Τραγουδούσε από μικρό παιδί, η διεθνής αναγνώριση ήρθε όμως το 1994, όταν στα 36 χρόνια του κέρδισε στο Φεστιβάλ του Σανρέμο με το τραγούδι «Il mare calmo della sera». Από τότε ο Αντρέα Μποτσέλι σταδιοδρομεί στις μεγαλύτερες αίθουσες συναυλιών και στα στούντιο ηχογραφήσεων ερμηνεύοντας προγράμματα με άριες από όπερες, με παραδοσιακά ιταλικά τραγούδια αλλά και με τραγούδια από μιούζικαλ και ποπ επιτυχίες δίπλα στους διασημότερους (λυρικούς και όχι μόνο) συναδέλφους του. Ο τενόρος από την Τοσκάνη εξακολουθεί και σήμερα, στα 64 χρόνια του, να διαγράφει λαμπρή καριέρα ως ένας από τους πιο δημοφιλείς και ακριβοπληρωμένους λυρικούς-crossover καλλιτέχνες των ημερών μας. Επιβεβαιώνοντας με την ιστορία του και με τη διαχρονική παρουσία του στη σκηνή πως – όπως υποστηρίζει και στη συνέντευξη που παραχώρησε στο ΒΗΜΑgazino με αφορμή την εμφάνισή του στο Sani Festival, στις 20 Αυγούστου – «όνειρο απραγματοποίητο δεν υπάρχει».

Τα λόγια αυτά στο στόμα του αποκτούν άλλο ειδικό βάρος, καθώς για να πραγματοποιήσει το όνειρό του χρειάστηκε να υπερβεί τον εαυτό του: Ο Αντρέα Μποτσέλι στα 12 χρόνια του, και ενώ αντιμετώπιζε ήδη μεγάλα προβλήματα με την όρασή του, έχασε εντελώς το φως του. Δεν έχασε όμως και το κουράγιο του, δεν απώλεσε τη δύναμη της ψυχής του. Προχώρησε με  αποφασιστικότητα (μια λέξη που χρησιμοποιεί συχνά στην κουβέντα μας) μπροστά, έγινε σταρ, έκτισε μεγάλη περιουσία και έκανε οικογένεια αποκτώντας από τους δύο γάμους του τρία παιδιά. «Προσπαθούσα πάντα να είμαι ένας σωστός πατέρας, ένας πατέρας στο μέτρο του δυνατού παρών», λέει τώρα, τονίζοντας πως όσο και αν η μεγάλη καριέρα ήταν πάντα ένας σημαντικός στόχος, ένα όνειρο ζωής που πραγματοποιήθηκε, «τα παιδιά μου ήταν και είναι η πρώτη προτεραιότητά μου και ο κύριος λόγος για τον οποίο ζω».

 

Οµως κάνετε ένα εξαιρετικά απαιτητικό επάγγελµα. Οταν πρέπει να επιλέξετε, η οικογένεια είναι πάντα η πρώτη επιλογή; Ακόµα και αν αυτό σηµαίνει πως θα χάσετε µια πολύ συµφέρουσα επαγγελµατική πρόταση;

«Πιστεύω πως με λίγη καλή οργάνωση μπορεί να βρεις τρόπο για να αφοσιωθείς στους αγαπημένους σου. Οπως συχνά λέω, δεν είναι ο χρόνος της παρουσίας μου στο σπίτι αυτό που έχει σημασία όσο η ποιότητα του χρόνου που περνάμε μαζί ως οικογένεια. Επέβαλα ένα μέγιστο χρονικό όριο απουσίας για τις συναυλίες μου. Εχω επίσης το προνόμιο θα έχω δίπλα μου τη σύζυγό μου, η οποία είναι και η μάνατζέρ μου. Και έχω πια και δύο παιδιά με τα οποία μπορώ να μοιράζομαι τη σκηνή». (Αναφέρεται στον εικοσιπεντάχρονο Ματέο, γιο του από τον πρώτο γάμο του, και στη δεκάχρονη Βιρτζίνια που απέκτησε από τον δεύτερο γάμο του με τη Βερόνικα Μπέρτι.)

