Στις παιδικές του ζωγραφιές φιλοτεχνούσε σκηνές χορού όπου πρωταγωνιστούσαν μπαλαρίνες. Και όμως, ο Γκουστάβο Καρβάλιο είχε γεννηθεί και μεγάλωνε σε μια μικρή πόλη της Βραζιλίας, σε ένα περιβάλλον όπου το κλασικό μπαλέτο ήταν είδος ξένο, εν πολλοίς άγνωστο. Οι επιλογές του, η πορεία της ζωής του και η εξέλιξή του επιβεβαιώνουν για άλλη μία φορά πως το ταλέντο φυτρώνει και ανθίζει ακόμα και σε εδάφη άγονα. Ο ίδιος ήταν τυχερός, όπως επισημαίνει κατά τη διάρκεια της συζήτησής μας, καθώς στον δύσκολο δρόμο του είχε την αμέριστη συμπαράσταση της μητέρας του. Και βρέθηκε δίπλα σε ανθρώπους που με γνώση και αγάπη τον καθοδήγησαν. Ετσι, το μικρό αγόρι που ζωγράφιζε τις μπαλαρίνες, μεγαλώνοντας βρέθηκε δίπλα τους στη σκηνή, να λάμπει στους μεγάλους ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου. Διεθνούς φήμης σολίστ και μέλος του Μπαλέτου του Ντίσελντορφ, ο Καρβάλιο βρίσκεται αυτές τις ημέρες στην Αθήνα για να ερμηνεύσει τον Μπαζίλιο στον επιτυχημένο «Δον Κιχώτη» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (ο ίδιος θα χορέψει στις παραστάσεις που έχουν προγραμματιστεί για τις 23, 24, 30 και 31 Δεκεμβρίου). Και με αφορμή το ελληνικό ντεμπούτο του, μας μιλάει για την πορεία του και για τη φιλοσοφία του, ξεκινώντας από τον ρόλο που τον έφερε στα μέρη μας.
Σας αρέσει ο Μπαζίλιο; Κατά τη γνώμη σας, είναι δύσκολος ο ρόλος;
«Ναι, νομίζω ότι είναι ένας πολύ απαιτητικός ρόλος, αλλά αυτό είναι που τον κάνει τόσο ιδιαίτερο. Πρέπει να είσαι στιβαρός χορευτής, με καλή τεχνική, αλλά ταυτόχρονα πολύ καλός ηθοποιός. Γιατί σε αυτή την εκδοχή του Τιάγκο Μπορντίν έχουμε πολλές διασκεδαστικές αλλά και έντονες σκηνές, όπως αυτή στην ταβέρνα, στην αρχή της δεύτερης πράξης».
Τι σας παρακίνησε να ξεκινήσετε να χορεύετε; Και πότε αποφασίσατε να κάνετε τον χορό επάγγελμα;
«Πάντα ήθελα να χορεύω. Από τεσσάρων χρόνων έκανα μαθήματα ζωγραφικής και συχνά οι μπαλαρίνες ήταν το θέμα των ζωγραφιών μου. Κατάγομαι από μια μικρή πόλη της Πολιτείας του Ρίο ντε Τζανέιρο, όπου δεν υπήρχαν σχολές μπαλέτου εκείνη την εποχή. Οταν ήμουν οκτώ ετών, η μητέρα μου και εγώ μετακομίσαμε σε μια άλλη πόλη που ονομάζεται Κάμπο Φρίο, όπου τελικά είχα την ευκαιρία να εξελίξω τα ταλέντα μου στο μπαλέτο. Στη Βραζιλία το μπαλέτο δεν προοριζόταν για αγόρια, είμαι λοιπόν πολύ τυχερός που έχω μια μητέρα που πάντα με στήριζε και που πίστευε ότι καθένας πρέπει να κάνει αυτό που τον κάνει ευτυχισμένο. Μέρος της καλής μου τύχης ήταν επίσης η γνωριμία μου με τον Ζόρζε Τεϊσέιρα που δίδασκε στη σχολή μπαλέτου στο Κάμπο Φρίο καθώς και στo Βrazilian Dance Conservatory στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Επειτα από έναν χρόνο συνεργασίας μαζί του, προσκλήθηκα στο Ρίο. Ετσι, με τη μητέρα μου ετοιμάσαμε τις βαλίτσες μας για άλλη μία φορά για να ακολουθήσουμε τα όνειρά μου. Και τότε ήταν που ξεκίνησε το ταξίδι μου για να γίνω επαγγελματίας χορευτής».
