Ενα τοστ στα γρήγορα μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή, χωρίς καν να σηκωθούμε από το γραφείο, σίγουρα δεν είναι το ιδανικό μεσημεριανό γεύμα. Ωστόσο, είναι αυτό που συνηθίζει να καταναλώνει η πλειονότητα των εργαζoμένων, καθώς πολλές φορές οι επιλογές για φαγητό στον χώρο της δουλειάς δεν είναι ιδανικές.

Τα τελευταία χρόνια, όμως, όλο και περισσότεροι εργοδότες δίνουν σημασία στο γεύμα των υπαλλήλων τους, καθώς κατανοούν ότι αυτό έχει ευεργετικές συνέπειες στην παραγωγικότητα και στον βαθμό ικανοποίησης από την εργασία.

Γι’ αυτόν τον λόγο οι περισσότεροι επενδύουν σε οργανωμένες κουζίνες με ειδικό εξοπλισμό για την προετοιμασία και αποθήκευση ελαφριών γευμάτων, ενώ σε πολλές περιπτώσεις στις εγκαταστάσεις μιας εταιρείας λειτουργεί κανονικό εστιατόριο με πολλές και θρεπτικές επιλογές σίτισης, αλλά και café – τις περισσότερες φορές, μάλιστα, και σε καλύτερες τιμές.

Αν όμως για τα ελληνικά δεδομένα η φροντίδα για το lunch break των εργαζομένων είναι μια νέα και όχι διαδεδομένη πραγματικότητα, στο εξωτερικό εδώ και δεκαετίες η καφετέρια ή η καντίνα του γραφείου αποτελεί τον τόπο συνάντησης των συναδέλφων και την ευκαιρία για ένα λίγο μεγαλύτερο διάλειμμα από τον φόρτο της ημέρας για ανασυγκρότηση δυνάμεων.

Στα μέσα του 20ού αιώνα, ενδεικτικά στo Ηνωμένο Βασίλειο, οι καντίνες ευδοκιμούσαν σε τομείς της εργατικής τάξης όπως η μεταποίηση, κάτι που άλλαξε τη δεκαετία του 1980, όταν οι εταιρείες μείωσαν το κόστος, με αποτέλεσμα να κλείσουν αρκετές από τις αυτές – ένα παράδειγμα ήταν ο φορέας Transport For London, ο οποίος στις αρχές της δεκαετίας του 1950 λειτουργούσε 178 καντίνες σε όλη την πόλη.

Μακριά τραπέζια τοποθετημένα έτσι στον χώρο ώστε να εξυπηρετείται όσο το δυνατόν μεγαλύτερος αριθμός συνδαιτυμόνων, έλλειψη διακοσμητικών στοιχείων και φαντασίας ήταν – και σε πολλές περιπτώσεις παραμένει – η συνήθης διάταξη μιας τέτοιας καντίνας, στην οποία η λειτουργικότητα υπερτερούσε σαφώς της αισθητικής, μόνο που στη σύγχρονη εποχή των social media, του φουτουριστικού design, των foodies, του well-being και της πολυτελούς διαβίωσης, ακόμη και η κλασική καντίνα στη δουλειά αναβαθμίζεται, σε σημείο μάλιστα που να λειτουργεί και ως ένα κανονικό εστιατόριο με πελατεία εκτός της εταιρείας.

Και στο παρελθόν, πολλά εξαιρετικά εστιατόρια ξεκίνησαν με αυτόν τον τρόπο. Το River Café στο Λονδίνο και το Pianoterra στο Παρίσι στην αρχή λειτουργούσαν και αμφότερα ως καντίνες προσωπικού. Μια νέα γενιά μαγείρων – και εργοδοτών – προσπαθεί τώρα να επαναφέρει το trend. Ας δούμε μερικά από τα πιο φροντισμένα lunch hour canteens του εξωτερικού, ελπίζοντας ότι σύντομα η συγκεκριμένη τάση θα «ταξιδέψει» μέχρι και την Ελλάδα.

Polentina, Λονδίνο

Στη μία ακριβώς σερβίρεται το μεσημεριανό στο μαμαδίστικο ιταλικό εστιατόριο Polentina, το οποίο δημιούργησε η καναδή φωτογράφος Σοφία Μασαρέλα στο Ανατολικό Λονδίνο. Πρόγραμμα που ισχύει τόσο για τους εργαζομένους του εργοστασίου βιώσιμης μόδας ApparelTasker, στον πρώτο όροφο του οποίου στεγάζεται το εστιατόριο – πρέπει να χτυπήσεις κουδούνι για να σου ανοίξουν – όσο και για τους εξωτερικούς πελάτες που έχουν τη δυνατότητα να δοκιμάσουν το μεσημεριανό κάθε Παρασκευή και Σάββατο, ενώ σερβίρεται και βραδινό τέσσερις φορές την εβδομάδα.