Από τα παιδιά σας, ο γιος σας, ο Ματέο, ακολουθεί πλέον ξεκάθαρα τα βήµατά σας και θεωρείται ένας πολλά υποσχόµενος νέος τραγουδιστής. Τι τον έχετε συµβουλεύσει;

«Οταν ο Ματέο εξέφρασε την επιθυμία να δοκιμαστεί στο επάγγελμα του καλλιτέχνη, τον προειδοποίησα για τις δυσκολίες, τις οποίες γνωρίζω πολύ καλά. Του εξήγησα πόσο περίπλοκο είναι το θέμα της showbiz. Ομως τελικά χαίρομαι για την επιλογή του, γιατί διαπιστώνω πως έχει βρει τον δρόμο του και πως διαμορφώνει το δικό του στυλ στη μουσική, εκφράζοντας τη δική του προσωπικότητα».

Τι θα είχατε να πείτε σε νέους όπως αυτός, που έχουν τα ίδια όνειρα;

«Πως όνειρο απραγματοποίητο δεν υπάρχει! Αυτό που έχει σημασία είναι να πιστέψεις στο όνειρό σου και να προχωρήσεις στο έργο της ζωής σου με ειλικρίνεια, ταπεινότητα και πειθαρχία. Πρέπει να είσαι ταπεινός αλλά αποφασιστικός, αισιόδοξος αλλά αυστηρός με τον εαυτό σου!».

Εσείς πόσο αυστηρός είστε µε τον εαυτό σας; Και πώς δέχεστε την κριτική που σας κάνουν οι άλλοι;

«Τρέφω τον μέγιστο σεβασμό για τις απόψεις των άλλων και δέχομαι κάθε συμβουλή και κριτική, ακόμα και αρνητική, με ευγνωμοσύνη. Αρκεί να είναι γραμμένη με ειλικρίνεια και να είναι εποικοδομητική. Από τη μεριά μου, προσπαθώ να είμαι όσο γίνεται πιο αυστηρός με τον εαυτό μου, αποφεύγοντας εκείνες τις παρτιτούρες και τα μουσικά είδη που θεωρώ πως δεν είναι κατάλληλα για τις φωνητικές χορδές μου. Ηχογραφώ και ακούω ό,τι τραγουδάω. Σπάνια είμαι απόλυτα ικανοποιημένος από την ποιότητα των ερμηνειών μου. Πάντα θεωρώ πως υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης. Μπορώ να πω πως κουβαλάω μέσα μου τον πιο σκληρό κριτικό, ειδικά σε θέματα όπερας».

Εχετε αισθανθεί ποτέ πως η φωνή σας καθορίζει τη ζωή σας µε τρόπο ασφυκτικό; Πως θα θέλατε να µην πρέπει να ζείτε χωρίς τους δεκάδες περιορισµούς που σας επιβάλλει;

«Το αντίθετο! Η φωνή είναι ένα δώρο με αξία απροσμέτρητη, ένα δώρο που θα συνεχίσω να το τιμώ όσο ο καλός Θεός μού δίνει τη δυνατότητα. Η μουσική ήταν πάντα το μεγαλύτερο πάθος μου και πέραν του ότι κατάφερα να την κάνω το επάγγελμα από το οποίο ζω, παραμένει για εμένα κάτι απαραίτητο στην καθημερινή ζωή μου, ένας τρόπος για να της δίνω ελαφρότητα και για να την κάνω πιο ποιητική. Δεν υπάρχει ημέρα που να μην αναλογιστώ με ευγνωμοσύνη πόσες χαρές έχω πάρει από τη μουσική».

