Είναι από τις περιπτώσεις που μπορείς να κρίνεις το βιβλίο από το εξώφυλλό του, και μάλιστα δίχως να κάνεις αυθαίρετη εκτίμηση. Ένα εξώφυλλο που το κοσμεί το «Untitled» (1991) του Αμερικανού γλύπτη Ρόμπερτ Γκόμπερ, έργο της συλλογής του Δημήτρη Δασκαλόπουλου και άμεσα αναγνωρίσιμο ως κομμάτι της, στο οποίο ένα σακί αναπαριστάται ως το τμήμα ενός σαρκίου χωρισμένο με ακρίβεια στα δύο, μισό ως γυναικείο σώμα, μισό ως ανδρικό. Το βιβλίο έχει τίτλο «Στοχασμοί του συλλέκτη – Η Ειρήνη Πάρη συνδιαλέγεται με τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο» (εκδ. Cahiers d’Art) και, ναι, προφανώς είναι ένας διάλογος μεταξύ δύο ανθρώπων που πορεύονται μαζί και αγαπούν βαθιά την τέχνη: εκείνος, ο γνωστός συλλέκτης και επιχειρηματίας που έχει διατελέσει επί σειρά ετών πρόεδρος του ΣΕΒ (2006-2014), εκείνη, αντίστοιχα η για πολλά χρόνια μόνιμη αντιπρόσωπος του ΣΕΒ στις Βρυξέλλες (1995-2017), μέλος αλλά και αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ).
Γιατί, όπως συμβαίνει με την καίρια, τη ζωτικής σημασίας τέχνη, που υπερβαίνει το προφανές και αρθρώνει λόγο για τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής δίχως επιδεικτικά να τα κατονομάζει, το έργο του Γκόμπερ στο εξώφυλλο υπαινίσσεται στις μικρές διαστάσεις του τις λεπτές ποιότητες ενός βιβλίου που δεν θα μπορούσε ποτέ να αναλωθεί στο πρώτο επίπεδο πρόσληψής του. «Το βιβλίο είναι ένας στοχαστικός περίπατος μέσα από τη συλλογή του Δημήτρη προς το βαθύτερο – είναι του ανθρώπου. Προβληματισμοί, αναζητήσεις και ερωτήματα που ο καθένας μας βιώνει και καλείται να αντιμετωπίσει καθημερινά, για τα οποία πολλές φορές δεν μιλάμε. Αυτό θέλαμε να μεταδώσουμε με τον Δημήτρη μέσα από τις συζητήσεις που περιλαμβάνονται στο βιβλίο. Συγχρόνως, γνωρίζαμε και ο ένας τον άλλον καλύτερα μέσα από τις κουβέντες που κάναμε» θα συνοψίσει η Ειρήνη Πάρη, συνοδοιπόρος του Δημήτρη Δασκαλόπουλου τα τελευταία δέκα χρόνια, πλέον και σύζυγός του, η οποία έχει γράψει ουσιαστικά μια «ωδή αγάπης» με αρωγό τη σύγχρονη τέχνη. «Στα πολλά που μας ένωσαν, η τέχνη έχει κυρίαρχη θέση», θα μπορούσε να είναι ο υπότιτλος του βιβλίου.
