Εδώ και πενήντα χρόνια η Σίλικον Βάλεϊ φυλάττει πολύ προσεκτικά τα όσα συμβαίνουν στα άδυτά της. Συμφωνίες συνάπτονται, φιλίες σφραγίζονται, συμμαχίες επικυρώνονται σε μυστικά δείπνα πολύ πριν τα δεδομένα πάρουν την έγκριση για να δουν το φως της δημοσιότητας.
Φήμες ή διαξιφισμοί αναδύονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν άπτονται όμως ζητημάτων στρατηγικής σημασίας. Συμπάθειες ή αντιπάθειες ανακοινώνονται μέσω κύκλων, δεν εξελίσσονται σε ανοικτούς πολέμους στο Διαδίκτυο. Κινήσεις ή μετατοπίσεις γίνονται διακριτικά, δεν προαναγγέλλονται με τροχιοδεικτικές βολές.
Τα ήρεμα νερά είναι επιβεβλημένα από την ανησυχία μήπως η οποιαδήποτε αναταραχή τρέψει σε φυγή δυνητικούς εταίρους ή αποτρέψει μελλοντικές συνεργασίες. «Στη Σίλικον Βάλεϊ επικρατούσε μια ιδιότυπη ομερτά» επιβεβαίωνε στους «New York Times» της 29ης Ιουλίου ο Ρότζερ Μακ Νάμι, επενδυτής κεφαλαίων με ιστορία στον χώρο, συνέταιρος του Bono των U2 στην επενδυτική εταιρεία Elevation Partners και πρώιμος χρηματοδότης του Facebook. «Οι διαμάχες ήταν συχνές, οι ηγεσίες διαφωνούσαν τακτικά, αλλά ποτέ δημοσίως».
Ολα αυτά, ωστόσο, στον παρατατικό, πριν από την εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές του 2024. Τις τελευταίες εβδομάδες, για χάρη του Ντόναλντ Τραμπ και, πλέον, της Κάμαλα Χάρις, η τεχνολογική κοινότητα της Αμερικής βιώνει έναν μικρό εμφύλιο που εκδηλώνεται ανοικτά με εκατέρωθεν προκλήσεις, αντεγκλήσεις και αλληλοκατηγορίες.
Δημόσιοι διαξιφισμοί
Στο μυαλό της αμερικανικής κοινής γνώμης, συντηρητικής και μη, η «Kοιλάδα του πυριτίου» ταυτίζεται με έναν γεωγραφικό σχηματισμό γεμάτο ακραιφνείς υποστηρικτές των Δημοκρατικών. Βρίσκεται στην Καλιφόρνια, είναι μέρος της Bay Area, γειτνιάζει με το Σαν Φρανσίσκο – όλα προπύργια των προοδευτικών.
Σύμφωνα με μια μελέτη του Πανεπιστημίου Στάνφορντ από το 2017, η ηγεσία της βιομηχανίας της Σίλικον Βάλεϊ τάσσεται με τις liberal απόψεις στα ζητήματα της αναδιανομής του πλούτου, των αμβλώσεων, των δικαιωμάτων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, της μετανάστευσης.
Τα παραπάνω εξακολουθούν να ισχύουν, η ηγετική ομάδα της Σίλικον Βάλεϊ δεν είναι όμως πια μονολιθική – αν υπήρξε ποτέ. Στις 16 Ιουλίου 2024 ο Ντέιβιντ Σακς, πρώην υπ’ αριθμόν 2 της PayPal, ανέβαινε στο βήμα του Εθνικού Συνεδρίου των Ρεπουμπλικανών για να δηλώσει καταχειροκροτούμενος την αμέριστη στήριξή του στον Ντόναλντ Τραμπ. Είχε προηγηθεί τρεις μέρες νωρίτερα η δημόσια καταγγελία του στην πλατφόρμα Χ, αμέσως μετά την απόπειρα δολοφονίας του Τραμπ στο Μπάτλερ της Πενσιλβάνια, ότι η Αριστερά ήταν περίπου ο ηθικός αυτουργός της.
