντριου, αγαπημένου γιου της Ελισάβετ Β’, ήταν δημιουργία τού 1919.

Εντύπωση προκαλεί και το σήμα κατατεθέν του οίκου, ο περίφημος περσικός μαύρος γάτος Wladimir. Εμφανίζεται ως σχέδιο στις δημιουργίες του brand από τα τέλη του 19ου αιώνα, όμως ήταν το 1978 που πραγματικά άφησε το στίγμα του, εμφανιζόμενος σε διαφημιστική καμπάνια του Boucheron φέροντας ένα περίτεχνο κολιέ υψηλής κοσμηματοποιίας στον λαιμό του.

Πέρα από τα εκλεπτυσμένα κοσμήματα, ο οίκος Boucheron ξεκίνησε να επεκτείνεται και στον κόσμο των αρωμάτων από το 1988, όταν λάνσαρε το πρώτο του άρωμα. Στις πολλές διάσημες συνεργασίες του με επώνυμους οίκους συγκαταλέγεται εκείνη με τον Αλεξάντερ Μακ Κουίν το 2006 για τη δημιουργία μιας πολυτελούς τσάντας, ενώ ξεχωρίζει και η κατασκευή χειροποίητων πολυτελών κινητών σε συνεργασία με το brand Vertu. Για παράδειγμα, το μοντέλο Python, όπου ένα φίδι διακοσμημένο με διαμάντια και ζαφείρια τυλίγεται γύρω από το κινητό, λανσαρίστηκε σε μόλις 26 κομμάτια.

Ακόμα και στις μέρες μας ο οίκος Boucheron παραμένει σύμβολο της αψεγάδιαστης πολυτέλειας και της καινοτομίας. Δεν είναι τυχαίο ότι στο τιμόνι του βρίσκονται δύο γυναίκες που ξεχωρίζουν για το πρωτοποριακό δημιουργικό τους πνεύμα: η Hélène Poulit-Duquesne ως CEO και η Claire Choisne ως δημιουργική διευθύντρια, με τον οίκο να ανήκει στον όμιλο Kering (περιλαμβάνει brands όπως Saint Laurent, Gucci, Balenciaga, Bottega Veneta κ.ά.) που ιδρύθηκε από τον Φρανσουά Πινό.

Σημειώνεται ότι στον πέμπτο όροφο, στο εμβληματικό κατάστημα της Place Vendôme, ένα ολόκληρο διαμέρισμα προσφέρει μια νέα, πρωτόγνωρη εμπειρία, με τους ξεχωριστούς πελάτες να αντιμετωπίζονται ως φιλοξενούμενοι. Εκεί μπορούν να χαλαρώσουν, να απολαύσουν ένα ποτό ή ακόμη και να περάσουν τη νύχτα, απολαμβάνοντας το μπάνιο τους με θέα τον πύργο του Αϊφελ.

Diamonds are forever

Και από τη Γαλλία περνάμε στον βρετανικό οίκο Graff, συνώνυμο με τη λάμψη των αιώνιων διαμαντιών. Πίσω από τη δημιουργία του βρίσκεται ο 86χρονος σήμερα Λόρενς Γκραφ. Η προσωπική του πορεία και η μεταμόρφωσή του θυμίζουν πολύ αυτή ενός διαμαντιού, το οποίο μετασχηματίζεται από έναν ακατέργαστο «άγριο άνθρακα» στον καλύτερο φίλο των γυναικών (και όχι μόνο), όπως τραγουδούσε η Μέριλιν Μονρόε στην ταινία «Οι άνδρες προτιμούν τις ξανθές». Ετσι, ο Λόρενς Γκραφ, ξεκινώντας από το Ανατολικό Λονδίνο, χάρη στις μοναδικές δημιουργίες του και το επιχειρηματικό του δαιμόνιο άλλαξε τον κόσμο της υψηλής κοσμηματοποιίας.

Σε ηλικία μόλις 15 ετών, όταν βρέθηκε μαθητευόμενος σε ένα από τα περίφημα κοσμηματοπωλεία του Hatton Garden, η μητέρα του ρώτησε τον ιδιοκτήτη: «Πόσο μακριά μπορεί να φτάσει;». Εκείνος της απάντησε: «The sky’s the limit».

Ωστόσο, μετά από τρεις μήνες σφουγγαρίσματος δαπέδων, δουλειάς στο εργαστήριο ισιώνοντας κομμάτια μέταλλο και μαθαίνοντας την τέχνη στο Central School of Arts and Crafts, ο νεαρός Γκραφ άκουσε ότι δεν θα τα καταφέρει ποτέ. Δεν το έβαλε όμως ποτέ κάτω. Το επιχειρηματικό του ένστικτο και η ορμή του, στοιχεία που κληρονόμησε από τη γιαγιά του, Κέιτι, τροφοδότησαν τη μετεωρική άνοδό του.

