Eίναι Τετάρτη πρωί και η Μαρία Κίτσου είναι ακριβής στο ραντεβού μας που δόθηκε στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία στο κέντρο της Αθήνας. Κλείνουν σχεδόν 9 μήνες από την τελευταία φορά που ανέβηκε στη σκηνή με την παράσταση «Ηλέκτρα», σε σκηνοθεσία του Γιώργου Λύρα.
Ηταν απόφασή της να αποσυρθεί όλο το προηγούμενο διάσημα από τα φώτα της δημοσιότητας, να βρει ξανά το κέντρο της, να κάνει την αυτοκριτική της, όπως λέει, ίσως ακόμη και να «ξεπλύνει» από πάνω της έναν από τους πιο εμβληματικούς ρόλους που πέρασαν ποτέ από την ελληνική τηλεόραση, εκείνον της Ελένης Σταμίρη, αλλά κυρίως να ξεκουραστεί. Τώρα το βλέμμα της αστράφτει ξανά καθώς συναντά έναν ρόλο ζωής, τη Μήδεια του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία της Λέας Μαλένη. Θα αναμετρηθεί λοιπόν με «εκείνη τη βάρβαρη γυναίκα, την καταπιεσμένη από τον άνδρα, τη μητροκτόνο που βγαίνει χτυπημένη από μανία και στέκει αντιμέτωπη με τον Ιάσονα. Τη γυναίκα από κατώτερη φυλή, ξένη σε ξένο πολιτισμό, που σέρνει μέσα της τον φόβο του εξευτελισμού», όπως σοφά είπε ο Μίνως Βολανάκης.
«Είναι όνειρο ζωής η Μήδεια» εξηγεί η Μαρία Κίτσου με εκείνη τη βαθιά φωνή της. «Τον είχα κάνει αυτόν τον ρόλο, μαθήτρια ακόμη, στη Δραματική Σχολή του Εθνικού, ακριβώς με την ίδια μετάφραση που χρησιμοποιούμε και τώρα στην παράσταση, εκείνη του Μίνου Βολανάκη. Ηταν στο δεύτερο έτος, θυμάμαι. Είχαμε καθηγητή τον Στέφανο Κυριακίδη και μας είχε ζητήσει να διαλέξουμε μία τραγωδία. Εγώ διάλεξα τη «Mήδεια». Mάλλον είχα παίξει καλά και θυμάμαι είχε γίνει τότε σούσουρο στη σχολή» λέει γελώντας. Και ύστερα σοβαρεύει απότομα. «Ηθελα πολύ να το κάνω αυτό το έργο και ήθελα να το κάνω μόνο με γυναίκα σκηνοθέτη. Η Λέα Μαλένη είναι εκπληκτική».
Κυρία Κίτσου, ποια είναι η δική σας Μήδεια;
«Η «Mήδεια» νομίζω είναι ένα έργο με πολλές αναγνώσεις. Δεν είναι μόνο η παιδοκτόνος που διαπράττει αυτό το φρικτό έγκλημα. Ο Ντοστογέφσκι, ξέρετε, είχε αναρωτηθεί γιατί να θεωρείται εγκληματίας μόνο εκείνη, από τη στιγμή που απαλλάσσονται όσοι κάνουν πολέμους και ευθύνονται για εκατομμύρια θανάτους παιδιών σε όλον τον κόσμο. Τώρα η Μήδεια έχει κάνει μία σειρά από φόνους για να βοηθήσει τον Ιάσονα και να ενωθεί μαζί του. Eχει σκοτώσει ακόμη και τον ίδιο της τον αδελφό. Οπότε με τον Ιάσονα τους δένουν όρκοι ιεροί, όρκοι αίματος. Ενας αιματηρός κύκλος έχει ανοίξει και τώρα που ο Ιάσονας την προδίδει, την εγκαταλείπει για να παντρευτεί μία άλλη γυναίκα και να γίνει βασιλιάς, προδίδει μαζί και τους όρκους που έδωσαν. Δεν τους συμμερίζεται. Στο έργο εκείνος αντιπροσωπεύει τον στείρο ορθολογισμό, τον ωφελιμισμό. Και η Μήδεια αποφασίζει, μην έχοντας άλλη διέξοδο πέρα από την προσφυγιά με τα παιδιά της, η οποία είναι ένας αργός θάνατος, να ξεπληρώσει το αίμα με αίμα. Σκοτώνει τα παιδιά της. Δεν το πράττει ελαφρά τη καρδία. Αντίθετα, πολλές φορές μέσα στο έργο βλέπουμε στιγμές που λυγίζει και αυτές οι στιγμές θα τονισθούν στη δική μας ανάγνωση. Σκοτώνει λοιπόν τα παιδιά της, αφού πρώτα «ακρωτηριάζεται» η ίδια. Θυσιάζει τη μητρότητα, τη θηλυκότητά της και έτσι επιστρέφει στην περιοχή του μύθου».
