Σχεδόν 10 χρόνια έχουν περάσει από τότε που πρωτομάθαμε την Angelika Dusk χάρη στο εθιστικό single «Beautiful Love» και στο ωραίο, αγγλόφωνο ποπ άλμπουμ «Marionette». Την τελευταία πενταετία, ωστόσο, απείχε από τα μουσικά δρώμενα και με μεγάλη χαρά την είδαμε να επιστρέφει πριν από λίγο καιρό με το ατμοσφαιρικό και ταυτόχρονα ξεσηκωτικό «Deeper Love», το πρώτο τραγούδι από το επερχόμενο album της, το οποίο θα διαθέτει πολλές πινελιές από τα 80s, μια δεκαετία που η τραγουδίστρια και τραγουδοποιός αγαπάει πολύ.
Ο καταξιωμένος παραγωγός και σταθερός συνεργάτης της Ρούπερτ Κρίστι βρίσκεται όπως πάντα στο πλευρό της και είναι υπεύθυνος για αυτή την προσεγμένη παραγωγή που ενώνει το χθες με το σήμερα. Η κόρη του γνωστού συλλέκτη έργων σύγχρονης τέχνης Δημήτρη Δασκαλόπουλου μίλησε στο ΒΗΜΑgazino για το πόσο της είχε λείψει η μουσική, για τις αναμνήσεις της από τη δεκαετία του ’80 και για τη σημασία της αποδοχής – πρωτίστως του εαυτού μας.
Τι δημιούργησε την ανάγκη να ασχοληθείτε πάλι με τη μουσική επαγγελματικά;
«Ο πόθος μου να γράφω μουσική και να τη μοιράζομαι δεν ατόνησε ποτέ. Ενιωσα όμως την ανάγκη να εκφραστώ ξανά μέσα από τα τραγούδια μου, γράφοντας ό,τι αγαπώ πραγματικά, χωρίς να με νοιάζει η γνώμη των άλλων. Σταμάτησα τη μουσική για λίγο, γιατί είχα αφήσει τις απόψεις των άλλων να με καθοδηγούν, χάνοντας την ταυτότητά μου. Ηταν μια δύσκολη περίοδος για εμένα, γεμάτη αμφιβολίες. Είχα φτάσει στο σημείο να πω ότι δεν είμαι αρκετά καλή για να τραγουδήσω και πέρασα δύο χρόνια χωρίς να ανοίξω το στόμα μου, πέρα από το να τραγουδώ στην κόρη μου όταν ήταν μωρό. Εκείνη την περίοδο έκανα και μαθήματα κλασικού πιάνου.
Τελικά, ένας συνδυασμός γεγονότων με οδήγησε πίσω στη μουσική. Συνεργάστηκα ξανά με τον παραγωγό μου και τον τραγουδοποιό Τζόνι Λάτιμερ. Μέσα σε τρεις μέρες γράψαμε πέντε τραγούδια και κατάλαβα πόσο πολύ μου είχε λείψει να δημιουργώ και πόσα είχα να πω. Η μουσική ήταν πάντα για εμένα ένα μέσο για να επικοινωνώ με τον κόσμο, αλλά και με τον ίδιο μου τον εαυτό. Οταν ένιωσα έτοιμη να ξαναπιάσω τη δημιουργία, ήξερα ότι αυτή τη φορά θα το έκανα με τους δικούς μου όρους. Εκανα μαθήματα φωνητικής για να πάρω τα πάνω μου. Αρχισα να δουλεύω και είπα πως θα κάνω ό,τι ακριβώς υπάρχει μέσα στην ψυχή μου. Γιατί η μουσική μού αρέσει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο».
Γιατί είναι 80s ο ήχος;
«Παρ’ όλο που μου αρέσει να ασχολούμαι με πολλά είδη μουσικής και τα γουστάρω πολύ, όταν θα ακούσω κάτι από εκείνη τη δεκαετία με αγγίζει πιο βαθιά. Μεγάλωσα με αυτά τα ακούσματα και ήταν λογικό να επιστρέψω σε αυτά. Το νέο άλμπουμ είναι ακόμα σε διαδικασία δημιουργίας, έχουμε τα ντέμο προς το παρόν. Οι αναφορές μας είναι καλλιτέχνες όπως ο Ντον Χένλεϊ, οι Cock Robin, ο Φιλ Κόλινς, η Μαντόνα και ο Πρινς. Μαζί με τον Ρούπερτ δουλεύουμε πολύ πάνω στον ήχο, από τις μπασογραμμές μέχρι την κιθάρα, για να αποδώσουμε αυτή την αίσθηση με αυθεντικότητα».
Παρ’ όλα αυτά, εσείς τα 80s τα ζήσατε μόνο ως πολύ παιδάκι.
«Γεννήθηκα το 1981. Θυμάμαι, όμως, να χορεύω μπροστά στην τηλεόραση βλέποντας ταινίες όπως το «Flashdance», το «Footloose»και το «Grease».
