Πάτρα, μια πόλη με μακρόχρονη Ιστορία, μια πόλη που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους. Το λεύκωμα «Πάτρα – Πόλη και Αρχιτεκτονική 1821-2021», το οποίο εκδόθηκε από το Ιδρυμα Σταυρόπουλου και το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών, καταγράφει αναλυτικά την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της αχαϊκής πρωτεύουσας, μέσα από την ανάπτυξη και τους μετασχηματισμούς του αστικού χώρου της, παρουσιάζοντας, για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση, τα σημαντικότερα αρχιτεκτονικά έργα που πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια των τελευταίων διακοσίων χρόνων.
Ετσι, δημόσια κτίρια, αστικές και εξοχικές κατοικίες, πολυκατοικίες, ξενοδοχεία, κινηματογράφοι, καταστήματα, εκκλησίες, σχολεία, πανεπιστημιακές εγκαταστάσεις, εργοστάσια και δημόσιοι χώροι «παρελαύνουν» στις 360 σελίδες της πολυτελούς αυτής δίγλωσσης έκδοσης (ελληνικά και αγγλικά) και παρουσιάζονται μέσω αρχειακών ή σύγχρονων φωτογραφιών, σχεδίων και σύντομων περιγραφικών κειμένων.
Η δημιουργία
«Η απόφαση για την έκδοση αυτού του λευκώματος πάρθηκε με αφορμή τη συμπλήρωση των 200 ετών από την Εθνεγερσία» επισημαίνει μιλώντας στο ΒΗΜΑgazino o Πέτρος Συναδινός, δρ αρχιτέκτονας-πολεοδόμος και πρόεδρος του Ιδρύματος Σταυρόπουλου.
«Η Πάτρα είναι μία πόλη με τεράστια πολιτιστική παράδοση και Ιστορία, δυστυχώς όμως στερείται βιβλιογραφίας. Παίρνοντας έναυσμα λοιπόν από την επέτειο των 200 ετών από την Επανάσταση, ως Ιδρυμα που έχουμε δραστηριότητα στην αχαϊκή πρωτεύουσα, μεταξύ άλλων και έναν ξενώνα που φιλοξενεί φοιτητές, αποφασίσαμε να συνεργαστούμε με το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών και να χρηματοδοτήσουμε έναν τόμο ο οποίος θα καταγράφει την αρχιτεκτονική της ιστορία στην πορεία αυτών των δύο αιώνων».
Οπως ο ίδιος ομολογεί, ξεκινώντας την έρευνα, τελικά βρέθηκαν μπροστά σε έναν ανεξερεύνητο, εν πολλοίς, πλούτο, που αρχικά μάλλον αγνοούσαν ότι υπήρχε: «Μείναμε έκθαμβοι με όσα ήρθαν στο φως.
Ο τόμος που κρατάτε σήμερα στα χέρια σας είναι αποτέλεσμα πενταετούς έρευνας με την ανάδειξη πάνω από 200 «θεμάτων» στη δημιουργία του. Εγινε ενδελεχής έρευνα σε κρατικά αρχεία, στην Πολεοδομία αλλά και σε ιδιωτικά αρχεία και έτσι παρουσιάζουμε μια τεράστια γκάμα κτισμάτων, από δημόσια κτίρια και νεοκλασικές οικίες, μέχρι τα σχέδια των πρώτων βιομηχανιών της Πάτρας, όπως για παράδειγμα της περίφημης Achaia Clauss, του παλαιότερου οινοποιείου της χώρας, που οικοδομήθηκε το 1861 στο Πετρωτό από μαλτέζους τεχνίτες και φιλοξένησε ιστορικές προσωπικότητες όπως η αυτοκράτειρα Σίσσυ.
