«Μου φαίνεται ότι διακόπηκε μια σχέση μου με τους ανθρώπους ένα βράδυ που πέρναγαν καλά. Μπήκε μια, ας την πούμε, αόρατη λογοκρισία και δημιούργησε συνθήκες που με απομόνωσαν». Ετσι περιγράφει ο Λάκης Λαζόπουλος την απουσία του από τους τηλεοπτικούς δέκτες τα τελευταία χρόνια.

Σε μερικές εβδομάδες, ωστόσο, επιστρέφει από τη συχνότητα του MEGA με το «Αλ Τσαντίρι Νιουζ», ένα εγχείρημα που του επέτρεπε επί σειρά αρκετών ετών να σχολιάζει με τον δικό του καυστικό (και συνήθως πολύ αστείο) τρόπο την επικαιρότητα – και αυτό θα συμβεί και τώρα.

Ενθουσιασμένος, ατακαδόρος, προβληματισμένος, ο ίδιος θεωρεί ότι υπήρξε ένα συγκεκριμένο σύστημα που τον έβαλε στην απομόνωση επειδή τον είχε ταυτίσει με συγκεκριμένο πολιτικό κόμμα, όμως οι συνθήκες πλέον ωρίμασαν για να ακουστεί ξανά η φωνή του.

Το τίμημα τού να πάρει ένας καλλιτέχνης μια ξεκάθαρη θέση ήταν εύκολο να το δεχτείτε στην προκειμένη περίπτωση ή σας κόστισε πολύ;

Οχι, νομίζουν ότι μου κόστισε, όμως δεν μου κόστισε καθόλου. Ηξερα ότι αυτό που λέω έχει τίμημα και είμαι διατεθειμένος πάντα στη ζωή μου να το πληρώσω. Ξέρω να χάνω, ξέρω και να τολμάω, ξέρω και να αντιμετωπίσω ό,τι συμβεί. Περνάει όμως ο καιρός και αλλάζουν τα δεδομένα.

Τι είναι διαφορετικό δηλαδή τώρα;

Νομίζω ότι έχει δημιουργηθεί μια αναγκαιότητα, διότι χωρίς αυτή δεν σε καλεί κανένα κανάλι, και ιδιαίτερα εμένα που θεωρώ ότι υπήρχε εντολή να μη με πλησιάσει κανείς. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα τελευταία χρόνια δεν έγιναν κουβέντες, αλλά σε αυτές τις συζητήσεις υπήρχαν κάποια απαιτούμενα με τα οποία δεν συμφωνούσα, οι προϋποθέσεις ήταν τέτοιες δηλαδή που θα εμφάνιζαν τελικά έναν άλλον άνθρωπο.

Μέσα σας, ωστόσο, περιμένατε τη στιγμή για μία πρόταση άνευ όρων;

Μέσα μου ήξερα ότι ερχόταν η στιγμή για κάτι τέτοιο. Το καταλάβαινα, το μυριζόμουν στην ατμόσφαιρα. Εμφανίστηκε μια ανάγκη να μπορεί να υπάρχει και μια φωνή η οποία να λέει άλλα από αυτά που ακούμε καθημερινά στην τηλεόραση, όπου η δημοσιογραφία, ας πούμε, έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο που νομίζεις ότι όλοι μιλάνε την ίδια γλώσσα. Αλλάζεις κανάλι και ακούς τα ίδια, αλλά από διαφορετικά πρόσωπα – αυτό είναι εφιαλτικό.

Αυτό είναι μια γενική παρατήρηση, σε εσάς προσωπικά πώς έχει εκδηλωθεί αυτή η αναγκαιότητα;

Την έχω δει να εκδηλώνεται καθημερινά. Μπορούμε να φύγουμε τώρα από εδώ όπου κάνουμε τη συνέντευξη, να περπατήσουμε την Πανεπιστημίου και δεν υπάρχει περίπτωση να μη βρεθούν αρκετοί άνθρωποι που να μου πουν: «Πρέπει να βγείτε στην τηλεόραση», «σας έχουμε ανάγκη», «θέλουμε να σας ακούσουμε». Μου τα λένε αυτά τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, ολοένα και περισσότερο, πιο πριν δεν μου τα λέγανε.

