«Είσαι ακριβώς σαν κι εμένα – πρέπει να βρίσκεσαι πάντα τρία βήματα πίσω της». Η δηλητηριώδης και ταυτοχρόνως αυτοσαρκαστική ατάκα ανήκει στον σύζυγο της βασίλισσας Ελισάβετ, πρίγκιπα Φίλιππο. Την εκστόμισε στη διάρκεια ενός ιδιωτικού δείπνου στο Μπάκιγχαμ προς την καλεσμένη που καθόταν ακριβώς δίπλα του. Δεν ήταν άλλη από τη Λι Ράτζιβιλ, τη γυναίκα που ακόμη και σήμερα, στα 85 της χρόνια, συνεχίζει να ζει στη σκιά της διάσημης αδελφής της Τζάκι Κένεντι.
Πολύ μελάνι έχει χυθεί για τη ζωή των δύο αδελφών. Πρόσφατα μια ακόμη διπλή βιογραφία κυκλοφόρησε προσπαθώντας να σκιαγραφήσει την αμφιλεγόμενη σχέση τους. Στο βιβλίο «Τhe Fabulous Bouvier Sisters – The Tragic and Glamorous Lives of Jackie and Lee» (εκδ. HarperLuxe) οι συγγραφείς Σαμ Κάσνερ και Νάνσι Σενμπέργκερ φέρνουν στο φως άγνωστα περιστατικά από τη ζωή των δύο αδελφών που, όπως γράφουν χαρακτηριστικά, «ανατράφηκαν για να λάμπουν», αντλώντας κυρίως υλικό από τις συνεντεύξεις που πραγματοποίησαν με τη Λι, αλλά και από πλήθος άλλων πηγών. Η Λι μάλιστα τους ανοίχτηκε για την πολυκύμαντη σχέση της με την Jackie Ο, παρότι, όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά στο πρώτο κεφάλαιο, «υπάρχει ένας άγραφος κανόνας – αν είσαι φίλος με τη Λι, δεν μιλάς καθόλου για την αδελφή της».
H Tζάκι ήταν η μεγαλύτερη. Γεννήθηκε ως Ζακλίν Λι Μπουβιέ στις 28 Ιουλίου του 1929. Τριάμισι χρόνια αργότερα στη ζωή ήρθε και η μικρότερη αδελφή της Λι (Κάρολαϊν Λι Μπουβιέ το πλήρες όνομά της). Πατέρας τους ήταν ο γοητευτικός και αθεράπευτα γυναικάς χρηματιστής Τζον Βέρνον Μπουβιέ, γνωστός στους κοσμικούς κύκλους ως «Black Jack» εξαιτίας της ηλιοκαμένης επιδερμίδας του – συχνά στον δρόμο τον μπέρδευαν με τον ηθοποιό Κλαρκ Γκέιμπλ – και μητέρα τους η socialite Τζάνετ Nόρτον Λι. Η σχέση των δύο κοριτσιών ήταν δυνατή, αλλά ο ανταγωνισμός φαίνεται να φώλιασε μέσα τους από την παιδική ηλικία. Η Τζάκι ήταν το αγαπημένο παιδί του μπαμπά. Οπως εξομολογείται η Λι στο βιβλίο της «Happy Times», η ίδια καταλάβαινε αυτή την πατρική αδυναμία, ίσως γιατί η Τζάκι ήταν φτυστή φυσιογνωμικά με εκείνον. Τα παιδικά τους χρόνια σημαδεύτηκαν τελικά από το διαζύγιο των γονιών τους.
Καθώς μεγάλωναν, η Λι ήταν σαφώς πιο εκθαμβωτική από την Τζάκι. Πιο αδύνατη, πιο στυλάτη, με φίνα ζυγωματικά – πολλές φορές την επισκίαζε. Και οι δύο, ωστόσο, μοιράζονταν ένα κοινό χαρακτηριστικό, την ψιθυριστή, αριστοκρατικά σέξι φωνή.
Και η Λι ήρθε πρώτη εις γάμου κοινωνίαν το 1953, σε ηλικία 20 ετών συγκεκριμένα, με τον εκδότη Μάικλ Τεμπλ Κάνφιλντ, επισκιάζοντας τη μεγαλύτερη αδελφή της, στην αγκαλιά της οποίας έριξε τη νυφική της ανθοδέσμη. Εναν μήνα αργότερα, όμως, η Τζάκι ανταπάντησε και αρραβωνιάστηκε τον σαφώς πιο πλούσιο και πολλά υποσχόμενο Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι. Η Λι δεν έμεινε τελικά καιρό μαζί με τον Κάνφιλντ. Ετσι δημιούργησε σχέση με τον πλούσιο Πολωνό Στάνισλαβ Ράτζιβιλ, τον οποίο παντρεύτηκε το 1959 και ξεκίνησε να αυτοαποκαλείται «πριγκίπισσα Λι Ράτζιβιλ» – τίτλος που για τους περισσότερους ήταν αμφιλεγόμενος. Κανείς δεν μπορεί όμως να αμφισβητήσει τον τίτλο της αδελφής της Τζάκι, η οποία ήταν πλέον η Πρώτη Κυρία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής – ο JFK ανέλαβε τα καθήκοντά του τον Ιανουάριο του 1961.
