Οι χειραψίες, τα ταφικά έθιµα, οι οπαδικές αντιδράσεις αλλά και οι «ακραίες» τελετές πυροβασίας. Αυτό που αποκοµίζεις από το βιβλίο του Δηµήτρη Ξυγαλατά µε τίτλο «Η δύναµη της τελετουργίας» (εκδ. Διόπτρα, µτφρ. Μυρτώ Καλοφωλιά) είναι ότι το αρχαιότερο και σίγουρα πιο αινιγµατικό ανθρώπινο χαρακτηριστικό είναι πανταχού παρόν στη ζωή µας. Αυτό που προσπαθεί να κάνει ο συγγραφέας του, ο οποίος είναι αναπληρωτής καθηγητής στην Ανθρωπολογία και τις Ψυχολογικές Επιστήµες στο Πανεπιστήµιο του Κονέκτικατ και διευθυντής του Εργαστηρίου Πειραµατικής Ανθρωπολογίας, είναι να προσεγγίσει πειραµατικά το µυστήριό τους και να αναδείξει επιστηµονικά τους τρόπους που ωφελούν την υγεία ή ενδυναµώνουν τις κοινότητες. Η διαδικτυακή συνάντησή µας επηρεάστηκε αναπόφευκτα από την τραγωδία των Τεµπών, ένα θέµα που δεν θα µπορούσε να µην παρεισφρήσει στη συζήτησή µας.
Ποια είναι η σηµασία των τελετουργιών που σχετίζονται µε τη διαχείριση του πένθους;
«Για το είδος µας είναι πολύ φυσιολογικό να µη βλέπουµε ένα αγαπηµένο µας πρόσωπο, για παράδειγµα όταν πηγαίνουµε ταξίδι. Είναι κάτι σύνηθες και ιδίως στην εποχή µας, που µέσω της τεχνολογίας αισθανόµαστε σαν να µην είναι µακριά µας οι οικείοι µας. Οπότε όταν κάποιος πάψει να υπάρχει, το πρώτο πράγµα που λέµε είναι: «Δεν το πιστεύω». Μας φαίνεται απίστευτο επειδή δεν βλέπουµε ένα πρόσωπο να εµπεδώσουµε ότι είναι και νεκρό, ότι δεν υπάρχει πλέον. Ετσι οι τελετουργίες βοηθούν να γίνει αυτή η τεράστια µετάβαση, η µεγαλύτερη που µπορούµε να κάνουµε στη ζωή µας, λίγο πιο σταδιακή. Είδαµε πόσο σηµαντικές είναι και από το πόσο έλειψαν στον κόσµο στη διάρκεια της πανδηµίας που υπήρχαν οι σχετικοί περιορισµοί λόγω των µέτρων προστασίας κατά του ιού. Ενα από τα µεγαλύτερα δράµατα που βλέπουµε να εκτυλίσσονται τώρα σε αυτή την τραγωδία των Τεµπών είναι ότι οι γονείς, οι σύζυγοι, τα παιδιά, οι συγγενείς, δεν έχουν έναν νεκρό να θάψουν, αλλά µόνο ένα χαρτί ή ένα τεστ DNA. Οι πένθιµες τελετουργίες είναι πολύ σηµαντικές, το βλέπουµε, για παράδειγµα, µε τους στρατιώτες που χάνονται στον πόλεµο. Ζω στην Αµερική και βλέπω ότι πολλές φορές η κυβέρνηση ξοδεύει εκατοµµύρια για να επαναπατρίσει όχι απλώς τους νεκρούς αλλά ακόµα και λείψανα που µπορεί να έχουν ανακαλυφθεί µετά από πενήντα χρόνια και να έρθουν στις οικογένειές τους. Γιατί παρότι θεωρούµε πως είµαστε όντα που λειτουργούµε µε τη λογική, αναγνωρίζουµε και εµείς οι ίδιοι αλλά και το νοµικό µας σύστηµα ότι και το συναίσθηµα είναι εξίσου σηµαντικό. Γι’ αυτό οι κυβερνήσεις θεωρούν την ταφή των νεκρών ένα βασικό ανθρώπινο δικαίωµα».
Υπάρχουν πένθιµες τελετουργίες που «υπερτερούν» υπό µία έννοια έναντι άλλων; Οπως, ας πούµε, η Αγρυπνία, κάτι το οποίο στις σύγχρονες κοινωνίες ακούγεται και ως κάτι µακάβριο.
