Γυρίστηκε τον Φεβρουάριο του 2020 στην Τήνο, με πρωταγωνιστές την Εμα Στόουν και τον Νταμιάν Μπονάρ. Η «Βληχή», η μικρού μήκους ταινία του Γιώργου Λάνθιμου – μια ανάθεση του προγράμματος «The Artist on the Composer» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και του Οργανισμού ΝΕΟΝ –, έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στις 6 Μαΐου 2022, στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος, στο ΚΠΙΣΝ. Επειτα από έναν χρόνο ταξίδεψε μακριά: Για να κάνει στις 4 Οκτωβρίου 2023 τη sold out διεθνή πρεμιέρα της στο 61ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης.
Ο Λάνθιμος και η Στόουν ήταν εκεί και έγιναν αποδέκτες του θερμού χειροκροτήματος του κοινού. Εκεί ήταν και ο καλλιτεχνικός διευθυντής της ΕΛΣ, Γιώργος Κουμεντάκης, ο οποίος μιλώντας προς το BHMAgazino μάς μεταφέρει την αίσθηση της λαμπερής βραδιάς, μας επανασυστήνει τον φίλο και συνεργάτη του Γιώργο Λάνθιμο, κάνει μια σύντομη αναδρομή στις δράσεις και στις συνεργασίες της ΕΛΣ και μοιράζεται μαζί μας το όνειρό του για τη Λυρική του μέλλοντος.
Θα ήθελα να ξεκινήσω με μια αρκετά προσωπική ερώτηση που αφορά την Τήνο, το νησί που έγινε για εσάς μια μικρή πατρίδα της καρδιάς σας, ο τόπος διαμονής σας. Η «Βληχή» γυρίστηκε εκεί. Πώς νιώσατε βλέποντας στη Νέα Υόρκη πλάνα με τα τοπία της; Που η Τήνος ταξίδεψε μαζί σας και με τη Λυρική τόσο μακριά;
«Η Τήνος είναι στην πραγματικότητα η τρίτη πρωταγωνίστρια της «Βληχής»του Γιώργου Λάνθιμου. Δεν μπορώ να κρύψω τη χαρά μου που, μέσα από τον φακό του σπουδαίου μας σκηνοθέτη, βλέπουμε το νησί στην αρχετυπική του μορφή, χωρίς κανένα φτιασίδι, χωρίς τουριστικές ή αναπτυξιακές υποδομές, χωρίς τις ορδές των τουριστών. Η αγριάδα του τοπίου που το καταπίνει το μελτέμι, η θάλασσα στο βάθος, οι κατσίκες με τα τόσο καθαρά και ευθέα βλέμματα και η ελάχιστη συμμετοχή του ανθρώπινου παράγοντα θα μπορούσαν να είναι και μια ελεγεία στην Τήνο που γνωρίσαμε πριν δεκαετίες. Ο Γιώργος αγαπάει το νησί. Αποτελεί μια σημαντική έμπνευση για τον κινηματογραφικό του κόσμο και είμαι ευτυχής που του το σύστησα πριν από περίπου 20 χρόνια. Η χαρά μου ήταν μεγάλη όταν άκουγα την Εμα Στόουν να επαναλαμβάνει συνεχώς, στο κοινό του Φεστιβάλ της Νέας Υόρκης, πόσο λάτρεψε την Τήνο και την Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο ότι στο τέλος της συζήτησης ζήτησε αστειευόμενη από τον Λάνθιμο να γυρίζουν στο μέλλον μόνο ταινίες μικρού μήκους, βωβές, και τα γυρίσματα να γίνονται πάντα στην Τήνο! Είναι αναμφισβήτητα μια μεγάλη προβολή προς το νησί, αλλά κυρίως μια προβολή με έναν υψηλού επιπέδου καλλιτεχνικό τρόπο, χωρίς καμία εμπορική διάσταση».