Τι σας αρέσει να τραγουδάτε; Ποια είναι η αγαπηµένη σας άρια, το τραγούδι που σας συγκινεί περισσότερο, ο ρόλος που προτιµάτε;

«Ως προς την τυπολογία και την έκτασή της η φωνή μου κατατάσσεται βεβαίως στο είδος του τενόρου, του ιταλού τενόρου για τον οποίο έχουν γραφτεί τόσοι και τόσοι υπέροχοι ρόλοι. Αριστουργήματα διάσπαρτα σε όλες τις όπερες του Πουτσίνι, του Βέρντι αλλά και του Μασκάνι και του Τζορντάνο και πολλών ακόμα συνθετών. Αν πρέπει να διαλέξω μία άρια, αυτή είναι η «Nessun dorma» από την «Τουραντότ» του Πουτσίνι. Την τραγουδάω συχνά για να κλείνω όμορφα τα ρεσιτάλ και τις συναυλίες μου καθώς μπορεί να μεταδώσει ένα συντριπτικό κρεσέντο συναισθημάτων».

Επειτα από τόσα χρόνια πάνω στη σκηνή, τι προσόντα θεωρείτε πως πρέπει να έχει ένας τραγουδιστής για να σταδιοδροµήσει στην όπερα;

«Αυτό που χρειάζεται πάνω από όλα είναι αυτό που δεν μπορεί να αποκτηθεί αν δεν το έχει από την αρχή: Το ταλέντο είναι χάρισμα, δεν μαθαίνεται. Τώρα αν το έχει κάποιος πρέπει να το μπολιάσει και με άλλα συστατικά, όπως τη φιλοδοξία, την αποφασιστικότητα, την ταπεινότητα και την αίσθηση θυσίας. Το επάγγελμά μου δεν απέχει πολύ από αυτό του αθλητή: Πρέπει να ασκείσαι καθημερινά και να κάνεις ζωή προσεκτική και μετρημένη. Η μαθησιακή διαδρομή του λυρικού τραγουδιού είναι αναμφίβολα ακανθώδης, γιατί απαιτεί και θυσίες. Αλλά αξίζει τον κόπο, καθώς οδηγεί σε αυτό που συχνά ορίζω ως «ο μουσικός Παράδεισος»».

Η δική σας διαδροµή αφορά κατά κύριο λόγο τον χώρο των ρεσιτάλ και των συναυλιών. Μιλήσαµε για τα προσόντα του τραγουδιστή της όπερας. Τα προσόντα του ρεσιταλίστα ποια είναι;

«Οταν ερμηνεύεις έναν ρόλο σε παράσταση όπερας, έχεις περισσότερο χρόνο για να μπεις στον χαρακτήρα, για να τον αναπτύξεις και να γίνεις πιο πειστικός. Τα ρεσιτάλ απαιτούν πιθανώς μεγαλύτερη ευελιξία και μεγαλύτερη ικανότητα να παρασύρεις γρήγορα το κοινό στον κόσμο που φτιάχνεις, να επικοινωνείς πιο άμεσα τα συναισθήματα και να γεμίζεις με νόημα αυτό που τραγουδάς».

Συχνά διαβάζουµε πως «ο Αντρέα Μποτσέλι είναι ο πιο διάσηµος crossover τραγουδιστής του κόσµου», «ο crossover τραγουδιστής µε τις µεγαλύτερες πωλήσεις δίσκων». Πώς ακούτε αυτό τον χαρακτηρισµό; Πόσο Μάριο Καβαραντόσι, Βέρθερος, Ροντόλφο ή Μανρίκο, δηλαδή τραγουδιστής όπερας, αισθάνεστε και πόσο crossover καλλιτέχνης;

«Βρίσκω μια κάποια ασάφεια στον όρο crossover. Προσπαθώ να υποστηρίξω κάποια μουσικά είδη και όχι να τα ανακατέψω. Προτείνω τη μουσική της όπερας ακόμα και μέσα από ένα πλαίσιο αφιερωμένο κυρίως στην ποπ, με την επιθυμία να διαδοθεί και σε ένα κοινό που δεν έχει τέτοια ακούσματα. Είμαι τενόρος, ένας ερμηνευτής της όπερας. Παρ’ όλα αυτά, έχω και ένα πιο ελαφρύ ρεπερτόριο, το οποίο μπορεί να περιλαμβάνει μεγάλα λαϊκά τραγούδια έτσι όπως τα ερμήνευαν πολλά χρόνια πριν καλλιτέχνες όπως ο Ενρίκο Καρούζο και ο Μπενιαμίνο Τζίλι. Για εμένα η μουσική χωρίζεται σε καλή και σε κακή, αυτή είναι η βασική διάκριση. Και η πρόκληση που αντιμετωπίζω είναι να συνεχίσω να διαδίδω την ποιότητα, όπου και αν βρίσκεται».

