Φίλιππος Τσαγκρίδης-Παναγόπουλος: «Δεν βιάστηκα να αποκτήσω το πρώτο μου έργο»

Ο συλλέκτης έργων τέχνης μιλάει για το πάθος του που κληρονόμησε από την επίσης συλλέκτρια μητέρα του, Ειρήνη Παναγοπούλου.

Ο Φίλιππος Τσαγκρίδης-Παναγόπουλος ανήκει σε μια νέα γενιά συλλεκτών που έμαθε για τη σύγχρονη τέχνη εξ απαλών ονύχων. Το γεγονός ότι ανήκει στη γνωστή ναυτιλιακή οικογένεια (είναι εγγονός του αείμνηστου Περικλή Παναγόπουλου) του έχει δώσει την ευχέρεια να βρίσκεται στην καρδιά των παγκόσμιων εικαστικών εξελίξεων. Η τύχη να έχει μητέρα μια συλλέκτρια, την Ειρήνη Παναγοπούλου, μια γυναίκα που γνωρίζει τη σύγχρονη τέχνη σε βάθος, του έδωσε πολύτιμα ερεθίσματα από νεαρή ηλικία. Στο τέλος της ημέρας, όμως, ο Τσαγκρίδης είναι κύριος του εαυτού του και χαράσσει τον δικό του δρόμο στις ατραπούς της σύγχρονης τέχνης. Με σπουδές στα χρηματοοικονομικά στο Menlo College στην Καλιφόρνια και στο City University του Λονδίνου, συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση τόσο στον επαγγελματικό στίβο όσο και στο πεδίο συλλογής έργων τέχνης.

Ποιο ήταν το ερέθισµα για να ξεκινήσετε να συλλέγετε έργα τέχνης; Ποιο είναι το «κίνητρο» πίσω από αυτή τη δραστηριότητα;

«Μεγάλωσα σε ένα σπίτι, σε ένα περιβάλλον, που ήταν γεμάτο από έργα τέχνης. Αυτό, ξέρετε, είναι μια μεγάλη ευλογία. Τα πρώτα ερεθίσματα τα οφείλω προφανώς στους γονείς μου και ιδιαίτερα στη μητέρα μου, την Ειρήνη Παναγοπούλου, η οποία οικοδόμησε μέσα στα χρόνια μια σπουδαία συλλογή σύμφωνα με τη δική της αισθητική, η οποία ομολογώ ότι ήταν και παραμένει πολύ υψηλού επιπέδου. Ο τρόπος της να διερευνά τις εικαστικές τάσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και μέσα από αυτή την απαιτητική αναζήτηση να εντοπίζει έργα που να «μιλάνε» κυρίως στην ψυχή της αλλά ταυτόχρονα να κρύβουν και μια μεγάλη καλλιτεχνική αξία, είναι πραγματικά μοναδικός. Οταν επέστρεψα λοιπόν στην Ελλάδα από το Λονδίνο, το 2013, ξεκίνησα να υποστηρίζω την εγχώρια εικαστική σκηνή, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα σε νέους καλλιτέχνες, που έβλεπα ότι έχουν δυναμική και όραμα, να συνεχίζουν να παράγουν έργα. Οπότε, ναι, αυτό, ήταν ένα κίνητρο: το να στηρίξω τη γενιά μου. Και όπως όλα έδειξαν αργότερα, οι τότε επιλογές μου με δικαίωσαν».

Υπάρχει κάποιο είδος ή ρεύµα τέχνης που σας ελκύει σταθερά; Υπάρχει κάποια θεµατική που εν τέλει ενώνει τα έργα της συλλογής;

«Προσπάθησα εξαρχής να συλλέξω καλλιτέχνες της δικής μου γενιάς. Αναφέρομαι μόνο στη σύγχρονη τέχνη και κυρίως σε έλληνες εικαστικούς. Με συγκινούν ιδιαίτερα η ζωγραφική και τα γλυπτά, μου αρέσει το πολύ χρώμα και τα έργα μεγάλων διαστάσεων, με ελκύουν ο εξπρεσιονισμός, η αφαίρεση, το performance. Είμαι ανοιχτός σε κάθε είδους καλλιτεχνική έκφραση, αρκεί να μου κάνει αυτό το «κλικ» που ανοίγει άλλο ένα παράθυρο στην ερμηνεία του κόσμου».