Όλα ξεκίνησαν γύρω από ένα στρογγυλό τραπέζι τον Φεβρουάριο του 2019, καθώς Πάρη και Δασκαλόπουλος έβλεπαν ένα-ένα τα έργα της συλλογής, την περίοδο που η περίφημη δωρεά στα τέσσερα μεγάλα μουσεία (Tate, Guggenheim, ΜCA Chicago, ΕΜΣΤ) είχε αρχίσει να αποκτά σχήμα και υπόσταση. «Έλα, ρε Keith, σ’ αγαπάω!» ξέσπασε με πάθος ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος μιλώντας της για τους συμβολισμούς του έργου «Random Tangler» του βρετανού εικαστικού Κιθ Τάισον, ενός παραγνωρισμένου, κατά τη γνώμη του, δημιουργού από το κατεστημένο της αγοράς της τέχνης. «Ήταν μια πολύ ωραία στιγμή. Είπα «αυτό πρέπει να μείνει», ήταν τόσο αυθόρμητο! Πήρα το iPad μου και άρχισα να καταγράφω συστηματικά όσα λέγαμε. Σκεφτόμουν ότι δεν πρέπει να χαθούν αυτές οι συζητήσεις, να ξέρει ο κόσμος ποιος ήταν αυτός ο συλλέκτης, γιατί έκανε αυτή τη συλλογή, να υπάρχει ένα αποτύπωμα της πορείας του και της προσωπικότητάς του. Το έκανα βέβαια και για την οικογένειά του, τα εγγόνια του, τους φίλους του και όλους όσοι ενδιαφέρονται για τη σύγχρονη τέχνη» περιγράφει η Ειρήνη Πάρη το έναυσμα για την αρχή μιας σειράς συζητήσεων και στοχασμών που μας δείχνουν ένα άλλο πρόσωπο του Δημήτρη Δασκαλόπουλου. Ενός έμπειρου, «δωρικού» συνεντευξιαζομένου, ο οποίος «λύνεται» και μιλάει «δίχως να σκέφτεται τι θα γραφτεί», όπως θα πει η Πάρη. «Μιλάγαμε για την αγάπη μας για την τέχνη, για την έμπνευση που μας δίνει και για τις στιγμές συνύπαρξης που είχαμε γύρω της. Ε, αυτό πρέπει να είναι αυθόρμητο» θα συμπληρώσει ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος.
Eνα ασυνήθιστο βιβλίο
Ύστερα από τρία χρόνια συγγραφής προέκυψε λοιπόν ένα βιβλίο πολύ ιδιαίτερο, που δύσκολα κατηγοριοποιείται. «Ένα ασυνήθιστο βιβλίο», όπως σημειώνουν στα εισαγωγικά τους κείμενα οι Νίκολας Σερότα, τέως διευθυντής της Tate (1988-2017) και νυν πρόεδρος του Arts Council England, και η Μαντλίν Γκρίνσταϊν, διευθύντρια Pritzker του Μουσείου MCA Chicago. «Είναι βιογραφία, ψυχανάλυση, πορτρέτο μιας σχέσης» θα συνοψίσουν οι δημιουργοί του. Ενα βιβλίο που «όποιος ενδιαφερθεί και το διαβάσει πιστεύουμε θα ευχαριστηθεί», όπως θα πει ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος. «Δεν είχαμε τη φιλοδοξία ούτε να πωληθεί ούτε να διανεμηθεί. Το δίνουμε στους φίλους μας, θα βρίσκεται σε όλα τα μουσεία που έχουν γίνει δωρεές της συλλογής (σ.σ.: στην Ελλάδα θα είναι διαθέσιμο στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και τα Μουσεία Μπενάκη και Κυκλαδικής Τέχνης) και θα το διαθέσει και ο εκδοτικός οίκος Cahiers d’Art μέσα από το δικό του δίκτυο διανομής».
Είναι χωρισμένο σε Α’ και Β’ μέρος, όπου στο μεν εστιάζουν στη συλλογή και τη δημιουργία της, στην πορεία του Δασκαλόπουλου από συλλέκτη σε ευεργέτη, ενώ στο δε ο στοχαστικός τους περίπατος επικεντρώνεται σε συγκεκριμένους καλλιτέχνες και έργα, και μιλούν για τις σκέψεις τους πάνω σε αυτά, ενίοτε παρουσιάζοντας και μια τρίτη ανάγνωση επιμελητών σύγχρονης τέχνης. Είναι μια δομή που οργάνωσε η Ειρήνη Πάρη από ένα αρχικά χαοτικό υλικό που είχε στα χέρια της και παρουσιάζεται υπό τη μορφή ενός οργανικού διαλόγου – αλλού έχει παραμείνει ατόφιος, αλλού είναι ελαφρώς τροποποιημένος ή εμπλουτισμένος –, ενώ διανθίζεται με προσωπικές της σκέψεις που παρεμβάλλονται ως μία inner voice στη ροή της συζήτησης, μαζί με ορισμένα αποσπάσματα από αγαπημένα της λογοτεχνικά κείμενα. Εικονογραφείται με φωτογραφίες των περίπου 100 έργων για τα οποία γίνεται λόγος, καθώς και με ορισμένες ανέκδοτες φωτογραφίες του ζεύγους, αλλά κατά βάση του Δημήτρη Δασκαλόπουλου με έργα που του προκάλεσαν δέος ή θαυμασμό, όπως για παράδειγμα οι πίνακες του Μαρκ Ρόθκο. Ένα βιβλίο που αποφεύγει τελικά «το βάρος (και την πλήξη) της αγιογραφίας», όπως σημειώνει η Γκρίνσταϊν στον πρόλογό της.