Ποιος από τους ήρωες της όπερας που έχετε ερµηνεύσει σας εκφράζει περισσότερο;

«Είναι πολύ εύκολο για έναν τενόρο να ταυτιστεί με τους ηρωικούς χαρακτήρες τους οποίους καλείται να ερμηνεύσει. Δόξα τω Θεώ, δύσκολα οι κακοί και αντιπαθητικοί χαρακτήρες τραγουδιούνται από φωνές σαν τη δική μου. Επομένως έχω ένα πλεονέκτημα. Μιλώντας για τις προτιμήσεις μου, δεν θα αναφερθώ σε έναν χαρακτήρα αλλά στους περισσότερους ηρωικούς χαρακτήρες που βρίσκουμε στις όπερες του Πουτσίνι. Ως άνθρωπος νιώθω βεβαίως πιο κοντά στον Ροντόλφο από την «Μποέμ», στον Μάριο Καβαραντόσι από την «Τόσκα» και στον Καλάφ από την «Τουραντότ» παρά στον Πίνκερτον από τη «Μαντάμα Μπατερφλάι». Είναι όμως πραγματικά πολύ δύσκολο να ξεχωρίσεις έναν συγκεκριμένο ρόλο όταν μιλάς για τέτοιον θησαυρό. Και ο Βέρντι μάς κληροδότησε εξαιρετικούς ρόλους, όλους αυτούς τους ήρωες-πρότυπα των ρομαντικών παθών. Για παράδειγμα, ο Μανρίκο από τον «Τροβατόρε» είναι ένας από τους πιο εντυπωσιακούς οπερατικούς χαρακτήρες του 19ου αιώνα».

Με διάθεση φιλοσοφική, τι είναι για εσάς η µουσική;

«Μια προνομιούχος γλώσσα για να φτάσει κανείς στο βαθύτερο σημείο του εαυτού του. Η καλή μουσική μπορεί να είναι πολύ κοντά στην προσευχή, μπορεί να είναι ένα είδος διαλογισμού. Η μουσική μπορεί να μας εκπαιδεύσει, να εκφράσει την ειρήνη και την αδελφοσύνη, να ανοίξει την καρδιά και το μυαλό μας. Μπορεί να μας βοηθήσει να γίνουμε καλύτεροι. Η τέχνη στο σύνολό της είναι ένα δώρο από τον ουρανό που έχει σχεδιαστεί για να προάγει το πνεύμα των ανθρώπων, επομένως για να διαδίδει το καλό!».

Είστε ένα είδωλο της σύγχρονης µουσικής σκηνής. Το δικό σας είδωλο ποιο είναι; Αν έχετε.

«Από τότε που ήμουν παιδί η κύρια αναφορά μου, το μοντέλο μου όσον αφορά την τεχνική του τραγουδιού αλλά και τον τρόπο έκφρασης, έχει το όνομα Φράνκο Κορέλι (σ.σ.: πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους τενόρους του 20ού αιώνα και για έναν από τους πιο αγαπημένους παρτενέρ της Μαρίας Κάλλας). Ομως οι καλλιτέχνες που με έχουν επηρεάσει είναι πολλοί και θα έλεγα πως από όλους έχω μάθει κάτι – και από μερικούς πολλά. Είχα την τιμή να τραγουδήσω υπό τη διεύθυνση σπουδαίων μαέστρων, από τον Λόριν Μάαζελ ως τον Σέιτζι Οζάουα και από τον Ζούμπιν Μέτα ως τον Μιουνγκ-Βουν Τσουνγκ. Εχω κάνει ντουέτι με υπέροχες φωνές στην ποπ, από τη Σελίν Ντιόν ως την Μπάρμπρα Στρέιζαντ και από τον Στίβι Γουόντερ ως τον Τόνι Μπένετ. Το ίδιο και στην όπερα, έχω τραγουδήσει με τον Πλάθιντο Ντομίνγκο, με τον Χοσέ Καρέρας, με τον Λουτσιάνο Παβαρότι… Η λίστα είναι μεγάλη».