Σαφώς ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία του βιβλίου είναι οι υπόνοιες ότι η Λι κοιμόταν με τον πρόεδρο και σύζυγο της αδελφής της. Ο συγγραφέας Γκορ Βιντάλ ισχυρίζεται ότι ο Κάνφιλντ, ο πρώτος σύζυγος της Λι, του είχε εκμυστηρευτεί ότι εκείνη είχε γλιστρήσει στο κρεβάτι του JFK ενώ έκαναν όλοι μαζί διακοπές στη Νότια Γαλλία. Και αν η Λι κοιμήθηκε με τον σύζυγό της, η Τζάκι της το πλήρωσε με το ίδιο νόμισμα κλέβοντάς της τον Αριστοτέλη Ωνάση. Γιατί πρώτη η Λι ήταν εκείνη που συνήψε σχέση μαζί του ενώ ο έλληνας κροίσος έβγαινε με τη Μαρία Κάλλας. Μάλιστα, όπως λέγεται, η «La Divina» είχε εξομολογηθεί στον δημοσιογράφο Λίο Λέρμαν: «Πότε δεν αντιπάθησα την Τζάκι, αλλά μισούσα τη Λι».
Οι συγγραφείς, πάντως, υποστηρίζουν ότι η προσέγγιση του Ωνάση προς τη Λι ήταν από την αρχή ωφελιμιστική, με τον έλληνα μεγιστάνα να προσπαθεί να βρει ερείσματα προς τον Λευκό Οίκο, καθώς ο ίδιος βρισκόταν στο μάτι του κυκλώνα από την αμερικανική κυβέρνηση. Ολα φαίνεται λοιπόν να ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 1963, λίγους μήνες πριν από τη δολοφονία του Τζον Κένεντι στις 21 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου. Στις 7 Αυγούστου η Τζάκι έφερε στη ζωή τον Πάτρικ, ο οποίος 39 ώρες μετά τη γέννησή του πέθανε. Η Λι βρισκόταν τότε σε κρουαζιέρα στο Αιγαίο με τον Ωνάση. Πέταξε στην Αμερική για την κηδεία του ανιψιού της και επέστρεψε στο «Χριστίνα» φέρνοντας μαζί της την Τζάκι. Στο τέλος του ταξιδιού ο Ωνάσης προσέφερε στη Λι τρία διαμαντένια βραχιόλια, ενώ στην Τζάκι ένα εκθαμβωτικό κολιέ με διαμάντια και ρουμπίνια. Η Λι ήταν έξαλλη.
Ακόμη πιο έξαλλη έγινε όταν, πέντε χρόνια αργότερα, έμαθε τον μυστικό αρραβώνα της αδελφής της με τον Ωνάση από τις εφημερίδες. Φυσικά, στο διάστημα αυτό είχε μεσολαβήσει η δολοφονία του Τζον Κένεντι το 1963 αλλά και του αδελφού του Μπομπ, το 1968, με τον οποίο εικάζεται ότι η Τζάκι διατηρούσε δεσμό, κάτι που το εν λόγω βιβλίο δεν «ακουμπάει». «Σκοτώνουν τους Κένεντι στην Αμερική» θα πει η Τζάκι στο άκουσμα της δολοφονίας, αποφασίζοντας να πει το «ναι» στον έλληνα μεγιστάνα. Η Λι, συντετριμμένη, τηλεφώνησε στο Τρούμαν Καπότε ουρλιάζοντας «Πώς μπόρεσε να μου το κάνει αυτό;». Τελικά βρήκε την αυτοκυριαρχία της και μάλιστα έδωσε το «παρών» στον γάμο τους στον Σκορπιό τον Οκτώβριο του 1968.
Τα χρόνια πέρασαν. To 1974 εκδόθηκε το διαζύγιο της Λι από τον Στάνισλαβ Ράτζιβιλ. Ο Ωνάσης είχε επίσης κινήσει διαδικασίες διαζυγίου από την Τζάκι. Τον πρόλαβε ο θάνατος και η Τζάκι, έπειτα από διαπραγματεύσεις με την κόρη του Χριστίνα, έλαβε το ποσό των 26 εκατομμυρίων δολαρίων. Η Λι ήταν σχεδόν απένταρη και η Τζάκι πλούσια.
Toν Δεκέμβριο του 1993 η Τζάκι διαγνώστηκε με λέμφωμα non-Hodgkin’s. Η Λι βρέθηκε στο πλευρό της ως την ημέρα που άφησε την τελευταία της πνοή, τον Μάιο του 1994. Ομως το άνοιγμα της διαθήκης της ήταν ένα ακόμη χαστούκι για τη Λι. Η Τζάκι δεν της άφησε δολάριο τσακιστό, αντίθετα κληροδότησε από 500.000 δολάρια στα ανίψια της, τα δύο παιδιά της Λι. Η δικαιολογία της ήταν ότι μια ζωή παρείχε στη μικρή αδελφή της ό,τι αυτή χρειαζόταν.
Η δήλωση της Λι προς τους συγγραφείς του βιβλίου συνοψίζει την ιδιόμορφη σχέση τους: «Θα είμαστε πάντα αδελφές, αλλά κάποτε είχαμε επίσης υπάρξει και φίλες».