Δεν µπορείς ούτε λίγα µέτρα να περπατήσεις παρέα µε τον Κώστα Μπακογιάννη χωρίς να τον σταµατήσει κάποιος πολίτης, είτε για να τον συγχαρεί και να του ευχηθεί καλή επιτυχία στις επερχόµενες εκλογές της 8ης Οκτωβρίου, είτε για να του εκφράσει κάποιο παράπονο. Δεν υπάρχει Κυριακή, γιορτή και σχόλη για τον Δήµαρχο της Αθήνας – ειδικά εφόσον βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο –, όµως ακόµη και αν είναι κουρασµένος δεν το δείχνει. Το BHMAgazino τον συνόδευσε σε µια βόλτα από τον λόφο του Κολωνού µέχρι τα Θυµαράκια και συζήτησε µαζί του γιατο όραµά του για την πρωτεύουσα, για τα λάθη και τις αστοχίες του και για τη ζωή του όταν ολοκληρωθεί ο κύκλος του στην τοπική αυτοδιοίκηση.

Κύριε Δήµαρχε, είναι έτοιµη η Αθήνα για ποσότητες νερού σαν αυτές που έπεσαν στη Θεσσαλία;

«Με τέτοιες πρωτόγνωρες ποσότητες νερού δεν θα τα βγάζαµε πέρα. Οπως ακόµα και στο Χoνγκ Κoνγκ προ oλίγων ηµερών που βίωσε τις χειρότερες πληµµύρες των τελευταίων 140 ετών. Είµαστε σε πόλεµο µε την κλιµατική κρίση και πρέπει να το καταλάβουµε, πρέπει να αλλάξουν το µοντέλο και η κουλτούρα της ελληνικής δηµόσιας διοίκησης, δεν µπορούµε πια να βρίσκουµε δικαιολογίες και άλλοθι για να µην κάνουµε τη δουλειά µας. Είναι γεγονός πως η Αθήνα, έτσι όπως αναπτύχθηκε επί δεκαετίες µε λανθασµένες και άστοχες αποφάσεις, είναι µια ανοχύρωτη πόλη. Προσπαθούµε, ξεκινώντας από κάθε γειτονιά, να δίνουµε πραγµατικές λύσεις σε πραγµατικά προβλήµατα, κι έτσι χαρτογραφήσαµε την πόλη και ανακαλύψαµε περισσότερα από 40 σηµεία ευαλωτότητας ή επικινδυνότητας. Αρχίσαµε να δουλεύουµε σε αυτά. Ενα-ένα. Γειτονιά-γειτονιά. Αρκετά τα έχουµε ολοκληρώσει, όπως στον σταθµό του ΗΣΑΠ στα Πετράλωνα και στο Θησείο που δεν είχαµε προβλήµατα ούτε στην πρόσφατη δυνατή νεροποντή, κάποια άλλα, στη λεωφόρο Ηρακλείου ή στη Ριζούπολη, τα έχουµε δροµολογήσει γιατί είναι πιο απαιτητικά. Μερικά άλλα είναι προγραµµατισµένο να γίνουν στην επόµενη πενταετία. Είναι ωστόσο αδιανόητο ότι ο Δήµος της Αθήνας δεν έχει την αρµοδιότητα να ασχολείται µε τα φρεάτια σε κεντρικές οδούς, όπως η Βασιλίσσης Σοφίας ή στην οδό Φραντζή. Σκεφτείτε πως στη λεωφόρο Ηρακλείου έπρεπε να πάρουµε ειδική άδεια ώστε να κάνουµε κατ’ εξαίρεση το αυτονόητο».

