Ο ιάπωνας επιχειρηματίας ήταν ιδιαίτερα νευρικός. Είχε αγωνία αν θα κατάφερνε να γίνει τελικά ο ιδιοκτήτης του πίνακα «Ο χορός» («The Dance») του απόλυτα αγαπημένου του καλλιτέχνη Σαλβαδόρ Νταλί. Ο οίκος δημοπρασιών Christie’s εκτιμούσε την αξία του στα 625.195 δολάρια, ενώ ανέφερε ως προηγούμενο και πρώτο ιδιοκτήτη του τον πάλαι ποτέ ιμπρεσάριο του Μπρόντγουεϊ Mπίλι Ρόουζ. Στο τέλος της βραδιάς ο πίνακας έγινε τελικά δικός του για ένα άγνωστο μέχρι σήμερα ποσό. Ερήμην του, το 1994 ο Τέιζο Μοροχάσι θα γινόταν ο τελικός ιδιοκτήτης ενός πίνακα που κάποτε είχε σώσει τη ζωή της οικογένειας του διαβόητου κολομβιανού «βασιλιά της κοκαΐνης» Πάμπλο Εσκομπάρ (1949-1993). Αυτό τουλάχιστον ισχυρίζεται η γυναίκα του αρχηγού του «καρτέλ του Μεδεγίν» στο βιβλίο της «Πάμπλο Εσκομπάρ: Η ζωή μου και η φυλακή μου» («Pablo Escobar: Mi Vida y Mi Carcel», εκδ. Península). Η Βικτόρια Εουχένια Ενάο, που ήταν παντρεμένη μαζί του για 17 χρόνια, ώσπου να τους χωρίσει ο θάνατός του από την κολομβιανή Εθνική Αστυνομία το 1993, συμπληρώνει κατ’ αυτόν τον τρόπο το κενό όσον αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς του πίνακα μετά τον ιμπρεσάριο και πριν από τον επιχειρηματία (αν και κατά πάσα πιθανότητα είχε αγοραστεί και από έναν αμερικανό συλλέκτη στο ενδιάμεσο).
Οπως αναφέρεται σε πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας «The New York Times», ο πίνακας ήταν αγορασμένος πιθανότατα από την ίδια την Ενάο σε μια δημοπρασία των Sotheby’s το 1985 έναντι του ποσού των 209.000 δολαρίων (490.000 δολάρια, αν υπολογίσει κανείς τον πληθωρισμό) και βρισκόταν από το 1988 στη Βιβλιοθήκη του διαμερίσματος των Εσκομπάρ στο Μεδεγίν της Κολομβίας. Από τον τοίχο όπου κρεμόταν ένιωσε το ωστικό κύμα από την έκρηξη παγιδευμένου αυτοκινήτου που είχε ως στόχο την οικογένεια του Εσκομπάρ όσο ο ίδιος απουσίαζε. Δύο άτομα σκοτώθηκαν αλλά η οικογένεια τη γλίτωσε, όπως επίσης ο πίνακας, ο οποίος ακολούθως βρέθηκε στο διαμέρισμα της αδελφής της Ενάο. Oύτε εκεί όμως ήταν ιδιαίτερα ασφαλής, όπως αποδείχθηκε, καθώς μέλη της παραστρατιωτικής ομάδας Los Pepes, οι οποίοι ήταν ανέκαθεν πιο βλοσυροί από το όνομά τους (Perseguidos por Pablo Escobar σημαίνει Διωγμένοι από τον Πάμπλο Εσκομπάρ), πυρπόλησαν την κατοικία δίχως να παραλείψουν ωστόσο να πάρουν μαζί τους τον πίνακα. Αυτό αποδείχθηκε λίγους μήνες μετά, όταν ο Πάμπλο Εσκομπάρ σκοτώθηκε και η γυναίκα του έλαβε ένα μήνυμα από εκείνους ότι θα της τον επέστρεφαν για να τη βοηθήσουν να πληρώσει τα «χρέη» του ανδρός της. Ωστόσο η Ενάο, η οποία κατέφευγε στην αγάπη της για την τέχνη για να βρει, όπως σημειώνει, καταφύγιο από τη βία και τον φόβο και είχε δημιουργήσει μια πολύτιμη συλλογή με έργα των Φερνάντο Μποτέρο, Κλαούντιο Μπράβο, Εντγκάρ Νεγκρέ, είχε συγκρατήσει μια χρήσιμη συμβουλή από τον σκληροτράχηλο και όχι και τόσο φιλότεχνο σύζυγό της (του άρεσαν μόνο οι αντίκες, είτε ήταν αντικείμενα είτε αυτοκίνητα). «Την ημέρα που θα πεθάνω δώσε τους ό,τι σου έχει απομείνει για να μη σκοτώσουν εσένα και τα παιδιά». Το αυτό και έπραξε, δηλαδή τους άφησε τον πίνακα και εκείνοι ακόμη και με τα «χρέη» απλήρωτα την άφησαν να φύγει από την Κολομβία και να βρει καταφύγιο στην Αργεντινή.
Ο πίνακας πάλι, άγνωστο πώς, έφτασε στη δημοπρασία από την οποία τον αγόρασε ο ιάπωνας λάτρης του Νταλί. Σήμερα βρίσκεται στο Morohashi Museum of Modern Art στoν νομό της Φουκουσίμα μαζί με άλλες 330 δημιουργίες του Νταλί και 70 έργα άλλων καλλιτεχνών. Το μουσείο άνοιξε το 1999 και όπως μαρτυρεί η παρουσία του σήμερα σε αυτό, ο εφτάψυχος πίνακας «έζησε» για να γλιτώσει και από έναν σεισμό, ένα τσουνάμι και ένα πυρηνικό ατύχημα.
Γιατί όταν αποφάσισε η τύχη του να κάνει το γύρισμά της το έκανε χωρίς ημίμετρα. Ο πίνακας που έμελλε να σώσει το DNA του Εσκομπάρ είχε φιλοτεχνηθεί το 1957 αλλά αποτελεί τη δεύτερη εκδοχή έργου που είχε ζωγραφίσει για πρώτη φορά ο Νταλί για τον Μπίλι Ρόουζ (1899-1966) το 1944. Ο ιμπρεσάριος τού τον είχε αναθέσει προκειμένου να κοσμήσει το Ziegfeld, το θέατρό του στη Νέα Υόρκη, και ο ζωγράφος είχε ανταποκριθεί με μια σειρά από έργα υπό τον γενικό τίτλο «The Seven Lively Arts». Ωστόσο – έκπληξη, έκπληξη! – ο πίνακας με αρχικό του τίτλο «The Αrt of Boogie-Woogie» κάηκε το 1956 μαζί με την έπαυλη του Ρόουζ στο προάστιο Μάουντ Κίσκο της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, όπου τον είχε μεταφέρει. O Nταλί προσφέρθηκε να ζωγραφίσει εκ νέου τους πίνακες αλλά αυτή τη φορά «Ο χορός» ήταν ελαφρώς διαφοροποιημένος από την αρχική του εκδοχή, στην οποία υπήρχαν περισσότερες φιγούρες. Πλέον το έργο είχε να επιδείξει μόνο δύο μορφές, σε ένα σύμπλεγμα ερωτικό που περισσότερο πάλη θυμίζει, μέσα σε ένα άγονο τοπίο σαν εκείνα που ζωγράφιζε ο καλλιτέχνης στη διάρκεια της εξίσου επεισοδιακής καριέρας του.