Πεφωτισμένος νους της σύγχρονης τέχνης ή απλώς ένας κακόγουστος φαρσέρ που όμως θησαυρίζει και γιγαντώνει το όνομα και την επιδραστικότητά του πουλώντας κατά το κοινώς λεγόμενο φύκια για μεταξωτές κορδέλες; Κανείς δεν μπορεί να δώσει μια πειστική και κυρίως κοινώς αποδεκτή απάντηση, ειδικά μάλιστα όταν τα ίδια τα γεγονότα, σαν από τραγική ειρωνεία, βαθαίνουν τις απορίες σχετικά με τον Μαουρίτσιο Κατελάν και το έργο του.
Πάρτε για παράδειγμα τη χρυσή λεκάνη τουαλέτας την οποία ο 64χρονος Ιταλός δημιούργησε το 2016 για το μουσείο Solomon R. Guggenheim της Νέας Υόρκης. Το κατασκευασμένο από 103 κιλά χρυσού 18 καρατίων έργο τέχνης με τον τίτλο «America», το οποίο εκτός από την όποια αισθητική αξία του απέκτησε και χρηστική, μια και το χρησιμοποίησαν για να ικανοποιήσουν τη φυσική ανάγκη τους περί τους 100.000 επισκέπτες του μουσείου, εδώ και πέντε χρόνια είναι άφαντο.
Η λεκάνη, την οποία πολλοί υπονοούν πως ο Κατελάν εμπνεύστηκε από τον τρυφηλό βίο του Ντόναλντ Τραμπ και αφιέρωσε εμμέσως στην ανέλιξή του στο ύπατο αξίωμα των ΗΠΑ, κλάπηκε το φθινόπωρο του 2019 από το ανάκτορο Μπλενχάιμ στο Οξφορντσαϊρ της Αγγλίας, όπου εκτίθετο με τη μορφή δανείου. Εκτοτε τα ίχνη της αγνοούνται.
Παρότι μάλιστα πολλοί κρίθηκαν ύποπτοι και ανακρίθηκαν από τις βρετανικές αρχές, το αμφιλεγόμενο έργο τέχνης δεν έχει εντοπιστεί ακόμη, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που εικάζουν πως η κλοπή, η οποία προκάλεσε σοβαρές ζημιές στα υδραυλικά της έδρας του δούκα του Μάρλμπορο – εκεί παρεμπιπτόντως βγήκε από την κοιλιά της μητέρας του ο Ουίνστον Τσόρτσιλ τον Νοέμβριο του 1874 –, ενορχηστρώθηκε από τον ίδιο τον καλλιτέχνη. Σαν ένα μεταμοντέρνο δρώμενο που θα προσέθετε περίσσεια λάμψης στο ήδη εκτυφλωτικό, ελέω χρυσού χρώματος, έργο του.
Ο Ποντίφικας, ο Αδόλφος και η μπανάνα
Η αλήθεια και το ψέμα ή μάλλον η λογική και το παράλογο είναι έννοιες που βρίσκονται διαρκώς υπό διαπραγμάτευση στο έργο (αλλά τελικά μάλλον και στο μυαλό) του αυτοδίδακτου ιταλού εικαστικού. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερος και πιο αδιάψευστος μάρτυρας από το πλέον συζητημένο εσχάτως δημιούργημά του με τον σχεδόν περιπαικτικό αλλά ειλικρινή τίτλο «Comedian». Πρόκειται για το πάντρεμα μιας κοινής μπανάνας, από εκείνες που μπορεί να αγοράσει κανείς καταβάλλοντας μερικά λεπτά του ευρώ στον μανάβη της γειτονιάς του, με μερικά εκατοστά γκρι κολλητικής ταινίας.