«Ήθελα να είναι ένα βιβλίο κατανοητό, να μη φοβίζει, όπως συμβαίνει συχνά με τη σύγχρονη τέχνη, να μπορεί ο καθένας να το διαβάσει. Να είναι κάτι αυθόρμητο, όχι στητό, μια ελεγεία ή ένα δοκίμιο. Να μπορώ μέσα από τη δομή αυτού του βιβλίου να μεταδώσω αυτό που εμείς ζούμε μέσα από την τέχνη…», θα εξηγήσει η Ειρήνη Πάρη, «…το οποίο το θεωρούμε εφικτό, προσιτό και χρήσιμο για όλους τους ανθρώπους. Η ελπίδα μας είναι ότι ακόμα και εκείνοι που δεν ξέρουν τίποτα από σύγχρονη τέχνη θα προκληθούν να την πλησιάσουν και να την αφήσουν να τους αγγίξει όπως έχει κάνει σε εμάς» θα συμπληρώσει ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος. Αλλωστε τέχνη «είναι καθετί που δεν σε αφήνει αδιάφορο», όπως είχε πει ο συλλέκτης στη σύντροφό του. «Με έκανε να το σκεφτώ και να καταλήξω ότι είναι αυτό ακριβώς που κάνει έναν πίνακα, ένα γλυπτό, μια εγκατάσταση, ένα βίντεο να είναι έργο τέχνης και όχι μια απλή αποτύπωση, ένας συνδυασμός χρωμάτων, στοιχείων ή υλικών. Όταν μας αγγίζει βαθιά πέρα κάθε εξήγηση. Όταν νιώθουμε ρίγος, όταν μας διακατέχει δέος στη θέασή του. Οταν μας πάει εκεί που δεν φτάνει ο νους, εκεί που πάλλεται η χορδή όχι του ατόμου, αλλά της ανθρωπότητας, της φύσης ολάκερης, του Σύμπαντος. Οταν αγγίζει το μυστήριο της ύπαρξης. Τότε είναι τέχνη» θα πει η Ειρήνη Πάρη.
Διάλογος επί ίσοις όροις
Ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος και η Ειρήνη Πάρη είναι ένα ανδρόγυνο που μπορεί να αλληλοσυμπληρώνει τις προτάσεις του. Το αποφεύγει όμως γενικά, γιατί βλέπεις ότι υπάρχει ένας αμοιβαίος σεβασμός μεταξύ τους, που δεν δηλώνεται επιδεικτικά αλλά είναι εμφανής στην ποιότητα του διαλόγου τους, στην τρυφερότητα και στον θαυμασμό που τρέφει ο ένας για τον άλλον. Μια σχέση που έχει όλα τα εχέγγυα για να είναι ισότιμη, με λίγα λόγια.
Μια μεγάλη λέξη η οποία τουλάχιστον, όσον αφορά την επαφή τους με τη σύγχρονη τέχνη, δεν ήταν εξαρχής παρούσα, μια και ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος ήταν ήδη ένας έμπειρος συλλέκτης όταν γνωρίστηκαν. Αναδύθηκε όμως σταδιακά πάνω από την κοινή βάση που τους έφερε κοντά, αυτούς τους δύο εκπροσώπους μιας περιφερειακής χώρας, της Ελλάδας, στην Ευρώπη. Γεννημένη και μεγαλωμένη ως τα 12 της χρόνια στο Κονγκό, με καταγωγή από την Καβάλα και την Μπριζ του Βελγίου, η Ειρήνη Πάρη, που έχει στην κατοχή της πτυχία Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων όπως και Ευρωπαϊκών Σπουδών, μαζί και μια προϋπηρεσία 25 χρόνων στις Βρυξέλλες και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είχε ανέκαθεν ένα λανθάνον πάθος για την τέχνη.