Πώς γίνεται να διαιωνίζεται αυτή η κατάσταση όµως;

«Δεν έτυχε. Πέτυχε. Δεν προέκυψε από λάθος, αλλά επειδή συσσωρεύθηκαν συνειδητές επιλογές αποποίησης πολιτικής ευθύνης πολλών ετών. Oλο αυτό βασίζεται στην αυταπάτη ότι στο τέλος δεν θα την πληρώσει ο εκάστοτε πολιτικός υπεύθυνος, αλλά τελικά την πληρώνει και εκείνος και όλοι µας. Ισα-ίσα, ο µόνος που κερδίζει είναι ο λαϊκιστής αντισυστηµικός ακραίος. Ολοι οι υπόλοιποι χάνουµε. Αποφεύγω να χρησιµοποιώ την καραµέλα του µπλεξίµατος των αρµοδιοτήτων διότι προσπαθώ πάντοτε να τις υπερβαίνω, πολλές φορές τα καταφέρνω, άλλες φορές όχι, πάντα όµως δίνω τη µάχη. Υπάρχει ένα όριο στον αυτοδιοικητικό ακτιβισµό, και αυτό το θέτει ο ίδιος ο νόµος. Οταν λοιπόν εµείς πάµε να κάνουµε ένα έργο αποκατάστασης και συντήρησης της πεζογέφυρας του Αγίου Νικολάου, για παράδειγµα, και να επαναλειτουργήσει µετά από δέκα χρόνια, αυτό είναι πιο βατό γιατί µπορούµε να το πάρουµε πάνω µας µε τις νόµιµες εγκρίσεις, ακολουθώντας την τυπική διαδικασία. Oταν όµως στέλνουµε συνεργείο στη Βασιλίσσης Σοφίας, εκεί παρανοµούµε, κάποιος υπογράφει κάτι που τον καθιστά εκτεθειµένο, και δεν παρανοµεί ο δήµαρχος που έχει, ας πούµε, την πολιτική νοµιµοποίηση, αλλά κάποιο υπηρεσιακό στέλεχος. Εµείς λοιπόν λέµε το εξής πολύ απλό, αφού έχουµε την ευθύνη, θα θέλαµε να έχουµε και την αρµοδιότητα».

Μπορεί επιτέλους να ξεκαθαρίσει αυτό το τοπίο;

«Αν όχι τώρα, πότε; Τι άλλο πρέπει να γίνει για να καταλάβουµε ότι έχει αλλάξει ο κόσµος και πρέπει να αλλάξουµε κι εµείς; Θυµίζω ότι µέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστηµα είχαµε καταστροφικές πυρκαγιές σε Eβρο και Πάρνηθα, τις απίστευτες αυτές πληµµύρες στη Θεσσαλία. Πρέπει να δώσουµε προτεραιότητα στην κλιµατική διάσταση σε όλες µας τις πολιτικές. Στον Δήµο το κάνουµε ήδη, έχουµε µία ρήτρα κλίµατος, ακούγεται βαρύγδουπο αλλά δεν είναι. Τα πολλά µικρά κάνουν τα µεγάλα. Στα πεζοδρόµια βάζουµε ψυχρά υλικά που δεν κρατούν τις υψηλές θερµοκρασίες και αποκαθιστούµε τα σιντριβάνια που ανακουφίζουν από αυτές, τοποθετούµε LED στο σύνολο του δικτύου φωτισµού της πόλης, προχωράµε µε το δίκτυο ηλεκτροφορτιστών, ενισχύουµε την ανακύκλωση και βελτιώνουµε τη διαχείριση υδάτων µε βάση τις αρχές της κυκλικής οικονοµίας. Και, φυσικά, προσθέτουµε στην πόλη όσο µπορούµε περισσότερα δέντρα – 7.000 µεγάλα δέντρα έχουµε φυτέψει και συνεχίζουµε. Αναβαθµίζουµε επίσης ήδη υπάρχοντες πράσινους χώρους και απελευθερώνουµε καινούργιους: το πάρκο επτά στρεµµάτων πίσω από τη «Λεωφόρο» στα Κουντουριώτικα ή στα Σεπόλια στο Κοροπούλη, ένα τεράστιο εργοστάσιο έχει γίνει πάρκο τεσσάρων στρεµµάτων. Γίνονται έργα υποδοµής στον Εθνικό Κήπο και στον Λυκαβηττό, έχουµε τη διπλή ανάπλαση που δεν είναι πράσινη µόνο λόγω του γηπέδου του Παναθηναϊκού. Είναι ζήτηµα στρατηγικής στόχευσης και πρέπει να επιµείνουµε. Πρώτα το κλίµα. Πάντα και παντού».