Τι είδατε λοιπόν στη Νέα Υόρκη; Πώς ήταν η εμπειρία της προβολής της ταινίας και η αποδοχή της από το κοινό; Θα θέλατε να μας μεταφέρετε την αίσθηση που αποκομίσατε;
«Στην ουσία το εφετινό 61ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης, ένα από τα σημαντικότερα κινηματογραφικά φεστιβάλ της Αμερικής, ήταν γεμάτο από το σύμπαν του Γιώργου Λάνθιμου. Τρεις ημέρες πριν από την πρεμιέρα της «Βληχής» είδαμε εκεί τη νέα αριστουργηματική ταινία του Γιώργου, το «Poor Things», με την ασύλληπτη ερμηνεία της Εμα Στόουν, μέσα σε κλίμα τεράστιου ενθουσιασμού από το κοινό. Ηταν τέτοιος δε ο ενθουσιασμός, που οδήγησε τον παρουσιαστή του Φεστιβάλ να προτρέψει τους θεατές να μπουν στην αναμονή για εισιτήρια για την παρουσίαση της «Βληχής», προκειμένου να γνωρίσουν ένα άλλο σπουδαίο δείγμα της συνεργασίας Λάνθιμου – Στόουν. Ετσι, την Τετάρτη 4 Οκτωβρίου, στην κατάμεστη μεγάλη αίσθηση του Φεστιβάλ, στο Lincoln Center, η «Βληχή» έκανε την πρώτη της παγκόσμια παρουσίαση με μεγάλη επιτυχία. Οι μουσικοί της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, υπό τον μαέστρο Νίκο Βασιλείου, η σολίστ του τσέμπαλου Αγγελίνα Τκάτσεβα και η χορωδία Cantori New York, σε μουσική διεύθυνση Αγαθάγγελου Γεωργακάτου, ερμήνευσαν ταυτόχρονα με την προβολή το μουσικό σενάριο της «Βληχής», το οποίο αποτελείται από έργα των Γ.Σ. Μπαχ / Κνουτ Νίστεντ και Τόσιο Χοσοκάβα. Η αίσθηση που αποκόμισα ήταν ότι το κοινό χειροκρότησε θερμά τη χειρουργικής ακρίβειας σκηνοθεσία του Λάνθιμου και την καθοδήγηση των σπουδαίων πρωταγωνιστών, αλλά ταυτόχρονα εκτίμησε και απόλαυσε ιδιαίτερα τη διάδραση ανάμεσα στον κινηματογράφο και τη ζωντανή εκτέλεση της μουσικής. Αυτό δηλαδή που αποτελεί τον πυρήνα του προγράμματος «The Artist on the Composer» που έχουμε δημιουργήσει μαζί με τον Οργανισμό ΝΕΟΝ και το οποίο συνεπιμελούμαστε μαζί με την Ελίνα Κουντούρη».
Η Εμα Στόουν χαρακτήρισε μεγάλο δώρο τη συνεργασία της με τον Λάνθιμο. Εσείς πώς θα χαρακτηρίζατε τη συνεργασία μαζί του; Και πώς θα περιγράφατε τον μυστηριώδη κύριο Λάνθιμο που δουλεύοντας αθόρυβα, αδιαφορώντας ακόμα και για κακόβουλα σχόλια, γνώρισε τέτοιου βαθμού διεθνή αναγνώριση;
«Ο Γιώργος είναι ένας σπουδαίος καλλιτέχνης που βρίσκεται στην πιο δημιουργική του στιγμή. Η παγκόσμια αναγνώριση του έργου του είναι κάτι που με συγκινεί και με κάνει πολύ χαρούμενο, κάτι που το είχα διαγνώσει από πολύ παλιά – πριν από τη συνεργασία μας στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αυτό που ο κόσμος δεν γνωρίζει είναι ότι ο Γιώργος είναι ένας άνθρωπος με πολύ χιούμορ, ευγενής και πολύ προστατευτικός με τους ανθρώπους γύρω του. Δεν μου κάνει καμία εντύπωση το γεγονός ότι η Εμα Στόουν χαρακτηρίζει ως δώρο τη συνεργασία τους. Είναι ένας μεγάλος καλλιτέχνης, ακριβώς γιατί είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος. Και εκτιμώ απεριόριστα τον τρόπο με τον οποίο έχει εξελίξει την προσωπική του ταυτότητα, κάνοντας πλέον ένα σινεμά που μπορεί να απευθυνθεί στα μεγάλα κοινά, χωρίς να έχει χάσει τίποτα από τη «λοξή» ματιά του δημιουργού του».
