Κωνσταντίνος Ρήγος: «Να μην φοβόμαστε να ζήσουμε»

Ο γνωστός σκηνοθέτης, Κωνσταντίνος Ρήγος, μιλάει για τη θεατρική εκδοχή και την οικουμενική απήχηση του τολμηρού «Brokeback Mountain», το οποίο παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα.

Oλα για τον Κωνσταντίνο Ρήγο ξεκίνησαν από το θέατρο Κνωσός, στα Πατήσια. «Γινόταν εκεί ο διαγωνισμός της Ραλλούς Μάνου, ήταν το 1988 νομίζω» θυμάται ο γνωστός χορογράφος και σκηνοθέτης.

«Εγώ δεν είχα ασχοληθεί ακόμα με τον χορό, συμμετείχε όμως με μια χορογραφία της μια φίλη μου. Επειδή είχα καλή κίνηση, μου ζήτησε να πάω να τη βοηθήσω. Κάναμε την «Αρχόντισσα» του Τσιτσάνη, περάσαμε στους τελικούς και τότε, εξαιτίας της επιτυχίας που είχαμε, αποφάσισα πως αυτό με ενδιέφερε, πως ήθελα να ασχοληθώ με τον χορό, με το θέαμα. Eκανα αίτηση στον δήμο, πήρα χρήματα, ίδρυσα το Χοροθέατρο Οκτάνα και τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους».

Eναν δρόμο που τώρα, πολλά χρόνια μετά, τον ξαναφέρνει στο ίδιο θέατρο, που όμως «την ίδια στιγμή είναι ένα άλλο, ένα σύγχρονο και ολοκαίνουργιο θέατρο». Ανακαινισμένο εκ βάθρων, το Κνωσός θα φιλοξενεί τα επόμενα χρόνια παραστάσεις του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, αρχής γενομένης με το «Brokeback Mountain» που ανεβαίνει σε μερικές ημέρες σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ρήγου.

Πρόκειται για το επιτυχημένο θεατρικό του Aσλεϊ Ρόμπινσον που πρωτοπαρουσιάστηκε το 2023 στο West End του Λονδίνου. Βασισμένο στο βραβευμένο διήγημα (1997) της Ανι Πρου, το οποίο ενέπνευσε και την ομότιτλη αμερικανική ταινία του 2005 με τους Χιθ Λέτζερ και Τζέικ Τζίλενχαλ (η οποία απέσπασε μεταξύ άλλων τρία Οσκαρ, τέσσερις Χρυσές Σφαίρες και ισάριθμα BAFTA), το έργο διηγείται τον παράνομο και αδιέξοδο έρωτα δύο καουμπόι, του Eνις και του Τζακ, ακολουθώντας τους από την εποχή της νεότητάς τους, το 1963, μέχρι το 1983.

«Η θεατρική διασκευή που ανεβάζουμε δείχνει τα πράγματα από την πλευρά του Eνις, όταν πια είναι μεγάλος, εξηντάρης και αναπολεί την ιστορία μέσα στη μοναξιά του» εξηγεί ο Κωνσταντίνος Ρήγος και προσθέτει: «Είναι μόνος στο τροχόσπιτό του και αναλογίζεται το παρελθόν του, ενώ παράλληλα στη σκηνή υπάρχει μια μπάντα με δεκατρία τραγούδια, πράγμα που κάνει την παράσταση μουσικό θέατρο.

Οι μουσικές μάς μεταφέρουν από τη μία σκηνή στην άλλη, για να αλλάξουν οι χώροι, για να περάσει ο χρόνος κ.λπ. Αυτό σπάει λίγο την κινηματογραφική διάθεση του έργου για να την κάνει πιο θεατρική».

Γιατί όμως επιλέξατε αυτό το έργο; Γιατί το «Brokeback Mountain»;

Μου άρεσε. Ηθελα πάρα πολύ να βρω ένα έργο που να έχει ένα τέτοιο θέμα, μια τέτοια αναφορά. Από τότε που είχα δει την ταινία και είχα διαβάσει το βιβλίο μού είχε κάνει εντύπωση, μου είχε δημιουργήσει μια ωραία αίσθηση.