Το «Αλ Τσαντίρι Νιουζ» του 2024 σε τι θα είναι διαφορετικό και σε τι ίδιο συγκριτικά με τις παλαιότερες εκδοχές του;

Δεν ξέρω να πω πραγματικά. Το θέμα είναι αν εγώ μπορώ να διαβάσω σωστά την εποχή, διότι το «Τσαντίρι» πάντα αυτό έκανε. Φυσικά θα υπάρχουν βελτιώσεις, βοηθάει πάρα πολύ η τεχνητή νοημοσύνη σε αυτό που κάνω, θα μπορούν να μιλούν τα πρόσωπα των πολιτικών με δικά μου κείμενα, πρόκειται για κάτι πάρα πολύ ζωντανό. Αυτή τη στιγμή δοκιμάζουμε πώς θα καταφέρουμε να βάλουμε και κάποιον ήρωα των «10 Μικρών Μήτσων» να λέει λόγια σημερινά.

Θα υπάρχουν κάποια καινούργια στοιχεία, το βασικό όμως είναι να λειτουργήσει η σύνθεσή τους. Δοκίμαζα τον κόσμο τους τελευταίους μήνες με την παράστασή μου, οπότε ξέρω προς τα πού να πάω. Καταλαβαίνω όμως ότι ο κόσμος φοβάται – και γενικώς αλλά και για μένα.

Εννοείτε ότι φοβούνται να μην ξεπεράσετε κάποιο όριο;

Είναι σαν να κάνω εγώ ένα ακροβατικό και να με παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα μην τυχόν και κάνω κάποια λάθος κίνηση. Νομίζω ότι όταν το κοινό συνδεθεί συναισθηματικά με οποιονδήποτε δημιουργό, τον αγκαλιάσει πραγματικά και δεν τον θαυμάζει απλώς, εκδηλώνει τελείως διαφορετικά την αγάπη του.

Βλέπω ότι με εμένα έχουν και μια έγνοια να μη μου συμβεί κάτι, ειδικά οι μεγάλοι άνθρωποι θα πουν «δεν χρειάζεται να τα λες και όλα», σαν να αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο από πριν και να θέλουν να με προειδοποιήσουν.

Αλλά αυτός ο φόβος δεν μπορεί να οδηγήσει κανέναν πουθενά. Αυτή η κατάσταση που η Ελλάδα έχει κλειστεί σε ένα δωμάτιο και χτυπιέται εκεί μέσα δεν μ’ αρέσει καθόλου. Θέλω να σπάσω τα τζάμια, να γκρεμίσω τους τοίχους και να φωνάξω. Νιώθεις ότι δεν έχεις δικαίωμα να πεις την παραμικρή κουβέντα χωρίς να περάσεις από έναν έλεγχο.

Δεν μπορώ σε αυτό το σημείο να μη σας ρωτήσω για το παλαιότερης τεχνολογίας κινητό που βρίσκεται μπροστά σας στο τραπέζι. Το χρησιμοποιείτε επειδή το όνομά σας έχει βρεθεί σε λίστα που δημοσιεύθηκε με πρόσωπα που παρακολουθούνταν από το Predator;

Ναι, κυκλοφορώ με αυτή τη συσκευή επειδή είναι πάρα πολύ βίαιο το να γνωρίζεις ότι η κάμερα σε καταγράφει όλη την ημέρα. Με αυτό το τηλέφωνο δεν μπορεί να με παρακολουθήσει κάποιο λογισμικό τύπου Predator, οπότε είπα ότι αν είναι να με παρακολουθεί κάποιος, ας με παρακολουθεί μόνο το κράτος.

Το «είχατε» πάντα με την ατάκα, όπως θα λέγαμε και στην καθομιλουμένη. Στοχεύετε στο να γίνονται στιγμιότυπα από την εκπομπή viral;

Δεν το έχω στον νου μου καθόλου, όπως δεν το είχα και παλαιότερα, δεν λειτουργώ καθόλου έχοντας στο κεφάλι μου το ότι με βλέπει τόσος κόσμος. Προσωπικά, αισθάνομαι στην εκπομπή σαν να βρίσκομαι σε μια παρέα και μιλάω και προσπαθώ να περάσουμε καλά, και αυτό μπορεί να μεταδοθεί.