Την ίδια στιγμή, για πρώτη φορά δημοσιεύεται, για παράδειγμα, ο περίφημος φάρος του μόλου Αγίου Νικολάου. Αρχικά κατασκευάστηκε το 1858 και ήταν ξύλινος. Το 1865 καταστράφηκε λόγω θύελλας και το 1878 αντικαταστάθηκε με πέτρινο που εν τέλει, δυστυχώς, κατεδαφίστηκε το 1972. Λέγεται ότι ήταν ο μοναδικός φάρος της εποχής που λειτουργούσε σε κατοικημένη περιοχή. Συνεπώς καταγράψαμε και παρουσιάζουμε και κτίσματα τα οποία δεν υπάρχουν πλέον».
Σημαντικά συμπεράσματα
Oπως ο ίδιος επισημαίνει, μέσα από την έκδοση του λευκώματος, ήρθαν στην επιφάνεια πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία: «Κάτι που δεν γνωρίζαμε μέχρι τη συγκέντρωση αυτού του υλικού είναι ότι η Πάτρα, όπως και η Θεσσαλονίκη, είναι αντίστοιχα μια επαρχία της Ελλάδας όπου συναντάς όλες τις αρχιτεκτονικές μορφές των δύο τελευταίων αιώνων. Και αυτό ήταν πραγματικά μία ανακάλυψη.
Την ίδια στιγμή, ακόμα και σήμερα υπάρχουν τα ίχνη από την πολυπολιτισμικότητα που χαρακτήριζε αυτή την πόλη. Η Ιστορία της αρχιτεκτονικής της φυσιογνωμίας στα πρώτα χρόνια της πορείας της δεν επισφραγίζεται βέβαια μόνο από την αστική τάξη των εύπορων εμπόρων ή των βιομηχάνων. Τη γενική εικόνα της πόλης ακόμα χαρακτήριζαν οι Εβραίοι, οι μικρασιάτες πρόσφυγες, οι ιταλοί πρόσφυγες, οι Ρομά. Αυτές οι κοινότητες δημιούργησαν ιδιαίτερες γειτονιές που ακόμη συναντάμε ίχνη τους».
Ο κ. Συναδινός τονίζει ότι το συνολικό υλικό που ήρθε στο φως θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για την έκδοση τουλάχιστον δύο ακόμα λευκωμάτων με συγκεκριμένες θεματικές, όπως για παράδειγμα τα νεοκλασικά που συναντάμε στην Πάτρα. «Μακάρι κάποιος φορέας να αναλάβει μία τέτοια πρωτοβουλία» σημειώνει.
Μια πλούσια Ιστορία
Ουσιαστικά, μέσα από τις σελίδες του τόμου ξεδιπλώνεται όχι μόνο η αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της Πάτρας αλλά και η ίδια η Ιστορία της. «Πράγματι, μέσα από την αρχιτεκτονική φωτίζεται και η κοινωνική και η πολιτική ζωής της πόλης» επιβεβαιώνει ο κ. Συναδινός και συμπληρώνει: «Η Ιστορία δηλαδή καταγράφεται διαμέσου της αρχιτεκτονικής. Για παράδειγμα, δείτε τα περίφημα σχολεία της Πάτρας, που θεμελιώθηκαν την εποχή που ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν υπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση Βενιζέλου.
Παράλληλα, μέσα από τα κτίρια των εργοστασίων της βλέπουμε τη βιομηχανική άνθηση της πόλης. Εχουμε ακόμη τα υπέροχα νεοκλασικά που σχετίζονται με την άνθηση της εμπορίας της σταφίδας και τους εύπορους Πατρινούς στις πρώτες δεκαετίες της δημιουργίας του νεοελληνικού κράτους. Και να μην ξεχάσω και την περίφημη γειτονιά των προξένων, καθώς, πάλι εξαιτίας του εμπορίου της σταφίδας, η Πάτρα συγκέντρωνε μία μεγάλη αποικία ξένων».
Αυτό δεν σημαίνει ότι το λεύκωμα στέκεται μόνο στο παρελθόν. Η αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της αχαϊκής πρωτεύουσας παρουσιάζεται μέσα από τέσσερις διαδοχικές περιόδους.