Τι ήταν εκείνο που κυρίως σας συγκίνησε;

Το ανεκπλήρωτο! Δεν αναφέρομαι στην ερωτική πράξη, γιατί αυτή ολοκληρώθηκε. Αναφέρομαι στη σχέση, στην ανάγκη αυτών των δύο ανθρώπων να είναι μαζί. Αυτό όμως δεν γίνεται ποτέ, η σχέση μένει μετέωρη. Και ουσιαστικά στο τέλος ο ένας, αυτός που έχει μείνει στη ζωή, ζει με τη μοναξιά του. Ολο αυτό μου άρεσε πολύ. Ετσι, όταν διάβασα ότι το «Brokeback Mountain» θα ανέβαινε στο West End, πήρα τον Μίλτο Σωτηριάδη του Θεάτρου του Νέου Κόσμου στο τηλέφωνο και του είπα: «Αυτό το έργο θέλω να το κάνω!». Εκείνος μου είπε αμέσως: «Θα το κάνουμε». Εξασφάλισε πολύ γρήγορα τα δικαιώματα. Και βρέθηκα πάλι στη σκηνή του Κνωσός, ενός ολοκαίνουργιου Κνωσός, έπειτα από… πόσα είναι; Περίπου τριάντα έξι χρόνια; Δεν είναι λίγα! Μου φαίνεται αδιανόητο πόσο γρήγορα έφυγαν, πώς με/μας προσπέρασαν, με τι ταχύτητα!

Σας τρομάζει αυτή η αίσθηση του χρόνου που περνά;

Για να είμαι ειλικρινής, δεν αισθάνομαι ένας άνθρωπος της ηλικίας μου, αισθάνομαι πάντα νεότερος. Και λειτουργώ έτσι, σαν να μην έχει περάσει ο χρόνος. Δεν μιλώ για το σώμα, αλλά για το μυαλό μου. Αισθάνομαι τριαντάρης. Το σώμα δυστυχώς μεγαλώνει και δεν αντέχει τα πάντα (γελάει), η αλήθεια όμως είναι πως εξακολουθώ να λειτουργώ σαν να μην έχει περάσει ο χρόνος. Είναι, ως φαίνεται, ο τρόπος μου για να διαχειρίζομαι αυτό που για όλους είναι αναπόφευκτο.

Ο χρόνος που φεύγει, η ζωή που πιθανώς δεν ζήσαμε (ή αυτά που αναγκαστήκαμε να ζήσουμε) και το αναπόφευκτο είναι θέματα τα οποία θίγει και το «Brokeback Mountain». Η δική σας ματιά πάνω στο έργο και στους προβληματισμούς που θέτει;

Οπως σας είπα, το έργο ξεκινά με τον Ενις όταν πια είναι αρκετά μεγάλος στην ηλικία. Στην παράσταση του Λονδίνου η σκηνή ήταν στο κέντρο, οι θεατές ήταν γύρω-γύρω και ουσιαστικά ο ώριμος Ενις γινόταν μέρος των θεατών κάθε βράδυ. Αυτή η οπτική δεν λειτουργούσε στον χώρο που παίζουμε εμείς και στον τρόπο με τον οποίο είδα το έργο. Γι’ αυτό εγώ δεν εμφανίζω τον μεγάλο σε ηλικία Ενις στη σκηνή, τον αφήνω να υπάρχει σαν μια αόρατη παρουσία, ας πούμε σαν ένα πορτρέτο που είναι μέρος όλου του εικαστικού περιβάλλοντος που έχουμε στήσει για να φιλοξενήσει τη δράση.

Φωτογραφία Νίκος Βαρδακαστάνης

Και πώς είναι αυτό το περιβάλλον;

Είναι ένας χώρος κυκλωμένος από ξύλινους τοίχους που παραπέμπουν σε δάση της Αμερικής. Ο οποίος όμως μεταμορφώνεται μέσα από προβολές με 80s αισθητική, με εικόνες που πιθανώς ξεθωριάζουν, που μοιάζει να τις έχει τραβήξει μια λίγο κουνημένη κάμερα.

