Αν υπάρχει μια απάντηση που κυλά στην άκρη της γλώσσας με κεκτημένη ταχύτητα όταν σε ρωτούν πώς μοιάζει η πιο επιτυχημένη και κυρίως η πιο οικεία τηλεπαρουσιάστρια πρωινής ζώνης, Φαίη Σκορδά δεν μπορεί να συμπυκνωθεί ακριβέστερα παρά στη φράση «κανονικός άνθρωπος».
Αλλά θα αναρωτηθεί – εύλογα – κανείς τι σημαίνει και πώς ορίζεται ένας κανονικός άνθρωπος. Ας κάνουμε λοιπόν μια συμφωνία, μια σύμβαση, για όσο διαρκεί η ανάγνωση αυτού του κειμένου.
Ας πούμε ότι κανονικός είναι ο άνθρωπος που ενώ δουλεύει στην τηλεόραση και απολαμβάνει προβολή, φήμη, επιτυχία, επιδραστικότητα και αναγνώριση, δεν περιφέρει προς επίδειξη τα κατορθώματά του, δεν κάνει νοητούς γύρους του θριάμβου γύρω από τον άξονα της φιλαυτίας του και δεν αναλώνεται στην αυτοαναφορικότητα.
Ας συμφωνήσουμε ακόμα πως κανονικός είναι ο άνθρωπος που, ενώ παίρνει πολύ στα σοβαρά τη δουλειά του στα media, δεν σπουδαιολογεί και πάνω απ’ όλα δεν ορίζεται από την επαγγελματική επιτυχία ή την αποτυχία του. Ας πούμε, τέλος, ότι χαρακτηριστικό αυτής της κανονικότητας είναι η άρρητη αλλά εμφατική αίσθηση ότι η εικόνα – όσο μεγεθυσμένη κι αν είναι ή αν μοιάζει – δεν έχει καταφέρει να επικυριαρχήσει της ουσίας, να νικήσει τον άνθρωπο.
Η συνέντευξη, λοιπόν, που ακολουθεί είναι στην πραγματικότητα μια συζήτηση με έναν κανονικό άνθρωπο. Με μια γυναίκα που μπορεί να εργάζεται στην τηλεόραση για περισσότερο από μια εικοσαετία με καύσιμη ύλη το άσβεστο προσωπικό της πάθος, που, αν και δηλώνει καθημερινά παρούσα μπροστά στον φακό, πάντα στα 15 πρώτα λεπτά κάθε σεζόν νιώθει πως η καρδιά της θα εκραγεί από προσμονή και αγωνία, που μπορεί να τοποθετήθηκε πολλές φορές από τους άλλους μέσα σε κουτάκια ή στερεότυπα, όμως τίποτα από όσα έζησε, είδε, πέτυχε και απολαμβάνει δεν κατάφερε μέχρι σήμερα να αλλάξει ή να χακάρει τις «εργοστασιακές ρυθμίσεις» της. Εκείνες ενός γνήσιου, ειλικρινούς, αυθόρμητου και ευαίσθητου, ενός κανονικού ανθρώπου.
Πριν κάνουμε αυτή τη συνέντευξη αναρωτιόμουν γιατί δεν δίνετε συχνά συνεντεύξεις. Θέλετε να είστε ακριβοθώρητη;
«Καθόλου. Οποιος το πιστεύει, μάλλον κάτι δεν έχει καταλάβει καλά. Οταν κάνεις για περισσότερο από 20 χρόνια ζωντανή εκπομπή κάθε μέρα, χωρίς να έχεις σταματήσει μία χρονιά, πόσο ακριβοθώρητος μπορεί να πιστεύεις ότι είσαι;».
Ναι, αλλά στην εκπομπή βλέπουμε την εικόνα σας, ίσως έναν ρόλο που έχετε επινοήσει. Οχι εσάς.
«Δεν μπορείς να κρυφτείς. Ή μπορεί να το καταφέρεις για μια περίοδο ή με έναν τρόπο. Ομως δεν γίνεται να κρύβεσαι για 23 χρόνια».
