Φανταστείτε ένα μικρό, πολύ μικρό, αλλά σε μεγάλο βαθμό ορεινό κομμάτι γης, ντυμένο απ’ άκρη σ’ άκρη με την πιο πυκνή βλάστηση, ακουμπισμένο στο κέντρο ενός σχεδόν ανέγγιχτου κοραλλιογενούς υφάλου με γαλαζοπράσινα νερά. Η εικόνα μπορεί να γίνει ακόμα πιο θελκτική αν προσθέσουμε παραλίες με λευκή άμμο, εντυπωσιακούς βραχώδεις σχηματισμούς που ξαφνικά δίνουν στο τρυφερό τοπίο ένταση και δραματικότητα και ψηλά και θαλερά δέντρα γεμάτα καρπούς που απλώνεις το χέρι σου, τους κόβεις και τους απολαμβάνεις καθισμένος στη σκιά (ή στο κομψό δεντρόσπιτό σου) με θέα προς τον Ειρηνικό Ωκεανό που σε κυκλώνει. Γιατί, ναι, ο παράδεισος υπάρχει! Το όνομα αυτού, Lord Howe Island, δηλαδή Νήσος Λορντ Χάου. Θα χρειαστείτε μεγεθυντικό φακό για να την εντοπίσετε στον χάρτη, καθώς μοιάζει με μικροσκοπική κουκκίδα μέσα στην απεραντοσύνη του βαθυγάλανου σύμπαντος, εκεί όπου η Θάλασσα της Τασμανίας συναντά τη Θάλασσα των Κοραλλιών. Βρισκόμαστε στην ανατολική πλευρά της Αυστραλίας, απέναντι από το Σίδνεϊ. Σχεδόν απέναντι, αλλά και πολύ μακριά, αφού το ταξίδι με το αεροπλάνο (ο μοναδικός τρόπος για να φθάσεις εκεί) διαρκεί δύο ώρες – η απόσταση είναι περίπου 700 χιλιόμετρα. Αξίζει όμως με το παραπάνω, λένε οι λίγοι που έχουν απολαύσει μερικές ημέρες διακοπών σε αυτή την ωκεάνια όαση.
Ξενοδοχεία του ονείρου
Λίγοι, καθώς για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος η Νήσος Λορντ Χάου δέχεται πολύ περιορισμένο αριθμό επισκεπτών: Ο μέγιστος αριθμός που μπορεί να φιλοξενήσει κάθε φορά είναι τα 400 άτομα. Αυτός είναι όμως και ο κυριότερος λόγος στον οποίο οφείλει τη διατήρηση της παραμυθένιας ομορφιάς της, σε μια εποχή που άλλα μέρη του πλανήτη, εξίσου όμορφα, έχουν καταστραφεί από την αλόγιστη τουριστική ανάπτυξη. Κατά τα άλλα, οι λίγοι τυχεροί που καταφέρνουν να επισκεφθούν το Λορντ Χάου απολαμβάνουν εξαιρετικά υψηλού επιπέδου φιλοξενία σε ξενοδοχεία όπως το «Capella Lodge», που οι περισσότεροι από εμάς βλέπουμε μόνο στα πιο όμορφα όνειρά μας. Το συγκρότημα είναι χτισμένο σε μια από τις ομορφότερες τοποθεσίες του νησιού και οι τιμές των δωματίων του ξεκινούν ανά διανυκτέρευση από τα 600 ευρώ για το πιο απλό και ανεβαίνουν πάνω από τα 1.200 ευρώ. Οι σουίτες του (λιτές, διακριτικά χτισμένες μέσα στο δάσος, αλλά και πολυτελείς) είναι κατασκευασμένες «στο ανέμελο πνεύμα της αυστραλιανής παραλιακής κατοικίας» και προσφέρουν θέα στη θάλασσα. Εξαιρετικά υψηλής αισθητικής είναι επίσης το «Arajilla Retreat» με τις υπέροχες ξύλινες βεράντες του και το «Admiralty Apartments». Τα «Broken Banyan», «Waimarie Apartments» και «Somerset Apartments» είναι σχετικά πιο οικονομικές λύσεις.
Ανορθόδοξα ξεκινήσαμε, θα μπορούσε να παρατηρήσει κάποιος, την ξενάγησή μας στο Λορντ Χάου: Αντί να εστιάσουμε στις ομορφιές του νησιού, βολτάρουμε στα δωμάτια και στις πισίνες των ξενοδοχείων του. Ομως, στον εν λόγω προορισμό οι περισσότεροι επισκέπτες για αυτό σπεύδουν: για να ξεκουραστούν, για να χαλαρώσουν και για να απολαύσουν την περιποίηση που παρέχουν τα καταλύματά του. Οσο για τη φύση, αυτή τους περιμένει, σε κάθε βήμα τους, για να τους εντυπωσιάσει, είτε πάρουν μέρος σε κάποια από τις εκδρομές που οργανώνονται εκεί είτε αποφασίσουν να περάσουν όλες τις ημέρες στις εγκαταστάσεις των ξενοδοχείων τους, αφού το εξωτικό δάσος εισβάλλει παντού, μέσα στις αυλές, στις σκεπαστές βεράντες όπου σερβίρεται το πρωινό, στα εστιατόρια δίπλα στις πισίνες, ακόμα και στα δωμάτια με τα τεράστια παράθυρα-τζαμαρίες. Στο Λορντ Χάου δεν βγαίνεις έξω για να απολαύσεις τη φύση, ζεις μέσα στη φύση κάθε λεπτό της ημέρας!