Στο Polentina πρέπει να είσαι διατεθειμένος να μοιραστείς το τραπέζι σου με κάποιον άλλον και να υποστείς τη βαβούρα που αναπόφευκτα δημιουργείται. Αλλωστε, δεν υπάρχει και κάποια άλλη επιλογή, καθώς η περιοχή όπου βρίσκεται το εργοστάσιο είναι βιομηχανική.

Ο χώρος του εστιατορίου απλός, με το εντυπωσιακό χαρακτηριστικό του να είναι ο γυάλινος τοίχος που αποκαλύπτει μια μεγάλη αίθουσα από επαγγελματικές μηχανές ραψίματος. Τα σκεύη είναι vintage, όπως και το φαγητό, κατά κάποιον τρόπο, καθώς θυμίζει μαγειρική ιταλίδας γιαγιάς (nonna) – και μάλιστα από το νότιο κομμάτι της χώρας. Φασολάκια με προβατίνα, γεμιστά, ζυμαρικά αλ όλιο με αβγοτάραχο, σούπες και κάποιες πιο μοντέρνες επιλογές μέχρι και τσάι κομπούχα μπορεί να παραγγείλει κανείς από το μενού, το οποίο αλλάζει κάθε τρεις εβδομάδες και κάθε ημέρα έχει διαφορετικές επιλογές.

Chipperfield Kantine, Βερολίνο

Photo Marion Schonenberger

Χορτοφαγικό είναι κατά βάση το μενού και μάλιστα αλλάζει καθημερινά, στην καντίνα που βρίσκεται στο campus του David Chipperfield Architects στο Βερολίνο. Ο διάσημος αρχιτέκτονας Ντέιβιντ Τσίπερφιλντ, ο οποίος είναι γνωστός στους Ελληνες ως ο σχεδιαστής του νέου Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου – όταν το 2023 τιμήθηκε με το βραβείο Pritzker, το Νομπέλ της Αρχιτεκτονικής όπως συνηθίζεται να αποκαλείται, η ειδική τελετή παραλαβής πραγματοποιήθηκε στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας -, δημιούργησε έναν χώρο μινιμαλιστικού design με κυρίαρχο χαρακτηριστικό το εκτεθειμένο σκυρόδεμα, στον οποίο σερβίρεται μοντέρνα γερμανική κουζίνα.

Κάθε μεσημέρι δίνονται τρεις μόνο επιλογές πιάτων, μία σούπα, ένα κυρίως και μία σαλάτα, ενώ κάθε Τετάρτη σερβίρεται και κρέας και τις Παρασκευές υπάρχει επιλογή για ψάρι. Πρόκειται για ένα πραγματικό κρυμμένο διαμάντι μέσα στην πιο πολύβουη γειτονιά του Βερολίνου, το Μίτε, όπου οι εργαζόμενοι, κυρίως αρχιτέκτονες, μπορούν να απολαμβάνουν καθημερινά εκλεκτά πιάτα από φρέσκα βιολογικά προϊόντα. Τους καλοκαιρινούς μήνες στήνονται τραπεζάκια στην αυλή, κάτω από τα πλατάνια, ενώ ακόμη και όσοι δεν ανήκουν στο προσωπικό της εταιρείας, μπορούν να ζήσουν την εμπειρία, αφού το 40% των καθισμάτων διατίθεται στο κοινό. Tip: Το εστιατόριο φημίζεται για τον καφέ και τα λαχταριστά του κέικ.

Jacquemus Βreak Room, Παρίσι

Το 2021 άνοιξε τα ολοκαίνουργια κεντρικά γραφεία του στο Παρίσι ο Σιμόν Πορτ Ζακεμούς – διάσημος, μεταξύ άλλων, για τις μικροσκοπικές τσάντες του που έγιναν παγκόσμιο trend -, τα οποία αποθεώθηκαν για την αισθητική τους.