Δεν μπορώ να σκέφτομαι τι θα γραφτεί και τι θα πουν τα τρολ, ξέρω ακριβώς τι θα γράψουν, μπορώ να σας γράψω αναλυτικά όλα τα αρνητικά σχόλια από τώρα, ζήτημα δηλαδή θα είναι αν πέσω έξω σε κάνα δυο.

Photo Credits: Δημήτρης Σκουλός

Δεν υπάρχει περίπτωση κάποια από αυτά τα σχόλια να έχουν κάπου βάση;

Μπορεί να έχουν και σε όλα δίκιο, αλλά θα με αλλάξει εμένα αυτό; Δηλαδή, ας πούμε, ότι είμαι χτίστης και εφαρμόζω μια τεχνοτροπία και εσύ έρχεσαι και μου λες ότι σου αρέσει το πιτσιλωτό, τι μπορώ να σου κάνω;

Με αυτή τη λογική, απαλλάσσεστε από μια διαδικασία βελτίωσης χάρη στην κριτική των άλλων, μόνο η δική σας γνώμη για αυτό που κάνετε έχει βαρύτητα;

Η κριτική που με ενδιαφέρει προέρχεται από τον κόσμο, από τον κάθε άγνωστο που με βλέπει στον δρόμο και έρχεται με ειλικρίνεια και αυθόρμητα και μου λέει την άποψή του και μου τη λέει χωρίς περιστροφές, μη νομίζεις ότι δεν μου τη λέει.

Ενα διάστημα που το «Τσαντίρι» έκανε τις απίστευτες τηλεθεάσεις ήσασταν επί της ουσίας ο απόλυτος «Ελληνας Ιnfluencer», με την έννοια ότι ασκούσατε μεγάλη επιρροή. Μεθύσατε ποτέ από αυτή τη μορφή εξουσίας;

Το ρήμα «μεθύσατε» είναι πολύ ενδιαφέρον, διότι εγώ δεν πίνω και δεν έπινα ποτέ στη ζωή μου. Δεν έχω μεθύσει ποτέ στη ζωή μου, ούτε πιτσιρικάς, έβγαινα στα μπαρ ή σε νυχτερινά μαγαζιά και δεν έπινα.

Δεν θέλατε να χάσετε τον έλεγχο;

Ναι, ποτέ το μυαλό μου δεν το άφησα να παρασυρθεί από οτιδήποτε, και αυτό είναι κάτι το οποίο το ξέρω από έξι χρόνων. Οταν έχω κάτι να πω είναι σαν να κουβαλάω ένα γράμμα μέσα μου που πρέπει να φτάσει κάπου.

Το αν αυτό το γράμμα δίνει κάτι στους άλλους ή τους επηρεάζει μπορεί να το καταλάβω, το δέχομαι, το βλέπω, αλλά δεν σημαίνει ότι χρησιμοποιώ αυτή την επίγνωση για να κερδίσω κάτι. Αυτό που έχω να πω μπορεί να επηρεάζει, μπορεί να μην επηρεάζει, μπορεί να είναι ενδιαφέρον, μπορεί να μην είναι ενδιαφέρον, ό,τι και να γίνει το δέχομαι και δεν το παίρνω για να το κάνω κάτι άλλο.

Αν το ήθελα θα το είχα κάνει 100 φορές, δηλαδή αυτοί που πιστεύουν ότι μόνο από κάποιο κόμμα έρχονται και μου δίνουν μια γραμμή κάνουν λάθος. Ο τελευταίος σήμερα που έχει μία δημοσιότητα βρίσκεται σε κάποιο ψηφοδέλτιο. Το εξηγώ επειδή πραγματικά δεν έχω εξαργυρώσει ποτέ την επιρροή μου – αν δω συμπαθητικά πράγματα σε κάποιο πρόσωπο μπορώ, παρά το κόστος, να το πω, όχι επειδή με βάζει κάποιος άλλος, αλλά γιατί εγώ το πιστεύω και φυσικά θα πληρώσω εγώ το τίμημα, δεν τα φορτώνω αλλού.

