Η συνάντησή μου με τον κολυμβητή Δημήτρη Μάρκο γίνεται αμέσως μετά την επιστροφή του από το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Υγρού Στίβου στο Βελιγράδι. Ο 22χρονος αθλητής επέστρεψε στην Ελλάδα έχοντας κρεμασμένα στο στήθος του συνολικά τρία μετάλλια: δύο αργυρά, ένα στα 400 μ. ελεύθερο και ένα στα 800 μ. ελεύθερο, καθώς και ένα χάλκινο μετάλλιο, με την εθνική ομάδα Σκυταλοδρομίας στα 4Χ200 μ. ελεύθερο (αποτελείται ακόμη από τους Ανδρέα Βαζαίο, Κωνσταντίνο Εγγλεζάκη και Κωνσταντίνο Στάμου).
Ο Δημήτρης Μάρκος τώρα βάζει πλώρη για τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Παρίσι, όπου θα πέσει στις πισίνες και θα αγωνιστεί στα αγωνίσματα των 800 και 1.500 μ. ελεύθερο αλλά και στη σκυταλοδρομία στα 4×200 ελεύθερο με την εθνική ομάδα.
«Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο Παρίσι είναι οι δεύτεροι της αθλητικής μου καριέρας. Στο Τόκιο οι Αγώνες για εμένα ήταν πιο πολύ αναγνωριστικοί» αναφέρει. «Το όριο για να συμμετάσχω το έπιασα κυριολεκτικά την τελευταία ημέρα της προθεσμίας.
Δεν είχα λοιπόν τον χρόνο να προετοιμαστώ περαιτέρω, καθώς ήδη είχα σημειώσει μεγάλη βελτίωση ώστε να κατορθώσω να πιάσω το όριο της πρόκρισης. Είδα τη συμμετοχή μου λοιπόν περισσότερο ως μία εμπειρία.
Οταν γύρισα βέβαια από το Τόκιο είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου ότι οι επόμενοι Ολυμπιακοί Αγώνες θα είναι σημαντικοί για εμένα. Θυμάμαι, είπα χαρακτηριστικά στον προπονητή μου, Aλέξανδρο Μοράρη, ότι δεν θέλω να βρεθώ ξανά σε τέτοια κατάσταση».
Ποιοι είναι λοιπόν συγκεκριμένα οι στόχοι του για το Παρίσι στα 800 μ. ελεύθερο; «Θα ήθελα να είμαι ανάμεσα στους κορυφαίους» απαντά. «Δεν θέλω βέβαια να λέω μεγάλα λόγια και για αυτό δεν θα μιλήσω συγκεκριμένα για κάποια θέση. Θα πω μόνο ότι θα ήθελα να είμαι ανάμεσα στους αθλητές που στο Τόκιο θαύμαζα. Από εκεί και πέρα, ό,τι καλύτερο είναι να έρθει, ας έρθει…».
Η πρόκριση
Η πρόκριση στους Ολυμπιακούς Αγώνες στα 800 μ. ελεύθερο ήρθε τον περασμένο Φεβρουάριο, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Ντόχα, με τον ίδιο να πετυχαίνει πανελλήνιο ρεκόρ με χρόνο 7.49.97 πιάνοντας το όριο για το Παρίσι (7.51.65).
«Ηταν ένας χρόνος τον οποίο τον κυνηγούσα από την προηγούμενη σεζόν» αναφέρει. «Είχα δουλέψει πάρα πολύ για αυτό και ήμουν έτοιμος εδώ και καιρό να τον κάνω. Παρ’ όλα αυτά, δεν ερχόταν. Ετσι όμως είναι ο αθλητισμός.
Στην Ντόχα, με το που είδα τον χρόνο μου στον πίνακα, ανακουφίστηκα. Εφυγε από πάνω μου ένα μεγάλο ψυχολογικό βάρος. Επιστρέφοντας, βέβαια, στην Ελλάδα, ξεκίνησα αμέσως τη σκληρή δουλειά.