Οι πρώτες μου αναμνήσεις από μουσική περιλαμβάνουν τραγούδια όπως το «The Boys of Summer», το «Physical», το «The Promise You Made» και το «Big in Japan». Θυμάμαι επίσης χαρακτηριστικά το γουόκμαν που μου είχε κάνει δώρο ο πατέρας μου με τα ακουστικά με τη μεταλλική λαβή. Ακόμα θυμάμαι την προσπάθεια να ηχογραφήσω τραγούδια από το ραδιόφωνο σε κασέτες και τον εκνευρισμό αν μιλούσε πάνω τους ο παρουσιαστής ή το να φτιάχνω mixtapes για τους φίλους μου. Αυτές οι εμπειρίες καθόρισαν τη σχέση μου με τη μουσική. Ηταν κάτι που απαιτούσε αφοσίωση και συγκέντρωση – ένα είδος τελετουργίας. Η σχέση μας με τη μουσική τότε ήταν πιο φυσική. Δεν είχαμε την ευκολία του streaming και αυτό μας έκανε να εκτιμούμε κάθε δίσκο, κάθε τραγούδι περισσότερο. Το ίδιο συναίσθημα θέλω να μεταφέρω και στη δική μου δουλειά».
Τώρα γιατί έχετε τη σιγουριά ότι κάνετε αυτό που θέλετε πραγματικά; Τι έχει αλλάξει σε σχέση με πριν από μερικά χρόνια;
«Εχω δουλέψει πάρα πολύ για να καταφέρω να έχω αυτή τη σιγουριά. Και να πατάω γερά στα πόδια μου. Υπάρχουν φορές που αυτή η βεβαιότητα κλονίζεται. Δεν αφήνω όμως τον εαυτό μου να επηρεαστεί τόσο πολύ πια από τους άλλους. Τώρα φιλτράρω αυτό που ακούω, σκέφτομαι ποιος και γιατί μου το λέει. Οταν τραγουδάς ο καθένας θεωρεί ότι έχει δικαίωμα να σου πει την άποψή του. Παλιά έδινα την ίδια βαρύτητα σε όλες τις απόψεις, τώρα τη μεγαλύτερη αξία την έχει αυτό που πιστεύω εγώ. Ο κριτής είναι ο εαυτός μου ουσιαστικά. Και ο βασικός μου στόχος πλέον είναι κάποιος που θα έπρεπε να ήταν από την αρχή. Να είμαι αυθεντική. Να τραγουδάω αυτό ακριβώς που νιώθω».
Καταλαβαίνω παράλληλα πως το γεγονός ότι δημιουργήσατε οικογένεια μάλλον λειτούργησε ενδυναμωτικά.
«Ναι, αλλά νομίζω ότι αν δεν θέλεις να ενηλικιωθείς πάντα μπορείς να βρίσκεις τον τρόπο να παραμένεις ανώριμος συναισθηματικά. Η μητρότητα με ωρίμασε πολύ. Με έκανε να καταλάβω ότι δεν μπορώ να είμαι παιδί πια. Εχω μια κόρη που εξαρτάται από εμένα και θέλω να της δώσω ό,τι καλύτερο μπορώ. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είμαι σταθερή, να δίνω αγάπη και αποδοχή, αλλά και να θέτω όρια. Η ζωή μου άλλαξε ριζικά με τον ερχομό της και αυτό επηρέασε και τη μουσική μου. Οταν έχεις ένα παιδί, ξέρεις ότι κάθε απόφασή σου το επηρεάζει. Αυτό με έκανε να αναθεωρήσω και τη σχέση μου με τη μουσική. Θέλω η κόρη μου να δει μια μητέρα που είναι παθιασμένη με αυτό που κάνει, αλλά και μια γυναίκα που δεν φοβάται να είναι ο εαυτός της».
Μιλήστε μας για το «Deeper Love» και το μήνυμά του.
«Το «Deeper Love» μιλάει για μια βαθύτερη αγάπη – για τον εαυτό μας, τους δικούς μας ανθρώπους, αλλά και το κοινό. Αυτά τα χρόνια που έλειψα από τη μουσική βιομηχανία έκανα πολλή ψυχοθεραπεία, αλλά και πολύ χορό. Ηθελα να απελευθερωθώ και σωματικά. Στη αρχή, όταν χόρευα, ακόμη και μόνη μου, σκεφτόμουν πώς φαίνομαι. Και σιγά-σιγά το απέβαλα αυτό και άρχισα να χορεύω σαν να μη με κοιτάζεις κανείς.
Αυτό το μετέφρασα και στο τραγούδι. Σταμάτησα να σκέφτομαι πώς θα χτυπήσω τη νότα, αλλά πώς θα είναι σαν να βγαίνει από τα σωθικά μου. Επειδή θα ήθελα να δημιουργηθεί μια αμεσότητα με το κοινό, υπάρχει και ελληνική εκδοχή του τραγουδιού, που λέγεται «Σύνδεση Αληθινή» και θα κυκλοφορήσει σύντομα – την απόδοση των στίχων την υπογράφει ο Νίκος Μωραΐτης. Για εμένα το κομμάτι αυτό είναι μια πρόσκληση να ανοιχτούμε, γιατί όσο πιο πολύ ανοιγόμαστε,τόσο πιο κοντά ερχόμαστε ο ένας στον άλλον. Θέλω να μοιραστώ ιστορίες που αγγίζουν τους ανθρώπους, ιστορίες που έχουν να κάνουν με τη σύνδεση και την ενσυναίσθηση. Το «Deeper Love» είναι μια υπενθύμιση ότι η αποδοχή είναι η βάση για όλες μας τις σχέσεις, ξεκινώντας από την αποδοχή για τον εαυτό μας».