Εχετε πέσει έξω όσον αφορά τα πρόσωπα που έχετε στηρίξει;

Οσον αφορά τον Τσίπρα, τον οποίο εκτιμούσα τότε, μια χαρά σηκώθηκε και έφυγε την ώρα που έπρεπε να φύγει, άρα ένας άνθρωπος που ξέρει και να φεύγει για εμένα καλό είναι, σωστό, από εκεί και πέρα δεν είχα καμία εκτίμηση κάπου αλλού.

Σήμερα υπάρχουν άνθρωποι τους οποίους εκτιμάτε στον χώρο της πολιτικής από τα πρόσωπα που βρίσκονται σε καίριες θέσεις, τέλος πάντων, ή που διεκδικούν καίριες θέσεις;

Καλά, στον ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή επικρατεί ένα φεστιβάλ γελοιότητας, όπου ο ένας γελοίος προσπαθεί να αποδείξει στον άλλον ποιος είναι πιο σοβαρός. Στο ΠαΣοΚ τον Γερουλάνο τον έβλεπα ως ένα συμπαθές πρόσωπο, για τον Δούκα δεν έχω άποψη, βλέπω όμως ότι προς το ΠαΣοΚ μάλλον θα στραφεί η κοινωνία, έτσι νιώθω.

Να σας ζητήσω την άποψή σας για τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία προσφέρει συχνά υλικό;

Ναι, τη συμπαθώ πολύ, παρότι όταν μιλάει της πετάω τελείες από μακριά. Δεν θέλει να κλείσει μια πρόταση γιατί «φτιάχνεται», επειδή αυτό που ακούει από τον εαυτό της τής αρέσει πάρα πολύ και βρίσκει έναν τρόπο να το επαναλαμβάνει. Είναι σαν μια γυναίκα στην κουζίνα που αφαιρείται κοιτάζοντας από το παράθυρο και χτυπάει τη μαγιονέζα στο μπλέντερ τόσο πολύ που στο τέλος τής «κόβει».

Οταν μου λένε ότι έχουμε μια δήλωση της Κωνσταντοπούλου απαντώ: «Παιδιά, βγάλτε μου το νόημα, κάντε μου μια σούμα να δω, για να μη χάσω μερικά λεπτά από τη ζωή μου». Και έχει σπουδάσει Nομική, όπου το πρώτο πράγμα που μαθαίνεις είναι πώς μπορούν όλα να γίνονται νόμος. Η Nομική σε εκπαιδεύει να σκέφτεσαι γρήγορα και να μπορείς να διατυπώσεις αυτό που λες με καθαρότητα για να το ακούσει ο άλλος – ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε αυτόν τον τομέα δεν τα πηγαίνει άσχημα, σχηματίζει αυτό που θέλει να πει, καλό ή κακό.

Την πιο αναλυτική σας γνώμη για τον Πρωθυπουργό θα περιμένουμε ούτως ή άλλως να τη δούμε στην εκπομπή, όμως εκπλήσσομαι που τον αναφέρετε για πρώτη φορά στην κουβέντα μας με κάτι που θεωρείτε προσόν του…

Και τα αλάρμ είναι προσόν για κάποιον που τα ανάβει ενώ πάει με 200 χλμ., αλλά για αυτόν που θα πέσει πάνω του δεν ξέρω τελικά πόσο βοηθητικά θα είναι. Δεν μου αρέσει πάντως καθόλου ο χειρισμός της κυβέρνησης στα Ελληνοτουρκικά.

Αυτό άκουσα να το λέτε και σε πρόσφατες τηλεοπτικές εμφανίσεις σας.

Νομίζω ότι καταλαβαίνω – με την έννοια του ότι ερμηνεύω τις κινήσεις που γίνονται – πως υπάρχει μια προσπάθεια να επαναπροσδιοριστούν οι όροι της συγκατοίκησης με τη γείτονα χώρα, υπάρχουν όμως και μερικοί άνθρωποι με τους οποίους δεν μπορούμε να συγκατοικήσουμε, όχι γιατί αυτοί είναι μουσουλμάνοι και εμείς χριστιανοί, αλλά διότι δεν θα μπορέσουμε να τα βρούμε παρά μόνο αν υποχωρήσουμε.