Γιατί θεωρείτε ότι ο Ευριπίδης στο τέλος τη σώζει και δεν την τιµωρεί; Πρόκειται ίσως για την πιο «αµαρτωλή» ηρωίδα της αρχαίας τραγωδίας…
«Νομίζω σε αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται το πολιτικό υπόβαθρο του έργου. Ο Ευριπίδης καταδεικνύει την ύβρη και την αλαζονεία των Αθηναίων, δείχνοντάς τους το πώς ο αποκλεισμός και η περιθωριοποίηση μπορεί να οδηγήσουν τον αδύναμο στα άκρα. Οταν γράφεται η «Μήδεια», η Αθήνα έχει μεταφέρει το συμμαχικό ταμείο από τη Δήλο και παρουσιάζει μια εξαιρετικά επεκτατική πολιτική. Ποια ήταν η κατάληξη; Να κατακεραυνωθεί στον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Ο Ευριπίδης θέλει λοιπόν να τους προειδοποιήσει, γιατί η Αθήνα σκότωνε τα ίδια της τα παιδιά, τα έστελνε σε πολέμους που δεν είχαν καμία λογική, από την αρχή χαμένους. Για εμένα η «Μήδεια» είναι και πολιτικό έργο. Ο Ευριπίδης δεν ενδιαφέρεται να μιλήσει μόνο για το ερωτικό πάθος που μπορεί να φτάσει τον άνθρωπο σε καταστροφικά όρια, την ίδια στιγμή θίγει και τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, η οποία στην εποχή του ήταν κατώτερη από εκείνη του δούλου».
Συνήθως πάντως τον Ευριπίδη τον κατηγορούν για µισογυνισµό…
«Αυτό πραγματικά δεν το καταλαβαίνω καθόλου. Μόνο μισογύνης δεν είναι. Ισα-ίσα, δεν παρουσιάζει τις γυναίκες ως ανδρείκελα».
Θεωρείτε ότι η Μήδεια τελικά τιµωρεί την ανδρική έπαρση, τον ανδρικό κώδικα, τον ανδρικό λόγο;
«Ακριβώς. Ο άνδρας πεθαίνει αλλά αφήνει πίσω τους απογόνους του και ζει μέσα από αυτούς. Η Μήδεια κόβει τη συνέχεια του Ιάσονα. Σκοτώνει τα παιδιά του και ταυτόχρονα σκοτώνει και τα μελλοντικά του παιδιά, αφού αφανίζει τη γυναίκα που θα παντρευτεί. Τον καταδικάζει στη λήθη και την ίδια στιγμή προλέγει τον θάνατό του. «Θα περιμένω να ακούσω τον θάνατό σου, έρημο όπως σου ταιριάζει, όταν συντρίμμι απ’ το ναυάγιο της Αργώς θα πέσει να κάμει συντρίμμια το κρανίο σου, πικρή συντέλεια στον γάμο σου» του λέει».
