Μεσημέρι Δευτέρας 14 Οκτωβρίου. Οι πρωινές πρόβες για το έργο «Nachtland» στο θέατρο Αποθήκη στου Ψυρρή είχαν αναβληθεί για το βράδυ της ίδιας ημέρας, επομένως η Κάτια Γκουλιώνη ήταν περισσότερο χαλαρή σε αυτή τη συνάντησή μας που έγινε στον υπαίθριο χώρο του café-μπαρ «Το Λοκάλι», δίπλα από το θέατρο.
Ντυμένη casual – με καρό πουκάμισο και τζιν – η Γκουλιώνη με περίμενε πίνοντας το τσάι της και καπνίζοντας ένα στριφτό τσιγάρο. Είχε κάθε λόγο να είναι χαμογελαστή και ευδιάθετη. Η πρεμιέρα του «Nachtland» (σε σκηνοθεσία Νικορέστη Χανιωτάκη) πλησίαζε, ενώ για τις 21 Νοεμβρίου είναι προγραμματισμένη η πρεμιέρα της ταινίας «Ο νόμος του Μέρφυ» όπου πρωταγωνιστεί, τελευταίας δημιουργίας του Αγγελου Φραντζή, με τον οποίο η Γκουλιώνη έχει ξανασυνεργαστεί στη μεγάλη οθόνη.
Μία από τις κινηματογραφικές τους συναντήσεις είναι η «Ευτυχία», που έκανε πάταγο το 2019 και για την οποία η Γκουλιώνη, που έχοντας υποδυθεί σε νεαρή ηλικία τη στιχουργό Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου δίνει τη σκυτάλη στην Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, βραβεύθηκε από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου με το βραβείο Ιρις Β’ γυναικείου ρόλου.
«Οι πρόβες μού αρέσουν περισσότερο από την παράσταση και περισσότερο από την ταινία» θα μου πει η Γκουλιώνη. «Μου αρέσει τρομερά η προετοιμασία, η προσμονή για την έναρξη της διαδικασίας».
Συγκεκριμένα, τουλάχιστον στις ταινίες, στην Γκουλιώνη αρέσει η διαδικασία προσέγγισης του χαρακτήρα – η έρευνα λέει ότι είναι το αγαπημένη της κομμάτι. «Για τον «Νόμο του Μέρφυ», για παράδειγμα, που είναι κωμωδία, είδα πάρα πολλές screwball κωμωδίες, του Φρανκ Κάπρα και κυρίως του αγαπημένου μου Ερνστ Λιούμπιτς, τον οποίο ανακάλυψα πριν από 20 χρόνια και έχω δει όλες τις ταινίες του.
Είδα επίσης πολλούς stand-up comedians – λατρεύω τα μάτια του Λένι Μπρους και του Αντι Κάουφμαν, βγάζουν μια απελπισία, παρότι κωμικοί. Γιατί η κωμωδία έχει απελπισία και δεν είναι τυχαίο που, και χρονολογικά ακόμα, οι κωμωδίες διέπρεψαν σε εποχές που στιγματίστηκαν από τεράστια προβλήματα, όπως του οικονομικού κραχ στην Αμερική».
Η Γκουλιώνη λέει ότι είδε και νεότερους κωμικούς, ακτιβιστές των 80s, που πολέμησαν με τον τρόπο τους για τα ανθρώπινα δικαιώματα και μάλιστα σε prime time ζώνες της τηλεόρασης, σε μια εποχή που κάποια πράγματα δεν λέγονταν. «Γενικά θεωρώ ότι η κωμωδία έχει κάτι βαθιά ανθρώπινο και απελπισμένο».
Αναφέρω στην Γκουλιώνη ότι η άποψή της μου φέρνει στον νου μια ιστορία που μνημονεύω συχνά: πριν από πολλά χρόνια, με αφορμή την ταινία «Τροία» (2004) είχα συναντήσει τον Πίτερ Ο’ Τουλ στη Νέα Υόρκη και τον είχα ρωτήσει για τον φίλο του τον Πίτερ Σέλερς. «Ο Πίτερ ήταν καταθλιπτικός» μου είχε απαντήσει ο Ο’ Τουλ. «Κατά βάθος όλοι οι κωμικοί είναι καταθλιπτικοί. Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά».
Η Γκουλιώνη συμφωνεί. «Παρατηρώντας τα μάτια τους, το βλέπεις – ο Κάρι Γκραντ, ας πούμε. Ενώ είναι διαρκώς μέσα στα σαλόνια και τα πολυτελή ντεκόρ, τα μάτια του τρέχουν χιλιόμετρα. Θυμάμαι τον έβλεπα σε μια ταινία να κάθεται σε μια πολυθρόνα ή δίπλα σε ένα κομοδίνο και παρατηρώντας τα μάτια του ήταν ξεκάθαρο: έγραφαν χιλιόμετρα απελπισίας… Αγωνίας μάλλον. Λίγο σαν να μην τον χωρούσε ο τόπος…».