Η πορεία του ήταν θριαμβευτική. Ιδρυσε την πρώτη του εταιρεία σε ηλικία μόλις 18 ετών, όταν άρχισε να συνεργάζεται με έναν πιο έμπειρο κοσμηματοπώλη. «Πρότεινα να ανοίξουμε επιχείρηση επισκευάζοντας βικτωριανά κοσμήματα» έχει δηλώσει. Το επιχειρηματικό του ταλέντο και το θάρρος του να παίρνει ρίσκα συνέβαλαν, όπως όλα δείχνουν, σημαντικά στην πορεία του στον κόσμο των επιχειρήσεων. Η πρώτη του μεγάλη επιτυχία ήρθε νωρίς, όταν συνάντησε έναν έμπορο διαμαντιών τον οποίο κατάφερε να πείσει να του προκαταβάλει 33 μικρά διαμάντια έναντι 60 λιρών. Αντί να φτιάξει 33 ξεχωριστά δαχτυλίδια, τα τοποθέτησε όλα σε ένα δαχτυλίδι, το οποίο πούλησε σε έναν κοσμηματοπώλη στη Βόρεια Αγγλία. Μόλις ο Γκραφ επέστρεψε στο Λονδίνο, ο κοσμηματοπώλης τού τηλεφώνησε για να του ανακοινώσει ότι το δαχτυλίδι πωλήθηκε και ήθελε να παραγγείλει ένα ακόμη.

Ενα εντυπωσιακό ρολόι χειρός Graff, καλυμμένο με λευκά διαμάντια 152 καρατίων

Τελικά, η Graff Diamonds ιδρύθηκε το 1960 και, δύο χρόνια αργότερα, άνοιξε τα δύο πρώτα κοσμηματοπωλεία της στο Λονδίνο, σε μια εποχή που η βιομηχανία κοσμημάτων ήταν ένας κλάδος με συμβατικές δημιουργίες που βασιζόταν παραδοσιακά σε χονδρική πώληση και εργαστήρια. Το 1967, ο ίδιος, θέλοντας να προσεγγίσει μια διεθνή πελατεία, σε ηλικία μόλις 29 ετών, αποφάσισε να επικοινωνήσει τα ευρηματικά σχέδια των κοσμημάτων του σε ένα ευρύτερο κοινό και ξεκίνησε μια σειρά από ταξίδια για να τα προβάλει σε εκθέσεις σε όλον τον κόσμο. Την ίδια στιγμή, με κάθε επίσκεψή του σε ένα παλάτι ή σε κάποιο ιδιωτικό γιοτ, συνειδητοποιούσε πόσο μακριά είχε φτάσει.

«Για ένα παιδί από το East End, το να δειπνεί με βασιλιάδες και πρίγκιπες ήταν το κάτι άλλο» έχει δηλώσει χαρακτηριστικά. Ο οίκος Graff γνώρισε τελικά την παγκόσμια επιτυχία, με την εταιρεία να αναπτύσσεται πάντα με σύνεση. Είναι ενδεικτικό ότι το πρώτο κατάστημα εκτός Ηνωμένου Βασιλείου άνοιξε τις πύλες του μόλις το 2000 στο Μονακό, ενώ σήμερα ο οίκος αριθμεί σχεδόν δεκάδες σημεία πώλησης παγκοσμίως.

Συχνά αναφέρεται ότι από τα χέρια του Λόρενς Γκραφ έχουν περάσει τα πιο «σημαντικά» διαμάντια στον κόσμο. Ανάμεσά τους τα περίφημα «Windsor Yellows», που απέκτησε το 1987 στη Γενεύη, κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας των κοσμημάτων που ανήκαν στη Γουόλις Σίμπσον. Η γυναίκα που έγινε η αιτία να παραιτηθεί από τον θρόνο ο Εδουάρδος Η’ το 1936 είχε φωτογραφηθεί αρκετές φορές φορώντας τα. Επρόκειτο συγκεκριμένα για ένα ζευγάρι σκουλαρίκια με φανταχτερά κίτρινα διαμάντια σε σχήμα αχλαδιού, 51,01 και 40,22 καρατίων αντίστοιχα. «Αγόρασα επίσης ένα άλλο ζευγάρι σκουλαρίκια που είχε στην κατοχή της η δούκισσα του Ουίνδσορ» είχε δηλώσει ο Γκραφ. «Φυσικά, χρειάζονταν να κοπούν ξανά για να αναδειχθούν οι δυνατότητές τους. Αγόρασα και τα τέσσερα, τα ξαναγυάλισα και τελικά δημιούργησα τα σκουλαρίκια Windsor».

Ακόμη, το Paragon, το μεγαλύτερο αψεγάδιαστο διαμάντι στον κόσμο, αποκτήθηκε από τον οίκο το 1989. Πρόκειται για ένα διαμάντι 137,82 καρατίων που φορέθηκε ως μέρος του «περιδέραιου της χιλιετίας» με τα στρογγυλά, ροζ, μπλε και κίτρινα διαμάντια από τη Ναόμι Κάμπελ το 1999. Ακόμη, το 2008 ο οίκος απέκτησε το διάσημο μπλε διαμάντι Wittelsbach-Graff έναντι 16,4 εκατομμυρίων λιρών.

Πρέπει να σημειωθεί ότι ο οίκος Graff με έναν ιδιότυπο τρόπο συνδέεται με την Ελλάδα. Η Ζέτα Βομβογιάννη, κόρη του εφοπλιστή Ανδρέα Βομβογιάννη, υπήρξε παντρεμένη με τον Φρανσουά Γκραφ, γιο του Λόρενς Γκραφ, του ιδρυτή του brand. Μάλιστα, ο γιος τους φέρει το όνομα του διάσημου παππού του, που ξεκίνησε από το μηδέν αυτή την εποποιία στον χώρο της σύγχρονης κοσμηματοποιίας. Καμιά φορά ό,τι λάμπει είναι όντως χρυσός.