Πώς προσεγγίζετε ένα πρόσωπο όπως η Μήδεια;
«Εχουμε συμφωνήσει με τη Λέα – δεν λέμε κάτι καινούργιο – ότι η Μήδεια είναι μία βάρβαρη γυναίκα που έρχεται από έναν άλλον πολιτισμό. Ο μύθος μάλιστα τη θέλει να επιθυμεί να ξεφύγει από τις ανθρωποθυσίες που πραγματοποιούσε ο πατέρας της. Αλλιώς λοιπόν μιλά η Μήδεια σε σχέση με τους άλλους, άλλη σωματικότητα φέρει, πιο ζωώδη. Κουβαλά κάτι το αρχέγονο, το αρχετυπικό. Οπότε με τη Λέα συνεργατικά πάμε να δημιουργήσουμε ένα πλάσμα φερμένο από αλλού, χωρίς λογική. Κάπου είχα διαβάσει ότι η εισβολή της Μήδειας στον κόσμο του Ιάσονα, στον δικό μας κόσμο δηλαδή, διαταράσσει το σύστημά μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Μήδεια είναι υποχρεωτικά μια παρουσία δικαίου. Είναι σαν τον σεισμό, το ηφαίστειο και την επανάσταση, ωμή, άτεγκτη, ενστικτώδης, βίαιη, αυτοφυής, αυτόνομη και αναρχούμενη, τρεφόμενη από τον εαυτό της. Το ηφαίστειο θα σκοτώσει λοιπόν ανθρώπους, αλλά έτσι είναι η φύση του. Δεν μπορείς να γυρέψεις λογική, νόμο, καλοσύνη ή δίκαιο σε αυτό το πράγμα, ανήκει σε άλλη σφαίρα».
Τα τελευταία χρόνια την Ελλάδα έχει συνταράξει η υπόθεση της Ρούλας Πισπιρίγκου, µιας γυναίκας που κατηγορείται ότι έχει σκοτώσει τα παιδιά της. Φοβηθήκατε µήπως αυτό το έργο δηµιουργήσει αυτόµατους συνειρµούς;
«Δεν σας κρύβω ότι το σκέφτηκα. Η προσέγγισή μας, όμως, κινείται σε άλλα πεδία, που δεν τέμνονται πουθενά με την πολύκροτη αυτή υπόθεση».
Τον Ιάσονα στην παράσταση ερµηνεύει ο Φάνης Μουρατίδης, ενώ την τροφό η Ελένη Καστάνη. Πώς είναι η συνεργασία σας;
«Πρόκειται για μία από τις καλύτερες συνεργασίες που είχα ποτέ. Ο Φάνης είναι εξαιρετικός παρτενέρ, ένας καταπληκτικός ηθοποιός και παράλληλα ένας καλός άνθρωπος με απίστευτο χιούμορ. Είναι ευτύχημα που συναντιέμαι μαζί του γιατί δεν τον γνώριζα προηγουμένως προσωπικά. Τώρα για την Ελένη Καστάνη, τι να πω; Προσέρχεται στην πρόβα σαν μαθήτρια έτοιμη να ακούσει. Γνώριζα ότι ήταν εξαιρετική στους κωμικούς ρόλους. Στο δράμα όμως είναι σπαρακτική. Κοιταζόμαστε μετά από σκηνές και βάζουμε τα κλάματα. Η Ελένη παίζει και ταράσσεται το είναι της. Οπως εξαιρετικοί είναι και οι υπόλοιποι συνάδελφοι, ο Θοδωρής Κατσαφάδος, ο Βαγγέλης Αλεξανδρής, ο Λαέρτης Μαλκότσης και ο Αλμπέρτο Φάις, αλλά και τα κορίτσια του Χορού: Αλίκη Αβδελοπούλου, Στέλλα Ράπτη, Ελενα Χατζηαυξέντη, Μυρτώ Παπά Αργυροπούλου, Γωγώ Παπαϊωάννου, Μυρτώ Καστρινάκη Μεϊτάνη. Τη μουσική της παράστασης υπογράφει ο Θέμης Καραμουρατίδης, ο οποίος πρώτη φορά συνθέτει για αρχαία τραγωδία».
Θα ήθελα να µιλήσουµε για το αισθητικό µέρος της παράστασης.
«Κοιτάξτε, τα κοστούμια θα παραπέμπουν σε κάτι άχρονο. Την ίδια στιγμή, θα υπάρχουν συμβολικά αντικείμενα στη σκηνή, αλλά και ένα μαύρο πάτωμα που θα «αντιπροσωπεύει» τον λιμό και την καταστροφή που επέρχεται από τους άνδρες και τους πολέμους τους. Οι ανδρικοί χαρακτήρες αυτού του έργου δεν θα πατούν ποτέ πάνω σε αυτό το πάτωμα, μόνο θα στέκονται σε ειδικά στασίδια που οι γυναίκες θα τρέχουν να τους βάλουν για να μη λερωθούν τα πόδια τους από αυτά που εκείνοι δημιούργησαν. Η Μήδεια, πάλι, δεν κατοικεί σε σπίτι, καλύβα ή παλάτι. Μόνο βγαίνει μέσα από έναν λόφο, σαν μυρμηγκοφωλιά φέρτε τον στον νου σας. Γιατί η κατοικία της συμβολίζει και πάλι κάτι το αρχέγονο».
