Το ενδιαφέρον με τα καπέλα είναι ότι πέρα από τη χρησιμότητά τους, την προστασία της κεφαλής π.χ. από τον ήλιο ή τη βροχή, έχουν το «χάρισμα» να δημιουργούν χαρακτήρα ή ακόμα και να βελτιώνουν την εικόνα πολλών από εκείνους που τα φορούν. Ασφαλώς, τα καπέλα δεν ταιριάζουν σε όλους, ενώ κάθε κεφάλι δεν είναι απαραιτήτως «φτιαγμένο» από τη φύση του για να φορά καπέλο. Αν όμως πράγματι ταιριάζει στο κεφάλι, ένα καπέλο μπορεί ακόμα και να απογειώσει την εμφάνιση του άνδρα ή της γυναίκας που το φοράει. Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους τα καπέλα έχουν μια τόσο μακρά σχέση με τις κινηματογραφικές ταινίες. Από τα πρώτα βήματα του σινεμά το καπέλο δεν λείπει ποτέ από τα looks των ηθοποιών. Φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τις πρώτες δεκαετίες του 20ούαιώνα το καπέλο αποτελούσε και μέρος της καθημερινής γκαρνταρόμπας ανδρών και γυναικών, οπότε δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε χωρίς κάλυμμα κεφαλής σταρ του βωβού σινεμά όπως την Γκρέτα Γκάρμπο και τη Θέντα Μπάρα. Αλλά και αργότερα, όταν το καπέλο – τουλάχιστον στους άνδρες – έπαψε να φοριέται σε καθημερινή βάση, δεν σταμάτησε πού και πού να επιστρέφει στη μόδα μέσω του κινηματογράφου. Στις γραμμές που ακολουθούν θα κάνουμε στάσεις σε ορισμένα από τα εκατοντάδες χιλιάδες καπέλα που ανέδειξαν εμβληματικούς χαρακτήρες του κινηματογράφου, βοηθώντας ουσιαστικά τους/τις ηθοποιούς που τα φόρεσαν να χαραχθούν στο υποσυνείδητο των θεατών και να αποκτήσουν τη δική τους θέση στη σινεφίλ αιωνιότητα.
Bowler Ηat
Είναι κυριολεκτικά αδύνατον να φέρουμε στο μυαλό μας τον «Αλήτη» του Τσάρλι Τσάπλιν, γνωστό και ως «The Tramp», μία από τις πρώτες και χαρακτηριστικότερες φιγούρες του σινεμά, χωρίς το σήμα κατατεθέν του, το στρογγυλό Bowler καπέλο που όχι μόνο φορούσε αλλά και συνήθιζε να «παίζει», σαν ταχυδακτυλουργός, μαζί του. Και να που πάρα πολλά χρόνια αργότερα, ένα διαφορετικού τύπου καπέλο Bowler θα μετατρεπόταν σε… εργαλείο αποκεφαλισμού, αν θυμηθούμε πώς χρησιμοποιούσε το δικό του ο Οντ-τζομπ (Χάρολντ Σακάτα), το πρωτοπαλίκαρο του «Χρυσοδάκτυλου» (Goldfinger, 1964) στην ομότιτλη ταινία Τζέιμς Μποντ με τον Σον Κόνερι. Και αλήθεια, ποιος μπορεί να ξεχάσει την εφιαλτική εικόνα του Μάλκολμ Μακ Ντάουελ με το Βowler που φοράει ενώ σκοτώνει και βιάζει στο «Κουρδιστό πορτοκάλι» (A Clockwork Orange, 1971) του Στάνλεϊ Κιούμπρικ; Για να γυρίσουμε για λίγο στην εποχή των πρώτων βημάτων του σινεμά, κεφάλια όπως αυτά των Ολιβερ Χάρντι και Σταν Λόρελ (βλ. «Χοντρός – Λιγνός»), του Μπάστερ Κίτον και του Φάτι Αρμπακλ έμοιαζαν γυμνά χωρίς το απαραίτητο αξεσουάρ, σε μια εποχή, βέβαια, που τα καπέλα ήταν ούτως ή άλλως απαραίτητο συμπλήρωμα τόσο της ανδρικής όσο και της γυναικείας ενδυμασίας.