Ο πάντα απαιτητικός κόσμος της κωμωδίας
Η Κάτια Γκουλιώνη σημειώνει ότι αυτό το στοιχείο της απελπισίας το έχει ο «Νόμος του Μέρφυ», που στηρίζεται σε μια ιδέα των Αγγελου Φραντζή, Κατερίνας Μπέη και Κωστή Σαμαρά, οι οποίοι συνυπογράφουν το σενάριο: «Η ταινία έχει πολλές μεταμορφώσεις, η ηρωίδα που υποδύομαι καλείται να «παίξει» κάποιες προβολές. Είναι μια ηρωίδα που θέλει να καταψύξει τα ωάριά της αλλά αντιλαμβάνεται ότι κανένα τους δεν είναι καλό. Οπότε υπάρχει μία εκδοχή που ας πούμε είναι μαμά με 13 παιδιά…
Το ενδιαφέρον στην κωμωδία είναι ότι έχεις την αίσθηση πως καταργείται το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται ο ήρωας ή η ηρωίδα. Ολα είναι μια κατασκευή μέσα από την οποία προσπαθεί να περάσει ο/η κωμικός και στο τέλος να την καταστρέψει. Και αυτό μου άρεσε πολύ στην ταινία διότι η ηρωίδα μου πρέπει να υποδυθεί πολλούς χαρακτήρες προκειμένου να μη χάσει τη ζωή της».
Αναφέροντας στην Γκουλιώνη κάτι πάνω-κάτω γνωστό, ότι παρά τις δυσκολίες που έχει στην κατασκευή της η κωμωδία, θεωρείται κάπως «παρεξηγημένο» είδος ψυχαγωγίας, η ηθοποιός απαντά: «Συμφωνώ ότι είναι πολύ δύσκολο είδος και νομίζω ότι αυτό οφείλεται στην προσπάθεια να αποφύγουμε την αποτυχία. Είναι ένας συνεχής αγώνας. Συμφωνώ επίσης ότι το είδος είναι παρεξηγημένο – ο Θανάσης Βέγγος, για παράδειγμα, τον οποίο λατρεύω, ήταν ένας παρεξηγημένος ηθοποιός που αργότερα βρήκε τη θέση που του άξιζε».
Γιατί όμως είναι παρεξηγημένο είδος η κωμωδία; «Νομίζω επειδή φοβόμαστε να χαρούμε. Και επειδή υπάρχει και το κόμπλεξ της ελαφρότητας. Πολύς κόσμος θεωρεί ότι το να παράξεις γέλιο είναι κάτι ανάλαφρο επειδή ακριβώς το γέλιο είναι κάτι πολύ ελαφρύ».
Οταν ζήτησα από την ηθοποιό να μου πει κάποιες ελληνικές ταινίες τις οποίες εκτιμά πολύ για το χιούμορ τους, εκείνη ανέφερε δύο του Νίκου Παναγιωτόπουλου: «Μία από τις πιο αγαπημένες μου ελληνικές κωμωδίες είναι τα «Οπωροφόρα της Αθήνας» όπου θεωρώ ότι ο Νίκος Κουρής έδωσε μια εκπληκτική ερμηνεία. Το ίδιο θα έλεγα και για τους «Τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας», μια πολύ αγαπημένη μου ελληνική ταινία που για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν η αποσυμπίεσή μου.
Γιατί με ηρεμούσε και με έκανε να γελάω χωρίς να με βάζει σε μία κατάσταση, γιατί όλη η κατάσταση ήταν αστεία. Αλλά έχω την αίσθηση ότι φοβόμαστε να χαρούμε. Θεωρούμε ότι όταν κάτι μας κάνει ευτυχισμένους είναι ελαφρύ και ότι βιώνουμε μόνο μέσω της θλίψης και μόνο μέσω ενός συγκεκριμένου, βαρύγδουπου μηνύματος».
Δύσκολη πάντως φαίνεται ότι ήταν η διαδικασία κατασκευής της κωμωδίας στον «Νόμο του Μέρφυ», αφού η ταινία αποτελείται από 40 μονοπλάνα πεντέμισι με επτά λεπτά μέσο όρο το καθένα. «Για να πετύχει, κάθε σκηνή ήταν ένας αγώνας από όλες τις ειδικότητες» είπε η Γκουλιώνη. «Και αυτό με ενθουσίαζε στο γύρισμα, γιατί ήταν σαν μια χορωδία όλων των ειδικοτήτων, κάτι που θεωρώ πολύ σημαντικό στον κινηματογράφο και αυτό που πραγματικά μου αρέσει σε αυτή τη δουλειά.