Θέλετε να µου δώσετε ορισµένα παραδείγµατα;

«Είναι καλλιτέχνες όπως ο Γιάννης Βαρελάς, ο Παναγιώτης Λουκάς, ο Ηλίας Καφούρος, ο Στέλιος Φαϊτάκης ή η Μαλβίνα Παναγιωτίδη, που τη θεωρώ μία από τις πιο ενδιαφέρουσες γλύπτριες στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή. Είναι όλοι τους στην ίδια γενιά, λίγο μεγαλύτεροι από εμένα, γιατί το 2013 που άρχισα να συλλέγω έργα τέχνης δεν είχαν βγει ακόμη οι συνομήλικοί μου καλλιτέχνες. Πρόσφατα ξεκίνησα να αποκτώ έργα από εικαστικούς της γενιάς μου και είμαι πολύ χαρούμενος. Δημιουργούς όπως ο Μανώλης Δασκαλάκης-Λεμός, ο Βασίλης Παπαγεωργίου, η Βαλίνια Σβορώνου. Είναι πολύ εύκολο να ξεφύγεις και να θελήσεις να αποκτήσεις το έργο ενός μεγαλύτερου σε ηλικία εικαστικού, όμως θυμίζω πάντα στον εαυτό μου τον στόχο που έχω θέσει για τη συλλογή μου. Προσπαθώ, δεν λέω ότι το πετυχαίνω πάντα».

Οπότε συλλέγετε κυρίως έλληνες και ελληνίδες εικαστικούς;

«Συλλέγω και έλληνες και ξένους εικαστικούς, μπορεί μάλιστα τα έργα των ξένων να είναι και περισσότερα. Οπως σας είπα, ένα από τα βασικά μου κριτήρια είναι οι καλλιτέχνες της γενιάς μου. Τώρα, για να είμαι ειλικρινής, θα δίνω πάντα ένα προβάδισμα στην πατρίδα μου και σε όσους δραστηριοποιούνται εικαστικά στην Ελλάδα. Η τέχνη άλλωστε μπορεί να έχει και γεωγραφικές ρίζες και να χρωματίζεται από αυτές».

Πώς αποφασίζετε ποια έργα θα αποκτήσετε; Ενεργείτε αυθόρµητα, ενστικτωδώς ή εµπιστεύεστε συγκεκριµένες γκαλερί ή εµπόρους τέχνης, στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό;

«Εκπαιδεύτηκε η ματιά μου προτού αρχίσω να χτίζω την προσωπική μου συλλογή. Για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν αγόραζα τίποτα, μόνο έβλεπα, παρατηρούσα, διαμόρφωνα – να το πω έτσι – την προσωπική μου αισθητική. Ηταν τα χρόνια που ταξίδευα συνεχώς με τη μητέρα μου αποκλειστικά και μόνο για τέχνη. Δεν βιάστηκα να αποκτήσω το πρώτο μου έργο. Το έκανα όταν αισθάνθηκα έτοιμος να το εκτιμήσω. Οταν ήρθε αυτή η στιγμή, το εικαστικό, δηλαδή το να μου αρέσει ως ζωγραφική δουλειά ένα έργο, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επιλογή του. Απαιτεί ενέργεια και θυσίες το να αγοράσεις ένα έργο, γι’ αυτό προσπαθώ να μη χάνει αξία. Τώρα αν ανεβεί η αξία του το δέχομαι με χαρά. Επίσης, δίνω βάση στην πορεία του καλλιτέχνη, στο βιογραφικό του και κυρίως στο σε ποιες γκαλερί εκθέτει και από ποιες εκπροσωπείται. Σε αυτή την εξίσωση δεν μπορεί να μη μετρήσει και το ένστικτο: είναι εκεί που βλέπεις τη δυναμική ενός έργου, την αξία του προτού αυτό την αποκτήσει. Αλλωστε το είπε πολύ ωραία ο Ανατόλ Φρανς: «Στην τέχνη και στην αγάπη το ένστικτο είναι αρκετό». Ξέρετε, η τέχνη είναι μια παγκόσμια διάλεκτος. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάποια ισχυρότερη πλατφόρμα κοινωνικοποίησης από την τέχνη και προσωπικά αυτή η αλληλεπίδραση με κινητοποιεί ιδιαίτερα. Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έχω χτίσει υπέροχες σχέσεις με καλλιτέχνες, με γκαλερί αλλά και με άλλους συλλέκτες».