«Ποτέ δεν ένιωσα ιδιοκτήτης, αλλά θεματοφύλακας. Θαύμαζα ότι η τέχνη είναι σημαντική για τον οποιονδήποτε άνθρωπο και ήθελα να συνεισφέρω ώστε να τη χαίρονται όλοι».
«Δεν ξέρω πώς και γιατί, αλλά πάντα έτρεχα στις εκθέσεις, ακόμα και όταν ήταν μικρά τα παιδιά μου, χωρίς να βάζω όρια στο είδος της τέχνης που έβλεπα. Είχα όμως μια έλξη προς τη σύγχρονη τέχνη, δίχως να καταλαβαίνω γιατί. Όταν γνώρισα τον Δημήτρη, σε μία από τις πρώτες εκθέσεις που επισκεφθήκαμε μαζί, σκέφτηκα: «Επιτέλους θα καταλάβω γιατί μου αρέσει η σύγχρονη τέχνη μια και είμαι με έναν άνθρωπο που τη γνωρίζει σε βάθος». Μπαίνοντας στον χώρο είδα ένα πεντάχρονο παιδί να τριγυρνάει όλο το μουσείο, δεν μου είπε ούτε κουβέντα!» θα πει γελώντας η Ειρήνη Πάρη. «Νιώθω ότι υπήρχε βαθιά μέσα μου η αγάπη για την τέχνη, που όπως λέει ο Δημήτρης είναι μια ανάγκη, είναι ένα δικαίωμα. Εκείνος μού άνοιξε καινούργιους ορίζοντες. Κατάλαβα περισσότερο τι υπάρχει πίσω από την τέχνη. Πώς λειτουργούν τα μουσεία, οι γκαλερί, οι επιμελητές, πώς σκέφτονται οι καλλιτέχνες, πώς ένας συλλέκτης διαλέγει τα έργα του. Όλα αυτά δεν τα ήξερα, ούτε τα είχα φανταστεί, δεν είναι πράγματα που σκέφτεσαι όταν επισκέπτεσαι ένα μουσείο. Υπήρχε όμως βαθιά μέσα μου μια φλέβα που χτυπούσε από πάντα, νομίζω η ίδια που χτυπάει στον Δημήτρη, και την αναγνωρίσαμε ο ένας στον άλλον. Οπότε τελικά, ναι, ένιωθα ισότιμα απέναντί του. Είναι η σχέση μας τέτοια, καθένας μας φέρνει κάτι σε αυτήν. Ωστόσο, πρέπει να πω ότι υπήρξαν στιγμές, όταν το βιβλίο βρισκόταν στη διαδικασία της έκδοσης, όπου ένιωθα πως δεν μου φέρονταν ισότιμα. Απευθύνονταν περισσότερο στον Δημήτρη, τον μεγάλο συλλέκτη, για τις όποιες ερωτήσεις τους. Κατάλαβα ότι παρόλο που έχουν γίνει πολλά για να βελτιωθεί η σχέση της γυναίκας στην κοινωνία, και πράγματι έχει γίνει πρόοδος, χρειάζεται ακόμη δουλειά για να καταρριφθούν ορισμένα στερεότυπα – πολλές φορές εκφράζονται από γυναίκες, και μάλιστα νέες, κάτι που με σόκαρε».