Εχετε κάνει και πολλούς, πάρα πολλούς δίσκους, θεωρείστε ένας από τους καλλιτέχνες µε τις υψηλότερες δισκογραφικές πωλήσεις στον κόσµο. Είστε ικανοποιηµένος µε το αποτέλεσµα των ηχογραφήσεών σας; Ξεχωρίζετε κάποια ανάµεσά τους;

«Κάθε άλμπουμ που έχω κάνει κλείνει μέσα του ένα κομμάτι της ιστορίας μου και της ψυχής μου, είναι το αποτέλεσμα ενός ταξιδιού που το ένιωσα, που το έζησα με όλο μου το είναι. Για εμένα είναι απαραίτητο να τραγουδώ μελωδίες που με συγκινούν. Είτε πρόκειται για άρια από όπερα είτε για λαϊκό τραγούδι, στις συναυλίες και στους δίσκους μου δεν υπάρχει τραγούδι που να μη θεωρώ πως περιλαμβάνεται στις σελίδες με την πιο απολαυστική μουσική που έχει γραφτεί ποτέ. Για να μπορέσω να ερμηνεύσω πειστικά μια σελίδα μουσικής, πρέπει πρώτα να την ερωτευτώ».

Πώς είναι, αλήθεια, µια συνηθισµένη ηµέρα από τη ζωή σας;

«Η διατήρηση της καλής φυσικής κατάστασής μου δεν είναι απλώς επιθυμία, είναι ανάγκη. Πρέπει λοιπόν καθημερινά να προπονούμαι και να γυμνάζομαι, να φροντίζω την υγεία μου – και δεν αναφέρομαι μόνο στην υγεία των φωνητικών χορδών μου. Το σώμα μου ως σύνολο είναι το μουσικό μου όργανο. Γι’ αυτό καθημερινά προσπαθώ να αθλούμαι και να μην παρασύρομαι σε υπερβολές».

Τι είναι όµως αυτό που σας κάνει πραγµατικά χαρούµενο;

«Λατρεύω τη ζωή. Τη θεωρώ πολύτιμο δώρο. Δεν πρέπει να χάνουμε ούτε δευτερόλεπτο. Το να ζεις είναι ένα προνόμιο, ένα θαύμα που ανανεώνεται με κάθε ανάσα που παίρνουμε. Το να ζεις σημαίνει να μοιράζεσαι. Γιατί η ζωή είναι σαν ένα υπέροχο συμπόσιο, που νιώθεις καλά μόνο αν υπάρχει έστω το ελάχιστο για όλους. Οπου, αν κάποιος δεν αισθάνεται καλά για οποιονδήποτε λόγο, το πάρτι αποτυγχάνει. Η αγάπη είναι η κινητήρια μηχανή του κόσμου, γι’ αυτό πάντα της αφοσιώνομαι. Ομως, δεν φιλοδοξώ να είμαι ευτυχισμένος. Το λέω θεωρώντας την ευτυχία ένα συναίσθημα που δεν διαρκεί πολύ και που έχει μια άπιαστη διάσταση. Προτιμώ να στοχεύω στη γαλήνη: Αυτός είναι ο καρπός της επιθυμίας μου να ακολουθώ το καλό και την ομορφιά, να καλλιεργώ την πίστη και να έχω καθαρή συνείδηση. Μπορώ να πω ότι είμαι ένας γαλήνιος άνθρωπος».

INFO

Η εμφάνιση του Αντρέα Μποτσέλι στις 20 Αυγούστου στη Χαλκιδική αποτελεί την κορύφωση του Sani Festival που εφέτος γιορτάζει τα 30 χρόνια του. Τον καλλιτέχνη θα συνοδεύσει η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης υπό τη διεύθυνση του Κάρλο Μπερνίνι. Η συναυλία είναι sold out.