Η Μαρία Μαλιµπράν ήταν η Μαρία Κάλλας της εποχής της, του πρώτου µισού του 19ου αιώνα: µία από τις µεγαλύτερες τραγουδίστριες όλων των εποχών. Μέσα στα 28 χρόνια της τραγικά σύντοµης ζωής της, η ισπανίδα µεσόφωνος πρόφτασε να αγαπηθεί όσο λίγες λυρικές τραγουδίστριες, να τραγουδήσει τις παγκόσµιες πρεµιέρες αριστουργηµάτων όπως η «Μαρία Στουάρντα» του Ντονιτσέτι και να θριαµβεύσει σε ρόλους απαιτήσεων όπως η «Σεµίραµις» του Ροσίνι, η «Νόρµα», η «Υπνοβάτιδα» και οι «Πουριτανοί» του Μπελίνι, ο οποίος έγραψε ειδικές εκδοχές των δύο τελευταίων έργων ειδικά για τη φωνή της. Το 1836 έπεσε από το άλογό της και τραυµατίστηκε. Αρνήθηκε να πάει στον γιατρό. Eπειτα από µερικές εβδοµάδες και ενώ βρισκόταν για παραστάσεις στο Μάντσεστερ, κατέρρευσε µπροστά στο κοινό. Λίγο µετά πέθανε. Ενταφιάστηκε σε ένα µαυσωλείο, στο νεκροταφείο Λάκεν των Βρυξελλών, της πόλης όπου σχεδίαζε να ζήσει µόνιµα µε τον σύζυγό της. Πρόσφατα βρέθηκα στο Λάκεν και αναζήτησα τον τάφο της. Χάρη στις φωτογραφίες που υπάρχουν στο Διαδίκτυο, κατάφερα να τον βρω. Eνα µικρό σπιτάκι, µε το όνοµα της οικογένειάς της γραµµένο πάνω από τη σκαλιστή µεταλλική πόρτα. Κοίταξα µέσα από τις τρυπούλες των σκαλισµάτων στο εσωτερικό. Είδα ένα ολόσωµο άγαλµά της. Στα πόδια του, µέσα σε ένα ποτήρι, είχαν τοποθετήσει µερικά λουλούδια. Στο πάτωµα ήταν ακουµπισµένο ένα µεγάλο δάφνινο στεφάνι που είχε αρχίσει να ξεραίνεται. Σχεδόν δύο αιώνες µετά τον θάνατό της της αφήνουν ακόµα λουλούδια! Το βρήκα συγκλονιστικό. Δεν είχα όµως τελειώσει ακόµα µε τη Μαλιµπράν. Eπειτα από δύο ηµέρες, και ενώ περπατούσα χωρίς πρόγραµµα στις Βρυξέλλες, βρέθηκα εντελώς τυχαία µπροστά στη βίλα που έχτιζε την εποχή που πέθανε και την οποία προόριζε για µόνιµη κατοικία της. Τώρα πια χρησιµοποιείται για γραφεία του δήµου ή κάτι τέτοιο. Κάθισα σε ένα παγκάκι δίπλα σε κάτι παιδιά που έκαναν φιγούρες µε τα πατίνια τους. Είµαι σίγουρος πως αν τα ρωτούσα ποια ήταν η Μαλιµπράν, δεν θα γνώριζαν. Και γιατί να γνωρίζουν; Πρόσεξα όµως πως στο απέναντι κτίριο είχαν ζωγραφίσει τη µορφή της σε ένα µεγάλο γκραφίτι στον τοίχο. Κάποτε πόζαρε για να φιλοτεχνήσουν τα πορτρέτα της και για να σµιλεύσουν τις προτοµές της στο µάρµαρο. Σήµερα γίνεται τέχνη του δρόµου. Οι εποχές αλλάζουν για να µας πάρουν µαζί τους, όλους εµάς τους συνηθισµένους ανθρώπους, και για να µας σκεπάσουν µε τη λήθη. Αυτό είναι το πεπρωµένο µας. Eτσι πρέπει να γίνεται. Πάντα όµως θα υπάρχουν εκείνοι που θα στέκονται πάνω από τη λησµονιά. Που δεν θα πεθάνουν ποτέ επειδή ήταν πάνω από τα δικά µας µέτρα, ήταν προορισµένοι για την αθανασία. Απόµεινα να κοιτάζω το γκραφίτι µε τη µορφή της Μαλιµπράν. Πόσο κρίµα, σκέφτηκα, που αν και ζει για πάντα, δεν έζησε λίγο περισσότερο για να χαρεί τη ζωή της! Οµως, το τίµηµα της αθανασίας, το οποίο πληρώνουν ενίοτε οι εκλεκτοί, είναι µια άλλη κουβέντα.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.