Αλήθεια, έχετε βαρεθεί ποτέ στην τηλεόραση; Να πείτε «δεν θέλω άλλο»;
«Είναι πάνω από εμένα η δουλειά. Είναι επίσης κάτι που αγαπώ πολύ και γνωρίζω καλά, κάτι που έχει ενταχθεί στο DNA της καθημερινότητάς μου. Ετσι έχω μάθει να ζω και δεν έχει έρθει η στιγμή ακόμα να πω ότι θέλω να κάνω κάτι άλλο επειδή με ενοχλεί το καθημερινό ζωντανό. Τι είναι το καθημερινό ζωντανό πρόγραμμα για εμένα; Η επικοινωνία με τον κόσμο. Και αυτό μού δίνει χαρά. Μπορεί να σταματήσω, αλλά όχι επειδή δεν θέλω άλλο την επικοινωνία με τον κόσμο».
Σας έχετε φανταστεί ποτέ αλλιώς;
«Ναι. Πρώτη φορά εφέτος το καλοκαίρι σκέφτηκα ότι μπορεί να σταματήσω».
Το πρωινό ή την τηλεόραση;
«Για εμένα η τηλεόραση είναι το πρωινό. Είναι ταυτισμένα. Αλλά σκέφτηκα να σταματήσω. Γιατί δεν ήξερα αν είναι αυτό που θέλω να κάνω. Ναι, μου αρέσει η επικοινωνία με τον κόσμο, αλλά στο μυαλό μου πάντα η πρωινή εκπομπή ήταν συνώνυμη με την ψυχαγωγία και την προσπάθειά μου να προσφέρω χαρά. Και μέσα από το συναίσθημα, την απλότητα και την αμεσότητα να περνάω και κάποια μηνύματα. Είναι ένας τρόπος κι αυτός και για εμένα ήταν ανέκαθεν σημαντικό».
Τι σας έβαλε στον προβληματισμό;
«Οτι αυτό για το οποίο πάλευα στο πρωινό δεν μπορούσε να γίνει λόγω της καθημερινότητας που ζούμε. Οσο και να θέλω να υποστηρίξω τη χαρά, την αισιοδοξία και το γέλιο, τελικά έχει δομηθεί έτσι η πρωινή ζώνη πια που αναγκαστικά δεν γίνεται να μην ασχολείσαι και με πιο «βαριά» ή «δυσάρεστα» θέματα. Μπορεί να έχει να κάνει και με την ηλικία μου. Οσο μεγαλώνεις, αντιλαμβάνεσαι διαφορετικά τα πράγματα.
Αλλιώς έκανα τις εκπομπές όταν ξεκινούσα και αλλιώς τώρα. Εκείνο που με προβλημάτισε ήταν η δομή που μπορεί να έχει πια μια πρωινή εκπομπή, ιδίως όταν συνειδητοποίησα ότι έχουμε τρεισήμισι ώρες να γεμίσουμε. Σκέφτηκα κάποια στιγμή, «αξίζει τον κόπο;». Θα μπορούσα να κάνω ένα τηλεπαιχνίδι και να έχω πάνω-κάτω λυμένο το βιοποριστικό μου ζήτημα, με λιγότερο άγχος, προβληματισμό και κούραση. Τελικά κατέληξα ότι υπάρχει τρόπος. Οτι υπάρχει περιθώριο να το παλέψω και να υποστηρίξω τη δική μου άποψη για τις πρωινές εκπομπές».
Επικοινωνία με τον κόσμο δεν σημαίνει κοιτάζω την κάμερα και κάνω τα δικά μου. Είναι μια σχέση που έχει χτιστεί με πολύ κόπο, προσπάθεια και σεβασμό στις γυναίκες
Γιατί τόση αγάπη στις πρωινές εκπομπές; Και μόνο το πρωινό ξύπνημα δεν είναι βάρβαρο;
«Δεν μπορώ να σας το εξηγήσω. Είναι μια ανεκτίμητη αξία. Θα δείτε ότι αν βγούμε λίγο έξω και περπατήσουμε, θα έρθει κάποια κυρία, θα μου πιάσει το χέρι και δεν θα χρειαστεί να πούμε πολλά μεταξύ μας. Θα έχουμε περάσει μαζί γέννες, χωρισμούς, ερωτικές ταλαιπωρίες, θέματα υγείας. Επικοινωνία με τον κόσμο δεν σημαίνει κοιτάζω την κάμερα και κάνω τα δικά μου. Είναι μια σχέση που έχει χτιστεί με πολύ κόπο, προσπάθεια και σεβασμό στις γυναίκες. Γιατί εγώ σε αυτές απευθύνομαι».