«Το κοινό που έχουν σχεδόν όλες οι πένθιµες τελετουργίες είναι ότι κάνουν αυτή τη µετάβαση, την αποκοπή της σχέσης µε ένα αγαπηµένο πρόσωπο, πιο σταδιακή. Ο θρήνος και η επαφή µε τον νεκρό θεωρούνται απαραίτητα. Σε κάποιες κοινωνίες αυτή η επαφή µπορεί να διαρκεί µήνες ή και χρόνια. Αναφέρω στο βιβλίο µια φυλή στην Ινδονησία, την Τοράτζα, στην οποία όταν πεθαίνει κάποιος στην οικογένεια κρατούν τον νεκρό στο σπίτι σχεδόν έναν χρόνο, τον αλείφουν µε ειδικά έλαια ώστε να µην αποσυντεθεί το σώµα και στη διάρκεια του χρόνου τού φέρνουν φαγητό, του µιλάνε, του συµπεριφέρονται σαν να είναι ακόµη µέλος της οικογένειας και καθ’ όλη αυτή τη διάρκεια προετοιµάζουν µια κηδεία που είναι µια µεγάλη τελετουργία. Περιλαµβάνει θυσία βουβαλιών όπως και τη διάνοιξη ενός τάφου µέσα στον βράχο, ενώ κάθε δύο-τρία χρόνια ξαναβγάζουν το αποξηραµένο σώµα και το περιφέρουν στο χωριό. Αυτή τη στιγµή έχω µια υποψήφια διδάκτορα η οποία θα κάνει έρευνα µε αυτή τη φυλή. Καταλήγουµε ότι µέσω της παρατεταµένης επαφής µε τον νεκρό κάποιες από αυτές τις τελετουργίες µειώνουν τα επίπεδα άγχους από αυτή την τροµερή απώλεια. Προς το παρόν δεν έχουµε αυτά τα στοιχεία, είναι κάτι που θέλουµε να µετρήσουµε».
Με ποιον τρόπο απαλύνουν το άγχος οι τελετουργίες, γενικότερα;
«Ο ανθρώπινος εγκέφαλος από τη φύση του κάνει διαρκώς προβλέψεις. Χρησιµοποιεί υπάρχουσες πληροφορίες (αυτά που ήδη ξέρουµε) για να προβλέψει αυτά που δεν ξέρουµε. Για παράδειγµα, όταν οδηγούµε πρέπει διαρκώς να υπολογίζουµε πού θα βρίσκεται το αυτοκίνητό µας, αλλά και όλα τα γύρω οχήµατα, κάποια δευτερόλεπτα αργότερα. Αυτό γίνεται αυτόµατα, χωρίς ιδιαίτερο κόπο, και διαρκώς. Επειδή όµως ο εγκέφαλός µας λειτουργεί µε αυτόν τον τρόπο, απεχθάνεται την αβεβαιότητα. Οταν δεν ξέρουµε τι πρόκειται να συµβεί, δεν µπορούµε να κάνουµε προβλέψεις και αυτό µάς προκαλεί άγχος. Η τελετουργία συχνά αποτελεί µια αυθόρµητη αντίδραση στο άγχος. Γι’ αυτό βλέπουµε, για παράδειγµα, ότι εκεί που υπάρχει µεγάλη αβεβαιότητα, π.χ. στα σπορ, στο καζίνο, στον πόλεµο ή στα νοσοκοµεία, βρίσκουµε πολλές ατοµικές τελετουργίες και προκαταλήψεις.
Γιατί συµβαίνει αυτό λοιπόν; Η τελετουργία εξ ορισµού απαιτεί µια αυστηρή δοµή: γνωρίζουµε ακριβώς πότε και πώς θα γίνει το κάθε βήµα της. Αυτό µάς δίνει µια αίσθηση ελέγχου και προβλεψιµότητας. Το ότι αυτή η αίσθηση ελέγχου είναι εικονική, λίγη σηµασία έχει, εφόσον µας βοηθά να καταπολεµήσουµε το άγχος. Οντως, σε πειράµατα που έχουµε κάνει, βλέπουµε ότι η συµµετοχή σε τελετουργίες οδηγεί σε χαµηλότερα επίπεδα κορτιζόλης, χαµηλότερη ηλεκτροδερµική δραστηριότητα και βελτιωµένη µεταβλητότητα καρδιακού ρυθµού. Ολα τα παραπάνω δείχνουν ότι όντως οι τελετουργίες αυτές καταπολεµούν το άγχος».
