Οσο και αν έχουμε – σε αυτή ειδικά τη ρευστή και αβέβαιη περίοδο που διανύουμε – το βλέμμα στραμμένο προς το μέλλον, το παρελθόν θα έρχεται πάντα με κάποιον τρόπο να μας θυμίζει ότι δεν είναι όλα όπως ακριβώς τα νομίζαμε. Πρόσφατα, για παράδειγμα, ένα αρχαίο νεκροταφείο στην ήσυχη ύπαιθρο της Νοτιοδυτικής Αγγλίας ανέτρεψε μακρόχρονες υποθέσεις σχετικά με το πώς ήταν δομημένη η κοινωνία των Κελτών πριν από περίπου 2.000 χρόνια.

Μια εκτεταμένη ανάλυση DNA σε 57 Durotriges – άτομα μιας φυλής που ζούσε στην περιοχή του σημερινού Ντόρσετ – υποδεικνύει ότι διαβίωναν σε συνθήκες «matrilocality». Τι σημαίνει αυτό; Οτι σε αντίθεση με τις περισσότερες αρχαίες ευρωπαϊκές κοινωνίες, όπου οι νύφες μετακινούνταν συνήθως στις κοινότητες των συζύγων τους, οι γυναίκες Durotriges παρέμεναν στη γη των προγόνων τους, ενώ ήταν οι άνδρες τους εκείνοι που έπρεπε να ενταχθούν στις δικές τους οικογένειες.

Πριν από λίγες ημέρες δημοσιεύθηκαν στο έγκυρο περιοδικό «Nature» τα αποτελέσματα μιας μεγάλης έρευνας, η οποία σηματοδοτεί την πρώτη φορά που η «matrilocality» αναγνωρίζεται με σαφήνεια στην ιστορία της Ευρώπης. Η επικεφαλής συγγραφέας της έρευνας, η Λάρα Κάσιντι, γενετίστρια στο Trinity College του Δουβλίνου, χαρακτηρίζει – στους «New York Times» αλλά και στο αμερικανικό δίκτυο NPR όπου μίλησε – τα ευρήματα ως «μεγάλη έκπληξη», προσθέτοντας ότι τα δεδομένα επιβεβαίωσαν όσα παλαιότερα θεωρούνταν απλώς σποραδικές ενδείξεις για υψηλό κύρος των γυναικών στα κελτικά φύλα της Εποχής του Σιδήρου που ζούσαν στις Βρετανικές Νήσους: «Ποτέ μέχρι τώρα στην ευρωπαϊκή προϊστορία δεν είχαμε περίπτωση ανθρώπων που να συγγενεύουν με βάση γυναικεία γενετική γραμμή. Αυτή η ανακάλυψη έρχεται να προστεθεί στα διάφορα στοιχεία που είχαμε μέχρι τώρα για τις γυναίκες και την κοινωνική και πολιτική επιρροή που ασκούσαν στις κοινωνίες αυτές».

Η Καρτιμάντουα και τα μυστικά των μιτοχονδρίων

Το νεκροταφείο των Durotriges στο Γουίντερμπορν Κίνγκστον του Ντόρσετ πρόσφερε μια μοναδική ευκαιρία έρευνας, επειδή τα ανθρώπινα λείψανα από την Εποχή του Σιδήρου είναι σχετικά σπάνια. Η αποτέφρωση ή η διάσπαρτη ταφή ήταν πιο συνηθισμένες πρακτικές, οπότε τα άθικτα, μη καμένα οστά που αντανακλούν την κοινωνική σύνθεση μιας ολόκληρης κοινότητας δεν απαντώνται συχνά.

Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν για πρώτη φορά τον χώρο το 2008, αποκαλύπτοντας ένα σύνολο καλοδιατηρημένων σκελετικών υπολειμμάτων και κτερισμάτων. Η ομάδα της δρος Κάσιντι ανέλυσε τα λείψανα περισσότερων από πενήντα ατόμων. Σε αντίθεση με το τυπικό πρότυπο «patrilocality» – όπου το DNA θα έδειχνε κοινή αρσενική καταγωγή –, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι πολλοί από τους Durotriges μοιράζονταν μιτοχονδριακό DNA, το οποίο κληρονομείται αποκλειστικά από τη μητέρα. Αντίθετα, τα Y χρωμοσώματά τους εμφάνιζαν μεγάλη ποικιλία, υποδεικνύοντας ότι οι άνδρες προέρχονταν από διαφορετικές περιοχές.

Η επιστημονική κοινότητα είναι πεπεισμένη ότι η ανάλυση του αρχαίου DNA θα βοηθήσει στη λύση πολλών αρχαιολογικών μυστηρίων. Photo Bournemouth University

Φυσικά και το «matrilocality» (θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ο σύνθετος όρος «μητροτοπία») δεν συνεπάγεται αυτόματα κάποια εκδοχή της μητριαρχίας, η μελέτη ωστόσο επιβεβαιώνει ότι οι γυναίκες στις κελτικές κοινωνίες της Εποχής του Σιδήρου ενδέχεται να απολάμβαναν σημαντική αυτονομία και επιρροή — ιδίως συγκριτικά με πολλές σύγχρονές τους πατριαρχικές κοινωνίες.