Ωραία όλα αυτά, αλλά όταν είδατε το βίντεο µε τη γυναίκα που κοντεύει να πνιγεί µπροστά στο µετρό του Ευαγγελισµού ποια ήταν η αντίδρασή σας;

«Eξοργίστηκα. Και έψαξα να δω αν και τι δεν υπολογίσαµε σωστά».

Σας περιέλαβε και το Luben στη συνέχεια, γιατί είχατε κάνει κάποιες µάλλον µεγαλόστοµες δηλώσεις.

«Εντάξει, όχι και µεγαλόστοµες. Τα ίδια είπα πριν από τις βροχές που σας λέω και τώρα – µετά. Γέλασα όµως µε αυτό το βίντεο. Είµαι φαν του Luben, όµως ακόµη πιο φανατικοί οπαδοί του είναι τα δύο µεγαλύτερα παιδιά µου, που αν µου ξεφύγει κανένα βιντεάκι µού το στέλνουν εκείνα. Από τη στιγµή που εκτίθεσαι στη δηµόσια σφαίρα, πολύ περισσότερο όταν δραστηριοποιείσαι στην τοπική αυτοδιοίκηση και θέλεις να κάνεις πράξη το περίφηµο «τα παράπονα στον δήµαρχο», ανοίγεσαι ταυτόχρονα στην κριτική – κακόπιστη, κακοπροαίρετη, εποικοδοµητική, παραγωγική, ανούσια, δεν έχει σηµασία – εσύ οφείλεις να έχεις τα αφτιά σου ανοιχτά και να αξιολογείς τα πάντα. Δεν είναι ό,τι καλύτερο για την ψυχική σου υγεία, αλλά όπως λένε και στην Αµερική, αν δεν αντέχεις τη ζέστη, βγες από την κουζίνα».

Τις αστοχίες στον τρόπο µε τον οποίο προωθήθηκε ο Μεγάλος Περίπατος και τα προβλήµατα στην κατασκευή του τα έχετε παραδεχτεί πολλάκις. Είναι όµως έργο ουσίας ή απλώς βιτρίνας;

«Είναι ο πρώτος πράσινος συµπεριληπτικός δρόµος στην πόλη και αποτελεί πρότυπο για όλη την Αθήνα. Λειτούργησε καλά τώρα µε τις νεροποντές και όλοι θυµόµαστε ότι στην Πανεπιστηµίου πάντα λίµναζαν νερά µε τις έντονες µπόρες. Διαθέτει πλέον και υποδοµές για τους ανθρώπους µε αναπηρία, κάτι που δεν συνέβαινε. Ανανεώσαµε τα υπόγεια δίκτυα. Για όλους αυτούς τους λόγους είναι ένα έργο ουσίας και ας υλοποιείται στη βιτρίνα της πόλης. Το ίδιο ισχύει και για την Οµόνοια, η οποία έκοβε την Αθήνα στη µέση και τώρα είναι µια ωραία πλατεία µε ένα υπερσύγχρονο σιντριβάνι. Οµοίως και η κάτω πλευρά της πλατείας Συντάγµατος, εκεί όπου υπήρχε άσφαλτος και καυσαέριο από τις εξατµίσεις, τώρα έχεις παγκάκια, νερό και δέντρα».