Ενα από τα στοιχεία που συζητήθηκαν ήταν η δημιουργία in-house καφετέριας ή όπως λέγεται «break room» (δωμάτιο διαλείμματος) για τους εργαζομένους – και όχι μόνο. Λευκά τραπεζομάντιλα, φρέσκα λεμόνια μέσα σε επάργυρα μπολ, ριγέ διακοσμητικά μαξιλάρια, καρέκλες και κουρτίνες από παστέλ κίτρινα υφάσματα και το ηλιόλουστο café όπου χαλαρώνουν οι υπάλληλοι της εταιρείας θυμίζει καλοκαίρι στη Μασσαλία, την αγαπημένη πόλη του γάλλου fashion designer.

Roots Kitchen, Ζυρίχη

Ενα πρωτοποριακό concept που το εισήγαγαν και σε άλλες εταιρείες της πόλης δημιούργησαν η Roots Kitchen με την On Labs – το μεγάλο brand αθλητικών υποδημάτων και ρουχισμού -, στα κεντρικά γραφεία της δεύτερης στη Ζυρίχη. Ενα μενού 100% φυτικό, φτιαγμένο με προϊόντα που προέρχονται από «ηθικούς» παραγωγούς, τόσο κοινωνικά όσο και περιβαλλοντικά, μοντέρνοι καναπέδες και coffee tables, buffet όπου μπορεί κανείς να φτιάξει τη σαλάτα της αρεσκείας του, αλλά και να επιλέξει ανάμεσα σε καλομαγειρεμένα vegan φαγητά, αποτελούν τα χαρακτηριστικά της μεγαλύτερης αποκλειστικά plant-based καντίνας στην Ευρώπη.

Στόχος των υπευθύνων, οι οποίοι προωθούν τις έννοιες της υγείας, της γεύσης και της βιωσιμότητας στον χώρο της σίτισης, είναι να επεκτείνουν όσο το δυνατόν περισσότερο το project τους, το οποίο ετοιμάζει καθημερινά φαγητό για πάνω από 1.000 υπαλλήλους της ελβετικής μεγαλούπολης.

Pianoterra, Παρίσι

Στο ισόγειο του αρχιτεκτονικού γραφείου LAN (Local Architecture Network), των Μπενουά Ζαλόν και Ουμπέρτο Ναπολιτάνο, στο 11ο διαμέρισμα του Παρισιού, βρίσκεται το εστιατόριο Pianoterra (σημαίνει ισόγειο στα ιταλικά) που σχεδίασαν οι ίδιοι και διευθύνει η Ρόζα Βανίνα Παβόνε. Η εκ Σικελίας σεφ για χρόνια βρισκόταν πίσω από την κουζίνα του εστιατορίου της εταιρείας, μόνο που πλέον αποφασίστηκε να δοθεί η ευκαιρία και στο κοινό να απολαύσει τις δημιουργίες της.

Το εστιατόριο, που βρίσκεται σε διάλογο με την πόλη – αυτό οφείλεται εν πολλοίς στα τεράστια παράθυρα της πρόσοψης που προσφέρουν άπλετη θέα στον δρόμο -, λειτουργεί και ως γκαλερί, αφού ως διακοσμητικά στοιχεία έχουν χρησιμοποιηθεί φωτογραφίες και αρχιτεκτονικά σχέδια καταξιωμένων αρχιτεκτόνων όπως οι Αλβαρο Σίζα Βιέιρα, Φιλίπ Ραμ, Λίνα Γκότμε, Σιρίλ Γουίνερ κ.ά. Οσο για την κουζίνα, ψάρια και θαλασσινά έχουν την τιμητική τους μαζί με παραδοσιακά ιταλικά πιάτα, όλα φτιαγμένα με βιώσιμα φρέσκα υλικά από τη Γαλλία και την Ιταλία.

Albers At The Block, Λονδίνο

Photo © Stefan Jakubowski-The Benyon Estate

Σε ένα σύμπλεγμα, το De Beauvoir Block του Ανατολικού Λονδίνου, το οποίο στεγάζει γραφεία, εταιρείες και brands από τον χώρο των media και της ομορφιάς, πρακτορεία μοντέλων και ταλέντων, εταιρείες παραγωγής και design, άνοιξε το Albers του o σεφ Σκοτ Πάτινσον. Αν και δεν στεγάζεται μέσα σε μια συγκεκριμένη εταιρεία, το Albers απευθύνεται στους εργαζομένους όλων των γύρω χώρων, στους οποίους σερβίρει απλά βρετανικά πιάτα, με έμφαση όμως στη βιωσιμότητα.