Η πιο δύσκολη παραδοχή
Το βιβλίο βοηθά να αμβλυνθούν ορισμένα στερεότυπα, κατ’ αρχάς επειδή ο ίδιος ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος, ο «ισχυρός Έλληνας επιχειρηματίας», ο «σπουδαίος συλλέκτης διεθνούς κύρους», αφήνει να διαφανεί αυτό που απαγορεύεται σε άνδρες της θέσης του – και όχι μόνο, για να λέμε την αλήθεια: η ευαισθησία και η ευθραυστότητα, «ένα εσωτερικό στοιχείο, απόλυτα συνειδητό στον κάθε άνθρωπο κι ωστόσο κάτι που προσπαθεί να κρύβει από τους γύρω του», όπως λέει και στο βιβλίο. «Είμαι περήφανος που συνεισφέρω στην ισοτιμία ανδρών και γυναικών προωθώντας το δικαίωμα των ανδρών να δείχνουν την αδυναμία τους και τα συναισθήματά τους και την αγάπη τους» δηλώνει εμφατικά κηρύσσοντας το δικό του, ζωτικής σημασίας μανιφέστο. «Όλοι, νομίζω, έχουμε ένα πρόσωπο που επιλέγουμε να δείχνουμε ανάλογα με το ποιοι είμαστε και τι κάνουμε, με το τι νομίζουμε ότι περιμένει η κοινωνία από εμάς. Πέρα από αυτό, υπάρχει η πραγματική, η εσωτερική ζωτική ενέργεια, υπάρχει η αμφιβολία, η αβεβαιότητα, ο φόβος, που για εμένα είναι κινητήριες δυνάμεις για τον άνθρωπο. Δεν προχωράς επειδή ξέρεις ακριβώς πού πας, αλλά επειδή θέλεις να πας προς το ανεξήγητο, να προκαλέσεις αυτό που δεν ξέρεις, να πηδήξεις πιο ψηλά από εκεί που βρίσκεσαι. Ακόμα και ο φόβος του θανάτου είναι η κινητήρια δύναμη του ανθρώπου. Αυτό λέει και η συλλογή τελικά, αυτά τα θέματα βάζουμε στο τραπέζι και συζητάμε και εμείς με το βιβλίο, ότι η ανθρώπινη υπόσταση είναι διαχρονική, ευρύτατη, περιλαμβάνει τη δημιουργικότητα, το τραύμα, τον πόνο, την ομορφιά, τον έρωτα, την αγάπη».
Μια συλλογή που βάζει τον άνθρωπο στο επίκεντρο, «κάτι που με συγκινούσε ανέκαθεν βαθιά», θα πει η Ειρήνη Πάρη. «Κατάλαβα ότι αυτή η συγκίνηση συνδέεται με την αγάπη που έχω για την αρχαία Ελλάδα. Γιατί, όπως εξηγεί στο υπέροχο βιβλίο της «Γιατί η Ελλάδα» η Ζακλίν ντε Ρομιγί, ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός είναι η βάση του δυτικού πολιτισμού ακριβώς επειδή έφερε τον άνθρωπο στο επίκεντρο, όπως το κάνουν και τα έργα στη συλλογή του Δημήτρη δηλαδή, κάτι που είναι βαθύτατα συγκινητικό. Όπως και το ότι την έκδοση του βιβλίου ανέλαβε ο εκδοτικός οίκος Cahiers d’Art που ίδρυσε ο Κριστιάν Ζερβός, ένας άνθρωπος που είχε προσπαθήσει να πει ότι η «συγχρονικότητα» εμπεριέχει μέσα της το αρχαϊκό και το αρχαίο. Ο Δημήτρης άθελά του, υποσυνείδητα, έχει συγκροτήσει μια συλλογή βαθιά ελληνική».