Την ίδια στιγµή, στο έργο πρωτοστατεί ο έρωτας, ο έρωτας που γίνεται καταστροφικός.
«Οταν ο άλλος γίνεται η ζωή σου και εσύ δεν έχεις πλέον ζωή, αυτό συμβαίνει. Γίνεσαι πρώτον καταστροφικός απέναντι στον εαυτό σου. Σε αυτόν κάνεις πρώτα κακό. Λέει ο Χορός στη «Mήδεια»: «Δώσε μου (…) όχι όσον έρωτα ποθώ. Mα όσο αντέχω»».
Εσείς έχετε βιώσει καταστροφικό έρωτα;
«Ως άνθρωπος είμαι παθιασμένη, μα πάντα έχω και αρκετή λογική για να κρατηθώ. Ναι, έχω βιώσει σχέσεις με πολύ πάθος και με βαθύ πόνο. Μεγαλώνοντας, όμως, αντιλαμβάνομαι ότι πλέον αυτό που θέλω είναι κάτι πιο ήρεμο, με περισσότερο φως, και όχι το σκοτάδι του καταστροφικού έρωτα. Αναζητώ τη γαλήνη…».
Εχετε αποµυθοποιήσει τη δύναµη του έρωτα, λοιπόν;
«Καθόλου. Για εμένα ο έρωτας είναι το Νo1 στη ζωή μου. Είναι η κινητήριος δύναμή μου. Με βγάζει από τις καταθλίψεις μου, από τα σκοτάδια μου».
Η Μήδεια στο έργο εκδικείται. Εσείς την εκδίκηση ως πράξη την καταλαβαίνετε;
«Είναι τελείως έξω από τη φύση μου. Υπάρχουν άνθρωποι που μου έχουν κάνει κακό, που με έχουν δυσφημήσει, αλλά δεν ήταν ποτέ στη λογική μου να το ανταποδώσω, αν και θα μπορούσα. Την εκδίκηση τη λογίζω σαν αμαρτία μέσα μου. Προτιμώ να συγχωρέσω, να καταλάβω, να δώσω τόπο στη οργή, παρά να ανοίξω έναν κύκλο εκδίκησης που δεν θα κλείσει ποτέ. Ο Θεός βλέπει εκεί ψηλά και φέρνει όσα πρέπει να φέρει χωρίς να χρειάζεται η δική μας παρέμβαση».
Απείχατε αρκετούς µήνες από τα φώτα της δηµοσιότητας. Τι κάνατε αυτό το διάστηµα;
«Κυρίως ξεκουράστηκα. Από τις 27 Σεπτεμβρίου που γυρίσαμε από την Κύπρο μετά τις τελευταίες παραστάσεις της «Hλέκτρας», δούλεψα ξανά στις 22 Απριλίου διαβάζοντας τη «Mήδεια». Αυτό το διάστημα ήταν ξεκούραση αλλά και βάσανο για εμένα, γιατί δεν μου αρέσει καθόλου να κάθομαι. Ελεγα μέσα μου: «Τι ξαπλώνεις στον καναπέ και κοιτάς το ταβάνι; Eσύ τώρα έπρεπε να είσαι σε πρόβα». Eνιωθα λοιπόν μέσα μου το κενό της δημιουργίας. Πάντως αυτό το διάστημα ήταν ευεργετικό. Ηρθα αντιμέτωπη με τον εαυτό μου, θέλησα να τον φροντίσω ξανά, να ξαναβρώ τα πατήματά μου, το κέντρο μου, να αναθεωρήσω κάποια πράγματα και να κάνω την αυτοκριτική μου».
Πάνω σε τι;
«Να δω τι δεν έκανα σωστά. Τι πήγε στραβά, σε ποια σημεία παραμέλησα τον εαυτό μου και πόσο αυτό τελικά μου στοίχισε».