Τη συνόδευε με έναν υπαινιγμό ότι πράξεις όπως αυτή του Ριντ Χόφμαν, πρώην μέλους του διοικητικού συμβουλίου της PayPal και συνιδρυτή του LinkedIn, να στηρίξει οικονομικά τη μήνυση της δημοσιογράφου και συγγραφέα Ελίζαμπεθ Τζιν Κάρολ κατά του 45ου προέδρου για απόπειρα βιασμού και δυσφήμηση (ο Τραμπ κρίθηκε ένοχος σε πρώτο βαθμό και καταδικάστηκε σε καταβολή αποζημίωσης ύψους 88 εκατ. δολαρίων), είχαν εκθρέψει ένα εχθρικό κλίμα όπου ευδοκιμούσαν φονικοί καρποί. Ο Ιλον Μασκ, συνιδρυτής της PayPal και ιδιοκτήτης των Tesla, SpaceX και Χ, έσπευσε να συμφωνήσει.
Πριν από το συμβάν, στις αρχές Ιουλίου, ο Χόφμαν είχε διαπληκτιστεί δημοσίως με τον φίλο του, Πίτερ Τιλ, συνιδρυτή της PayPal, ιδιοκτήτη της Palantir Technologies και οπαδό του Τραμπ. Μετά το συμβάν, ο Χόφμαν ειρωνεύτηκε τον Σακς για τη στροφή 180 μοιρών από το 2021, όταν και αποκήρυττε τον Τραμπ στον απόηχο των ταραχών της 6ης Ιανουαρίου και της κατάληψης του Καπιτωλίου. Αλλάζοντας στόχο, ο Σακς αποκάλεσε τον Ριντ Χέιστινγκς, συνιδρυτή του Netflix, «χρήσιμο ηλίθιο» εξαιτίας της στοίχισής του με το Δημοκρατικό Κόμμα.
Ο Χέιστινγκς απάντησε έμπρακτα στις 23 Ιουλίου, προικίζοντας με 7 εκατομμύρια δολάρια την προεκλογική εκστρατεία της Κάμαλα Χάρις. Στον χορό έμπαιναν, στο μεταξύ, ο Μαρκ Αντρίσεν, συνδημιουργός του Mosaic, πρώτου δημοφιλούς browser του Διαδικτύου, και ο Μπεν Χόρογουιτς, νυν συνέταιρός του στη μεγάλη εταιρεία επενδυτικών κεφαλαίων που φέρει το όνομά τους, ανακοινώνοντας στις 16 Ιουλίου ότι στηρίζουν τον Ντόναλντ Τραμπ.
Ο Ρότζερ Μακ Νάμι, συνεργάτης του Χόρογουιτς επί 25 χρόνια, έσπευσε να τους επικρίνει για εναγκαλισμό «αντιδημοκρατικών αξιών». «Αλήθεια, Ρότζερ;» έγραψε ο Χόρογουιτς στο Χ. «Διαφωνούμε και η πρώτη σου έγνοια είναι να μου επιτεθείς με ένα tweet;».
Εν μέσω όλων αυτών, ο Ιλον Μασκ φρόντισε να ταχθεί στο πλευρό του Ντόναλντ Τραμπ, να τον συγκρίνει υμνητικά με τον φάρο των προοδευτικών Ρεπουμπλικανών του 20ού αιώνα Θίοντορ Ρούζβελτ, να του πάρει μια live συνέντευξη, να ρίξει το βάρος του υπέρ της επιλογής του Τζ. Ντ. Βανς ως αντιπροέδρου – αλλά και να αρνηθεί ως fake news τη φήμη ότι σκοπεύει να χρηματοδοτεί το δίδυμο με 45 εκατ. δολάρια τον μήνα.
Αναπάντεχη και πρωτόγνωρη ως προς τη λεκτική βιαιότητα μεταξύ πρώην φίλων και συνεργατών, η αντιπαράθεση των μεγιστάνων της Σίλικον Βάλεϊ είναι εν τούτοις αντιπροσωπευτική του κλίματος ακραίας πόλωσης που επικρατεί στις ΗΠΑ.
Το γεγονός αυτό μπορεί να εξηγεί το δημόσιο στοιχείο της διαμάχης, αλλά θέτει και μια σειρά ερωτημάτων γύρω από τα αίτια της εκδήλωσής της. Ολοι οι όψιμοι υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ (με την εξαίρεση του Πίτερ Τιλ, κανείς από τους υπόλοιπους δεν ενέκρινε τον 45o πρόεδρο στους προηγούμενους εκλογικούς κύκλους) τόνισαν ότι η πρωτοβουλία τους λαμβάνεται με γνώμονα το κοινό καλό: οι πολιτικές του Τζο Μπάιντεν είναι αναποτελεσματικές. Καθώς όμως εδώ δεν γίνεται λόγος για τον πληθωρισμό ή το κόστος ζωής, οι παροικούντες την Ουάσιγκτον γνωρίζουν πως πίσω από την επίδειξη φιλοπατρίας κρύβονται και λιγότερο υψηλόφρονα κίνητρα.