Η ταινία εντάσσεται, όπως είπαμε, στο πρόγραμμα «The Artist on the Composer» της ΕΛΣ και του ΝΕΟΝ, το οποίο διασυνδέει πρωτοπόρους σύγχρονους εικαστικούς και σκηνοθέτες-παραγωγούς ταινιών με τη ζωντανή εκτέλεση ορχηστρικής μουσικής. Ποια ανάγκη το δημιούργησε; Είναι κάτι που θα συνεχιστεί με αυτή τη μορφή;
«Από το 2017 που ανέλαβα την ΕΛΣ, είχα ως πολύ βασική προτεραιότητα το άνοιγμά μας στις άλλες τέχνες, τα εικαστικά, το σινεμά κτλ., αλλά με τρόπο διαφορετικό από ό,τι συνέβαινε ήδη με τις παραστάσεις της όπερας. Ετσι, θεωρώντας ότι ο Οργανισμός ΝΕΟΝ είναι ο σημαντικότερος φορέας που καταπιάνεται με τη σύγχρονη τέχνη στην Ελλάδα, μοιράστηκα την ιδέα μου με τη διευθύντριά του, Ελίνα Κουντούρη. Το ταξίδι της εξερεύνησης της συνομιλίας μεταξύ των τεχνών ξεκίνησε με τη σπουδαία εγκατάσταση που έκανε στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος ο Νίκος Ναυρίδης το 2019, συνεχίστηκε με τη «Βληχή» το 2022 και ολοκληρώθηκε εφέτος με την εγκατάσταση της νεαρής εικαστικού Ιωάννας Πανταζοπούλου. Εχουμε πολλά σχέδια για το μέλλον και σύντομα θα είμαστε σε θέση να τα ανακοινώσουμε».
Η παραγωγή, από πλευράς της Λυρικής, καθώς και η πραγματοποίηση της αμερικανικής πρεμιέρας υλοποιήθηκαν με τη στήριξη της δωρεάς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Η στενή σχέση του ιδρύματος με την ΕΛΣ μάς έχει χαρίσει σημαντικές παραστάσεις. Κατά τη δική σας γνώμη, ποια είναι η σημασία αυτής της συνεργασίας; Πόσο συνέβαλε στο να ανανεώσει η Λυρική την εικόνα της και να απευθυνθεί στους νέους θεατές;
«Η συνεργασία μας με το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος είναι κάτι περισσότερο από πολύτιμη. Θεωρώ τους ανθρώπους του Ιδρύματος, και κυρίως τον πρόεδρο του ΔΣ Ανδρέα Δρακόπουλο, ως μέλη της οικογένειας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Η στήριξη του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος προς την ΕΛΣ ξεκίνησε με την εθνικής σημασίας δωρεά για την κατασκευή και τον εξοπλισμό των νέων μας εγκαταστάσεων στο ΚΠΙΣΝ, που έχουν αλλάξει τον πολιτιστικό χάρτη της Ελλάδας, και συνεχίζεται με τη στήριξη για την καλλιτεχνική μας εξωστρέφεια. Χάρη στις δωρεές του ΙΣΝ καταφέραμε να αναπτύξουμε ένα σημαντικότατο δίκτυο συμπαραγωγών με τα κορυφαία θέατρα του πλανήτη, όπως, μεταξύ άλλων, η Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης, η Βασιλική Οπερα του Λονδίνου, το Λα Μονέ των Βρυξελλών, η Οπερά Κομίκ και η Εθνική Οπερα του Παρισιού, οι όπερες του Βερολίνου, του Μονάχου, της Κοπεγχάγης, του Γκαίτεμποργκ, κ.