Τι είναι για εσάς ο χορός; Ποια είναι η σημασία του στη ζωή σας;
«Ο χορός για εμένα είναι σαν μια θεραπεία, μια διαδικασία που μου επιτρέπει να εκφράσω όλα μου τα συναισθήματα χωρίς να πω ούτε μία λέξη. Είναι κάτι που μου λείπει όποτε δεν το κάνω, υποθέτω ότι αυτό τα λέει όλα».
Ποια σημαντικά χαρακτηριστικά, ποια προσόντα πρέπει να έχει ένας χορευτής;
«Το πιο σημαντικό; Πρέπει να είναι ταπεινός και να ξέρει να σέβεται. Χρειάζεται όμως και πολλή επιμονή και πειθαρχία για να πετύχει τους στόχους του».
Από τους χαρακτήρες που υποδύεστε ποιοι τύποι σάς ελκύουν περισσότερο; Ποιος είναι ο αγαπημένος σας ρόλος; Αν έχετε κάποιον…
«Πάντα μου αρέσει να χορεύω τους πιο δραματικούς ρόλους, εκείνους που νιώθω ότι πρέπει να τους αφιερώσω όλο μου τον εαυτό για να βγάλω, για να αναπαραστήσω όσο γίνεται πιο σωστά τον χαρακτήρα τους. Νομίζω ότι ο Ντε Γκριέ από τη «Μανόν» και ο Ρωμαίος από τον «Ρωμαίο και Ιουλιέτα» είναι οι αγαπημένοι μου».
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχετε αντιμετωπίσει στη μέχρι σήμερα καριέρα σας;
«Νομίζω ότι ως χορευτής κάθε ημέρα που περνά αντιμετωπίζω και μια νέα πρόκληση. Είμαι, είμαστε σε μια συνεχή αναζήτηση, σε μια διαρκή διαδικασία αυτοβελτίωσης, σε μια ασταμάτητη προσπάθεια να βρούμε το βαθύτερο νόημα σε αυτό που κάνουμε. Ακόμα και η παραμικρή λεπτομέρεια μπορεί να κάνει τη διαφορά».
Πόσες ώρες την ημέρα (ή την εβδομάδα) αφιερώνετε στην εξάσκηση; Πώς είναι μια συνηθισμένη ημέρα για εσάς;
«Θέλετε την αλήθεια ή προτιμάτε να σας πω κάτι όμορφο; (γελάει) Λοιπόν, η αλήθεια είναι πως δουλεύω πολύ περισσότερο από αυτό που θα αποκαλούσε κάποιος τυπικό ωράριο εργασίας. Η ζωή μου είναι ο χορός και ό,τι κάνω συνδέεται με τη δουλειά μου και έχει αντίκτυπο στην απόδοσή μου. Δουλεύω έξι ή και επτά ημέρες την εβδομάδα από τις δέκα το πρωί έως τις έξι το απόγευμα. Oταν έχω παράσταση, και αυτές είναι οι πιο δύσκολες ημέρες, εξασκούμαι από τις δέκα έως τις δύο το μεσημέρι και έπειτα κάνω διάλειμμα μέχρι να έρθει η ώρα να πάω στο θέατρο και να ετοιμαστώ για την παράσταση. Oπως και αν έχει, ό,τι και αν συμβαίνει, πρέπει πάντα να βρίσκω χρόνο για να κάνω τις πρόβες μου».