Η εμπορική επιτυχία σάς απασχολεί;
«Η επιτυχία για εμένα δεν μετριέται πια σε views στο YouTube ή streams στο Spotify. Ούτε σε followers στο Instagram. Για εμένα το σημαντικό είναι να δημιουργώ μουσική που αγαπώ και που αρέσει πολύ σε αυτούς που την ακούν, όσοι κι αν είναι αυτοί».
Ποια είναι η διαφορά του επερχόμενου άλμπουμ σε σύγκριση με τα προηγούμενα;
«Στο δισκογραφικό ντεμπούτο μου, το «Marionette», υπήρχαν πολλά στοιχεία από παραμύθια, παρομοίαζα τον ψυχολογικό εκβιασμό με έναν μεγάλο μαύρο δράκο ή έλεγα πως με έκαναν ό,τι ήθελαν σαν μαριονέτα. Το επόμενο άλμπουμ ήταν σκοτεινό. Είχε και κάτι πιο σκληρό, πιο ροκ, στον ήχο του. Η νέα δουλειά έχει μια πιο αισιόδοξη νότα. Λέω ότι, ναι, μπορεί να περάσουμε δυσκολίες, αλλά πάντα θα βρούμε την άκρη, γιατί προσπαθούμε ή γιατί είμαι εδώ για εσένα κι εσύ εδώ για εμένα. Υπάρχουν τραγούδια για τα εμπόδια σε κάθε διαδρομή, αλλά πάντα με ένα μήνυμα ελπίδας. Υπάρχουν και ρυθμικά κομμάτια, γεμάτα ενέργεια, που σε κάνουν να θέλεις να σηκωθείς και να χορέψεις.
Ενα από τα αγαπημένα μου λέγεται «Just the Way You Are» και μιλάει για πώς είναι να βλέπεις τον άλλον τέλειο όπως ακριβώς είναι. Κάποια άλλα είναι πιο γλυκά και νοσταλγικά. Γιατί τα 80s έχουν και ρομαντισμό και μελαγχολία. Είχαν το «Who’s Gonna Drive you Home» των Cars που με κάνει να σκέφτομαι μια παραλία τον χειμώνα – έχει βρέξει και κρατάς το μπουφάν σου και περπατάς με κάποιον αγαπημένο σου – ή έναν δρόμο που τον διασχίζεις με το αυτοκίνητο και τρέχεις και ανεμίζουν τα μαλλιά σου, αλλά ποτέ δεν είναι καλοκαίρι, γιατί σιχαίνομαι το καλοκαίρι».
Ποιοι καλλιτέχνες σάς αρέσουν σήμερα;
«Η Ντούα Λίπα, που έχει παίξει πολύ με τα 80s. Το «Houdini» μού άρεσε πάρα πολύ. Ο The Weeknd, OK. Eχω τρέλα με τον Κρις Στέιπλτον, τον Τζον Μπατίστ, την αμερικανίδα τραγουδίστρια και τραγουδοποιό Lissie, τον Λούις Καπάλντι και τη Φρέγια Ράιντινγκς. Ομως πάντα επιστρέφω στις σταθερές αξίες. Πήγα και είδα συναυλία του Μπρους Σπρίνγκστιν. Είναι θρύλος. Πήγα στη Νέα Υόρκη, σε μια εκκλησία που γνώριζα ότι τραγουδούν γκόσπελ και παρακάλεσα να με βάλουν μέσα και μετά έκλαιγα από τη συγκίνηση. Υπάρχουν νέες κυκλοφορίες που μου τραβούν το ενδιαφέρον, όμως πάντα γυρίζω στους κλασικούς. Στον Μάικλ Τζάκσον ή τον Στίβι Γουόντερ, για παράδειγμα».
Ελληνική μουσική ακούτε;
«Ακούω από μικρή. Σίγουρα τις μεγάλες φωνές. Μου αρέσουν η Χάρις Αλεξίου και η Αλκηστις Πρωτοψάλτη. Στην εφηβεία, που κόλλησα με τη ροκ, άκουσα πολύ Τρύπες, Ξύλινα Σπαθιά και Πυξ Λαξ. Θα πρέπει να αναφέρω τη φίλη μου, την Παυλίνα Βουλγαράκη, μια αληθινή καλλιτέχνιδα, το νέο της άλμπουμ είναι πάρα πολύ ωραίο. Ακούω Good Job Nicky και D3lta και Leon of Athens που είναι πιο κοντά στο στυλ μου. Φυσικά, τρελαίνομαι για τα live της Μαρίζας Ρίζου, είναι φανταστική και τόσο αστεία».