Στις περιοχές εκτός του ιστορικού κέντρου τι γίνεται ωστόσο;

«Είµαστε εδώ στα Θυµαράκια. Η Αθήνα είναι όλες οι γειτονιές της, δεν µπορούµε να µιλάµε για την Αθήνα χωρίς τους Αθηναίους. Θέλουµε παντού τις παιδικές χαρές λειτουργικές, τις πλατείες καθαρές, τα πεζοδρόµια ασφαλή και τους δρόµους ασφαλτοστρωµένους, µε καλό φωτισµό, να µπορείς να κινείσαι και το βράδυ µε ασφάλεια, θέλουµε πράσινο για ανάσες και υποδοµές συντηρηµένες και ό,τι χαλάει να ξαναφτιάχνει. Εστιάζουµε από τα κάτω σε όλα αυτά που συνθέτουν το παζλ της καθηµερινότητας».

Προέρχεστε όµως από ένα προνοµιούχο περιβάλλον. Μπορείτε να καταλάβετε τον πολίτη που δεν έχει βρει τίποτα στρωµένο στη ζωή του;

«Αποφάσισα αρκετά νωρίς στη ζωή µου, στην εφηβεία µου, να ακούσω τον ποιητή που παροτρύνει τη ζωή σου «σαν να ‘ταν άλλος κάµε» και λυτρώθηκα. Εχω πλέον, στα 45 µου, διαγράψει µια πορεία µε τα θετικά και τα αρνητικά της και κρίνοµαι για αυτά και όχι για το ποιοι είναι οι συγγενείς µου. Aν γυρίσεις πίσω στον χρόνο θα δεις ένα παιδί που µεγάλωσε όντως µέσα σε ένα εξαιρετικά προνοµιούχο περιβάλλον, κατάλαβε όµως από πολύ νωρίς ότι στη ζωή όλα µπορούν να ανατραπούν ανά πάσα στιγµή. Eζησα για κάποια χρόνια στο εξωτερικό, σπούδασα, εργάστηκα στον ιδιωτικό τοµέα και επέλεξα συνειδητά να ξεκινήσω στην ιδιαίτερή µου πατρίδα, το Καρπενήσι, για να υπηρετήσω τον τόπο µου και να είµαι χρήσιµος. Εµένα αυτό µου µε γοητεύει στην τοπική αυτοδιοίκηση είναι το ότι αφήνεις κάτι πίσω σου που µπορείς να το δείξεις µε το δάχτυλο. Ο βουλευτής δεν µπορεί να φτιάξει τη βρύση του χωριού του, ενώ ο δήµαρχος µπορεί. Ακόµη και αν χάσουµε τις εκλογές, είµαι υπερήφανος για αυτή την τετραετία. Αυτό δεν σηµαίνει ότι δεν κάναµε λάθη, ένα βουνό λάθη, όµως προσπαθήσαµε πολύ και τα αποτελέσµατα είναι απτά».

Οµολογώ ότι µε έχει ξαφνιάσει η αµεσότητα µε την οποία αλληλεπιδράτε µε τον κόσµο που έρχεται να σας µιλήσει και, κυρίως, από το πόσους αναγνωρίζετε χωρίς βοήθεια από το επιτελείο σας.

«Μα µου αρέσει αυτό που κάνω και νοιάζοµαι τους ανθρώπους. Καταλαβαίνω πόσο κλισέ ακούγεται αυτό και πώς µπορεί κάποιος να κάνει eye-rolling διαβάζοντάς το, αλλά είναι αλήθεια. Σε γεµίζει αυτή η επαφή. Δεν µπορώ να αποστασιοποιηθώ από τους συνοµιλητές µου. Κάνω το δικό τους δικό µου. Η δική µας δουλειά άλλωστε είναι 24/7, δεν έχω την πολυτέλεια να κλείσω το κινητό το βράδυ, ούτε να πω είναι Σαββατοκύριακο, µη µε ενοχλήσει κανείς. Κοιµάσαι και ξυπνάς µε την πόλη στο µυαλό και οι ζωές των Αθηναίων ορίζουν την καθηµερινότητά σου. Αυτό είναι και απαιτητικό και εξαντλητικό, όµως σου δίνει και δύναµη. Φυσικά και τρέφει τον ναρκισσισµό σου, όµως αποτελεί και επιβράβευση».