ά., να συνεργαστούμε με μερικούς από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της εποχής μας, όπως, μεταξύ άλλων, τους Νετρέμπκο, Γιόντσεβα, Κάουφμαν, Γουίλσον, Πι, Βαρλικόφσκι, Αμπράμοβιτς, Πιρότσι, Αρντάν, Κανονέρο, Οροπέσα κ.ά., να αναπτύξουμε την Εναλλακτική μας Σκηνή ως έναν συμπεριληπτικό πυρήνα για τη σύγχρονη δημιουργία, να αναπτύξουμε σημαντικά εκπαιδευτικά και κοινωνικά προγράμματα, να δημιουργήσουμε την GNO TV για τη μετάδοση του έργου μας σε όλον τον κόσμο, αλλά και να επικοινωνήσουμε και να παρουσιάσουμε το έργο μας και εκτός Ελλάδος. Θα ήθελα και δημοσίως να ευχαριστήσω από καρδιάς τον Ανδρέα Δρακόπουλο για τη στήριξή του στην ΕΛΣ, αλλά και για την τιμή που μας έκανε να παρευρεθεί στην πρεμιέρα της «Βληχής» στη Νέα Υόρκη. Ηταν ένα μεγάλο βήμα για τη διεθνή μας εξωστρέφεια, η οποία δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς τη δική του πολυεπίπεδη και διαχρονική στήριξη».
Εχουν γραφτεί πολλά για τον εξωστρεφή χαρακτήρα της ΕΛΣ και για τη σχέση της με τα σύγχρονα κοινά. Εσείς πώς τελικά οραματίζεστε τη Λυρική του μέλλοντος; Τι είναι αυτό που αν το εκπληρώσετε θα μπορείτε να πείτε «πέτυχα»;
«Κατ’ αρχάς, θα ήθελα να επισημάνω ότι στα πρώτα έξι χρόνια λειτουργίας της ΕΛΣ στο ΚΠΙΣΝ το κοινό μας έχει διευρυνθεί εντυπωσιακά, όχι μόνο στους απόλυτους αριθμούς, αλλά και ηλικιακά και κοινωνικά, ακόμα και γεωγραφικά, καθώς πλέον δεν είναι καθόλου λίγοι οι θεατές που έρχονται από το εξωτερικό για να δουν τις παραστάσεις μας. Για εμένα η Λυρική του μέλλοντος θα πρέπει να είναι ανοιχτή σε όλα τα είδη, να παρουσιάζει κλασικά, αλλά και σημερινά έργα, να μπορεί ταυτόχρονα να ανεβάζει παραστάσεις ακαδημαϊκές, αλλά και παραστάσεις που θα προκαλέσουν, να εστιάσει ακόμα περισσότερο στη νέα δημιουργία, να αναπτύξει και άλλο το εκπαιδευτικό και κοινωνικό της έργο, να βγαίνει ακόμα πιο συχνά εκτός Αθηνών και εκτός Ελλάδος και να καταρρίψει οριστικά το κλισέ ότι η όπερα είναι για λίγους και για ειδικούς. Εύχομαι να μη χρειαστεί να δηλώσω κάποια στιγμή ότι πέτυχα, γιατί αυτό θα είναι ένα σημάδι έπαρσης που θα ήθελα να μην το συναντήσω στη ζωή μου. Θα ήμουν ευχαριστημένος αν ήξερα ότι ο οργανισμός μας κάνει κάθε φορά και ένα μικρό αλλά σταθερό βήμα προς τα μπροστά, βάζοντας σταθερές και ουσιαστικές βάσεις για το μέλλον του. Φεύγοντας, θα ήθελα να αφήσω πίσω μου μια Λυρική που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της εποχής, με διεθνή απεύθυνση, μια Λυρική που δεν επαναπαύεται, αλλά διαρκώς αναζητά το καινούργιο».