Υπάρχουν και οι άνθρωποι που καρφώνουν σούβλες στο σώµα τους ή αυτοµαστιγώνονται. Γιατί συµµετέχουν σε τόσο επώδυνες τελετουργίες;
«Αυτό είναι ένα ερώτηµα που απασχολεί τους ανθρωπολόγους εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα. Στις έρευνές µου έχω κάνει αυτή την ερώτηση σε εκατοντάδες άτοµα σε διάφορες χώρες και η πιο συνηθισµένη απάντηση είναι ότι το κάνουν γιατί αυτό υπαγορεύει ο κοινωνικός τους περίγυρος, π.χ. η παράδοση, η θρησκεία, η οικογένειά τους.
Αν όµως διατυπώσουµε αυτό το ερώτηµα κάπως διαφορετικά, αν αναρωτηθούµε δηλαδή τι προσφέρουν σε αυτούς τους ανθρώπους οι συγκεκριµένες τελετουργίες, τότε µπορούµε να το απαντήσουµε επιστηµονικά, διατυπώνοντας και εξετάζοντας συγκεκριµένες υποθέσεις. Σε δικές µου µελέτες, έχω βρει ότι η συµµετοχή σε τέτοιου είδους τελετουργίες ενισχύει την κοινωνική συνοχή και φέρνει τους ανθρώπους πιο κοντά. Για παράδειγµα, βλέπουµε ότι οι συµµετέχοντες έχουν αυξηµένα επίπεδα ενδορφινών. Οι ορµόνες αυτές σχετίζονται µε αισθήµατα κοινωνικότητας. Και πράγµατι, βρίσκουµε ότι οι συµµετέχοντες γίνονται πιο φιλικοί και γενναιόδωροι απέναντι σε άλλα µέλη της κοινότητας. Βλέπουµε επίσης ότι οι καρδιακοί τους παλµοί συγχρονίζονται, πράγµα που δείχνει ότι οι συναισθηµατικές τους αντιδράσεις επίσης συγχρονίζονται. Οσο πιο έντονο είναι αυτό το φαινόµενο τόσο πιο δεµένοι αισθάνονται µεταξύ τους».
Yπάρχουν συγκεκριµένα χαρακτηριστικά σε κάποιες οµάδες που δείχνουν µια κλίση προς τελετουργίες που είναι πιο σκληρές;
«Από ανθρωπολογικής πλευράς, αυτού του είδους οι τελετουργίες είναι πιο συνηθισµένες σε σχετικά µικρές οµάδες οι οποίες αντιµετωπίζουν εξωτερικούς κινδύνους. Για τους προγόνους µας, οι οποίοι ζούσαν σε µικρής κλίµακας κοινωνίες, έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στη δηµιουργία και στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Και σήµερα, όµως, είναι ιδιαίτερα κοινές σε κοινότητες που χρειάζονται υψηλά επίπεδα συνοχής για να επιβιώσουν, όπως οι στρατιωτικές µονάδες».
Αναφέρεστε στα καψώνια;
«Κατά κύριο λόγο αναφέρομαι σε άλλου είδους τελετουργίες, όπως η βασική εκπαίδευση των λοκατζήδων. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, η αντίστοιχη μονάδα έχει την αποκαλούμενη «διαβολοβδομάδα», η οποία περιλαμβάνει τόσο σκληρές ασκήσεις που περισσότεροι φαντάροι έχουν χάσει τη ζωή τους σε αυτή τη διαδικασία από όσοι στον πόλεμο. Πέρα από την υψηλή ένταση, αυτές οι τελετουργίες είναι και ομαδικές (όχι όπως στα καψώνια, που μπορεί να γίνονται και ατομικά)».
Αυτός ο συγχρονισµός των συναισθηµατικών αντιδράσεων που αναφέρατε πιο πριν προκύπτει και µέσα από τη µελέτη που έχετε κάνει µε οπαδούς αθλητικών οµάδων, συγκεκριµένα µπάσκετ στην Αµερική και ποδοσφαίρου στη Βραζιλία. Τι γίνεται στην περίπτωση του χουλιγκανισµού;
«Κοιτάξτε, εξετάζω την τελετουργία ως µια κοινωνική τεχνολογία. Οπως κάθε τεχνολογία, µπορεί να χρησιµοποιηθεί και για καλό και για κακό. Οταν µιλάµε για τη δύναµη της τελετουργίας να φέρει µια οποιαδήποτε οµάδα πιο κοντά, κάθε οµάδα ορίζεται όχι µόνο µε βάση αυτούς που συµπεριλαµβάνει αλλά και µε εκείνους που αποκλείει. Αρα ανάλογα µε το πλαίσιο θα µπορούν αυτές οι τελετουργίες να χρησιµοποιηθούν και για να ενισχύσουν τους δεσµούς µεταξύ των µελών αλλά και για να δηµιουργήσουν εχθρότητα απέναντι σε άλλα µέλη. Είναι πιο εύκολο να το δούµε στον αθλητισµό, από ό,τι αλλού, από το πώς δηλαδή ξεκινά κάποιος από το να φοράει απλώς διαφορετική φανέλα µέχρι να φτάνουν κάποιοι άλλοι να ρισκάρουν τη ζωή τους ή να απειλήσουν τη ζωή άλλων για να υπερασπιστούν αυτή τη φανέλα. Θεωρώ ότι φτάνεις σε αυτό το ακραίο σηµείο µέσα από τις τελετουργικές δραστηριότητες που βλέπεις µέσα στο γήπεδο, δεν έχει υπάρξει ποτέ χούλιγκαν του καναπέ».