Οι αντοχές της Αθήνας µοιάζουν να δοκιµάζονται από τη ραγδαία αύξηση της τουριστικής κίνησης, όλα ακριβαίνουν, ειδικά τα ενοίκια. Τι µπορεί να γίνει;

«Οφείλουµε να προνοήσουµε και να προβλέψουµε τα προβλήµατα αν δεν θέλουµε να προσγειωθούµε απότοµα στο µέλλον. Η µεγαλύτερη ήττα που µπορεί να βιώσει η Αθήνα είναι να χάσει την ψυχή της, να γίνει ένα απονευρωµένο ιστορικό κέντρο-θεµατικό πάρκο. Αυτή τη µάχη πρέπει να τη δώσουµε τώρα. Χρειάζεται ρύθµιση των βραχυχρόνιων µισθώσεων, έχουµε γειτονιές που έχουν ξεπεράσει τα όρια κορεσµού τους. Πρέπει όµως να συµφωνήσουµε ότι αυτό είναι δουλειά του Δήµου. Το επόµενο βήµα έχει να κάνει µε τη λειτουργία της πόλης, δέχεται φοβερή πίεση στις υποδοµές και τις λειτουργίες της, υπάρχει το θέµα µε τα τουριστικά λεωφορεία, το οποίο έχουµε ήδη αρχίσει να αντιµετωπίζουµε, και τις γενικότερες κυκλοφοριακές ρυθµίσεις. Επίσης, δεν µπορεί να µην υπάρχει στην Αθήνα το city tax στα ξενοδοχεία όπως υπάρχει στις άλλες τουριστικές πόλεις της Ευρώπης, δεν νοείται να πληρώνει ο κάτοικος των Κάτω Πατησίων την επιπλέον καθαριότητα στο Θησείο. Για να µην πω πως δεν είναι δυνατόν τα κρατικά κτίρια να µην πληρώνουν δηµοτικά τέλη».

Μου αναφέρατε την ψυχή της Αθήνας. Τι είναι για εσάς;

«Α, δεν είµαι πολύ καλός σε αυτά τα λυρικά. Η ψυχή της Αθήνας είναι η ψυχή των ανθρώπων της. Καµιά φορά µιλάµε για αυτή την πόλη σαν να είναι µια καρτ-ποστάλ της Ακρόπολης, όµως αυτή είναι µια πολύ περιοριστική εικόνα, για αυτό και η συµπεριληπτικότητα είναι τόσο σηµαντική».

Τι θα περιελάµβανε µια εναλλακτική καρτ-ποστάλ της πρωτεύουσας;

«Θα έλεγα τον Λόφο του Κολωνού, την Ακαδηµία Πλάτωνος, το Aλσος Παγκρατίου, το θέατρο του Λυκαβηττού µόλις άνοιξε ξανά. Το 24ωρο ενός Αθηναίου µπορεί να είναι πάρα πολύ γεµάτο. Και ναι είναι µια πόλη που καµιά φορά νοµίζεις ότι θέλεις πανοπλία για να την αντέξεις και σε θυµώνει µε τις δυσκολίες της, όµως είναι γεµάτη εκπλήξεις και µικρά θαύµατα και δεν σε αφήνει ποτέ να βαρεθείς».

Ποια ήταν, αλήθεια, τα πρότυπά σας;

«Oπως όλοι οι άνδρες, ήµουν από µικρός υπό την επήρεια των πατρικών προτύπων που βρίσκονταν γύρω µου, είτε µιλάµε για τον πατέρα µου που πάντα µε εµπνέει και σκέφτοµαι τι θα έλεγε για οτιδήποτε κάνω, είτε µιλάµε για τους παππούδες µου. Του ενός τη συµβουλή αναζητάω µέσα στο κεφάλι µου, και τον άλλον τον θαύµαζα ανέκαθεν για τη δύναµη και την ανθεκτικότητά του. Μεγαλώνοντας βλέπεις και την επόµενη γενιά. Αισθάνοµαι τροµερά υπερήφανος γιατί και τα τέσσερα παιδιά µου είναι καλύτερα από εµένα. Πολλές φορές µαθαίνω από αυτά. Ενίοτε εκνευρίζω τους συνεργάτες µου όταν λέω τη φράση «η Δανάη µού είπε» και τότε κάποιος από την οµάδα θα σχολιάσει «Δήµαρχε, η Δανάη είναι 14 ετών»».