Ενα με τον ρόλο
Δεν υπάρχει γουέστερν χωρίς καπέλο, επομένως το συγκεκριμένο είδος αποτελεί κεφάλαιο από μόνο του. Ηθοποιοί που ταυτίστηκαν με το είδος, από τον Τζον Γουέιν μέχρι τον Κλιντ Ιστγουντ και από τον Γκάρι Κούπερ μέχρι τον Τσαρλς Μπρόνσον, είδαν την καριέρα τους να συμβαδίζει με το καουμπόικο καπέλο και ένα από τα πιο στυλάτα είναι εκείνο που φοράει ο Ιστγουντ στους «Ασυγχώρητους» (Unforgiven, 1992) που γύρισε ο ίδιος. Eνα άλλο καουμπόικο καπέλο που σημάδεψε για πολλά χρόνια την καριέρα του ηθοποιού που το φόρεσε είναι εκείνο το κατάμαυρο του Γιουλ Μπρίνερ στο γουέστερν «Και οι επτά ήταν υπέροχοι» (The Magnificent Seven, 1960). Παραλλαγές του ίδιου πιστολέρο, με το ίδιο μαύρο καπέλο ο Μπρίνερ έπαιξε και σε άλλες ταινίες, ακόμα και στο θρίλερ επιστημονικής φαντασίας «O επαναστάτης της νύχτας» (Westworld, 1973), όπου είναι ένα θανατηφόρο ρομπότ με την ίδια μορφή που είχε στους «Υπέροχους»!
Αρκετοί πάντως είναι οι ηθοποιοί οι οποίοι ταυτίστηκαν πλήρως με το καπέλο που έχουν φορέσει σε ταινίες (κυρίως εποχής), όπως συνέβη με τον Χάρισον Φορντ που φοράει το ίδιο τσόχινο outback σε όλες τις ταινίες Ιντιάνα Τζόουνς, από το 1981, στους «Κυνηγούς της Χαμένης Κιβωτού», μέχρι τις μέρες μας, στο «Indiana Jones and the Dial of Destiny», που θα κάνει πρεμιέρα στο Φεστιβάλ των Καννών σε μερικές εβδομάδες. Το πειρατικό τρίκερο του Καπετάνιου-φάντασμα Τζακ Σπάροου που υποδύθηκε ο Τζόνι Ντεπ στις ταινίες του franchise «Οι Πειρατές της Καραϊβικής» (Pirates of the Caribbean, 2003-) ανήκει επίσης στα πιο διάσημα καπέλα του σύγχρονου κινηματογράφου.
Από την «Καζαμπλάνκα» στα… Panama
Εδώ και πάρα πολλά χρόνια κατασκευαστές καπέλων δίνουν ονόματα ηθοποιών σε δημιουργίες τους, όπως για παράδειγμα τo ιστορικό ιταλικό πιλοποιείο Borsalino (ιδρύθηκε το 1857), που για τη σεζόν Φθινόπωρο/Χειμώνας 2020-2021 λάνσαρε το συλλεκτικό καπέλο της πέμπτης σειράς «Bogart by Borsalino Cut 5», σε αποκλειστική συνεργασία με τo Humphrey Bogart Estate που διαχειρίζεται τα δικαιώματα του ονόματος του θρυλικού ηθοποιού. Σε φιλμ όπως τα «Στη βοή της καταιγίδας» (Key Largo, 1948) και «Ο μεγάλος ύπνος» (The Big Sleep, 1946), ο Μπόγκαρτ έχτισε την εικόνα του φορώντας κομψά καπέλα και η «Καζαμπλάνκα» (Casablanca, 1942), στην οποία αποφεύγοντας το παραδοσιακό στυλ Panama και αντ’ αυτού φορώντας την εξίσου εμβληματική τσόχινη fedora, είναι ίσως το απόλυτο παράδειγμα. Αλλά και το καπέλο που φορούσε η Ινγκριντ Μπέργκμαν στην «Καζαμπλάνκα», με το κυρτό, φαρδύ γείσο, έχει αποτελέσει πηγή έμπνευσης στις νεότερες εποχές.
