Λατρεύω την περίοδο των γιορτών των Χριστουγέννων, που έχει ήδη δειλά δειλά ξεκινήσει, για έναν λόγο: γιατί ο πολύς κόσµος αφήνει στην άκρη την υποκρισία και δείχνει πόσο αγαπάει την πολυτέλεια. Ακόµα και στα χρόνια της οικονοµικής κρίσης, όποιος µπορούσε αυτές τις ηµέρες να κάνει ένα δώρο στον εαυτό του, το έκανε: και δεν υπάρχει καλύτερο δώρο από λίγη πολυτέλεια, που υπάρχει κυρίως για να µας υπενθυµίζει πως δεν είναι όλες οι ηµέρες ίδιες. Δεν είναι το αλατοπίπερο της ζωής η πολυτέλεια. Είναι αυτός ο µαρκαδόρος µε τον οποίο υπογραµµίζουµε τις ηµέρες που ξεχωρίζουν.

Ο άνθρωπος είναι λογικό να έχει µια ροπή στην πολυτέλεια. Το ενδιαφέρον είναι πώς ο καθένας µπορεί να της δίνει το περιεχόµενο που επιθυµεί. Δεν είναι ανάγκη όλοι να τρέχουµε στα ακριβότερα εστιατόρια αυτές τις ηµέρες: υπάρχουν όµως πολλοί που τα τιµούν. Δεν είναι ανάγκη όλοι να γεµίζουµε τα νυχτερινά κέντρα: υπάρχουν όµως πολλοί που τα αγαπούν. Δεν είναι ανάγκη όλοι να έχουµε ακριβά κινητά τηλέφωνα ή αυτοκινητάρες: όποιος όµως έχει τη δυνατότητα να τα χαίρεται, καλά κάνει και τα έχει. Κακώς τα αποκαλούµε «είδη πολυτελείας» – η έκφραση υπονοεί ότι είναι κοµµάτι περιττά. Δεν είναι: τίποτα που σου απλοποιεί τη ζωή ή σε βοηθά να τη χαίρεσαι δεν είναι περιττό.

«Δεν υπάρχει καλύτερο δώρο από λίγη πολυτέλεια, που υπάρχει κυρίως για να µας υπενθυµίζει πως δεν είναι όλες οι ηµέρες ίδιες».

Υπάρχει ένα πρόβληµα µε την πολυτέλεια: µπερδευόµαστε µε την επίδειξή της και δεν θέλουµε να µας καταπιέζει – όλα αυτά όµως δεν έχουν σχέση µε την ίδια, αλλά µε πολλά που κουβαλάµε στο κεφάλι µας. Κατά τη γνώµη µου, δεν υπάρχει επίδειξη πολυτέλειας: υπάρχει επίδειξη πλούτου, που είναι κάτι άλλο. Πολυτέλεια είναι να µείνεις σε ένα ακριβό ξενοδοχείο σε ένα ταξίδι που έχεις κάνει δώρο στον εαυτό σου. Επίδειξη πλούτου είναι να γεµίσεις το Instagram µε φωτογραφίες από την παραµονή σου εκεί. Πολυτέλεια είναι να έχεις ένα ακριβό αυτοκίνητο. Επίδειξη πλούτου είναι να τρέχεις µε αυτό σαν τρελός για να γίνεσαι θέµα συζήτησης. Το ίδιο ισχύει και µε την περίφηµη καταπίεση που υποτίθεται πως η πολυτέλεια προκαλεί: τίποτα τέτοιο δεν συµβαίνει αν έχεις λίγο µυαλό στο κεφάλι σου. Το να περνάς ωραία είναι πολυτέλεια: δεν είναι πολυτέλεια το να ξοδεύεις υποχρεωτικά πολλά. Μόνοι µας βάζουµε τα όρια της απόλαυσης. Και ευτυχώς.

«Υπάρχει ένα πρόβληµα µε την πολυτέλεια: µπερδευόµαστε µε την επίδειξή της και δεν θέλουµε να µας καταπιέζει».

Η πολυτέλεια έχει δαιµονοποιηθεί κυρίως από τις θρησκείες και πάντα µε διασκεδάζει πως την τιµάµε τις ηµέρες των γιορτών – το ότι µοιάζει να υπερισχύει του θρησκευτικού συναισθήµατος δεν είναι καν µυστικό: πιο πολύ µιλάµε για δώρα παρά για το νόηµα των Χριστουγέννων αυτές τις ηµέρες. Οι θρησκείες έκαναν στόχο τους την πολυτέλεια, ταυτίζοντάς την πολλές φορές µε την αµαρτία, διότι έπρεπε να απευθύνονται στο µεγάλο πλήθος και αυτό δεν ήταν δυνατόν να ζει πολυτελέστατα όταν αυτές όρισαν το πλαίσιο της ενάρετης ζωής. Αλλά ο άνθρωπος δεν είναι φτιαγµένος για να υποφέρει µε αντάλλαγµα κάποια σωτηρία της ψυχής ή κάποιο βασίλειο των ουρανών: στις δυστυχίες του πονάει, δεν πανηγυρίζει. Δεν θεωρεί ότι ο πόνος του είναι διαβατήριο για τον Παράδεισο, δεν βιάζεται να φύγει από τον µάταιο τούτο κόσµο. Αντιθέτως, θέλει να απολαύσει κάθε χαρά που µπορεί να βιώσει. Θέλει να ταξιδέψει. Θέλει να δει από κοντά τα ωραιότερα πράγµατα του πλανήτη που τον φιλοξενεί. Θέλει να ταυτίσει τις ώρες της χαράς του µε στιγµές που απολαµβάνει πέρα από τα συνηθισµένα. Θέλει να δίνει περιεχόµενο σε αόριστες έννοιες, όπως π.χ. η απόλαυση, και η πολυτέλεια τον βοηθάει.

