Την είδα να περνάει βιαστικά τον δρόμο με βήμα γοργό και καφέ στο χέρι, όμορφη και αέρινη. Χαμογέλασα ανεπαίσθητα. «Την ξέρεις;», ακούω τη φωνή δίπλα μου. «Οχι, όχι».
Είναι ίσως η μοναδική κατάρα, μέσα στις χιλιάδες ευλογίες, αυτού του επαγγέλματος. Να μην μπορείς, αν τυχαία δεις τον κάθε αγαπημένο θεραπευόμενο, να μη σου επιτρέπεται να φωνάξεις «Eίσαι υπέροχος, προχώρα», να του πεις πόσο τον καμαρώνεις, να κάνεις έστω ένα νεύμα αναγνώρισης. Τίποτα. Είσαι εκεί για να ακουμπάτε με σεβασμό και δέος τις πληγές και όταν πια θρέψει η πληγή και, σαν ομίχλη θαμπή, ο πόνος αρχίζει να φεύγει, τον κοιτάς να ξεμακραίνει ελεύθερος.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.