Καταλαβαίνω ότι δεν μπορούμε να τα βρούμε και θα πρέπει να υποχωρήσουμε, εγώ αυτό αντιλαμβάνομαι, νομίζω όμως πως αν υποχωρήσουμε, εκείνοι δεν θα σταματήσουν εκεί, δεν θα αρκεστούν σε αυτό. Προσωπικά, διαφωνώ και με την τόση κουβέντα για τη Χάγη. Παλαιότερα την ακούγαμε στη Χάγη και στη φέξη, τώρα ακούμε για αυτήν συνέχεια.

Από τους ανθρώπους ή τις ομάδες που τα τελευταία χρόνια έχουν βγει μπροστά και κάνουν σάτιρα ή χιούμορ που στρέφονται κατά της εξουσίας, ποιοι σας αρέσουν και σκέπτεστε ότι θα μπορούσατε ενδεχομένως να συνεργαστείτε μαζί τους;

Μου αρέσει αυτό που κάνουν στο Luben, εκτιμώ το χιούμορ τους, τους ξέρω πολύ καιρό, έχω μιλήσει μαζί τους και θα ήταν χαρά μου να επιζητήσω τέτοιες συνεργασίες με όποιους έχουν αντίστοιχη τόλμη.

Εχουμε πολύ καλούς stand-up comedians, ελάχιστοι όμως από αυτούς έχουν μια ουσία πολιτική, οι περισσότεροι δεν ασχολούνται με αυτό το πεδίο, δεν ξέρω γιατί, ίσως θεωρούν ότι δεν αφορά πολύ τον κόσμο, μιλάμε δηλαδή μια άλλη γλώσσα. Θα ήθελα όμως να έχω στο «Τσαντίρι» ανθρώπους που έχουν δύναμη στον λόγο τους και είναι αστείοι, ακόμη και αν εστιάζουν στις σχέσεις ή σε άλλα φαινόμενα, πιο κοινωνικά.

Photo Credits: Δημήτρης Σκουλός

Θα ήθελα να μου σχολιάσετε μερικά πράγματα που έχουν συζητηθεί και απασχολήσει τον κόσμο τελευταία, για παράδειγμα, τη Ματούλα Ζαμάνη που έβγαλε την μπλούζα της – ένα μη θέμα που έγινε θέμα.

Τη Ματούλα, πέραν του ότι την έχω φιλοξενήσει στο «Τσαντίρι» παλαιότερα, την αγαπάω τόσο πολύ, μου αρέσει που είναι τόσο ωραίος άνθρωπος, έχει τέτοια ωραία φωνή, πραγματικά τη χάρηκα, είναι χαλαρή και ωραία. Τι πρέπει να κάνουμε σε έναν χαλαρό και ωραίο άνθρωπο; Να της πούμε τι; Ολα αυτά είναι να είχαμε να λέγαμε.

Τη νεότερη γενιά καλλιτεχνών πώς τη βλέπετε;

Βλέπω πολλά αξιόλογα παιδιά, ειδικά στη νέα γενιά των ηθοποιών. Είναι πιο διαβασμένοι από εμάς, πιο ώριμοι, έχουν πολύ περισσότερες γνώσεις, ίσως έχουν και περισσότερες αγκυλώσεις, όμως βγαίνουν άνθρωποι με τρομερές ιδέες που παράγουν έργο.

Από την τελευταία φορά που ήσασταν ενεργός στην τηλεόραση έχουν συμβεί και σε δικό σας, προσωπικό επίπεδο σημαντικά και δύσκολα γεγονότα: ζήσατε απώλειες, περιπέτειες με την υγεία σας. Αυτά θα τα μοιραστείτε με κάποιον τρόπο με τον κόσμο;

Εγραψα το βιβλίο «Αλλες Γυναίκες Φοράνε τα Φουστάνια σου» για τη γυναίκα μου, την Τασούλα, για την πάλη της με τον καρκίνο και τον θάνατό της, όπου νομίζω ότι μίλησα για πολλά προσωπικά πράγματα.

Γράφω τώρα ένα άλλο βιβλίο με μερικές ιστορίες που τις θυμάμαι και μερικά πράγματα παντελώς άγνωστα για εμένα και αποφάσισα να τα μοιραστώ γιατί νομίζω ότι και μία ιστορία να εξηγήσεις, οι άνθρωποι καταλαβαίνουν τι έχει συμβεί στη ζωή ενός ανθρώπου.