Ο Κατελάν πρωτοπαρουσίασε το περίφημο σήμερα έργο στην Art Basel Miami Beach τον Δεκέμβριο του 2019, δηλαδή λίγους μήνες μετά την κλοπή της χιλιοτραγουδισμένης λεκάνης. Οι αντιδράσεις – θετικές και αρνητικές – ήταν τόσο έντονες που δικαίωσαν την επιλογή του Ιταλού να αξιοποιήσει με έναν αναμφίβολα πρωτότυπο τρόπο τις μπανάνες που είχε αγοράσει προς 30 σεντ του δολαρίου. Το έργο καταναλώθηκε μετά μανίας. Μεταφορικά αλλά και κατά κυριολεξία, αφού ένας αείμνηστος σήμερα συνάδελφος του Κατελάν θεώρησε καλή ιδέα να φάει την μπανάνα. Ευτυχώς, υπήρχε ένα τσαμπί αναπληρωματικές.
Στο πλαίσιο της εμβληματικής φουάρ πουλήθηκαν δύο αντίτυπα του έργου (το τρίτο πήγε στο Γκούγκενχαϊμ) που χαρακτηρίστηκε ως ο «μονόκερος» της σύγχρονης τέχνης – στην πραγματικότητα μιλάμε για αέρα κοπανιστό που συνοδεύεται από ένα εγχειρίδιο οδηγιών για τη σωστή τοποθέτηση της μπανάνας και της ταινίας στον τοίχο. Σε κάθε περίπτωση, με 120.000 δολάρια μπορούσε κανείς να αποκτήσει τη viral έμπνευση ενός από τους διασημότερους εικαστικούς του πλανήτη. Οι κάτοχοι οφείλουν σήμερα να μακαρίζουν την τύχη τους για τη διορατικότητα που επέδειξαν. Ο λόγος; Το έργο «Comedian» μόλις δημοπρατήθηκε από τον οίκο Sotheby’s στη Νέα Υόρκη με τιμή εκκίνησης το ένα εκατομμύριο δολάρια.
Είχε προηγηθεί μια παγκόσμια τουρνέ διάρκειας τεσσάρων εβδομάδων, με σταθμούς σε Παρίσι, Λονδίνο, Χονγκ Κονγκ, Μιλάνο, Ντουμπάι, Τόκιο, Λος Αντζελες. Με άλλα λόγια, πέτυχε σε μία πενταετία από τα αποκαλυπτήριά του σχεδόν να δεκαπλασιάσει την αξία του. Και να σκεφτεί κανείς ότι ο Κατελάν το μόνο που αποζητούσε με τον συνδυασμό μπανάνας-ταινίας δεν ήταν χρήμα ή δόξα, αλλά να δώσει τροφή για σκέψη αναφορικά με το τι είναι (ή τι θα έπρεπε να είναι) τέχνη, καυτηριάζοντας ταυτόχρονα το χρηματιστήριο της σύγχρονης δημιουργίας.
Αυτό άλλωστε ισχυρίζεται και διακηρύττει ότι κάνει από τη στιγμή που αποφάσισε να ασχοληθεί με τα εικαστικά – ή που τέλος πάντων ξεκίνησε να γίνεται ευρύτερα γνωστός με όχημα τα έργα του. Δούρειος ίππος για την εδραίωσή του ως τρομερού παιδιού της σύγχρονης τέχνης υπήρξε ανέκαθεν η αυτοαναφορικότητα και η πρόκληση. Το πρώτο έργο που παρουσίασε το 1989 με τίτλο «Lessico Famigliare» (Οικογενειακό Λεξικό) δεν ήταν παρά μια γυμνή αυτοφωτογραφία του, στην οποία σχημάτιζε με τις παλάμες του το σχήμα μιας καρδιάς. Την ίδια χρονιά παρουσίασε και την πρώτη ατομική έκθεσή του στην Galleria Neon της Μπολόνια.
Δεν χρειάστηκε να κοπιάσει ιδιαίτερα, είναι η αλήθεια. Δημιούργησε μια πινακίδα με την επιγραφή «Επιστρέφω αμέσως» («Torno subito» στα ιταλικά), την κρέμασε έξω από την γκαλερί και άφησε τους επισκέπτες να αναμένουν εις μάτην την εμφάνιση του ίδιου ή κάποιου έργου του. Δεν ευτύχησαν να δουν τίποτα από τα δύο, αφού το έργο, σύμφωνα με τον Κατελάν, ήταν η θρυλική σήμερα πινακίδα.
