Η αγάπη του κόμη Αντόνιο Μπόλζα και της συζύγου του Αντζέλικα για την Ιταλία ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980, τότε που μαζί με τα πέντε παιδιά τους ταξίδευαν εκεί για να περάσουν τις διακοπές τους.

Ο ευγενικής (ιταλικής) καταγωγής Ούγγρος, η οικογένεια του οποίου αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα της στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, όταν ο ίδιος ήταν μόλις πέντε ετών, είχε εγκατασταθεί πλέον μόνιμα στη Γερμανία και δραστηριοποιούνταν ως εκδότης – η σύζυγός του ήταν αρχιτέκτονας –, έχοντας κατορθώσει να δημιουργήσει μια αξιοσέβαστη περιουσία από την επαγγελματική του δραστηριότητα.

Κάθε χρόνο, λοιπόν, νοίκιαζαν κάποια πολυτελή βίλα της ιταλικής υπαίθρου για να περάσουν εκεί όσο διάστημα θα διαρκούσε το ταξίδι τους, αλλά στην πορεία θέλησαν να αποκτήσουν μια δική τους οικία στην περιοχή. Αλλωστε οι επισκέψεις τους στην Ιταλία είχαν αρχίσει να γίνονται ολοένα και πιο συχνές.

Αφού αγόρασαν το πρώτο τους εξοχικό στην Ούμπρια, συνέχισαν να επενδύουν και σε διπλανές βίλες, μέχρι που ένα κάστρο, ακριβώς δίπλα από εκεί όπου έμεναν, το Castello di Reschio, χτισμένο τον 10ο μ.Χ. αιώνα, τράβηξε την προσοχή τους.

Κατάφεραν να πείσουν τους ιδιοκτήτες να τους το πουλήσουν, μόνο με την προϋπόθεση ότι θα αγόραζαν μαζί και ολόκληρη τη γύρω έκταση, η οποία έφτανε τα 15 τ.χλμ. και περιελάμβανε, εκτός από το κάστρο, 35 εγκαταλελειμμένες μεσαιωνικές αγροικίες. Με τη βοήθεια επενδυτών, η έκταση πέρασε στα χέρια τους το 1994.

Photo Credits: Philip Vile

Ενα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ο Αντόνιο στην καινούργια ιδιοκτησία του ήταν να εκθρέψει άλογα – είναι γνωστή άλλωστε η αγάπη των Ούγγρων και των εύπορων ευγενών για αυτά τα περήφανα ζώα –, ενώ ο γιος του, Μπένεντικτ, μόλις απέκτησε το πτυχίο του στην Αρχιτεκτονική, ξεκίνησε την καριέρα του ανακαινίζοντας τα αγροτόσπιτα γύρω από το κάστρο, τα οποία αργότερα πουλούσε.

Σχεδόν 30 χρόνια μετά, και αφού ο Μπένεντικτ έμεινε εκεί για ένα διάστημα μαζί με τη σύζυγό του, Ντόνα Νέντσια, και τα παιδιά τους, ήρθε η στιγμή να δώσει νέα πνοή και στο ίδιο το Castello di Reschio, καθώς ο χρόνος είχε αφήσει τα σημάδια του πάνω στο κάστρο.

Μια ριζική ανακαίνιση μετέτρεψε το 1.000 ετών κτίσμα σε ένα υπερπολυτελές ξενοδοχείο με 36 δωμάτια, εστιατόρια, μπαρ, πισίνα κ.ά., το οποίο μάλιστα προσφάτως απέκτησε τα τρία «κλειδιά» Michelin – αντίστοιχα με τα αστέρια που δίνονται σε εστιατόρια –, την ανώτατη βράβευση ποιότητας που απονέμει ο διεθνής οδηγός σε ξενοδοχεία. Επίσης, το Castello di Reschio έχει ίσως τους περισσότερους ακολούθους στο Instagram από οποιοδήποτε άλλο ξενοδοχείο (πάνω από 820.000 τον αριθμό), μια και κάθε γωνιά του αποτελεί και έναν ξεχωριστό «πίνακα».