Να θυμίσουμε εδώ ότι το όνομα του οίκου Borsalino έχει στολίσει και τίτλο ταινίας, της ομότιτλης γκανγκστερικής περιπέτειας του 1970 σε σκηνοθεσία Ζακ Ντερέ με πρωταγωνιστές τον Αλέν Ντελόν και τον Ζαν-Πολ Μπελμοντό που υποδύονται ένα ντουέτο γκάνγκστερ της δεκαετίας του 1920. Μάλιστα, ήταν ο ίδιος ο Ντελόν, ως παραγωγός του «Μπορσαλίνο», εκείνος που είχε την ιδέα για τον τίτλο του φιλμ, και την εξέφρασε στον Ντερέ κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος στα γυρίσματα. Ο Ντερέ βεβαίως συμφώνησε αμέσως, ενώ η εταιρεία Βorsalino χρηματοδότησε μέρος της παραγωγής και φυσικά έντυσε τους πρωταγωνιστές με τις δημιουργίες της.
Περίοπτη θέση ανάμεσα στα πιο διάσημα καπέλα του σινεμά κατέχει βεβαίως το καπέλο Panama, του οποίου το χαρακτηριστικό στυλ αναπτύχθηκε την εποχή των ισπανών κατακτητών και βασίζεται στην τέχνη της υφαντικής των ιθαγενών του Ισημερινού. Το Panama είναι ίσως το μοναδικό καπέλο που έχει αντέξει πέρα για πέρα στη δοκιμασία του χρόνου ώστε να αναδειχθεί σε διαχρονικό σύμβολο κομψότητας και στυλ. Το έχουν φορέσει οι πάντες, από τον Κλαρκ Γκέιμπλ στο «Οσα παίρνει ο άνεμος» (Gone With the Wind, 1939) του Βίκτορ Φλέμινγκ και τον Τζέιμς Στιούαρτ στον «Ανθρωπο που γνώριζε πολλά» (The Man Who Knew Too Much, 1956) του Αλφρεντ Χίτσκοκ, μέχρι τον Αντονι Χόπκινς στο «Χάνιμπάλ» (Hannibal, 2001) του Ρίντλεϊ Σκοτ και τον Τζόνι Ντεπ, όταν υποδύθηκε για δεύτερη φορά στην καριέρα του ήρωα από βιβλίο του δημοσιογράφου Χάντερ Σ. Τόμσον στο «Μεθυσμένο ημερολόγιο» (The Rum Diary, 2011) του Μπρους Ρόμπινσον (είχε προηγηθεί το «Φόβος και Παράνοια στο Λας Βέγκας» του 1998).
Τα ψάθινα καπέλα
Αν είναι να μιλήσουμε για καλοκαιρινό look, ένα είναι το στυλ καπέλου που αφήνει πίσω του όλα τα άλλα. Το ψάθινο καπέλο, το ψαθάκι, όπως συνηθίζουμε χαϊδευτικά να το αποκαλούμε, παραμένει το πιο χαριτωμένο και στυλάτο ανδρικό και γυναικείο καπέλο για το καλοκαίρι – και ίσως όχι μόνο για το καλοκαίρι. Απαλό και σε μια φίνα, απλή γραμμή, αποπνέει μια αίσθηση διαχρονικότητας. Δεν είναι τυχαίο που πολλές διασημότητες ταυτίστηκαν με το ψάθινο καπέλο, είτε φορώντας το για τις ανάγκες κάποιου ρόλου είτε στην ιδιωτική τους ζωή. Ο Χάρολντ Λόιντ, ο Φρεντ Αστέρ και ο Μορίς Σεβαλιέ ανήκουν στις χαρακτηριστικές περιπτώσεις ηθοποιών που φορούσαν συχνά ψαθάκι. Στη γυναίκα, πάντως, το καπέλο είναι από μόνο του κεφάλαιο ξεχωριστό. Εχει φορεθεί, φοριέται και πάντα θα φοριέται, ενώ αμέτρητες είναι οι γυναίκες του σινεμά που έχουν αφήσει ισχυρό αποτύπωμα στην οθόνη χάρη