Θα μας περιγράψετε και μια ημέρα που δεν εργάζεστε; Τι σας χαλαρώνει; Τι σας κάνει χαρούμενο; Ποια είναι τα χόμπι σας;
«Είναι η ημέρα που θα ξυπνήσω για να απολαύσω το πρωινό μου χωρίς να έχω μέσα στα αφτιά μου τον ήχο του ξυπνητηριού μου. Είμαι τύπος που ξυπνάει ούτως ή άλλως πολύ νωρίς, αλλά το να μη χρειάζεται να βάλω ξυπνητήρι κάνει τη διαφορά και μου φτιάχνει τη διάθεση. Οπότε, εκείνη την ημέρα δεν σκέπτομαι τις επαγγελματικές υποχρεώσεις μου. Μου αρέσει να μένω σπίτι, να κάνω μεγάλες βόλτες με τον σκύλο μου, να μαγειρεύω, να πηγαίνω σε ένα spa και να μιλάω με την οικογένειά μου που μου λείπει τόσο πολύ!».
Κάνετε μια δουλειά με ιδιαίτερες απαιτήσεις, Πώς διαχειρίζεστε το άγχος και την πρόσθετη πίεση που απασχολούν και ταλαιπωρούν πολλούς συναδέλφους σας;
«Υπάρχουν φορές που νιώθω κι εγώ έντονη πίεση κατά τη διαδικασία της πρόβας, αλλά είμαι πολύ σίγουρος για τη δουλειά που κάνω καθημερινά, οπότε όταν τελικά ανέβω στη σκηνή ξέρω ότι όλα θα πάνε καλά».
Αν μπορούσατε να μετατρέψετε κάποιο βιβλίο ή ταινία σε μπαλέτο (με έναν σπουδαίο ρόλο για εσάς), ποιο θα ήταν αυτό και γιατί;
«Ποτέ δεν το έχω σκεφτεί πραγματικά αυτό, μέχρι στιγμής. Ημουν πάντα πολύ τυχερός και ανοιχτός σε όλες τις προκλήσεις που έχουν βρεθεί στον δρόμο μου».
Ποιους χορευτές ή χορογράφους θαυμάζετε περισσότερο; Ποια είναι τα είδωλά σας;
«Ο Χούλιο Μπόκα είναι από τους ανθρώπους που με ενέπνευσαν περισσότερο, εκείνος που με δίδαξε σχεδόν όλα όσα έπρεπε να γνωρίζω για μια καριέρα χορευτή. Είχα βεβαίως την ευκαιρία να δουλέψω και με πολλούς άλλους εμπνευσμένους χορευτές. όπως η Μαρία Ριτσέτο, η Μαριανέλα Νούνιες, ο Τσαρλς Τζουντ, η Τατιάνα Λέσκοβα, η Πατρίσια Ρουάνε… Κάθε χορεύτρια και χορευτής, κάθε συνάδελφος που συνάντησα στην καριέρα μου, μου δίδαξε κάτι που δεν ήξερα για το τι σημαίνει να είσαι χορευτής».
Πώς θα ορίζατε τη έννοια της επιτυχίας ως καλλιτέχνης;
«Νομίζω ότι για εμένα επιτυχία είναι να σε σέβονται οι συνάδελφοί σου και το κοινό σου. Αυτό είναι το σημαντικότερο».
Eχετε κάποια συμβουλή για τους χορευτές που έρχονται; Για τα παιδιά που θα ανέβουν μετά από εσάς στη σκηνή και θα διεκδικήσουν το χειροκρότημα;
«Το ταξίδι καθενός είναι διαφορετικό. Πολύ απλά πιστέψτε στον εαυτό σας και στη σκληρή δουλειά και έπειτα και οι άλλοι θα πιστέψουν σε εσάς. Στην πραγματικότητα το να είσαι χορευτής μπαλέτου είναι κάτι περισσότερο από μια δουλειά, από ένα επάγγελμα, είναι τρόπος ζωής».
INFO
«Δον Κιχώτης»: Εθνική Λυρική Σκηνή, Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ), στις 23, 24, 30 και 31 Δεκεμβρίου.