«Ντρεπόµασταν για χρόνια να πούµε πόσο µας λείπει ένα ωραίο ταξίδι στο εξωτερικό».

Πέρα από τις θρησκείες, τα προηγούµενα χρόνια την πολυτέλεια τη συκοφαντήσαµε κι εµείς. Αυτοµαστιγωθήκαµε γιατί κάποτε παίρναµε δάνεια για διακοπές, λες και ξοδεύαµε χρήµατα για να κάνουµε κακό στην ανθρωπότητα – σε τελική ανάλυση, χώρια τα φάγαµε και χώρια τα πληρώσαµε. Ντρεπόµασταν για χρόνια να πούµε πόσο µας λείπει ένα ωραίο ταξίδι στο εξωτερικό από αυτά που κάνεις έχοντας στο µυαλό σου ένα σπουδαίο διάλειµµα – η έλλειψή του, ωστόσο, δεν µας έκανε περισσότερο χαρούµενους. Ανακαλύψαµε την αγορά του «µεταχειρισµένου» πείθοντας τον εαυτό µας πως σε αυτήν υπάρχουν οι καλύτερες ευκαιρίες – υπάρχουν όντως, αλλά είναι ελάχιστες. Οργανώσαµε τη ζωή µας µε τρόπο που να µας επιτρέπει να µην ξοδεύουµε τίποτα πέρα από τα απαραίτητα – αυτό όµως δεν σηµαίνει πως νιώσαµε και ικανοποίηση για το κατόρθωµά µας. Βάλαµε στο µυαλό µας τον στόχο µιας αξιοπρεπούς καθηµερινότητας, τον πιάσαµε – και µπράβο µας –, αλλά δεν µπορεί όλα να είναι καθηµερινά και επαναλαµβανόµενα. Οταν αυτό συµβεί, προκύπτει µια λάθος θεώρηση των πραγµάτων: αυτό πάθαµε.

«Η ζωή χωρίς λίγη απόλαυση είναι µια µονοτονία, µια αόρατη φυλακή».

Κάπως έτσι η υποχρεωτική λιτότητα έγινε τρόπος ζωής: κάποια στιγµή την ονοµάσαµε «κανονικότητα», λες και ήµασταν ασκητές. Αρχίσαµε να υποπτευόµαστε όποιον περνάει καλύτερα από εµάς. Και επιχειρήσαµε να δώσουµε ένα νέο περιεχόµενο στην καλή ζωή. Οντως σε αυτή δεν χρειάζεται µονίµως να ξοδεύεις. Αλλά άλλο πράγµα είναι η προσαρµογή, δηλαδή η ανάγκη, και άλλο η πολυτέλεια, δηλαδή η απόλαυση. Και η ζωή χωρίς λίγη απόλαυση είναι µια µονοτονία, µια αόρατη φυλακή.

Μόλις δηµοσιονοµικά υπήρξε λίγη χαλάρωση, φάνηκε ότι ο προορισµός µας δεν είναι η στέρηση. Δεν ρωτάµε πια αν υπάρχει κάποιο φθηνό εστιατόριο, αλλά πού τρως καλά: όσο καλύτερες είναι οι υπηρεσίες τόσο περισσότερος ο κόσµος. Στις ηµέρες των εκπτώσεων της Βlack Friday υπήρξαν ουρές κυρίως για ηλεκτρικές συσκευές. Η αγορά του αυτοκινήτου, λένε τα επίσηµα στοιχεία, όχι απλά «ξεπάγωσε», αλλά πήρε και φωτιά. Στο τριήµερο της 28ης Οκτωβρίου έγινε ρεκόρ ταξιδιών στο εξωτερικό: τα λένε «αποδράσεις», στην πραγµατικότητα είναι πολυτελείς απολαύσεις. Υπάρχουν πολλοί οι οποίοι απορούν πού διάβολο οι Ελληνες βρίσκουν χρήµατα για πολυτέλειες. Δεν βρίσκουν. Συµβαίνει κάτι απλούστερο: έχοντας στερηθεί πολλά για περίπου µία δεκαπενταετία, οι Ελληνες έχουν καταλάβει πως αν έχεις τη δυνατότητα να χαρείς λίγο τη ζωή σου οφείλεις να το κάνεις σαν το τζιτζίκι – το ότι δεν χρειάζεται να κοροϊδεύεις το µυρµήγκι δεν είναι λόγος και για να µην τραγουδάς. Είµαστε όλοι τζιτζίκια και την περίοδο των γιορτών αφήνουµε στην άκρη τη συστολή µας: οι γιορτές χρειάζονται για να θυµηθούµε ότι οι όποιες αναστολές µας δεν θα µας κάνουν περισσότερο ευτυχισµένους. Σε τελική ανάλυση, γιορτή χωρίς να το ρίξεις λίγο έξω δεν υπάρχει. Και γι’ αυτό και η πολυτέλεια είναι από τη φύση της µια γιορτή.