Σας τρόμαξε ποτέ το γεγονός ότι σας θεωρούμε όλοι ένα πρόσωπο πολύ οικείο; Ακόμα κι εγώ που δεν σας έχω δει ποτέ, νιώθω σαν να σας ξέρω.
«Αυτή είναι η δύναμή μου».
Είστε τόσο καλό κορίτσι όσο λένε και όσο δείχνετε; Και πώς στην ευχή το έχετε καταφέρει;
«Βάζω τον τηλεθεατή πάνω και από εμένα και από την εκπομπή. Το κριτήριό μου είναι αυτός, όχι η Φαίη. Πρώτα είναι ο τηλεθεατής, μετά η εκπομπή, μετά οι συνεργάτες μου και πολύ μετά εγώ. Γενικά, στη ζωή μου είμαι η τελευταία στη λίστα των προτεραιοτήτων».
Δεν είστε δηλαδή καθόλου ματαιόδοξη;
«Επαγγελματίας είμαι».
Το στερεότυπο δεν θέλει τις παρουσιάστριες να είναι θεές και ας πάνε να πνιγούν όλοι οι άλλοι;
«Τι σημαίνει «θεά»;».
Τέλεια εικόνα, τέλεια πλάνα, τέλειος φωτισμός, τέλεια ομορφιά.
«Θέλοντας να στηρίξω τις γυναίκες συναδέλφους μου, θα σας πω ότι δεν βγαίνει μια εκπομπή μόνο με μια καλοχτενισμένη και βαμμένη παρουσιάστρια. Δεν γίνεται. Και αν γίνει, δεν αντέχει. Αφήστε που πρέπει να σας πω ότι εγώ είμαι το είδος της παρουσιάστριας που ετοιμάζεται σε ένα τέταρτο της ώρας για να είμαι στον αέρα. Σχολή Σκορδά (σ.σ.: γελάει)».
Θεωρείτε ότι μέσα από την πορεία σας έχετε συμβάλει στην αποδόμηση του στερεοτύπου της ξανθιάς, αφελούς τηλεπαρουσιάστριας πρωινής εκπομπής;
«Μα κι εγώ είχα αυτό το στερεότυπο μέσα μου. Ξέρετε, μπορεί να υπάρχουν στερεότυπα στην εικόνα, όμως δεν υπάρχουν στερεότυπα στο βλέμμα και στην καρδιά. Οταν ξεκινούσα, μου «είπαν» ότι πρέπει να φοράω έντονο ρουζ και κραγιόν, να έχω μια πιο βατή εικόνα, να δημιουργήσω ένα συγκεκριμένο προφίλ. Και, αν θέλετε, αυτό ήταν και το σωστό να γίνει για εκείνη την εποχή. Ετσι έφτιαξα κι εγώ την καριέρα μου».
Καταπιεστήκατε;
«Δεν με πίεσε κανείς, αν με ρωτάτε αυτό. Θα σας φέρω ένα απλό παράδειγμα. Οταν πήγα στο MEGA και ξεκίνησα στις πρεμιέρες μου να φοράω λευκά ρούχα, οι σκηνοθέτες το θεωρούσαν ανήκουστο. Δεν φορούσαν λευκό τότε οι παρουσιάστριες. Ή θυμάμαι όταν ξεκίνησα να φοράω αθλητικά παπούτσια στις εκπομπές. Για να μη βάλει μια παρουσιάστρια τακούνια τότε, σήμαινε πως μάλλον ήταν άρρωστη. Θεωρούνταν λάθος. Οταν ξεκινούσα, δεν ήξερα και εγώ πράγματα. Δοκίμασα όμως».
Ναι, αλλά πέρα από τα ρούχα, τα παπούτσια και τα μαλλιά, για τη θεματολογία της εκπομπής έχετε δώσει μάχες;
«Αν θέλω κάτι και είμαι σίγουρη γι’ αυτό, κανείς δεν μπαίνει εμπόδιο και κανείς δεν με πιέζει. Μιλάμε πάντα για κάτι που αφορά στη δική μου δουλειά. Με τον καιρό, λοιπόν, ανακάλυψα και εγώ τι ήθελα και άρχισα να κάνω τους πειραματισμούς με την ομάδα μου. Επιστρέφοντας στη συζήτηση περί στερεοτύπων, πρέπει να σας πω ότι τον άνθρωπο δεν μπορείς να τον κρύψεις πίσω από μια μανιέρα. Φαίνεται ποιος είναι. Από την ταπεινότητά του, από τις στιγμές που στενοχωριέται ή χαίρεται, από τον τρόπο που αντιμετωπίζει τους προσκεκλημένους, από τον τρόπο που μιλάει για τον εαυτό του, αν μιλάει για τον εαυτό του, και ούτω καθ’ εξής».