Οι ρωμαίοι συγγραφείς της εποχής σημείωναν (συχνά με αποδοκιμασία) τις σεξουαλικές ελευθερίες των Κελτισσών, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να έχουν πολλούς συζύγους. Διάσημες προσωπικότητες όπως η Καρτιμάντουα και η Μπουντίκα (ή Βοαδίκεια), που ηγήθηκαν κελτικών φυλών στη Βόρεια και Ανατολική Βρετανία, είχαν ήδη δείξει ότι οι γυναίκες μπορούσαν να κατέχουν τόσο περιουσία όσο και πολιτική εξουσία.

«Εάν δούμε τι έλεγαν οι κλασικοί συγγραφείς και εξετάσουμε το αρχαιολογικό πλαίσιο, βρίσκουμε αρκετές ενδείξεις ότι οι γυναίκες μπορούσαν να αποκτήσουν υψηλό κύρος σε αυτές τις κοινωνίες» λέει η Κάσιντι. Συγκεκριμένα, οι Durotriges φαίνεται να αντιπροσωπεύουν αυτό το δυναμικό. Ταφές υψηλού κύρους, όπως με πολυτελή κοσμήματα και καθρέφτες, εμφανίζονται κατά καιρούς σε γυναικεία μνήματα. Την ίδια στιγμή, οι άνδρες που εντάσσονταν σε αυτές τις κοινότητες συχνά δεν μοιράζονταν καμία από τις κυρίαρχες μητρικές γενεαλογίες και θάβονταν με τρόπους που συμβάδιζαν με τα τοπικά έθιμα – υποδεικνύοντας ενσωμάτωση.

Πέρα από το συγκεκριμένο γεωγραφικό σημείο, η μελέτη εξέτασε επίσης εκατοντάδες γονιδιώματα της Εποχής του Σιδήρου από διάφορες βρετανικές αρχαιολογικές τοποθεσίες που εντάσσονται σε μια περίοδο έξι χιλιάδων ετών. Είναι εντυπωσιακό λοιπόν το εύρημα πως το ίδιο μοτίβο μειωμένης μιτοχονδριακής ποικιλότητας – και άρα πιθανού «matrilocality» – εμφανίζεται σε πολλαπλά νεκροταφεία σε ολόκληρο το νησί, όπως στο Σόμερσετ, στο Οξφορντσαϊρ, στην Κορνουάλη και στο Γιόκσαϊρ.

Μερικοί ανθρωπολόγοι επισημαίνουν ότι οι «matrilocal» κοινωνίες συχνά συνδέονται με πληθυσμούς που έχουν μετακινηθεί σε νέες περιοχές ή βρέθηκαν αντιμέτωποι με συνεχιζόμενες πολεμικές συνθήκες. Οι άνδρες μπορεί να απουσιάζουν για μεγάλα διαστήματα, ενώ οι γυναίκες διατηρούν και κληρονομούν γη μέσα στις πατρογονικές κοινότητές τους. Στο πλαίσιο της αρχαίας Ευρώπης – όπου οι κελτικές κοινωνίες της βρετανικής Εποχής του Σιδήρου βρίσκονταν συχνά σε αντιπαράθεση με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και άλλους εξωτερικούς εχθρούς – η υπόθεση θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί επικράτησαν θηλυκοκεντρικές δομές σε συγκεκριμένες περιοχές.

Εντυπωσιακός καθρέπτης που βρέθηκε σε γυναικεία ταφή. Photo Chris Moody-Bournemouth University

Υπάρχει λοιπόν ολοένα και μεγαλύτερη συναίνεση μεταξύ αρχαιολόγων, ανθρωπολόγων και γενετιστών ότι η Εποχή του Σιδήρου στη Βρετανία ήταν πιο περίπλοκη και ποικιλόμορφη απ’ όσο πιστευόταν. Η Ρέιτσελ Πόουπ, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ, επαινεί στους «New York Times» την προσέγγιση ανάλυσης μεγάλου όγκου δεδομένων: «Είναι μια τάση στην αρχαιολογία το να αφήνουμε τα δεδομένα και τα υλικά τεκμήρια να καθοδηγούν την αφήγηση, αντί να επιβάλλουμε αφηγήσεις που επιβεβαιώνουν τις δικές μας προκαταλήψεις».

Η Πόουπ χαρακτηρίζει αυτά τα ευρήματα «πρωτοποριακά» και πιστεύει ότι ανοίγουν νέους δρόμους για να κατανοήσουμε πώς οι κελτικές κοινωνίες όριζαν τη συγγένεια, τον πόλεμο και την ιδιοκτησία στην Ευρώπη.