Δεν είναι ένα πολύ αμερικανικό έργο, με μια πολύ αμερικανική αισθητική;

Πράγματι, μιλάει για τα βάθη της Αμερικής. Γι’ αυτό ο Μιχαήλ Ταμπακάκης και ο Δημήτρης Καπουράνης, που ερμηνεύουν τους δύο εραστές, με δική τους πρωτοβουλία ταξίδεψαν εκεί το περασμένο καλοκαίρι. Ανέβηκαν στα βουνά όπου διαδραματίζεται η ιστορία, πήγαν στα ροντέο και στα μοτέλ, είδαν με τα ίδια τους τα μάτια όλα αυτά για τα οποία μιλάει το έργο, μάζεψαν το υλικό που τώρα το χρησιμοποιούμε στην παράσταση. Ομως, αν και είναι ένα πολύ αμερικανικό έργο, το «Brokeback Mountain» απευθύνεται σε όλους.

Πώς τα καταφέρνει;

Τα καταφέρνει γιατί ενώ είναι… full Αμερική, στην πραγματικότητα αναφέρεται στην Αμερική που έχουμε μέσα μας. Στην Αμερική ως σύμβολο, ως έναν κόσμο που καθορίζει με έναν τρόπο τις ζωές όλων μας, την παγκόσμια κοινωνία. Και που – κυρίως αυτό – τη στιγμή που πρωτοπορεί, εξακολουθεί να έχει έναν βαθιά συντηρητικό πυρήνα.

Στο ελληνικό κοινό τι έχει να πει ένα τέτοιο έργο;

Τι έχει να πει; Κοιτάξτε γύρω σας. Οσο και αν η κοινωνία έχει προχωρήσει, όσο και αν η πολιτεία έχει θεσπίσει νόμους και κανόνες και τα λοιπά, έχουμε ακόμα δρόμο. Είμαστε σε μια φάση που η πολιτεία, το κράτος, η κυβέρνηση μας έχουν σπρώξει με διάφορες μεταρρυθμίσεις να προχωρήσουμε, να κάνουμε ένα βήμα μεγαλύτερο από αυτό που πιθανώς αντέχουμε ως κοινωνία. Ερχεται λοιπόν ένα έργο σαν αυτό και δείχνει ποια είναι η πραγματικότητα. Πως υπάρχει μια κοινωνία, ένα μέρος της κοινωνίας (δεν είναι μικρό) το οποίο έχει μείνει πίσω και δεν αφήνει να αναπνεύσουν όλοι οι άνθρωποι με τον ίδιο τρόπο, με την ίδια ελευθερία. Αυτό είναι το σημείο όπου τελικά το έργο, ενώ μιλάει για μια βαθιά Αμερική, αρχίζει να ανήκει και σε ένα πολύ ελληνικό θέατρο. Γίνεται global, ανήκει σε όλους, και αναφέρομαι κυρίως στη Δύση, γιατί αν στρέψουμε το βλέμμα και προς την Ανατολή, εκεί τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα και πιο σκληρά.

Θα μπορούσαν λοιπόν ο Ενις και ο Τζακ, οι δύο ερωτευμένοι καουμπόι, να είναι δύο σύγχρονοι Ελληνες;

Σίγουρα! Πολύ εύκολα θα μπορούσαν να ζουν οπουδήποτε, σε κάθε σημείο της χώρας. Στην παράστασή μας θα μπορούσαμε π.χ. να τους κάνουμε βοσκούς σε ένα μέρος σαν την Κρήτη ή την Ηπειρο, παντού. Ομως δεν υπήρχε λόγος να το αλλάξουμε, το έργο μπορεί να λειτουργήσει όπως ακριβώς έχει γραφτεί. Μπορεί να μιλήσει για όλους, γιατί εκτός από μια ανεκπλήρωτη ιστορία αγάπης, εκτός από ένας εκρηκτικός έρωτας ανάμεσα σε δύο άνδρες, είναι και μια ιστορία για τους ανθρώπους που έρχονται αντιμέτωποι με έναν κόσμο που τους βάζει εμπόδια, που δεν τους αφήνει να ευτυχήσουν. Για τους ανθρώπους που στο τέλος της μέρας έρχονται αντιμέτωποι και με τον ίδιο τους τον εαυτό. Κάθε απόφαση των ηρώων μας, των δύο ερωτευμένων ανδρών, αλλά και των γυναικών που έχουν παντρευτεί και των οικογενειών τους, τους φέρνει αντιμέτωπους με τους εαυτούς τους.