Το κάνω αυτό γιατί αισθάνομαι ότι αν δεν τα γράψω τώρα που νομίζω ότι μπορώ να τα βλέπω κάπως, δεν θα καταφέρω να τα γράψω ποτέ. Η μνήμη λειτουργεί σαν κάρο, νομίζεις ότι τη βλέπεις να έρχεται από μακριά και νομίζεις ότι δεν θα φτάσει ποτέ και περνάει και φεύγει και γυρνάς και λες: «Πού είναι το κάρο;»

Υπάρχει κάτι για τον εαυτό σας ή τη ζωή γενικότερα το οποίο καταλάβατε πολύ νωρίς;

Κατάλαβα πολύ νωρίς πως ό,τι κι αν κάνω κάποιοι θα το θυμούνται, είναι τελείως ανώμαλο αυτό, αλλά το λέω και δεν ντρέπομαι. Είχα συνείδηση από το σχολείο ότι οι γύρω μου θα προσπαθούν να θυμηθούν τι έκανα. Εγώ όμως δεν έκανα απολύτως τίποτα, ήμουν πάρα πολύ ήσυχο παιδί, πάρα πολύ μελετηρός, όχι στο επίπεδο του απουσιολόγου, αλλά διαβαστερός, χωρίς να γίνομαι ποτέ υπερβολικά καλός…

Κατά κάποιον τρόπο, δηλαδή, αποφεύγατε να γίνετε το επίκεντρο του ενδιαφέροντος επειδή αντιλαμβανόσασταν πως ό,τι κι αν κάνατε θα άφηνε ένα αποτύπωμα πιο βαρύ από αυτό που μπορούσατε να διαχειριστείτε τότε;

Ισως. Ημουν πολύ φοβισμένο παιδί και δεν είχα καθόλου παρέες. Μου άρεσε να παρατηρώ, δηλαδή στην παιδική μου ηλικία και την εφηβεία μου νομίζω ότι ήμουν σαν κάμερα, δεν λειτουργούσα ανθρώπινα. Παρατηρούσα περισσότερο και δεν ήθελα να με κοιτάξουν γιατί ακριβώς όπως ένας ηθοποιός αν κοιτάξει την κάμερα χαλάει η ταινία, έτσι νόμιζα κι εγώ ότι αν με κοίταζαν θα καταλάβαιναν τι κάνω, τι παρατηρώ, και θα σταματούσαν να φέρονται με φυσικότητα, θα άρχιζαν να «παίζουν».

Στο ξεκίνημά μου εμπνεόμουν πολύ συχνά από ιστορίες που έβλεπα στο λεωφορείο, όταν πια έγινα αναγνωρίσιμος, και ειδικά από τους «Μήτσους» και μετά, μεταμφιεζόμουν για να μπορώ να παρατηρώ τον κόσμο, έβαζα μαλλιά, γυαλιά και έμπαινα στο τρένο για να ακούω τις κουβέντες που έκαναν οι άνθρωποι μεταξύ τους, γιατί όταν είσαι γνωστός δεν σου λένε αυτά που θέλουν αλλά αυτά που νομίζουν ότι θέλεις να ακούσεις. Το έχω κάνει πολύ αυτό με τις μεταμφιέσεις, μέχρι και για κολύμπι έχω πάει με άλλα μαλλιά, μου άρεσαν πάρα πολύ αυτά, είναι κομμάτια της ζωής μου με τα οποία γελάω πάρα πολύ.

Πέρα από το «Τσαντίρι», ετοιμάζετε για το MEGA και μία σειρά.

Είναι αυτό που ήθελα να κάνω από την αρχή, αυτό συζητούσα. Ο τίτλος είναι «Πνίξε τη Γιολάντα» και το σενάριο έχει να κάνει με ιστορίες οικογενειακές. Η πρώτη από αυτές θα εκτυλίσσεται σε 16 επεισόδια και θα έχει στο επίκεντρό της μια οικογένεια Ελληνοαμερικανών – οι γονείς, τρεις κόρες και ένας γιος – που αναγκάζονται για κάποιον, πολύ αστείο, λόγο να φύγουν από την Αμερική και να έρθουν στη Μυτιλήνη, που είναι η πατρίδα του χαρακτήρα.