Ποια θεωρείτε την πιο κομβική στιγμή της καριέρας σας; Πότε νιώσατε ότι αρχίζετε να εξελίσσεστε;
«Δεν έγινε κάποια επανάσταση. Απλώς κατάφερα με τον καιρό αυτό που είμαι εγώ στη ζωή μου να βγαίνει περισσότερο και στην εκπομπή».
Προσωπικά, χωρίζω την καριέρα σας στο πριν και το μετά του ελληνικού #MeToo. Σας είδα με άλλα μάτια.
«Εσείς μπορεί να με είδατε με άλλα μάτια, αλλά εγώ δεν ήμουν άλλη».
Ναι, αλλά αναδείξατε ένα άλλο πρόσωπό σας.
«Μας δόθηκαν αφορμές να μιλήσουμε. Και, προσωπικά, μίλησα από καρδιάς. Η λογική μου σε όλα μου τα χρόνια ήταν ότι ανοίγουμε την αγκαλιά μας, αγαπάμε, δεν στιγματίζουμε, δεν δείχνουμε με το δάχτυλο, δεν αφήνουμε ανθρώπους στο περιθώριο. Αυτό είναι το DNA μου, έτσι έχω μεγαλώσει. Δεν έγινε με ή για το #MeToo. Εγώ μεγάλωσα με δύο ανοιχτόμυαλους γονείς, μια μαμά που από το δημοτικό με έπαιρνε μαζί της σε φεμινιστικές συγκεντρώσεις, με φιλοσοφικές συζητήσεις στο σπίτι.
Και στα 17 μου χρόνια έτυχε να πάω στην Μπολόνια, μια πολυεθνική και πολυσυλλεκτική πόλη. Ξέρετε ότι μέχρι να πάω στην Ιταλία δεν είχα δει ποτέ άνθρωπο με μαύρο χρώμα; Και λέω μαύρο πολύ συνειδητά, γιατί το πρόσημο στις λέξεις το δίνουμε εμείς. Δεν είχα ξαναδεί μαύρο, λοιπόν. Το καταλαβαίνετε; Αλλά ήμουν 17 χρόνων και διαμορφώθηκα εκεί, μέσα σε μια πολυπολιτισμική πόλη και μια avant-garde σχολή. Δεν μπορούν όλα αυτά να μη γράψουν μέσα σου. Ακόμα και το γεγονός ότι για ένα διάστημα βρέθηκα στο περιθώριο λόγω της γλώσσας ή μετά έγινα η «Greca», η Ελληνίδα, και μετά η «Bella Greca», η ωραία Ελληνίδα. Οταν λοιπόν τα ζεις όλα αυτά, μαθαίνεις να πολεμάς. Οχι κουνώντας το δάχτυλο. Συμβαίνει αυθόρμητα. Πηγαία και συναισθηματικά».
Οταν πήγατε στην Ιταλία, μια έφηβη από μια επαρχιακή πόλη της Ελλάδας στην Μπολόνια, τρομάξατε;
«Είχα την ασφάλεια του αδελφού μου, που σπούδαζε Ιατρική στη Φεράρα. Κυρίως όμως δεν φοβήθηκα γιατί είχα έναν εξαιρετικό μπαμπά. Από τον Ιούλιο πήγαμε μαζί στην Μπολόνια και περάσαμε την περίοδο προσαρμογής μαζί. Είχαμε πάρει και δύο ίδια ποδήλατα με καλαθάκια μπροστά και θυμάμαι τις βόλτες που κάναμε».
Τι αναπολείτε από εκείνα τα χρόνια;
«Και εκεί αγχωμένη ήμουν. Να είμαι σωστή, να τελειώσω νωρίς, να μην κάτσω περισσότερα χρόνια, γιατί το κόστος ήταν μεγάλο».