Πορτρέτα και bespoke έπιπλα

Οπως συχνά βλέπουμε στις ταινίες, το πιο χαρακτηριστικό διακοσμητικό στοιχείο κάθε μεγαλειώδους κάστρου είναι τα πορτρέτα στους τοίχους. Πέρα από την καλλιτεχνική τους αξία, βρίσκονται εκεί ως φόρος τιμής στις προηγούμενες γενιές ιδιοκτητών αλλά και για να αναδείξουν τη διαχρονικότητα του χώρου.

Οι Μπόλζα άφησαν αυτά τα πορτρέτα κρεμασμένα στο ολοκαίνουργιο ξενοδοχείο, για να θυμίζουν στους επισκέπτες ότι πράγματι βρίσκονται σε ένα αυθεντικό κάστρο με μακραίωνη ιστορία.

Οσο για την υπόλοιπη διακόσμηση, όπως ήταν φυσικό, χάρη στο επάγγελμά του, η κάθε λεπτομέρεια είναι το αποτέλεσμα της προσωπικής ενασχόλησης του Μπένεντικτ Μπόλζα. Αντίκες, ταπετσαρίες παλιάς τεχνοτροπίας, Art Deco έπιπλα και διακοσμητικά, vintage αντικείμενα, όλα αποτελούν προσωπικές του επιλογές ή αντικείμενα που φτιάχτηκαν από την εταιρεία του με τοπικά, βιώσιμα υλικά.

Photo Credits: Philip Vile

Εξάλλου, στόχος του ήταν ο χώρος να σχεδιαστεί έτσι ώστε να δίνει την εντύπωση ότι ακόμη μένει εκεί με την οικογένειά του και ότι ο κάθε πελάτης είναι ένας ξεχωριστός φιλοξενούμενός τους.

Στα 36 δωμάτια του κάστρου περιλαμβάνονται και κάποιες σουίτες, με πιο εντυπωσιακή την περίφημη Tower Suite, η οποία βρίσκεται στο πιο παλιό κομμάτι του κτίσματος – οικοδομήθηκε το 900 μ.Χ. –, απλώνεται σε πέντε επίπεδα συνολικής επιφάνειας 180 τ.μ. και διαθέτει δικό της κήπο και υπαίθρια μπανιέρα στο roof garden, από όπου η πανοραμική θέα είναι συγκλονιστική. Η σουίτα περιλαμβάνει δύο υπνοδωμάτια, δύο μπάνια, μπαρ, σαλόνι και γραφείο.

Ενα ακόμα εντυπωσιακό στοιχείο του ξενοδοχείου συναντούμε στο υπόγειο, εκεί όπου κάποτε βρισκόταν το κελάρι του κάστρου. Το ζευγάρι των ιδιοκτητών έχει μετατρέψει τον χώρο σε spa κατά τα πρότυπα των ρωμαϊκών λουτρών.

Photo Credits: Philip Vile

Μια μεγάλη πισίνα με θαλασσινό νερό και δίπλα το χαμάμ, μία σάουνα και δύο αίθουσες περιποίησης δημιουργούν τον απόλυτο προορισμό ευεξίας και χαλάρωσης. Οι θεραπείες που προσφέρονται, από μασάζ και περιποιήσεις προσώπου έως παραδοσιακές τελετουργίες λουτρού, έχουν διαμορφωθεί σε συνεργασία με ειδικούς και προσαρμόζονται στις ανάγκες κάθε φιλοξενούμενου.

