Ηµουν στις πρώτες τάξεις του Γυµνασίου όταν κάναµε καζούρα σε έναν ερωτευµένο συµµαθητή µας τραγουδώντας του «Λούζεται η αγάπη µου στο Γουαδαλκιβίρ και τ’ άνθη παίρνουν ευωδιά απ’ το γλυκό κορµί της». Το ποίηµα του Λόρκα στην ελληνική απόδοση του Λευτέρη Παπαδόπουλου, µελοποιηµένο από τον Χρήστο Λεοντή, το έχω συνδέσει µε εκείνη τη µονίµως χαρούµενη εφηβική παρέα. Πού να το φανταζόµουν τότε πως θα στεκόµουν κάποια στιγµή κι εγώ στις όχθες αυτού του… Γουαδαλκιβίρ, του ποταµού µε το παράξενο και εξωτικό όνοµα, να αγναντεύω την πόλη που διασχίζει. Από εκεί, από τη ρωµαϊκή γέφυρα που χτίστηκε τον 1ο αιώνα π.Χ., η Κόρδοβα αποκτά µια διάσταση παραµυθένια, έτσι όπως «ενδεδυµένη» την ώχρα και το λευκό (είναι τα χρώµατα που κυριαρχούν στους δρόµους της) γίνεται σχεδόν διάφανη στο δυνατό φως του ήλιου.
Αν θέλετε τη συµβουλή µου, επισκεφθείτε την πόλη την άνοιξη, έστω το φθινόπωρο, και αποφύγετε το καλοκαίρι, εποχή που την πρωτοεπισκέφθηκα εγώ. Τότε κατάλαβα πως η βεντάλια είναι κάτι περισσότερο από ένα αξεσουάρ πίσω από το οποίο οι φλογερές Ισπανίδες ρίχνουν τσαχπίνικες µατιές στους τορεαδόρ (ταυροµάχους) τους. Υποφέροντας από την ξηρή, γεµάτη σκόνη ζέστη και βλέποντας τις γυναίκες, από τις πιο νέες έως τις πιο ηλικιωµένες, να περπατούν κάνοντας αέρα µε τις βεντάλιες τους, επιβεβαίωσα την τεράστια πρακτική χρησιµότητα αυτού του χειροκίνητου µίνι συστήµατος κλιµατισµού. Είδα και µερικούς άνδρες να χρησιµοποιούν βεντάλιες, εγώ όµως προτίµησα ένα καπέλο που έγραφε Córdoba, τουρίστας ανάµεσα σε εκατοντάδες τουρίστες που έβραζαν στο υπαίθριο χαµάµ όπου συναντήθηκαν Δύση και Ανατολή για να µπερδέψουν εικόνες, γεύσεις και αρώµατα από τους διαφορετικούς πολιτισµούς τους.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.