Εχετε το σύνδρομο της καλής κόρης;
«Είμαι πολύ συνεπής και δεν θέλω να δημιουργώ πρόβλημα ή να επιβαρύνω κανέναν. Δεν λέω πάντως ότι δεν πέρασα ωραία στην Ιταλία. Πέρασα και πολύ ωραία. Πρέπει βέβαια να σας πω ότι όταν πήγα στη σχολή, φρίκαρα. Γιατί ενώ ήμουν καλή μαθήτρια, με τα αγγλικά μου, τα γαλλικά μου, τα ιταλικά μου, τα διαβάσματά μου, πίστευα ότι στην Μπολόνια θα έκανα υποκριτική, χορό, τέχνες. Δεν καταλάβαινα ακριβώς τι μου γινόταν».
Και πότε θα λέγατε ότι βρήκατε τη θέση σας;
«Οταν διάβασα Ιψεν. Το «Σπίτι της Κούκλας (Νόρα)». Και μάλιστα είχα πάρει μια φτηνή έκδοση, μόνο για το μάθημα. Την έχω ακόμα. Εκεί κατάλαβα τι γινόταν. Πρέπει πάντως να σας πω ότι όσο έμεινα στην Μπολόνια πατούσα σε δύο βάρκες. Είχα τις φίλες με τις οποίες περνούσαμε τις μέρες μας στις πλατείες της πόλης με μπίρες και φιλοσοφικές κουβέντες και υπήρχε και η άλλη εικόνα μου. Τα ωραία πάρτι και οι γκράντε καταστάσεις που ζούσαμε με την ιταλίδα γιατρό που συγκατοικούσα. Και ήμουν καλά και με τα δύο».
Θέλατε ή έπρεπε να γυρίσετε στην Ελλάδα;
«Επέστρεψα γιατί έχασα τον παππού μου. Είχα ήδη ξεκινήσει να κάνω κουβέντες με ένα τοπικό κανάλι στην Μπολόνια για την παρουσίαση των αθλητικών ειδήσεων. Γύρισα λοιπόν στην Ελλάδα για την κηδεία του παππού μου και επέστρεψα στην Ιταλία μετά από πολλά χρόνια».
Τηλεόραση πώς και γιατί;
«Υπήρχε πάντα στη σκέψη μου, αλλά δεν το είχα σχηματοποιήσει. Εμένα με ενδιέφερε να γίνω ηθοποιός, όχι παρουσιάστρια. Γι’ αυτό και επέλεξα να πάω στη συγκεκριμένη σχολή στην Ιταλία. Εκανα μάλιστα και μαθήματα υποκριτικής εκεί. Οταν λοιπόν ήρθα στην Ελλάδα, κατάλαβα ότι η μόνη δουλειά που θα μπορούσα να κάνω ήταν να δουλέψω ως θεατρολόγος σε σχολείο. Ονειρευόμουν όμως κάτι άλλο. Ετσι προσπάθησα να μπω στην τηλεόραση. Με ένα τραγελαφικό περιστατικό.
Είχα πάει συστημένη στην ΕΡΤ3 για να κάνω την πρακτική μου. Αμισθί. Δεν με πήραν, όμως, γιατί, όπως μου είχε πει ένας διευθυντής τότε, «δεν είχα βιογραφικό». Μα πώς να είχα; Ημουν 20 χρόνων. Ετσι ξεκίνησα να δουλεύω στο TV100 μαζί με μια οικογενειακή φίλη, η οποία ήθελε να μου αποδείξει πόσο σκληρό στομάχι θέλει η τηλεόραση. Εκανα τα πάντα. Αλλά έμαθα και τα πάντα. Τη δεύτερη ημέρα με έριξε στο μοντάζ, να φτιάξω ένα θέμα για μια παράσταση του Κωνσταντίνου Ρήγου στο Βασιλικό Θέατρο. Μετά από 10 ώρες το έβγαλα. Εκανα την υπεύθυνη καλεσμένων, βοηθούσα με τα ρούχα, παραγωγή, μοντάζ, τα πάντα».
Ο στόχος είχε αρθρωθεί μέσα σας;
«Ναι, ήθελα να γίνω παρουσιάστρια. Αλλά δεν είχα στόχο την Αθήνα. Μετά το TV100 έκανα την εκπομπή στο Μακεδονία TV και μετά ήρθε η πρόταση από τη Ζήνα Κουτσελίνη για το Alter».
Τι σκεφτήκατε τότε;
«Δεν με συνεπήρε η σκέψη, αν αυτό ρωτάτε. Ημουν πάντα επαγγελματίας. Και γι’ αυτό μπορεί να θεωρούμαι σκληρή στις διαπραγματεύσεις μου».