Θα κάνουμε γυρίσματα σε Λέσβο, Αθήνα και Νέα Υόρκη. Θα δούμε πώς σε μια οικογένεια που έχει δομηθεί σε σαθρά θεμέλια μπορούν όλα να αποδομηθούν μέσα σε λίγους μήνες όταν μπουν άλλα πρόσωπα στη μέση ή όταν αλλάξουν τα ίδια τα μέλη της και πρέπει να γίνει σε μια στιγμή η αποδοχή πραγμάτων που όλοι τα απέφευγαν μια ζωή.

Θα έλεγα ότι ανήκετε σε μια γενιά, ίσως την τελευταία στην Ελλάδα, που έβγαλε κάπως «larger than life» προσωπικότητες, ανθρώπους πολύ έντονους και πληθωρικούς. Τι άλλαξε μέσα στα χρόνια και δεν υπάρχουν σήμερα αυτές οι γοητευτικές, σαρωτικές προσωπικότητες;

Ηδη από τη δική μου γενιά είχε χάσει την αίγλη του ο κινηματογράφος, οπότε σταμάτησε ο κόσμος να βλέπει τα πρόσωπα τεράστια στη μεγάλη οθόνη, εμείς πήγαμε στην οθόνη της τηλεόρασης και τώρα οι πρωταγωνιστές της εποχής βρίσκονται πλέον στη μικρή οθόνη του κινητού. Σήμερα έχει σημασία το σκρολάρισμα, όμως για πόσο καιρό θα σκρολάρεις προκειμένου να βλέπεις το ίδιο πράγμα;

Αλλάζει πολύ εύκολα και πολύ γρήγορα η εικόνα και έχει διασπαστεί η πραγματικότητα, έχει σπάσει σε χίλια κομμάτια. Παράλληλα μοίρασαν στα κανάλια τα ποσοστά, να έχουν από λίγο όλοι, να μην μπορεί κανείς να ξεπεράσει κανέναν και όλα να έχουν ένα μέτρο, δηλαδή όπως λέμε ότι ο Θεός τα πάντα εν σοφία εποίησε, τώρα η AGB τα πάντα εν σοφή διαταγή, φαντάζομαι, εποίησε, όλα είναι πολύ συγκεκριμένα και θα παράγονται από εδώ και πέρα μικρής ισχύος δημιουργοί που κανείς δεν θα αποκτά τη δυνατότητα να επηρεάζει το κοινό. Δεν θέλουν κανένας καλλιτέχνης να μπορεί να επηρεάζει τον κόσμο, όλα πρέπει να περνάνε από συγκεκριμένες κατευθύνσεις.

Οχι ότι δεν υπάρχουν προσωπικότητες, αλλά δεν υπάρχει το έδαφος για να αναπτυχθούν. Δηλαδή πήραν από κάτω το χώμα και όταν βάλεις ένα δέντρο κάπου χωρίς χώμα, δεν ανθίζει, μαραίνεται. Γίνανε όλα βολικά μπέντζαμιν, αυτό το φυτό που φοβάμαι, που το σιχαίνομαι από παιδί, με τρομάζει. Ζούμε σε μια εποχή μουγγή.

Πείτε μου με ποια λογική όταν συμβαίνει ένας πόλεμος στην ήπειρό μας αποφασίζει η Ευρώπη να μαθαίνω μόνο τη μία πλευρά; Δεν λέω ότι εκτιμώ τη Ρωσία, αλλά δεν θέλω να ξέρω μόνο την άποψη των Δυτικών. Φοβάμαι ότι όταν συνηθίζει κανείς την απόλυτα μονόπλευρη πληροφόρηση για κάτι που γίνεται μακριά του, δεν θα αντιδράσει όταν αυτό συμβεί και στη δική του χώρα.

 

INFO:

Το «Αλ Τσαντίρι Νιουζ»: Ερχεται τον Νοέμβριο στο MEGA.

*Οι εσωτερικές λήψεις της φωτογράφισης πραγματοποιήθηκαν στο ξενοδοχείο Athens Capital Hotel – MGallery Collection (Ελευθερίου Βενιζέλου 4 & Κριεζώτου 2, Πλατεία Συντάγματος).