Αρχικά εξιστορείται η συγκρότηση της πόλης μέσα από την αρχιτεκτονική της περιόδου 1821-1921, ακολουθεί η παρουσίαση της αρχιτεκτονικής του Μεσοπολέμου (1922-1940), έπεται η παρουσίαση της αρχιτεκτονικής της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης (1950-2000) και, τέλος, το λεύκωμα κλείνει με την αποτύπωση της σύγχρονης πόλης (2000-2021). Οπως επισημαίνεται στον πρόλογο της έκδοσης, «η προσέγγιση αυτή, προϊόν τεκμηρίωσης και αναλυτικής έρευνας προς αποκατάσταση της επιστημονικής γνώσης, αποκλείει τη συναισθηματική προσέγγιση που καταλήγει στη νοσταλγία μιας χαμένης εικόνας και στη «μουσειακή αναπαράσταση» του παρελθόντος».
Αντίθετα, προκρίνει τον αναστοχασμό για την ιστορική μνήμη και την αποδοχή της εξέλιξης και «μπορεί να εισάγει στη συζήτηση για το μέλλον της πόλης το παρελθόν όχι ως εμπόδιο αλλά ως εφαλτήριο για το μέλλον».
Βλέπουμε λοιπόν την πορεία της που με την επίσημη ίδρυση του ελληνικού κράτους το 1830 ξεκινά και η ανοικοδόμησή της, με τον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας, τον Ιωάννη Καποδίστρια, να αναθέτει τον πολεοδομικό σχεδιασμό της νέας πόλης στον σπουδαίο πολεοδόμο και στρατιωτικό μηχανικό Σταμάτη Βούλγαρη (1774-1842).
Δεν μπορείς να μη θαυμάσεις στις σελίδες του λευκώματος τα εμβληματικά αυτά πρώτα νεοκλασικά και ιδιωτικά κτίρια, όπως το Παλαιό Νοσοκομείο, τις εκκλησίες του κέντρου και το Δημοτικό Θέατρο Απόλλων του Ερνέστου Τσίλλερ ή τον παλαιό Ιερό Ναό του Αγίου Ανδρέα, αλλά και τα σημαντικά βιομηχανικά κτίρια και συγκροτήματα, τις παραθαλάσσιες προξενικές εξοχικές κατοικίες.
Υστερα, κομβικό σημείο για την πόλη είναι η βιομηχανική ανάπτυξη της δεκαετίας του 1930, για να ακολουθήσει η αποβιομηχανοποίηση των δεκαετιών του 1980 και του 1990, με αποτέλεσμα εγκαταλελειμμένες ιδιοκτησίες με αξιοπρόσεκτη βιομηχανική αρχιτεκτονική.
Στη δεκαετία του 2000, όπως επισημαίνεται στο λεύκωμα, υπήρξε σημαντική τόνωση της κατασκευαστικής δραστηριότητας με αφετηρία τα ολυμπιακά έργα (Πάτρα Ολυμπιακή Πόλη) και ανακήρυξη της πόλης ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης (2006). Φυσικά, μετά ήρθε η οικονομική κρίση (2010-2018), που όπως τονίζει ο τόμος συνοδεύτηκε «από έλλειψη επενδύσεων και περιορισμό των δημοσίων πόρων και οδήγησε στην υποβάθμιση διάφορων περιοχών, σε εγκαταλελειμμένα κτίρια και σε κενά διαμερίσματα και εμπορικά καταστήματα.
Τα τελευταία χρόνια, όπως αναφέρεται, «γίνεται προσπάθεια παραδειγματικής ανάπλασης δημοσίων χώρων (πλατειών, πεζοδρομίων κ.ά.) με βάση τις αρχές της αειφορίας, του ελάχιστου περιβαλλοντικού αποτυπώματος, των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής και της ενίσχυσης της βιώσιμης αστικής κινητικότητας».
Καταγράφοντας λοιπόν την πορεία της αχαϊκής πρωτεύουσας στον χρόνο μέσω των κτιρίων της και των μεγάλων έργων που συντελέστηκαν στην περιοχή, το λεύκωμα «Πάτρα – Πόλη και Αρχιτεκτονική 1821-2021» αποδίδει έναν φόρο τιμής στην ίδια της την Ιστορία.