στα ψαθάκια τους. Οπως η Σκάρλετ Ο’ Χάρα της Βίβιαν Λι που φορούσε ένα τεράστιο ψάθινο καπέλο που έδενε με πράσινο φιόγκο στον λαιμό στο «Οσα παίρνει ο άνεμος». Eξίσου εντυπωσιακό ήταν και το ευμέγεθες λευκό πλεκτό καπέλο της Γκρέις Κέλι σε σκηνές της ταινίας του Αλφρεντ Χίτσκοκ «Το κυνήγι του κλέφτη» (To Catch a Thief, 1955). Η Γκλόρια Σουάνσον είχε φορέσει ένα σκουρόχρωμο καπέλο στη «Λεωφόρο της Δύσης» (Sunset Boulevard, 1950) του Μπίλι Γουάιλντερ και η Οντρεϊ Χέπμπορν στις αρχές της δεκαετίας του 1960 θέσπισε ένα ολοδικό της στυλ χάρη και στα καπέλα που φορούσε στο «Πρόγευμα στο Τίφανις» (Breakfast at Tiffany’s, 1961) του Μπλέικ Εντουαρντς – ακόμα και στην «Ωραία μου κυρία» (My Fair Lady, 1964) του Τζορτζ Κιούκορ. Ομορφα και διαφορετικά μεταξύ τους καπέλα φόρεσε η Μέριλ Στριπ στο «Πέρα από την Αφρική» (Out of Africa, 1985), η Τζούλια Ρόμπερτς, στο «Pretty Woman» (1990) του Γκάρι Μάρσαλ, αλλά και το δίδυμο Μπριζίτ Μπαρντό – Ζαν Μορό στην κωμωδία γουέστερν «Viva Maria!» (1965). Ακόμα και αν είναι ξεθωριασμένο και τρύπιο, ένα ψαθάκι μπορεί να είναι σέξι και τα παραδείγματα είναι αρκετά: από την Κατρίν Ντενέβ στην αισθηματική κομεντί «Οι άνδρες της ζωής μου» (Je vous aime, 1980), μέχρι – γιατί όχι; – την Αλίκη Βουγιουκλάκη στη «Μανταλένα» (1960).
Η περίπτωση Ντάναγουεϊ
Η Φέι Ντάναγουεϊ αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση, γιατί σε αυτήν ταίριαζαν πάντα όλα τα καπέλα, είτε ήταν το καουμπόικο και το μπερεδάκι της στο «Μπόνι και Κλάιντ» (1967) δίπλα στον Γουόρεν Μπίτι είτε το καλοκαιρινό καπέλο με το τεράστιο γείσο που φορούσε ως ντετέκτιβ της ασφαλιστικής εταιρείας στην «Υπόθεση Τόμας Κράουν» (1968) δίπλα στον Στιβ Μακ Κουίν. Για την ακρίβεια, ο μπερές της Ντάναγουεϊ στο «Μπόνι και Κλάιντ» είχε προκαλέσει τεράστια αίσθηση στον κόσμο της μόδας. Η Ντάναγουεϊ, σε έναν πραγματικά πρωτοποριακό κινηματογραφικό ρόλο, έφτιαξε μια ηρωίδα της οποίας το ντύσιμο και ο τρόπος τη μετέτρεψαν σε ένα style icon της δεκαετίας του ’60. Ωστόσο, η ομορφότερη εικόνα της Ντάναγουεϊ στον κινηματογράφο ίσως να είναι εκείνη στην «Chinatown» (1974) του Ρόμαν Πολάνσκι, όπου βλέπουμε τη «μοιραία» Εβελιν Μάλρεϊ που υποδύεται η ηθοποιός να φοράει διάφορα τσόχινα καπέλα fedora και να αποκτά ένα πραγματικά αξεπέραστο στυλ, κάτι που ισχύει και για τον παρτενέρ της Ντάναγουεϊ στην ίδια ταινία, τον Τζακ Νίκολσον, o οποίος υποδύεται τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Τζέι Τζέι Γκίτις. Ο Νίκολσον δεν έχει υπάρξει ποτέ κομψότερος από όσο εδώ.