Ο Iλον Μασκ λογίζεται γενικότερα ως απρόβλεπτος χαρακτήρας και άνθρωπος που αρέσκεται να πηγαίνει κόντρα στο ρεύμα, όμως οι ελευθεριακές του απόψεις δεν είναι απαραίτητα αυτές που τον οδήγησαν να προσεγγίσει τον Τραμπ.
Σύμφωνα με δημοσίευμα των «New York Times» της 20ής Ιουλίου, μια εξίσου σημαντική παράμετρος έχει να κάνει με την ψύχρανση των σχέσεων με τον Λευκό Οίκο εξαιτίας της απόλυτης αντίθεσης του Μασκ στον συνδικαλισμό των εργαζομένων του: οι απαρχές της ρήξης χρονολογούνται από μια προεδρική συνάντηση το 2021 με τους ηγέτες της βιομηχανίας ηλεκτρικών οχημάτων στην οποία η Τesla δεν είχε προσκληθεί, προκειμένου να μη θιγεί το συνδικάτο των εργατών της αυτοκινητοβιομηχανίας, σταθερός πυλώνας στήριξης του Μπάιντεν.
Οι Μαρκ Αντρίσεν και Μπεν Χόρογουιτς, από την πλευρά τους, ζωηροί υπέρμαχοι του κρυπτονομίσματος, αντιτίθενται σφόδρα στην απόπειρα ρύθμισης του χώρου έπειτα από την επεισοδιακή κατάρρευση του χρηματιστηρίου FTX το 2022. Επιπλέον, η έντονα διακηρυγμένη ανησυχία τους για το μέλλον των νεοφυών επιχειρήσεων και της ψηφιακής τεχνολογίας η οποία αποτελεί, σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, το απόλυτο κριτήριο επιλογής υποψηφίου, εδράζεται στην εκ μέρους τους απόρριψη ενός νόμου που φιλοδοξεί να αποτρέψει τη χειραγώγηση start-ups προς όφελος των επενδυτών κεφαλαίων και επηρεάζει μόνο κατόχους περιουσίας άνω των 100 εκατομμυρίων δολαρίων.
Για κάποιους υπάρχει μια δόση υπερβολής στην ταμπέλα «εμφύλιος». Η Νικόλ Ναρία έγραφε στο «Vox» τον περασμένο Ιούλιο ότι τα βασικά μεγέθη της επιρροής των Δημοκρατικών στις κομητείες Σαν Ματέο και Σάντα Κλάρα που αποτελούν τη Σίλικον Βάλεϊ παραμένουν αναλλοίωτα από τη δεκαετία του ’70: το 2022 το ποσοστό τους επί των καταγεγραμμένων ψηφοφόρων ανερχόταν στο 52,6%.
Αυτό των Ρεπουμπλικανών είχε μειωθεί δραστικά, από 40,6% σε 15,7%, ενώ, αντίθετα, εκείνο των ανεξάρτητων είχε σκαρφαλώσει από μόλις 4,8% σε 26,9%. Ιδιαίτερη μεταβολή δεν παρατηρείται ούτε στις πολιτικές προτιμήσεις των επενδυτών της. Ερευνα που επικαλείτο σε πρόσφατο τεύχος του το «Wired» αποκάλυπτε ότι μεταξύ των 20 εταιρειών με τις υψηλότερες συνεισφορές στην προεκλογική εκστρατεία, τα ποσά που κατευθύνονταν προς τους Δημοκρατικούς υπερτερούσαν εκείνων των Ρεπουμπλικάνων σε αναλογία 2 προς 1. Το ρήγμα, επομένως, δεν είναι τεκτονικό, αλλά επιφανειακό. Αφορά ένα μέρος της ελίτ της Σίλικον Βάλεϊ – μέρος με διόλου αμελητέα όμως φωνή και επιρροή.
Υπερήρωες σε ρόλο villain
Aλλοι πιστεύουν πως το ουσιαστικό μήνυμα βρίσκεται αλλού. Οι Λόρεν Χιρς, Μάικλ Τζ. ντε λα Μέρσεντ και Σάρα Κέσλερ υποδείκνυαν στα τέλη Ιουλίου στους «New York Times» ότι ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από τη Σίλικον Βάλεϊ – το φάντασμα της δυσαρέσκειας.
Οι φήμες πως μεγάλα ονόματα μεταξύ των επενδυτών κεφαλαίου χρησιμοποιούν την εικόνα του Γκάρι Γκένσλερ, επικεφαλής της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ, ως στόχο για βελάκια ελέγχονται, είναι όμως γεγονός ότι οι μεγιστάνες της τεχνολογίας αποστρέφονται συλλογικά μία τουλάχιστον όψη της πολιτικής της κυβέρνησης Μπάιντεν.
Apple, Google, Facebook και Amazon είδαν την προηγούμενη τετραετία να τους ασκούνται διώξεις αντιμονοπωλιακού χαρακτήρα που ακόμη και αν δεν τελεσφορήσουν προμηνύονται εν τούτοις υπέρ το δέον κοστοβόρες. Σειρά οχλήσεων δέχθηκαν επίσης τα χρόνια αυτά, από κοινού με το πρώην Twitter και νυν Χ, και ως προς τα ζητήματα προστασίας δεδομένων, ελευθερίας του λόγου, διάδοσης ψευδών ειδήσεων και ρητορικής μίσους.
Στην Ευρωπαϊκή Ενωση παρόμοιες ενέργειες θεωρούνται αναμενόμενες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, όμως, γίνονται αντιληπτές από τους ίδιους ανθρώπους ως ανεπίτρεπτες παρεμβάσεις στα χωράφια της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Επιπλέον, σημαίνουν ότι οι υπερήρωες του 21ου αιώνα υποβιβάζονται πλέον στον ρόλο των κακών – και τα τρομερά παιδιά της ψηφιακής τεχνολογίας απεχθάνονται οποιαδήποτε άλλη εικόνα τους εκτός από εκείνη του ευεργέτη. Σε αυτή την ερμηνεία των πραγμάτων οι κινήσεις αλλαγής στρατοπέδου γίνονται με τη λογική ότι μια ελαφρά αποστασιοποίηση από όσους σε θεωρούν δεδομένο δεν έβλαψε ποτέ κανέναν.
Δεν είναι πιθανότατα τυχαίο το γεγονός ότι στη στήριξη του Ντόναλντ Τραμπ πρωτοστατούν προς το παρόν οι ισχυροί των επιχειρηματικών συμμετοχών της Σίλικον Βάλεϊ. Οι επενδύσεις κεφαλαίου πιο πολύ ανήκουν στον χρηματοπιστωτικό κλάδο, ο οποίος προσβλέπει στον Τραμπ για ευνοϊκή μεταχείριση ορεγόμενος φοροαπαλλαγές, ενώ για κάθε Πίτερ Τιλ και Ιλον Μασκ που προσχωρεί στις τάξεις του 45ου προέδρου υπάρχει ένας Μαρκ Ζάκερμπεργκ και ένας Σουντάρ Πιτσάι που τηρούν τις αποστάσεις τους.
Και αυτή ωστόσο η ουδετερότητα των τεχνολογικά πεπαιδευμένων ηγετών του Facebook και της Google, αντίστοιχα, είναι ενδεικτική ανέμων αλλαγής. Προηγουμένως, ο τονισμός της προοδευτικής κλίσης της εξυπηρετούσε τη δημόσια εικόνα της τεχνολογικής κοινότητας. Τώρα, οι μεγιστάνες της μεταξύ των πολιτικών τους πεποιθήσεων και των ρυθμιστικών κυβερνητικών παρεμβάσεων, στην ανάγκη θα βάλουν κατά μέρος τις πρώτες.
Αλλωστε, το διακύβευμα δεν αφορά μόνο το σημερινό status quo, αλλά (πολύ περισσότερο) τα ανυπολόγιστα μελλοντικά κέρδη της τεχνητής νοημοσύνης. Ας μη θεωρηθεί πάντως ότι τα ρήγματα στο εσωτερικό της Κοιλάδας θα είναι μόνιμα. Ο συνιδρυτής της ιστορικής Sun Microsystems και υποστηρικτής της Κάμαλα Χάρις Βίνοντ Κόσλα εκφράζει μια κοινή στάση, δηλώνοντας στους «New York Times»: «Είμαι πρόθυμος να συνεργαστώ με τους πάντες, αν το έργο μας πρόκειται να αλλάξει τον κόσμο». Σε αντίθεση με τη γεωμορφολογία του εδάφους, εκείνη της επιχειρηματικότητας είναι ευμετάβολη.