Η χαρά του πλάνου από όλες τις ειδικότητες την ώρα που δουλεύουν. Σκηνογράφοι, κάμεραμεν, φωτογράφος, στις ράγες ο Χαρατζόγλου – λέω τώρα κάποια ονόματα –, μακινίστες». Και βέβαια δεν ήταν εύκολο.
Η Γκουλιώνη αποκαλεί «σημάδια του θανάτου» τα σημεία που είχε σημαδέψει στο έδαφος για να θυμάται τις κινήσεις της στο κάθε πλάνο. Επίσης δεν παρακολουθούσε το μόνιτορ για να δει τι είχε γίνει μετά από κάθε γύρισμα: «Φοβόμουν. Αλλά τους έβλεπα όλους να κοιτάζουν την οθόνη και όποτε ακουγόταν αυτό το «το ‘χουμε!» για το κάθε πλάνο, ήταν σαν να άκουγες τη γέννηση ενός μωρού!
Καταπληκτικό συναίσθημα. Αυτή την ικανοποίηση της στιγμής, ανεξαρτήτως τελικού αποτελέσματος, δεν νομίζω να την έχει καμία άλλη δουλειά σε αυτόν τον βαθμό. Και την ορίζει 100% ο σκηνοθέτης για να μπορέσουμε να συντονιστούμε σε αυτό που λέγεται ημέρα γυρίσματος».
Μιλώντας για τις διαφορετικές ειδικότητες που συντελούν στη συλλογική προσπάθεια για τη δημιουργία του κινηματογράφου, ρώτησα την Κάτια Γκουλιώνη για τη σχέση της με την ενδυματολογία, για την οποία μάλιστα έχει βραβευθεί. «Κατ’ αρχάς, να ξεκαθαρίσω ότι δεν έχω σπουδάσει ενδυματολογία, αυτή είναι μια λανθασμένη πληροφορία που έχει δυστυχώς αποθηκευτεί στο Διαδίκτυο» εξηγεί.
«Ηθελα μεν στην αρχή να γίνω ενδυματολόγος ή σκηνογράφος, αλλά αυτό έφυγε σύντομα και πήρα κανονικά το πτυχίο μου από τη δραματική σχολή. Απλώς κέρδισα ένα βραβείο από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου για την ταινία «Ακίνητο ποτάμι» (επίσης του Αγγελου Φραντζή), επειδή μία εβδομάδα πριν αρχίσουν τα γυρίσματα, η ενδυματολόγος που είχαμε έφυγε από την ταινία, οπότε ανέλαβα αυτόν τον ρόλο.
Οταν πήρα αυτό το βραβείο πραγματικά ντράπηκα. Ντράπηκα γιατί υπήρχαν επαγγελματίες ετών συνυποψήφιες και μάλιστα οφείλω να πω ότι δεν ήξερα καν για την υποψηφιότητά μου. Το έμαθα καθυστερημένα γιατί δεν με είχαν ενημερώσει από την εταιρεία παραγωγής. Βεβαίως, το όνομά μου είναι στους τίτλους, αλλά ειλικρινά δεν πιστεύω ότι μια βράβευση είναι σφραγίδα για κάτι. Γιατί πραγματικά δεν νομίζω ότι άλλαξαν πολλά στη ζωή μου ούτε από τη βράβευση για την «Πολυξένη» ούτε από τη βράβευση για την «Ευτυχία»».
Η Γκουλιώνη αναφέρει ότι η «Ευτυχία» είναι μια ηρωίδα που την ακολουθεί ακόμα και ότι χαίρεται για αυτό: «Ολες οι ηρωίδες που έχω αγαπήσει μου αρέσει να με ακολουθούν, όχι με την έννοια της ταύτισης αλλά επειδή και εγώ χάρηκα που τις υποδύθηκα.
Και μακάρι να ακούγονται τα ονόματα τέτοιων γυναικών και ο κόσμος να μιλά για αυτές. Ειλικρινά, σκέφτομαι πάντα τι ωραίο που είναι που αγαπά ο κόσμος την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου. Πολλοί άνδρες που είδαν την ταινία έκλαιγαν, επίσης μαγικό, το λέω και ανατριχιάζω. Γιατί είναι τρομερά απελευθερωτικό για έναν άνδρα να κλαίει – οι περισσότεροι ντρέπονται να βάλουν τα κλάματα».
ΙΝFO
«Ο νόμος του Μέρφυ»: Στους ελληνικούς κινηματογράφους από τις 21 Νοεμβρίου, από την Tanweer.
Την Τρίτη 5 Νοεµβρίου η ταινία θα προβληθεί σε avant premiere στο 65ο Φεστιβάλ Κινηµατογράφου Θεσσαλονίκης (20:00, Ολύµπιον) και ταυτόχρονα στα Options Cinemas στη Γλυφάδα.