Παραµελήσατε τον εαυτό σας;
«Ναι, εξαιτίας της δουλειάς. Δεν υπήρχε χρόνος για εμένα. Επί τρία χρόνια ήμουν με τρεις ώρες ύπνο την ημέρα καθημερινά. Είχα τα γυρίσματα των «Aγριων Μελισσών» και παράλληλα παραστάσεις στο θέατρο. Σηκωνόμουν στις 6 το πρωί και γύριζα σπίτι στις 12 τα μεσάνυχτα. Και πάλι δεν έπεφτα κατευθείαν στο κρεβάτι, έπρεπε να μελετήσω για το γύρισμα της επόμενης ημέρας. Ελεγα μέσα μου: «Mάζευε τα κομμάτια σου και ξεκίνα να διαβάζεις, γιατί αν αφήσεις ένα λεπτό να περάσει θα τεμπελιάσεις και έπειτα δεν θα μπορείς να μπεις ξανά σε αυτή τη συνθήκη του διαβάσματος»».
Αν γυρνούσατε τον χρόνο πίσω, θα πράττατε διαφορετικά;
«Ναι, δεν θα έκανα θέατρο. Αν εξαιρέσουμε την καραντίνα επί τρία χρόνια, έκανα τηλεόραση και παράλληλα παραστάσεις. Αυτό με εξόντωσε. Στην τρίτη σεζόν των «Mελισσών» το σώμα μου γέμισε πληγές. Με τη γνώση που έχω σήμερα σας απαντώ ότι αν γύριζα τον χρόνο πίσω θα έκανα θέατρο παράλληλα με τις «Aγριες Μέλισσες» μόνο αν ερχόταν μια τόσο φανταστική πρόταση στην οποία δεν θα μπορούσα να πω «όχι»».
Στην πορεία σας θα έλεγε κανείς ότι µάλλον βάλατε πρώτα την τέχνη σας και µετά τη ζωή σας. Αυτή η ισορροπία σήµερα αλλάζει;
«Αυτό παλεύω αυτούς τους μήνες, να αλλάξει. Να με αγαπήσω περισσότερο, να με φροντίσω, να μάθω να λέω «όχι» και όχι σε όλους «ναι». Γιατί, ξέρετε, κουβαλώ το σύνδρομο του καλού παιδιού, της καλής μαθήτριας».
Για τον χειµώνα τι ετοιµάζετε;
«Θεατρικά θα βρίσκομαι στο θέατρο Πόρτα όπου θα με σκηνοθετήσει ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος σε ένα καταπληκτικό έργο, τη «Γέρμα». Δεν πρόκειται για τη «Γέρμα» του Λόρκα, αλλά για τη «Γέρμα» του Αυστραλού Σάιμον Στόουν, με την Κοραλία Σωτηριάδου να παραδίδει μια εκπληκτική μετάφραση του έργου. Το μόνο που κρατά ο Στόουν από την κλασική «Γέρμα» είναι το θέμα μιας γυναίκας που δεν μπορεί να τεκνοποιήσει. Κατά τα άλλα, το έργο διαδραματίζεται στο σύγχρονο Λονδίνο και παρακολουθούμε την πορεία μιας γυναίκας που μετά από 16 εξωσωματικές βυθίζεται στην άβυσσο».
Η τηλεόραση υπάρχει στα σχέδιά σας;
«Συζητώ πράγματα. Δεν θα ήθελα πάντως στην παρούσα φάση να κάνω κάτι πολύ μεγάλο».
Κυρία Κίτσου, περιγράψτε µου, αν θέλετε, µία ευτυχισµένη ηµέρα των τελευταίων µηνών που ήσασταν µακριά από το θέατρο.
«Ταξίδεψα στην Ισπανία. Με εντυπωσίασε η Βαρκελώνη. Θυμάμαι ένα βράδυ με τον φίλο μου γυρίζαμε τα παζάρια, τις πλατείες, τα μεσαιωνικά στενά, τους δρόμους. Αισθάνθηκα ότι πέταξα σε άλλη εποχή. Περπατούσαμε με τις ώρες και δεν το κατάλαβα. Ναι, αυτή ήταν μια ευτυχισμένη ημέρα».
ΙΝFO
«Μήδεια»: Πρεμιέρα στο Κατράκειο Θέατρο Νίκαιας, στις 8 Ιουλίου. Θα ακολουθήσει περιοδεία στην Αττική και έπειτα σε όλη την Ελλάδα.
H φωτογράφιση πραγµατοποιήθηκε στo ξενοδοχείο Grande Bretagne (Βασιλέως Γεωργίου Α΄ 1, πλ. Συντάγµατος).