Δεν ενθουσιάζεστε ποτέ;
«Οχι από αυτά. Την εσωτερική ικανοποίηση τη βρίσκω σε άλλα πράγματα».
Δεν ενθουσιαστήκατε λοιπόν όταν σας πρότειναν να έρθετε στην Αθήνα.
«Αγχώθηκα πολύ. Και μετά αγχώθηκα ακόμα περισσότερο όταν μου είπαν ότι δεν θα ήταν πρωινή η εκπομπή. Καλό μου έκανε τελικά το μεσημεριανό. Γιατί είχε πολλή δουλειά. Εμαθα πολλά».
Πόσο σας έχει αλλάξει το γεγονός ότι μεγαλώσατε στην πραγματικότητα μπροστά σε μία κάμερα;
«Δεν μεγάλωσα στην τηλεόραση. Ωρίμασα όταν έγινα μαμά. Και είμαι κάθετη σε αυτό. Αν είναι δυνατόν να ωριμάζουμε στην τηλεόραση».
Σας άλλαξε την εικόνα ή τη γνώμη που έχετε για τον εαυτό σας ο φακός;
«Δεν ήμουν πάντα 100% η δική μου εικόνα στην τηλεόραση. Τι θέλω να πω; Στο σπίτι μου με την οικογένειά μου, με τους φίλους μου, με τους δικούς μου ανθρώπους, με τον κόσμο έξω, πάντα ήμουν η αληθινή. Στην τηλεοπτική πορεία δεν έβγαινε πάντα η αλήθεια μου στο 100%.
Πολλές φορές αναγκάστηκα να καταπιώ πράγματα αλλά και πολλές φορές συνέβαιναν πράγματα στη ζωή που δεν μπορούσα ή δεν ήθελα να τα διαχειριστώ τηλεοπτικά. Το διάστημα που έφυγε ο μπαμπάς μου και τους επόμενους τέσσερις μήνες δεν τους θυμάμαι. Ημουν ένα ρομπότ που απλά πήγαινε στη δουλειά. Εχουν τύχει λοιπόν τέτοιες περίοδοι. Αλλά αυτό που είμαι εγώ δεν έχει αλλάξει».
Τι έχετε κερδίσει από την τηλεόραση; Αυτοπεποίθηση; Χρήματα; Δόξα; Αγάπη;
«Οτι κάνω μια δουλειά που αγαπώ. Και την κάνω με πάθος, παρά τις δυσκολίες που έχει. Μιλάω για συναισθηματικές δυσκολίες, γιατί το προϊόν είναι ο εαυτός σου. Πρέπει να τα έχεις καλά με εσένα. Αναφέρομαι πάντα στον τρόπο που ακολουθώ εγώ, αυτόν της ψυχραιμίας και της αξιοπρέπειας. Θέλει πολλή δουλειά. Ειδικά όταν είσαι άνθρωπος αυθόρμητος και συναισθηματικός. Τι έχω κερδίσει, λοιπόν; Μια δουλειά που μπορεί να μου γεμίζει ολόκληρη την ημέρα, που ασχολούμαι, που μου αρέσει, που ανοίγω δρόμους, που βρίσκω τρόπους, που βάζω στόχους οι οποίοι δεν αφορούν το ίδιον όφελος».
Και ταπεινή; Και αλτρουίστρια; Και τηλεπαρουσιάστρια; Ε, δεν γίνεται…
«Το έχω ακούσει πολλές φορές αυτό. Πολλοί μου λένε: «Εσύ δεν θα έπρεπε να κάνεις τηλεόραση. Ανήκεις σε άλλον κόσμο»».
Μιλήσατε προηγουμένως για αξιοπρέπεια. Αισθανθήκατε ποτέ ότι κινδυνεύσατε να την ξεχάσετε ή να τη χάσετε;
«Μπορεί να συνέβη κάποια στιγμή. Αλλά για πολύ λίγο. Ποτέ όμως δεν άφησα ανεξέλεγκτο το θυμικό μου για εμένα, για τη Φαίη. Αλλά για να υπερασπιστώ κάποιον άλλον».
Νιώθετε πολύ σημαντική που είστε ένα δημόσιο τηλεοπτικό πρόσωπο;
«Είμαι σημαντική για τη ζωή δύο παιδιών που ο Θεός το έφερε έτσι ώστε να είμαι η μαμά τους».