Ο σκληρός αποχωρισμός
Στο βιβλίο γίνεται αναφορά και στις συζητήσεις που είχε το ζευγάρι όσο αποκρυσταλλώνονταν και διαμορφώνονταν οι συνθήκες και οι λεπτομέρειες της περίφημης, μεγάλης δωρεάς των 350 έργων που έκανε ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος στα τέσσερα μουσεία. Μια απόφαση από καιρό ειλημμένη, σύμφωνα με την Ειρήνη Πάρη: «Το συζητήσαμε πολύ – να κάνει μουσείο, να πουλήσει τα έργα; –, όμως πιστεύω ότι η απόφαση υπήρχε μέσα του από τότε που ξεκίνησε την πορεία του ως συλλέκτης». Ωστόσο την υλοποίησή της βάραινε η βάσανος του αποχωρισμού. «Όταν αποφασίστηκε ότι θα κάνει τη δωρεά, μου είπε: «Νιώθω σαν να ξεριζώνεται κάτι από μέσα μου». Του είπα να πάρει τον χρόνο του για να αισθανθεί έτοιμος, ότι θα ήταν ωραίο να κάτσει να δει με προσοχή τη συλλογή και να σκεφτεί με ποια έργα θα ήθελε να ζήσει. Το κάναμε μαζί και ήταν σημαντικό, γιατί το έβλεπε σαν ένα τέλος. Του είπα να το δει ως μεταλαμπάδευση, ως μια νέα πνοή που θα δώσει σε κάτι που αγαπάει και ότι είναι σημαντικό να συμβεί όσο είναι εδώ και είναι καλά, ώστε να χαρεί αυτή τη διαδικασία, να τη ζήσει. Όπερ και έγινε». «Ναι, είναι αυτό που λέω συχνά, ότι ποτέ δεν ένιωσα ιδιοκτήτης, αλλά θεματοφύλακας» θα συμπληρώσει ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος, προσθέτοντας: «Θαύμαζα ότι η τέχνη είναι σημαντική για τον οποιονδήποτε άνθρωπο και ήθελα να συνεισφέρω ώστε να τη χαίρονται όλοι. Απλώς η διαδικασία, να το αποφασίσεις, να το οργανώσεις, να διαλέξεις πού θα τα δώσεις, πήρε οκτώ χρόνια. Οι συζητήσεις που κάναμε με την Ειρήνη όσο ωρίμαζε η απόφαση για τη δωρεά με βοήθησαν να δω ότι μπορεί να είναι ένας αποχωρισμός για εμένα, αλλά για τα έργα, τους καλλιτέχνες και το κοινό συνιστά μια καινούργια φάση ζωής που θα προκαλέσει το ενδιαφέρον άλλων ανθρώπων. Μπορεί να φεύγει από εμένα αλλά δεν τελείωσε η συλλογή, συνεχίζει μια άλλη πορεία, την οποία τώρα τη χαιρόμαστε μαζί, πηγαίνοντας και βλέποντας τα έργα που μπαίνουν στα μουσεία».
Άλλα όνειρα στη ζωή
Το ερώτημα πλέον είναι: Τι μέλλει γενέσθαι; «Ξέρω ότι έχεις κι άλλα όνειρα στη ζωή!» σημειώνει η Ειρήνη Πάρη και το παραδέχονται και οι δύο, δίχως να θέλουν να τα μοιραστούν στην παρούσα φάση, αν και είναι σίγουρο ότι θα ενέχουν το στοιχείο της προσφοράς προς την κοινωνία. Όπως θα πει ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος: «Τα όνειρα, κατά τη δική μου θεωρία, είναι μια δυσλειτουργία του εγκεφάλου στη διάρκεια του ύπνου, γιατί συνήθως είναι ασύνδετα, παράξενα. Όμως στη μεταφορική τους διάσταση θα τα περιέγραφα ως μια συνεχή ανάγκη για δημιουργικότητα, για κάτι καινούργιο, για κάτι τολμηρό. Δεν είχα λοιπόν ποτέ συγκεκριμένα όνειρα, αλλά ανέκαθεν ήθελα να δημιουργήσω κάτι αλλιώτικο, είχα μια εσωτερική τάση δράσης και προσφοράς. Αυτό εννοώ όταν λέω ότι δεν τελείωσαν τα όνειρα». «Η έννοια της προσφοράς είναι βαθιά ριζωμένη μέσα του» θα πει η Ειρήνη Πάρη κλείνοντας: «Είναι κάτι εμφανές, κάτι που λένε όλοι οι άνθρωποι που γνώρισα στον χώρο της τέχνης, στα μουσεία. Ο Δημήτρης είναι αλλιώτικος, διαφορετικός. Είναι γενναιόδωρος, έχει αυτή την ανάγκη για προσφορά, τολμά και δεν μένει ποτέ ήσυχος».