Ιππασία και κυνήγι τρούφας

Μέσα σε μια τόσο μεγάλη έκταση είναι φυσικό να υπάρχει η δυνατότητα για ποικίλες υπαίθριες δραστηριότητες. Η πιο εντυπωσιακή έχει να κάνει με τους στάβλους του ξενοδοχείου. Οπως προαναφέρθηκε, ο πατέρας του Μπένεντικτ, Αντόνιο, είναι λάτρης των αλόγων, οπότε, εκτός από τα 30 Lipizzaner και ισπανικά καθαρόαιμα που έχει στην κατοχή του – πραγματοποιούνται επιδείξεις εβδομαδιαία –, υπάρχει και επιπλέον ένας στάβλος με άλογα για τους επισκέπτες.

Photo Credits: Philip Vile

Εκπαιδευτές από τη σχολή ιππασίας του κτήματος διοργανώνουν ειδικές βόλτες με τα άλογα, ενώ οι πιο έμπειροι επισκέπτες μπορούν να κάνουν και dressage. Πάντως, μία από τις πιο όμορφες εικόνες του ξενοδοχείου είναι όταν τα άλογα καλπάζουν ελεύθερα στο κτήμα.

Επιπλέον, στις εγκαταστάσεις υπάρχουν γήπεδα τένις, μια λίμνη για κολύμπι αλλά και για ψάρεμα, καθώς και πισίνα υπερχείλισης. Οι πελάτες μπορούν επιπλέον να ασχοληθούν με την ποδηλασία, το κυνήγι της αλεπούς, αλλά και της τρούφας, μια δραστηριότητα πολύ διαδεδομένη στα δάση της Ιταλίας, η οποία πραγματοποιείται με τη βοήθεια ειδικών σκύλων, των τρουφόσκυλων.

Γαστρονομία

Στο κάστρο λειτουργούν δύο εστιατόρια, το Alle Scuderie και το Al Castello, και τρία μπαρ, τα δύο εκ των οποίων, τα Bar Centrale και Palm Court, βρίσκονται μέσα στα δύο εστιατόρια. Το Il Torrino είναι το μπαρ της πισίνας.

Σερβίρεται παραδοσιακή ιταλική κουζίνα, με εποχικές πρώτες ύλες, οι οποίες ως επί το πλείστον προέρχονται από το κτήμα γύρω από το κάστρο. Τα φρούτα και τα λαχανικά συλλέγονται απευθείας από τον κήπο της κουζίνας, μια δραστηριότητα στην οποία πολλές φορές συμμετέχουν και οι επισκέπτες, ενώ το ελαιόλαδο που χρησιμοποιείται προέρχεται από τα 5.000 ελαιόδεντρα του κτήματος. Επίσης, στο Castello di Reschio φτιάχνουν το δικό τους μέλι και κρασιά από τα αμπέλια τους. Φυσικά, καθώς όλα τα προϊόντα είναι εποχικά, τα μενού αλλάζουν συχνά.

Photo Credits: Philip Vile

Στο Al Castello σερβίρεται το πρωινό του ξενοδοχείου και αργότερα όλα τα υπόλοιπα γεύματα της ημέρας, τα οποία ακολουθούν τη φινετσάτη ιταλική κουζίνα. Από την άλλη, το Alle Scuderie είναι πιο ρουστίκ, με παραδοσιακά πιάτα, όπως ζυμαρικά με τρούφα ή ψητό κοτόπουλο.

Υπάρχει, μάλιστα, και η σχολή μαγειρικής του Reschio, δίπλα στο Alle Scuderie, όπου οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να μάθουν πώς να διαλέγουν υλικά πριν τα μετατρέψουν σε ένα νόστιμο πιάτο, χρησιμοποιώντας κλασικές ιταλικές τεχνικές μαγειρικής.

Photo Credits: Philip Vile

Τέλος, εντυπωσιακές είναι και οι επιλογές κρασιού, καθώς οι αμπελώνες του κτήματος παράγουν εξαιρετικούς κόκκινους και ροζέ οίνους, με ιδιαίτερη έμφαση στα βιολογικά και βιοδυναμικά κρασιά. Μάλιστα, επειδή υπάρχουν και αρκετές άγνωστες ετικέτες, προσφέρονται ειδικές γευσιγνωσίες κρασιού στην in-house κάβα.