Γιατί οι τελετουργίες δεν έχουν ξεριζωθεί µε τη διαδικασία της φυσικής επιλογής;
«Γιατί και σήµερα επιτελούν τις ίδιες βασικές ψυχολογίες και κοινωνικές λειτουργίες που επιτελούσαν στην αρχαιότητα. Βοηθούν δηλαδή τα άτοµα να απαλύνουν το άγχος, να δηµιουργήσουν κοινωνικούς δεσµούς και να βρουν νόηµα στη ζωή τους. Η ανθρώπινη ανάγκη για τελετουργία είναι πανάρχαια, είναι µέρος του είναι µας και πολλές φορές, µολονότι η θρησκευτικότητα µπορεί να υποχωρήσει στον δυτικό κόσµο, αυτό που βλέπουµε είναι ότι δεν εξαλείφεται η τελετουργία αλλά απλώς αλλάζει µορφές. Αν παρατηρήσουµε πιο σύγχρονα φαινόµενα, ας πούµε το «Burning Μan», θα δούµε ότι πρόκειται για µια ατέρµονη τελετουργία. Αυτοί που πηγαίνουν εκεί αυτοπροσδιορίζονται στη βάση τους ως άθεοι ή µη θρησκευόµενοι, όµως έχουν την ίδια λαχτάρα για τελετουργία µε έναν διαφορετικό τρόπο που θα τους ενώσει. Αυτό λοιπόν που αλλάζει είναι τα ιδανικά. Στις δυτικές χώρες, όσο υποχωρεί η θρησκευτικότητα βρίσκει χώρο το new age, η γιόγκα ή τα γήπεδα, οι συναυλίες. Η έρευνα δείχνει ότι οι τελετουργίες αυξοµειώνονται ανάλογα µε τις περιστάσεις, όπως όταν υπάρχει πόλεµος, φυσικές καταστροφές, γιατί βοηθούν στην καταπολέµηση του άγχους. Είναι µια διαπίστωση που έγινε από τους πρώτους ανθρωπολόγους, όπως ο Μαλινόφσκι. Η δική µου οµάδα ήταν η πρώτη που το κατέδειξε και πειραµατικά».
Ποια είναι τα στοιχεία εκείνα που µπορούν να αποτρέψουν µια τελετουργία που γεννιέται σήµερα από το να είναι θνησιγενής;
«Ολες οι ανθρώπινες συµπεριφορές υπόκεινται στις πιέσεις της φυσικής επιλογής. Δεν µιλάµε απαραίτητα για βιολογική εξέλιξη – οι ίδιες αρχές ισχύουν και για τη διαδικασία της πολιτισµικής εξέλιξης: οι πρακτικές που έχουν ευεργετική επίδραση, είτε σε ψυχολογικό είτε σε κοινωνικό επίπεδο, είναι πιο πιθανό να διατηρηθούν και να µεταδοθούν. Οσες δεν προσφέρουν τίποτε ή είναι και επιβλαβείς θα εξαφανιστούν πιο γρήγορα. Πολλές φορές, βέβαια, ορισµένες πρακτικές επιβάλλονται εκ των άνω, από τις θρησκευτικές και πολιτικές αρχές. Σε αυτές τις περιπτώσεις βλέπουµε ότι δεν υιοθετούνται εύκολα από τον απλό κόσµο, και οι αρχές είναι αυτές που τελικά προσαρµόζονται. Ο χριστιανισµός, άλλωστε, είναι γεµάτος παγανιστικά στοιχεία, γιατί η θεολογία του ήταν πολύ αφηρηµένη, ενώ οι πιστοί ζητούσαν µια πιο βιωµατική εµπειρία, και τελικά αναγκάστηκε να αποδεχθεί πολλές από αυτές τις πρακτικές».