Ο πόλεμος ανάμεσα στο «θέλω» και στο «πρέπει» κορυφώνεται με τρόπο δραματικό στις ερωτικές σκηνές των δύο ηρώων. Πόσο εύκολο είναι να παρουσιάσεις πειστικά τέτοιες σκηνές στο θέατρο;

Υπάρχουν δύο τέτοιες σκηνές που είναι πολύ σημαντικές και που εκφράζουν δύο διαφορετικούς κόσμους. Η πρώτη είναι αυτή της έκπληξης μπροστά στο γεγονός που συμβαίνει, μπροστά στην έλξη. Ο ένας είναι πιο συνειδητοποιημένος. Ο άλλος δεν καταλαβαίνει αμέσως τι είναι αυτό που έρχεται. Η επόμενη είναι εξίσου σπουδαία σκηνή γιατί ξαναβρίσκονται για να εκτονώσουν όλο το πάθος των χρόνων που έχουν χαθεί. Εχω την τύχη να συνεργάζομαι με δύο ηθοποιούς οι οποίοι ήταν από την αρχή αποφασισμένοι να κάνουν όλο το ταξίδι μέσα στο έργο. Πήραν την πρόκληση και αποφάσισαν να τη φτάσουν μέχρι το τέλος, όχι μόνο για λόγους που αφορούν τη θεατρική τέχνη, αλλά θα έλεγα με μια σχεδόν ακτιβιστική αφοσίωση. Πίστεψαν σε αυτά που λέει το έργο και αποφάσισαν να κάνουν ό,τι πρέπει για να μην το προδώσουν και για να το προσφέρουν στο κοινό. Αυτοί οι δύο ηθοποιοί, έτσι όπως δούλεψαν για να ξεπεράσουν οποιαδήποτε αναστολή μπορεί να είχαν, απελευθέρωσαν και εμένα. Με βοήθησαν και τους βοήθησα – και εκείνοι και οι θαυμάσιοι ηθοποιοί που τους πλαισιώνουν – να το πάμε το πράγμα εκεί που πρέπει! Ηταν μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνεργασία. Δουλέψαμε πολύ μαζί. Δουλεύουμε εδώ και μήνες, με μικρές διακοπές, αφήνοντας για λίγο και πιάνοντας ξανά και ξανά το έργο σε μια διαδικασία διερεύνησης, γνώσης και, θέλω να πιστεύω, ωρίμασης που παραπέμπει στο βιωματικό θέατρο.

Τελικά εσείς τι θέλετε να πείτε στο κοινό με αυτό το έργο;

Οτι πρέπει να ζήσουμε. Να μη φοβόμαστε να ακολουθήσουμε τον δρόμο της καρδιάς μας. Για αυτό μιλάει το «Brokeback Mountain», για τον φόβο μας να ζήσουμε τις ζωές που πραγματικά επιθυμούμε. Αυτό θέλω να πω κι εγώ με την παράστασή μας: Να μη φοβόμαστε να ζήσουμε. Και κυρίως να ζήσουμε όπως εμείς θέλουμε!

INFO

«Brokeback Mountain»: Θέατρο Κνωσός (Κνωσού 11, Αθήνα), Τετάρτηέως Κυριακή. Πρεμιέρα στις 23 Οκτωβρίου.

*Αγοράστε εισιτήρια για όλες τις κορυφαίες εκδηλώσεις στο inTickets.gr.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.