Σκούφοι και Deerstalkers
Ο Νίκολσον είναι ένας ακόμη ηθοποιός που έχει φορέσει αρκετά καπέλα στην καριέρα του, όμως το μαύρο σκουφί του στη «Φωλιά του κούκου» (One Flew Over the Cuckoo’s Nest, 1975) είναι το πιο χαρακτηριστικό και κατά κάποιον τρόπο τονίζει την αντισυμβατικότητα, επαναστατικότητα και απειθαρχία του ήρωα που εκεί υποδύεται. Οχι ιδιαίτερα στυλάτο, το σκουφί δεν είναι «εύκολο» καπέλο, αν και σε κάποιους ηθοποιούς έχει ταιριάξει θαυμάσια. Οπως στον Στιβ Μακ Κουίν στον «Πεταλούδα» (Papillon, 1973), αλλά και στον Αλ Πατσίνο, που το φόρεσε την ίδια χρονιά ως μυστικός αστυνομικός στο «Σέρπικο» (Serpico, 1973) του Σίντνεϊ Λουμέτ και ως περιπλανώμενος λούμπεν στο «Σκιάχτρο» (Scarecrow, 1973) του Τζέρι Σάτσμπεργκ. Στην ίδια ταινία ο φίλος του Πατσίνο, ο Τζιν Χάκμαν, φοράει μια ταλαιπωρημένη τραγιάσκα, είδος καπέλου πολύ πιο δημοφιλές από το σκουφί και φορεμένο επίσης από πάρα πολλούς ηθοποιούς, ανάμεσά τους ο Ζαν-Πολ Μπελμοντό στην περιπέτεια εποχής «Μπάτσος ή αλήτης» (Flic ou voyou, 1979) και βέβαια ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο, στον ρόλο του Βίτο Κορλεόνε στην ταινία «Ο Νονός ΙΙ» (The Godfather: Part ΙΙ, 1974) του Φράνσις Φορντ Κόπολα, για τον οποίο κέρδισε το πρώτο του Οσκαρ. Εν τω μεταξύ, το παράδοξο είναι ότι η πιο διάσημη τραγιάσκα του σινεμά, η τραγιάσκα του κυνηγού (The Deerstalker αγγλιστί) που έχουν φορέσει σε δεκάδες ταινίες οι ηθοποιοί που έχουν υποδυθεί τον ντετέκτιβ Σέρλοκ Χολμς (ο Μπέιζιλ Ράθμποουν και ο Ρότζερ Μουρ ανάμεσά τους), έγινε διάσημη χωρίς στην πραγματικότητα να έχει άμεση σχέση με την ενδυμασία του Χολμς, έτσι όπως ο ήρωας πρωτοεμφανίστηκε στα μυθιστορήματα του σερ Αρθουρ Κόναν Ντόιλ!
Top Ηat
Αν και η μόδα του άρχισε να φθίνει με την άνθηση της ποπ κουλτούρας στη δεκαετία του 1960, το Tοp Hat, γνωστό και ως ημίψηλο, παραμένει επίσημο αξεσουάρ μόδας και εξακολουθεί να φοριέται από διασημότητες που εμμένουν στην εκκεντρικότητα. Με το ανορθόδοξο σχήμα του και τον όγκο που καταλαμβάνει, παραμένει το πιο παράξενο καπέλο στην ιστορία της πιλοποιίας και έχει επίσης δώσει τον τίτλο του διάσημου μιούζικαλ «Τοp Hat» (1935), όπου το φορούσε ο Φρεντ Αστέρ (και όχι μόνο). Ενας από τους σύγχρονους ηθοποιούς που το έχει φορέσει δύο φορές είναι ο Ντάνιελ Ντέι-Λιούις και μάλιστα παίζοντας δύο εκ διαμέτρου αντίθετους ρόλους. Τον πρόεδρο των ΗΠΑ Αβραάμ Λίνκολν στον «Lincoln» (2012) του Στίβεν Σπίλμπεργκ και τον Mπιλ «Χασάπη» Κάτινγκ, πυρήνα των εγκληματικών «Συμμοριών της Νέας Υόρκης» (Gangs of New York, 2002) του Μάρτιν Σκορσέζε.