Πιστεύετε ότι αυτές οι σχέσεις είναι ισότιµες; Είστε συνοµιλητής µε αυτούς τους καλλιτέχνες και τους γκαλερίστες;

«Υπάρχουν οι συλλέκτες που δεν θέλουν ποτέ να γνωρίσουν τους καλλιτέχνες των έργων που συλλέγουν. Είχα δώσει κάποια στιγμή μια ομιλία στην Art Athina μαζί με έναν άλλον συλλέκτη, τον Αλέξανδρο Πεταλά, και εκεί διαφωνήσαμε. Εκείνος δεν θέλει να κάνει τη γνωριμία, εγώ δεν μπορώ να ταυτιστώ με ένα έργο αν δεν γνωρίσω τον εικαστικό. Το έργο είναι μία μόνο πτυχή του/της καλλιτέχνη/καλλιτέχνιδας, από τις άπειρες που διαθέτει. Το βλέπω πολύ διαφορετικά το έργο αφότου γνωρίσω τον/τη δημιουργό του. Παράλληλα, μου αρέσει πολύ να παρακολουθώ την εξέλιξη του έργου ενός καλλιτέχνη, γιατί δεν ξέρουμε τι θα κάνει στην πορεία».

Πώς επηρεάζει τις επιλογές σας το γεγονός ότι η µητέρα σας είναι συλλέκτρια έργων τέχνης;

«Τόσο στα πρώτα μου βήματα ως συλλέκτης όσο ακόμη και σήμερα που μοιραία διαθέτω και ο ίδιος εμπειρία, η επιρροή της και η διεισδυτική ματιά της είναι καταλυτικές. Θα τολμήσω να πω όμως ότι πλέον αλληλοεπηρεαζόμαστε και αυτό δίνει και στους δύο μεγάλη χαρά».

Θα θέλετε να µοιραστείτε κάποιο µέρος της συλλογής σας µέσα από µία έκθεση;  

«Σαφώς και θα ήθελα. Αλίμονο αν την κρατήσω μόνο για τα δικά μου μάτια. Οπως σας είπα, συλλέγω έργα καλλιτεχνών της δικής μου γενιάς και αυτό προϋποθέτει χρόνο για να ωριμάσει η συλλογή για να βρει τη θέση της σε μια έκθεση. Να σας εξομολογηθώ ότι δεν είμαι μακριά από αυτό το βήμα».

Δηλαδή; Τι ετοιµάζετε ακριβώς;

«Για όλα απαιτείται μια ωριμότητα. Δεν μπορείς να παρουσιάσεις συνολικά το έργο νέων καλλιτεχνών, πρέπει να «δέσει» πρώτα η δουλειά τους μέσα από την προσωπική εκθεσιακή τους πορεία».

Σε τι σηµείο βρίσκεται η συλλογή και πώς θα θέλατε να την εξελίξετε;

«Ενας συλλέκτης δεν σταματάει ποτέ. Το μόνο που αλλάζει μετά από κάποιο σημείο είναι η ταχύτητα και ίσως η συχνότητα. Ενας πραγματικός συλλέκτης, όσα έργα και να αποκτήσει και όσες εκθέσεις σε γκαλερί, μουσεία και φουάρ δει, δεν θα θεωρήσει ότι η συλλογή ολοκληρώθηκε. Αλλά είμαι πολύ ικανοποιημένος από το πώς έχει διαμορφωθεί μέχρι τώρα η συλλογή μου, τόσο από τον αριθμό όσο και από την εικαστική ποιότητα και αναγνωρισιμότητα των έργων. Προσωπικά, απολαμβάνω αυτή τη διαδικασία και μπορώ να εγγυηθώ ότι θα συνεχίσω να στηρίζω τη γενιά μου με την ίδια ακλόνητη πίστη που της έδειξα από την αρχή».

Εχετε µετανιώσει για έργα που έχετε αποκτήσει;

«Δεν θα έλεγα ότι μετανιώνω, αν και αλλάζει ο τρόπος που μπορεί να βλέπω ένα έργο με το πέρασμα του χρόνου».

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.