Ηξερα μέσα μου ότι μπορώ να πετύχω ακόμα πιο γρήγορο χρόνο. Και αυτό φάνηκε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Υγρού Στίβου στο Βελιγράδι, όπου σημείωσα νέο πανελλήνιο ρεκόρ, με 7.48.59. Σήμερα πιστεύω ότι μπορώ να βελτιωθώ ακόμη περισσότερο. Δεν έχω κάνει ακόμη την κούρσα που μου αναλογεί».
Ο ίδιος έχει μεγάλες προσδοκίες και για την εθνική ομάδα Σκυταλοδρομίας στα 4Χ200 μ. ελεύθερο, η οποία επίσης πέτυχε την πρόκρισή της στους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Ντόχα.
«Εχουμε πολλές δυνατότητες. Είμαστε τέσσερις αθλητές που έχουμε κολυμπήσει γρήγορα και μπορούμε να κολυμπήσουμε ακόμα γρηγορότερα» αναφέρει. «Στη σκυτάλη ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί.
Μπορεί κάποιος να είναι σε κακή ημέρα και όμως να τον «τραβήξει» μπροστά κάποιος άλλος που είναι σε καλή. Στο Βελιγράδι κατακτήσαμε το χάλκινο μετάλλιο. Στον προκριματικό, το πρωί, δεν κάναμε καλή κούρσα.
Ημασταν εντελώς αποσυντονισμένοι. Καταφέραμε όμως να ανατρέψουμε την κατάσταση το απόγευμα. Δεν αφήσαμε την ψυχολογία μας να μας πάρει από κάτω και βγήκαμε τρίτοι στην Ευρώπη. Γιατί να μην αποδείξουμε στο Παρίσι ότι ανήκουμε και στις καλύτερες ομάδες στον κόσμο;».
Τα πρώτα βήματα
Ο ίδιος βρέθηκε να κολυμπά σε πισίνα σε ηλικία μόλις τεσσάρων ετών: «Με έγραψαν οι γονείς μου. Εγώ αρχικά το είδα σαν παιχνίδι, σαν μία δραστηριότητα πέραν του σχολείου όπου περνούσα καλά, που έκανα φίλους.
Την ίδια στιγμή, από παιδί είμαι πολύ ανταγωνιστικός. Από μικρός στα παιχνίδια που παίζαμε, για παράδειγμα, στο σχολείο, ήθελα να περνάω τον διπλανό μου, να βγαίνω πρώτος. Το γεγονός ότι η κολύμβηση θα ήταν τελικά ο δρόμος μου το συνειδητοποίησα στην ηλικία των 15-16 ετών.
Μέχρι τότε δεν ήμουν τόσο καλός. Το «κλικ» έγινε μέσα μου σε ένα Πανελλήνιο Πρωτάθλημα. Είδα την απονομή που γινόταν σε κάποιους αθλητές και είπα ότι στο επόμενο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα θα ανέβω κι εγώ στο βάθρο.
Ετσι μπήκα στις προπονήσεις πολύ δυνατά και, πράγματι, την επόμενη χρονιά, το 2017 δηλαδή, βγήκα τρίτος στα 1.500 μ. ελεύθερο. Πρόκειται για ένα αγώνισμα που συνεχίζω. Σήμερα κατέχω το πανελλήνιο ρεκόρ στα 200 μ. ελεύθερο, στα 400 μ. ελεύθερο και στα 800 μ. ελεύθερο.
Βέβαια, δεν έχω καταφέρει να καταρρίψω το πανελλήνιο ρεκόρ στα 1.500 μ. ελεύθερο, του ενός και μοναδικού Σπύρου Γιαννιώτη. Παρ’ όλα αυτά, το κυνηγάω και αυτό και θα πέσω στα 1.500 μ. ελεύθερο και στο Παρίσι. Δουλεύω πολύ και νομίζω ότι μπορεί να καταφέρω έναν πολύ καλό χρόνο και επίδοση».