Οχι επειδή κάνετε 20% τηλεθέαση κάθε μέρα;
«Εχω κάνει και 50% και έχω κάνει και 8%. Ε, και; Δεν καθορίζομαι από τα νούμερα τηλεθέασης. Τι σημαίνει, ότι είμαι ασήμαντη όταν δεν κάνω νούμερα και σημαντική όταν κάνω;».
Αν υπάρχει μία μομφή για εσάς, είναι πως παρότι διαθέτετε πάνω από ένα εκατομμύριο followers στο Instagram, το χρησιμοποιείτε μόνο για εμπορικούς σκοπούς. Οχι για να αφυπνίσετε ή για να εμπνεύσετε ή ακόμα και να παρέμβετε.
«Πολύ συνειδητά γίνεται αυτό. Αν κάτι θα άλλαζα, θα ήταν να μοιράζομαι περισσότερες στιγμές από την καθημερινότητά μου. Αλλά προς το παρόν δεν γίνεται λόγω χρόνου. Σχετικά με την αφύπνιση που λέτε, για τη δική μου ηθική συνείδηση αυτό πρέπει να γίνεται σε σωστό πλαίσιο και για τον σωστό λόγο. Δεν κατηγορώ άλλους που το κάνουν μέσα από τα social media. Ομως να προβάλω τι; Ο,τι θέλω να πω μπορώ να το πω μέσα από την εκπομπή. Δεν έχω ανάγκη να εκμεταλλευθώ κάτι που απασχολεί την κοινωνία για να δείξω ότι έχω κοινωνικές ευαισθησίες, για να ακούσω «μπράβο», για το θεαθήναι».
Εχετε υπάρξει ποτέ δεσποτική και αυταρχική στη δουλειά; Αυτό που λέμε «bitch»;
«Οχι. Με μεγάλα, κεφαλαία γράμματα, όχι. Και το λέω σε μια συνέντευξη που μπορεί να αναπαραχθεί και οποιοσδήποτε να σχολιάσει κάτι. Προκαλώ».
Είστε δηλαδή το παράδειγμα ενός καλού ανθρώπου που τα κατάφερε σε έναν επαγγελματικό χώρο σκληρό, ανταγωνιστικό και αδυσώπητο;
«Δεν ξέρω αν τα κατάφερα».
Μα κάνετε μια επιτυχημένη πρωινή εκπομπή στον πρώτο τηλεοπτικό σταθμό της χώρας.
«Ναι, είναι επιτυχία, αλλά προσωπικά με ενδιαφέρει ο τρόπος που αντιλαμβάνονται την επιτυχία άνθρωποι, όπως ο Βαγγέλης Μαρινάκης, ο οποίος είδε σε εμένα κάποια πράγματα. Θέλετε την εργατικότητα; Θέλετε τη συνέπεια; Θέλετε αυτό που εσείς λέτε «καλό παιδί»; Για κάποιον άλλον η επιτυχία μπορεί να κρίνεται μόνο μέσα από τα νούμερα τηλεθέασης. Θέλω να πω ότι η επιτυχημένη πορεία κρίνεται και από αυτόν που την κρίνει αλλά και από τα κριτήρια που εκείνος θέτει. Πραγματικά εντυπωσιάστηκα από το όραμα που έχει ο Βαγγέλης Μαρινάκης και πρέπει να σας πω ότι είναι κάτι που δεν συναντά κάποιος συχνά στην τηλεόραση».
Υπάρχει κάτι για το οποίο μετανιώνετε;
«Μετανιώνω για πολλά, αλλά ξέρω ότι με τις επιλογές μου δεν έχω πειράξει και δεν έχω κάνει κακό σε κανέναν».
Κοιμάστε καλά δηλαδή;
«Πολύ καλά».
Στα όνειρά σας σάς βλέπετε τηλεπαρουσιάστρια;
«Ούτε καν».
Μπορείτε να ζήσετε χωρίς την τηλεόραση;
«Μπορώ. Η τηλεόραση είναι η δουλειά μου, δεν είναι η ζωή μου».
Η φωτογράφιση πραγματοποιήθηκε στο Four Seasons Astir Palace Hotel Athens (Απόλλωνος 40, Βουλιαγμένη), www.fourseasons.com/athens