Μπορεί η πρώτη φάση της δημιουργίας τού κάποτε σχεδιαστή επίπλων γιου μιας καθαρίστριας και ενός οδηγού φορτηγού να έμοιαζε σχεδόν με τρολάρισμα – το 1992 παρουσίασε ως έργο τέχνης μια ιατρική βεβαίωση που πιστοποιούσε την ασθένειά του και άρα την αδυναμία του να δημιουργήσει –, όμως η ωριμότερη και εκείνη που τον έκανε γνωστότερο στην οικουμένη συνδέθηκε με τις ταριχεύσεις ζώων (από άλογα μέχρι σκίουρους) και βέβαια με τη δημιουργία κέρινων ομοιωμάτων.
Ο Κατελάν φαντάστηκε τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β’ χτυπημένο από μετεωρίτη («La Nona Ora», 1999), δημιούργησε ένα ομοίωμα του Αδόλφου Χίτλερ σε διαστάσεις μικρού παιδιού («Him», 2011), κρέμασε τρεις παιδικές φιγούρες από την αρχαιότερη οξιά στο κέντρο του Μιλάνου (Ατιτλο, 2004), παρουσίασε μια αποτρόπαιη συστοιχία εννέα καλυμμένων νεκρών σωμάτων σμιλεμένων από μάρμαρο («All», 2007), στράτευσε ακόμα και την ίδια την εικόνα του για τις ανάγκες της τέχνης του.
Το 2010 έκανε τα αποκαλυπτήρια του έργου «We» – μάλιστα το είδαμε και εν Ελλάδι, στον εκθεσιακό χώρο του Ιδρύματος Σύγχρονης Τέχνης ΔΕΣΤΕ στα παλαιά Σφαγεία της Υδρας – ξαπλώνοντας δύο πανομοιότυπα ομοιώματα του εαυτού του στο ίδιο κρεβάτι, ενώ δώδεκα χρόνια αργότερα, το 2022, δεν είχε κανέναν δισταγμό να κρεμάσει μια κέρινη φιγούρα του, τιτλοφορούμενη «You», με μια ολάνθιστη ανθοδέσμη ανά χείρας, από την οροφή ενός μπάνιου στη μιλανέζικη γκαλερί MASSIMODECARLO. Μακάβριος; Το δίχως άλλο. Αδιάφορος; Ούτε κατά διάνοια.
Ο Κατελάν δεν ξέρει πού να αποδώσει την επιτυχία και την αναγνώριση που απολαμβάνει. Πιστεύει απλώς ότι κάθε λουλούδι ανθίζει στην ώρα του. Επίσης, θεωρεί τον εαυτό του έναν κατά βάση βαρετό τύπο που πάντα θα θυμάται και θα ανακαλεί τα νεανικά του χρόνια, όταν εξασφάλιζε τα προς το ζην κάνοντας μεροκάματα σε νοσοκομεία, πλυντήρια, ταχυδρομεία, νεκροτομεία. Αυτές οι ταπεινές καταβολές του έχουν άλλωστε διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην αποδοχή και στην αναγνώριση των έργων του από ένα πολύ μαζικότερο κοινό από τις ελίτ (βλ. συλλέκτες, μαικήνες της σύγχρονης τέχνης, φιλότεχνοι και λοιπές φυλές).
Οχι ότι τον ενδιαφέρει ή τον νοιάζει ιδιαίτερα. Οπως εξάλλου έχει πει, αν κάτι είχε ονειρευτεί στη ζωή του ήταν η ανεξαρτησία του. Και η αλήθεια είναι πως έχοντας εκών άκων αναλάβει τον ρόλο του προβοκάτορα της σύγχρονης τέχνης, εξαναγκάζεται να παραχωρεί ένα μέρος εκείνου του ονείρου. Φυσικά και απεχθάνεται τον προσδιορισμό του φαρσέρ ή του τρολ, πιστεύει ότι η τέχνη πρέπει να γεννά ερωτήσεις και όχι να δίνει απαντήσεις και έχει αποφανθεί σχετικά με το μνημειώδες πια φάγωμα της πρώτης μπανάνας του το 2019 πως το θεωρεί θεμιτό, αρκεί την επόμενη φορά το φρούτο να καταναλωθεί μαζί με τη φλούδα και βέβαια την κολλητική ταινία.