Πώς ο ίδιος όμως καταφέρνει να ανταποκρίνεται στις καθημερινές προκλήσεις του πρωταθλητισμού; Λαμβάνει κάποια οικονομική στήριξη; «Το κράτος δυστυχώς δεν μας στηρίζει επαρκώς» σημειώνει.
«Ή, καλύτερα, μας στηρίζει εφόσον υπάρξουν διακρίσεις. Το θέμα όμως είναι να έρθει η στήριξη όταν είσαι ακόμα στο σκοτάδι και προσπαθείς να βγεις στο φως. Εγώ, προσωπικά, είμαι τυχερός, γιατί ανεξαρτήτως των διακρίσεών μου, οι χορηγοί μου είναι δίπλα μου, όλη τη σεζόν.
Χρωστάω ένα μεγάλο ευχαριστώ στη Motor Oil, στη Herbalife, στην Garmin και στην ΤYR, χωρίς τη συμβολή τους δεν θα μπορούσα να αντεπεξέρχομαι στα έξοδα των αγώνων, της φυσικοθεραπείας, των ειδικών διατροφών που πρέπει να ακολουθώ».
Την ίδια στιγμή, δεν θεωρεί ότι ο πρωταθλητισμός τού έχει στερήσει κάτι: «Προσωπικά, δεν έχω απωθημένα. Δεν βλέπω τον πρωταθλητισμό ως θυσία, τον βλέπω ως επιλογή. Θέλω να πετύχω κάποια πράγματα και για αυτό επιλέγω έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής. Και, κατά τα ψέματα. Ολα συνδυάζονται. Ενα Σάββατο βράδυ μπορείς να βγεις και μία βόλτα έξω. Δεν υπάρχει κάποιος να σου το στερήσει».
Λίγο προτού κλείσουμε την κουβέντα μας τον ρωτώ για τη μάστιγα του ντόπινγκ. Θα δούμε «καθαρούς» αγώνες στο Παρίσι; «Δεν γνωρίζω την απάντηση» αναφέρει. «Δυστυχώς από το παρελθόν έχουμε δει ότι πάντα υπάρχουν κρούσματα στην παγκόσμια σκηνή, κάποιοι πάντα θα επιλέγουν να είναι παράνομοι. Για εμένα το ντόπινγκ είναι ό,τι χειρότερο. Χάνουμε όλο το νόημα του αθλητισμού.
Κατ’ αρχάς είναι θέμα υγείας. Καλά είναι τα μετάλλια, άλλα δεν είναι δυνατόν να θυσιάζει κάποιος τον εαυτό του στον βωμό καμίας νίκης. Ουσιαστικά το ντόπινγκ είναι μια αυτοκαταστροφή για τον αθλητή. Εγώ δεν θέλω να σκέπτομαι ότι καν υπάρχει στον αθλητισμό, καθώς όποιος σκέφτεται έτσι βάζει ταβάνι στον εαυτό του και δεν πρόκειται να φτάσει σε υψηλό επίπεδο.
Πιστεύω ακράδαντα ότι ένας αθλητής μπορεί να φτάσει στην κορυφή του κόσμου και να είναι 100% καθαρός. Το έχω δει να συμβαίνει. Εγώ ξεκίνησα, για παράδειγμα, από το 5, σήμερα είμαι στο 7 και θέλω να φτάσω στο 10.
Και θέλω να το δώσω ως συμβουλή και στους νεότερους αθλητές, να μη σκέπτονται ότι ένα μετάλλιο είναι ακατόρθωτο εάν δεν βοηθηθούν από κάποιο παράνομο σκεύασμα. Πρέπει να κρατήσουμε τον αθλητισμό καθαρό. Αυτό είναι χρέος μας».