Ενα μεταλλικό ερμάριο που προστατεύει ηλεκτρολογικό εξοπλισμό. Πάνω του ένα δοχείο προορισμένο να μαζεύει σταγόνες που στάζουν από την οροφή. Κουτιά από μπογιά επιτελούν τον ίδιο σκοπό στο έδαφος λίγο πιο πέρα. Ατμοί, ανοιγμένα χαρτόκουτα, καλώδια υψηλής τάσης γειτονεύουν με σκουπιδοτενεκέδες γεμάτους από χρησιμοποιημένα πλαστικά κυπελλάκια καφέ. Το σκηνικό της περιήγησης του Ρόουαν Μουρ, αρθρογράφου του περιοδικού «New Review» της εφημερίδας «The Observer», είναι ένας τόπος μεταξύ βικτωριανού λαβύρινθου και κυβερνοπάνκ διηγήματος. Εξωτερικά, τα Ανάκτορα του Γουέστμινστερ αποτελούν κόσμημα της ευρωπαϊκής κληρονομιάς και ένα από τα πιο επιβλητικά κτίρια παγκοσμίως. Εσωτερικά, τα υπόγεια του Βρετανικού Κοινοβουλίου μαρτυρούν την οδυνηρή καταπόνηση ενός οικοδομήματος στα όρια της αντοχής του. Το αίτημα της ριζικής ανακαίνισης συζητείται από το 2012, προσκρούει όμως στις πολιτικές αντεγκλήσεις, στο κόστος και στην ανάγκη εκκένωσης για μακρό χρονικό διάστημα. Ενώ όμως οι διαδικασίες καρκινοβατούν, κάποιοι, όπως σημείωνε ο Μουρ στις αρχές Ιουλίου, προειδοποιούν ότι το Κοινοβούλιο κινδυνεύει να αποβεί «η βρετανική Νοτρ Νταμ».
Τα Ανάκτορα του Γουέστμινστερ αναγνωρίζονται σήμερα ως αριστούργημα της βικτωριανής αρχιτεκτονικής, ένα ψευδογοτθικό σύμπλεγμα του σερ Τσαρλς Μπάρι που χρειάστηκε σχεδόν τρεις δεκαετίες για να ολοκληρωθεί. Μετά την καταστροφική πυρκαγιά του 1834 οι εργασίες ανοικοδόμησης ξεκίνησαν το 1840 και περαιώθηκαν οριστικά το 1876. Η Βουλή των Λόρδων είχε μετακομίσει στο ημιτελές κτίριο από το 1847, εκείνη των Κοινοτήτων μόλις το 1852. Η αξιολόγηση των χρηστών δεν ήταν θετική. Παρά την τεράστια έκτασή του (το μήκος του ισούται με το ύψος ενός μέσου ουρανοξύστη), η αίθουσα του κοινοβουλίου ήταν απελπιστικά μικρή: «Το νέο ανάκτορο δεν φτιάχτηκε για να στεγάζει σοβαρή εργασία», γνωμάτευσε ο βουλευτής των Τόρις Τσαρλς Σίμπθορπ. Το 1869 ο φιλελεύθερος πρωθυπουργός Γουίλιαμ Γκλάντστοουν θα χαρακτήριζε τον σχεδιασμό «παντελώς ανίκανο». Ωστόσο, στο Ηνωμένο Βασίλειο ό,τι αντέχει, καθαγιάζεται από τον χρόνο. Η στενότητα της αίθουσας των συζητήσεων κατέστη σταδιακά χαρακτηριστικό που θεωρείται ότι προάγει τον διάλογο και μια ιδιαίτερη οικειότητα μεταξύ των βουλευτών, ενώ όταν το 1941 το κτίριο επλήγη από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς και διακινήθηκε η ιδέα του ανασχεδιασμού του η επιμονή του Γουίνστον Τσόρτσιλ στην παραδοσιακή του μορφή εξασφάλισε τη φωτογραφική αναπαραγωγή του πρωτοτύπου.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος