Δίπλα στο κανάλι Ρίτζεντ και πίσω από τον σιδηροδρομικό σταθμό του King’s Cross, από εκεί δηλαδή που αναχωρούσε κανείς, λίγο ανορθόδοξα είναι η αλήθεια, για τη Σχολή Χόγκουαρτς στον κόσμο του Χάρι Πότερ, βρίσκεται το Coal Drops Yard. Πρόκειται για δύο μεγάλες αποθήκες πάνω σε αψιδωτές γέφυρες που χτίστηκαν με μεγάλη επιμέλεια και πολλά τούβλα στη Βικτωριανή Εποχή, συγκεκριμένα το 1850. Εκεί ξεφόρτωναν από τα τρένα του σιδηροδρομικού σταθμού το κάρβουνο, την πολύτιμη πρώτη ύλη για τις ενεργειακές ανάγκες της πρωτεύουσας, που κατέφθανε από τα ανθρακωρυχεία του Βορρά. Οταν όμως η πόλη έπαψε να αντιμετωπίζει τον άνθρακα ως θησαυρό, οι αποθήκες εγκαταλείφθηκαν. Κάποια στιγμή στην πρόσφατη ιστορία τους επανήλθαν ως αποθηκευτικοί χώροι, έπειτα έγιναν γραφεία, αλλά και nightclubs. Tελικά αποφασίστηκε να ενταχθούν στο πρόγραμμα για την ανάπλαση της ευρύτερης περιοχής του μέχρι σχετικά πρόσφατα υποβαθμισμένου King’s Cross, μέσα από μια εκτεταμένη μελέτη που ξεκίνησε το 2001. Σε 270 στρέμματα αυτής της πλευράς της πόλης του Λονδίνου «μέχρι το 2020 θα υπάρχουν 1.900 καινούργια σπίτια, 315.000 τ.μ. γραφείων και 46.450 τ.μ. με καταστήματα», όπως έχει ανακοινωθεί από την King’s Cross Central Limited Partnership, τη σύμπραξη δηλαδή των φορέων που έχει αναλάβει να φέρει εις πέρας το τιτάνιο πρότζεκτ.
Στο πλάνο του εξωραϊσμού της περιοχής, το Coal Drops Yard προορίζεται να στεγάσει στα 13.500 τ.μ. ποικίλα brands του λιανικού εμπορίου αλλά και café και εστιατόρια που συναντάει κανείς σε άλλες περιοχές του Λονδίνου και των υπόλοιπων πόλεων της Μεγάλης Βρετανίας. Το σημείο είναι εξάλλου κόμβος επισκεπτών όχι μόνο εξαιτίας του σιδηροδρομικού σταθμού και του μετρό αλλά και επειδή δίπλα του βρίσκεται το νέο σπίτι της Σχολής Ντιζάιν και Τεχνών Central Saint Martins από το 2011.
Σε αυτό το σημείο μπαίνει στο κάδρο ο Τόμας Χέδεργουικ, ο οποίος ανέλαβε την επαναδιαμόρφωση του περίφημου Coal Drops Yard. Ιδιαίτερα γνωστός στην πατρίδα του για πρότζεκτ που μοιάζουν με μεγάλα βιομορφικά γλυπτά και για την τάση του να γκρεμίζει τα στεγανά που ορθώνουν οι διαφορετικές μορφές τέχνης και μηχανικής (αρχιτεκτονική, γλυπτική, μόδα, μεταλλοτεχνία, βιομηχανικός σχεδιασμός), ο 48χρονος βρετανός αρχιτέκτονας και σχεδιαστής ρίχτηκε στη δουλειά με μεγάλο ενθουσιασμό. Στο κάτω-κάτω, εκείνος έχει δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στην περιοχή εδώ και 17 χρόνια, όσον χρόνο δηλαδή βρίσκεται στο King’s Cross το γραφείο του.
Στόχος του Χέδεργουικ ήταν να δημιουργήσει μια ενιαία κατασκευή. Να ενώσει δηλαδή τις δύο αποθήκες με τις αψιδωτές γέφυρες. «Αυτό το ζευγάρι των δύο μακρόστενων τούβλινων κτιρίων που θυμίζουν τεράστια σοκολατένια «δάχτυλα» της γκοφρέτας Κit Κat έτσι όπως χωρίζονται μεταξύ τους υπό γωνία, με αποτέλεσμα να μη μοιάζουν να συμμορφώνονται με τις συμβατικές θεωρήσεις περί λιανικού εμπορίου», όπως σχολίαζε. Αυτή η «εκκεντρικότητα» της προϋπάρχουσας κατάστασης έδωσε το έναυσμα για τη σχεδιαστική αντιμετώπιση. Τα δύο «δάχτυλα» ενώνονται χάρη σε μια κυματοειδή επιφάνεια και σε έναν επιπλέον όροφο ο οποίος διαμορφώνει και τον χαρακτήρα της αυλής που βρίσκεται από κάτω του. Σε αυτόν τον στεγασμένο ημιυπαίθριο χώρο θα μπορούν να φιλοξενούνται πολλές εκδηλώσεις αλλά και να κυκλοφορούν απρόσκοπτα οι περαστικοί. Δεδομένου ότι διαθέτει 65 αίθουσες προς ενοικίαση συν πέντε μεγαλύτερες με άμεση πρόσβαση στον κεντρικό δημόσιο χώρο, το Coal Drops Yard αναμένεται να αποτελέσει καταναλωτικό και ψυχαγωγικό πόλο έλξης. Κάτι που μένει να αποδειχθεί όταν (εάν) ανοίξει στις 26 Οκτωβρίου, όπως έχει ανακοινωθεί.
Tόμας Χέδεργουικ – Από το Λονδίνο στη Silicon Valley
Γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1970 και σπούδασε Τρισδιάστατο Σχεδιασμό στο Πολυτεχνείο του Μάντσεστερ και στο Royal College of Art. Εκεί γνώρισε τον σχεδιαστή Τέρενς Κόνραν, ιδρυτή της Habitat και θεμελιωτή του Μουσείου Ντιζάιν του Λονδίνου, που έγινε μέντοράς του.
Ιδρυσε το Heatherwick Studio το 1994. Η δουλειά του ξεχώρισε με την «Κυλιόμενη Γέφυρα» (2004), η οποία τυλίγεται κάθε Παρασκευή απόγευμα στο κανάλι του Grand Union στο ύψος του Πάντινγκτον στο Λονδίνο. Χάρη σε αυτό το έργο κέρδισε το βραβείο British Structural Steel Award για το 2005. Δύο χρόνια μετά ολοκλήρωσε το πολυβραβευμένο «East Beach Café» Λιτλχάμπτον του Δυτικού Σάσεξ, ένα καφέ-εστιατόριο με κυματιστές λωρίδες από ατσάλι που τυλίγουν το κέλυφος του κτιρίου και αφήνονται να σκουριάσουν και να αποκτήσουν την πατίνα του χρόνου (βραβείο RIBA το 2008). Μεγάλη δημοσιότητα προσείλκυσε και το Βρετανικό Περίπτερο στην Παγκόσμια Εκθεση της Σανγκάης το 2010, γνωστό και ως «Καθεδρικός ναός των σπόρων».
Το 2012 ο σκηνοθέτης της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου, Ντάνι Μπόιλ, του ζήτησε να σχεδιάσει τον βωμό της Ολυμπιακής Φλόγας. Είναι επίσης υπεύθυνος για τη δημιουργία του MOCAA, του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στο Κέιπ Τάουν, που πρόκειται στην ουσία για τη μεταμόρφωση ενός συμπλέγματος σιλό για καλαμπόκι, ενώ έχει σχεδιάσει τις εγκαταστάσεις της Google στο Mountain View της Καλιφόρνιας.
Παρά την αναμφίβολα επιτυχημένη πορεία του, ο Χέδεργουικ έχει δεχθεί και δριμεία κριτική τόσο για τον επανασχεδιασμό του κλασικού διώροφου κόκκινου λεωφορείου όσο και για το πρότζεκτ «Garden Bridge», μια καταπράσινη πεζογέφυρα στο ύψος του σταθμού μετρό Temple που θα ένωνε τις δύο όχθες του Τάμεση στα πρότυπα της γέφυρας High Line στη Νέα Υόρκη. Το αμφιλεγόμενο εγχείρημα εγκαταλείφθηκε όταν ήρθε στα πράγματα ο νυν δήμαρχος Λονδίνου Σαντίκ Καν, εξαιτίας του υψηλού κόστους και της διακοσμητικής παρουσίας του.