Σε μια εποχή που η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έβλεπε με περιέργεια (και κάποτε με απαξίωση) αυτούς τους λαούς, τώρα έχουμε γονιδιωματικά στοιχεία που αμφισβητούν τα στερεότυπα περί πλήρως πατριαρχικών και ανδροκρατούμενων κελτικών κοινωνιών.

Περαιτέρω έρευνες θα επεκτείνουν τη βάση δεδομένων αρχαίων γονιδιωμάτων της Εποχής του Σιδήρου στη Βρετανία. Οι επιστήμονες ελπίζουν να εντοπίσουν τον τόπο προέλευσης των ανδρών που παντρεύονταν σε αυτές τις κοινότητες, να δουν πόσο μακριά ταξίδευαν και αν παρόμοια «μητροτοπικά» πρότυπα εμφανίζονται σε γειτονικές περιοχές. Σε τελική ανάλυση, τα δεδομένα που θα προκύψουν θα εμπλουτίσουν τη συζήτηση για το πώς οι έμφυλοι ρόλοι διαμόρφωσαν τις αγροτικές κοινωνίες, πώς οι γλώσσες διαδόθηκαν πέρα από σύνορα και πώς οι κοινότητες της Εποχής του Σιδήρου ανταποκρίθηκαν σε γεωπολιτικές πιέσεις.

Προς το παρόν, η φυλή των Durotriges αποτελεί ένα εντυπωσιακό παράδειγμα κελτικής κοινωνίας όπου οι γυναίκες έμεναν βαθιά ριζωμένες στους τόπους των προγόνων τους – και, σε μεγάλο βαθμό, στο επίκεντρο της κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Αυτός ο τρόπος κοινωνικής οργάνωσης δίνει καλύτερες προοπτικές και περισσότερη ενδυνάμωση στις γυναίκες σε σύγκριση με ένα συνηθισμένο πατριαρχικό πλαίσιο, αλλά ακόμα και σε αυτές τις κοινωνίες οι άνδρες συχνά κατέχουν τις επίσημες θέσεις εξουσίας.

Μπορεί όμως να μη φτάσουν εκεί χωρίς τη βοήθεια των θυγατέρων, των μητέρων, των αδελφών και των συζύγων τους, που διαθέτουν μεγάλη επιρροή. Με κάθε νέα ανάλυση γονιδιώματος, η ιστορία της Εποχής του Σιδήρου πέρα από τη Μάγχη γίνεται πιο πλούσια και πολυδιάστατη – όπως ακριβώς και οι αξιοσημείωτες γυναίκες που άφησαν το αποτύπωμά τους στα οστά που έρχονται στο φως.

Μια ενδιαφέρουσα διάσταση τίθεται στο αμερικανικό δίκτυο NPR και από την Κάρολ Εμπερ, πολιτιστική ανθρωπολόγο και πρόεδρο του Human Relations Area Files στο Πανεπιστήμιο Yale, η οποία δεν συμμετείχε στη μελέτη, αλλά δεν εξεπλάγη που υπήρχαν «μητροτοπικές» κοινωνίες στο παρελθόν. «Αν και η «matrilocality» δεν είναι συνηθισμένη, αποτελεί περίπου το 15% του ανθρωπολογικού αρχείου στην Κεντρική Αφρική και σε ορισμένες κοινότητες ιθαγενών της Αμερικής» λέει, τονίζοντας ότι υπάρχει κάτι άλλο που είναι ενδιαφέρον για τις «matrilocal» κοινωνίες.

Συχνά μιλούν διαφορετική γλώσσα από τους γείτονές τους (στην περίπτωση αυτή, την κελτική) – απόδειξη ότι πιθανότατα μετανάστευσαν από κάπου αλλού. «Αν εισέβαλλαν με επιτυχία στην επικράτεια των άλλων, αυτό σημαίνει ότι θα έπρεπε να είναι αρκετά καλοί στο να πολεμούν».

Οι «μητροτοπικές» κοινωνίες, αποδεικνύεται, τείνουν να τα καταφέρνουν καλά στη μάχη με εξωτερικούς εχθρούς. Πολλοί ειδικοί προτείνουν ότι αυτό πιθανόν να οφείλεται σε έλλειψη εσωτερικών διαμαχών και άρα σε ευρύτερη φυλετική ενότητα. Πολλά, φυσικά, παραμένουν άγνωστα για αυτή την κελτική φυλή, καθώς και για τις πολλές ομάδες προϊστορικών ανθρώπων που είναι διασκορπισμένες στον χώρο και στον χρόνο, όμως η επιστημονική κοινότητα είναι πεπεισμένη ότι το αρχαίο DNA θα βοηθήσει στην αποκάλυψη μέρους αυτών των μυστηρίων.