Η Αθήνα είναι µια πόλη φιλική για τα νέα παιδιά;

«Μα για αυτό παλεύουµε και λέµε ότι πρέπει να υπάρχουν οι υποδοµές: δρόµοι για τα καρότσια, παιδικές χαρές, αθλητικοί χώροι, Internet, πολυχώροι έκφρασης. Θέλω µια Αθήνα σύγχρονη, ευρωπαϊκή, φιλελεύθερη, συµπεριληπτική, χωρίς αδικίες και ανισότητες. Που το κάθε παιδί το οποίο µεγαλώνει µπορεί να είναι ο εαυτός του και να ζήσει τα θέλω του. Η βασική µου δουλειά είναι να γκρεµίζω τα τείχη µεταξύ των πολιτών και αν δεν καταφέρω να τα γκρεµίσω, έστω να τα µετακινήσω ή να τα ταρακουνήσω».

Τι κάνετε στον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο σας;

«Διαβάζω πολύ, δεν µπορεί να κοιµηθώ αν δεν διαβάσω µερικές σελίδες. Ακούω επίσης τελευταία podcasts όταν τρέχω, µου αρέσουν αυτά µε ιστορικό περιεχόµενο όπως το «Τhe Rest Is History» των Τοµ Χόλαντ και Ντόµινικ Σάντµπρουκ ή το «Empire». Από βιβλία περιµένω τώρα να βγει το «How Not to Be A Politician» του Ρόρι Στιούαρτ, ενός απίστευτου τύπου µε µυθιστορηµατική ζωή που αφήνει το Ιτον και το Χάρβαρντ προκειµένου να πάει στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, για να επιστρέψει και να πολιτευτεί στην πατρίδα του, το Ηνωµένο Βασίλειο, και περιγράφει τις απογοητεύσεις αυτής της διαδροµής, την εγωπάθεια, τη διαφθορά, τις ήττες και τις µαταιώσεις, καταλήγοντας ότι ίσως να µην αξίζει τον κόπο. Μπορεί να µην είναι το πιο κατάλληλο ανάγνωσµα για µια προεκλογική περίοδο, αλλά µπορεί και να είναι. Θα δείξει».

Τι θα κάνετε αν δεν επανεκλεγείτε;

«Αν επανεκλεγώ θα ολοκληρώσω την πενταετία κάνοντας ό,τι καλύτερο µπορώ, διότι θεωρώ τη δηµαρχία µια σύµβαση µε 650.000 αφεντικά. Αν όχι, η ίδια σύµβαση ισχύει, αλλά µε άλλη «περιγραφή ρόλου»: θα είµαι ενεργός στο δηµοτικό συµβούλιο παλεύοντας για τους Αθηναίους».

Και όταν ολοκληρωθεί ο κύκλος σας στην τοπική αυτοδιοίκηση;

«Το 2028 τα παιδιά µου θα είναι 21, 19, 15 και 11. Θα µε χρειάζονται περισσότερο ή δεν θα µε έχουν και τόσο ανάγκη; Θα δούµε. Εχω µάθει από πολύ νωρίς ότι η ζωή είναι απρόβλεπτη. Καλό είναι όµως να µην είµαστε µοιρολάτρες. Ο µόνος στόχος που βάζω είναι να µπορώ να περπατώ στους δρόµους της Αθήνας όπως και σήµερα. Να βλέπω τον κόσµο στα µάτια, όχι ως ο αλάνθαστος Μεσσίας, αλλά ως ένας άνθρωπος που προσπάθησε πάρα πολύ και έχει τη συνείδησή του καθαρή».