Προορισμός για όλες τις εποχές
Το νησί έχει μήκος σχεδόν 10 χιλιόμετρα, ενώ το πλάτος του στο ευρύτερο σημείο του φθάνει κατά μέσο όρο τα 2 χιλιόμετρα. Επομένως, ένας άνθρωπος που δεν φοβάται το περπάτημα μπορεί να το γνωρίσει όλο (ή σχεδόν όλο) πεζοπορώντας μέσα σε μία ημέρα. Εχει γύρω στους 380 μόνιμους κατοίκους. Ακόμα και αν προσθέσουμε τους 400 επισκέπτες που επιτρέπονται, καταλαβαίνουμε πως το τελευταίο για το οποίο θα δυσανασχετήσουμε είναι η πολυκοσμία. Το Λορντ Χάου περιλαμβάνεται από το 1982 στα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO λόγω και της λιμνοθάλασσας με τα κοράλλια που το περιβάλλει. Θεωρείται μάλιστα πως έχει τον νοτιότερο κοραλλιογενή ύφαλο του κόσμου. Τα τρία τέταρτα της εκτάσεώς του διατηρούνται σχεδόν ανέγγιχτα και αποτελούν εθνικό πάρκο. Το κλίμα του είναι υποτροπικό, με ζεστά καλοκαίρια και με ήπιους χειμώνες. Η θερμοκρασία κατά τους μήνες του θέρους κυμαίνεται από 25 ως 28 βαθμούς και την υπόλοιπη χρονιά από 18 ως 22. Αυτό σημαίνει πως δραστηριότητες όπως η πεζοπορία στα δασικά μονοπάτια και η αναρρίχηση στις ηφαιστειογενείς κορυφές του, γιατί και τέτοιες έχουν χωρέσει μέσα στην εξαιρετικά περιορισμένη έκτασή του, μπορούν να γίνονται καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Για θαλάσσια μπάνια η καλύτερη περίοδος ξεκινά τον Σεπτέμβριο και διαρκεί ως τον Μάιο. «Σπίτι» σπάνιων πτηνών και πλούσιο σε θαλάσσια ζωή, το νησί γίνεται όλο και πιο δημοφιλής προορισμός για τους παρατηρητές της ζωής στη φύση. Αλλά και η βρίθουσα από σπάνια είδη χλωρίδα του είναι ένας ακόμα λόγος που το έχει καταστήσει δημοφιλές στον σύγχρονο ταξιδιώτη, τον άνθρωπο που προσπαθεί, έστω κατά τα σύντομα διαλείμματα της πιεσμένης καθημερινότητάς του, να επιστρέφει στην αγκαλιά της μητέρας φύσης για να αποτοξινωθεί και να γεμίσει τις μπαταρίες του με ενέργεια και τα μάτια του με ομορφιά!
Προτάσεις για πεζοπορία
Eνας από τους ομορφότερους περιπάτους που μπορεί να κάνει κανείς είναι ο Malabar Walk: Πρόκειται για μια ανηφορική διαδρομή μέσα από τα φοινικόδεντρα σε έναν λόφο από την κορυφή του οποίου βλέπεις την καλύτερη παραλία του νησιού, την παραλία Ned, και μεγάλο μέρος της λιμνοθάλασσας. Η τοποθεσία είναι δημοφιλής στους φωτογράφους, καθώς προσφέρει την ευκαιρία για μοναδικές λήψεις την ώρα της ανατολής του ήλιου. Η εξερεύνηση του όρους Gower είναι εξίσου ενδιαφέρουσα εκδρομή. Καταλήγει στη μία από τις δύο πιο εντυπωσιακές κορυφές του νησιού – η άλλη είναι το όρος Lidgbird -, η οποία φθάνει το ύψος των 875 μέτρων. Στη διαδρομή ο περιπατητής συναντά εντυπωσιακούς βραχώδεις σχηματισμούς από βασάλτη και πυκνά δάση μέσα στα οποία ζουν εκατοντάδες είδη πτηνών. Η ανάβαση διαρκεί οκτώ ώρες και γίνεται μόνο με τη συνοδεία ντόπιου ξεναγού που γνωρίζει καλά το δάσος (το οποίο συχνά είναι βυθισμένο στην ομίχλη) και τα τερτίπια του. Οι βόλτες με βάρκες με γυάλινο πυθμένα, η επίσκεψη με πλεούμενο στην (επίσης προστατευόμενη από την UNESCO) Πυραμίδα του Μπολ, τον μεγαλύτερο στον κόσμο ηφαιστειακό βράχο που αναδύεται από τη θάλασσα (έχει ύψος 562 μέτρων και πήρε το όνομά της από τον εξερευνητή Χένρι Λίντγκμπερντ Μπολ που την ανακάλυψε το 1788) και οι καταδύσεις, πάντα με τη συνοδεία ειδικού, στον κοραλλιογενή ύφαλο έρχονται για να ολοκληρώσουν την εμπειρία. Και για να μας θυμίσουν για μία ακόμα φορά την αποστομωτική ομορφιά της άγριας φύσης και την υποχρέωσή μας να την προστατεύσουμε!