«H αλήθεια είναι ότι δεν είναι ξεκάθαρη μέσα μου η στιγμή που είπα ότι «τώρα εγώ θα γίνω ηθοποιός«. Ολα ήρθαν σε μια μάλλον «ταραχώδη» περίοδο της ζωής μου, με την έννοια ότι βρισκόμουν σε μια ηλικία στην οποία δεν ήμουν ούτε μικρός ούτε μεγάλος. Θέλω να πω ότι είχα ήδη αποφοιτήσει από τη Σχολή Καλών Τεχνών, είχα τελειώσει το στρατιωτικό μου και είχα ξεκινήσει να δουλεύω επάνω στη ζωγραφική, είχα ένα ατελιέ.

Και ύστερα κάτι συνέβη, σαν να είχα την ανάγκη να έρθω σε μεγαλύτερη επαφή με τους ανθρώπους. Ξεκίνησα με ένα σεμινάριο του Δημήτρη Καταλειφού και κάπως έτσι γεννήθηκε αυτή η ιδέα για την υποκριτική. Αλλά και για χρόνια, αφότου άρχισα να σπουδάζω θέατρο, δεν τα είχα ξεκαθαρίσει τα πράγματα μέσα μου.

Βρισκόμουν υπό μια συνεχή διερεύνηση. Και τελικά η υποκριτική με κέρδισε ίσως γιατί, όπως είπα και προηγουμένως, ήταν πιο κοντά σε ένα κομμάτι δικό μου: αυτό που έχει ανάγκη την επαφή με τον άλλον. Δεν επιθυμούσα μάλλον αυτή τη μοναχικότητα του καλλιτέχνη, ο οποίος δουλεύει κλεισμένος στο ατελιέ του και αποφασίζει κάθε τρία, τέσσερα, πέντε χρόνια, μέσω μιας έκθεσης ή μιας performance, να επικοινωνήσει».

Συναντώ τον Αντώνη Μυριαγκό στο θέατρο Κιβωτός. Αναμφισβήτητα ηθοποιός με ξεχωριστή πορεία, ταυτίστηκε με το σύμπαν του Θεόδωρου Τερζόπουλου, ανοίγοντας όμως τα τελευταία χρόνια τις κεραίες του και καταθέτοντας σημαντικές ερμηνείες και πέρα από το Αττις, του οποίου, όπως χαρακτηριστικά λέει, την πόρτα «δεν έκλεισε ποτέ». «Το να δουλεύεις με τον Τερζόπουλο είναι κάτι πολύ περισσότερο από το αποτέλεσμα μιας παράστασης, το οποίο μπορεί να σου αρέσει αισθητικά είτε όχι.

Εχει να κάνει με την ίδια την πορεία προς το αποτέλεσμα» θα πει χαρακτηριστικά σε μια αποστροφή του λόγου του. «Δεν μπορώ να περιγράψω τη μέθοδο Τερζόπουλου, γιατί είναι μια πολύ πρακτική δουλειά. Είναι μεν συγκεκριμένη, με την έννοια ότι έχει βρει ένα μονοπάτι για να μπορέσει να πατήσει και να εξελιχθεί ο ηθοποιός, την ίδια στιγμή όμως δεν είναι ένα κλειστό σύστημα. Υπόσχεται κάτι ανοιχτό, δίνοντάς σου έναν δρόμο ή, μάλλον, πολλούς, που οδηγούν σε μια ουσία των πραγμάτων. Αυτό δημιουργεί μια παρακαταθήκη μέσα σου».

Στο σύμπαν του Μπουλγκάκοφ

Ο ίδιος για δεύτερη χρονιά, μετά τη μεγάλη περυσινή επιτυχία, συναντά το έργο του ρώσου συγγραφέα Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ «Καρδιά του σκύλου» σε σκηνοθεσία Εφης Μπίρμπα. Υποδύεται τον καθηγητή Πρεομπραζένσκι, ο οποίος επιχειρεί ένα τολμηρό ιατρικό πείραμα: μεταμοσχεύει στον αδέσποτο σκύλο Σάρικ, τον οποίο υποδύεται ο Αρης Σερβετάλης, την υπόφυση και τους όρχεις ενός νεαρού άνδρα. Η έκβαση όμως του πειράματος είναι εντελώς αναπάντεχη. Ο αγαθός Σάρικ μεταμορφώνεται σε ένα ανυπόφορο τέρας.

«Κατ’ αρχάς, η ίδια η ιστορία από μόνη της προσφέρει πάρα πολλές δυνατότητες αφήγησης» σχολιάζει ο Αντώνης Μυριαγκός. «Είναι έργο πολυπρισματικό, έχει να κάνει με ποια οπτική γωνία θα το διαβάσει κάποιος. Σε ένα πρώτο επίπεδο υπάρχει η σάτιρα, αλλά κρύβει κάτι πολύ βαθύ, ερωτήματα που αγγίζουν το σήμερα. Μολονότι έχει γραφεί πριν από σχεδόν 100 χρόνια, φέρει μια πολύ σύγχρονη ιστορία, η οποία είναι πιο επίκαιρη από ποτέ. Πολύ ανοιχτή».

Πράγματι, το έργο γράφτηκε το 1925, αλλά δεν δημοσιεύθηκε στη Σοβιετική Ενωση μέχρι το 1987, λόγω λογοκρισίας, με πολλούς να βλέπουν ότι ο Μπουλγκάκοφ στο πρόσωπο του καθηγητή που θέλει να αλλάξει βίαια τη φύση του σκύλου φωτογραφίζει τον ίδιο τον Στάλιν. «Σίγουρα η πολιτική σάτιρα απέναντι στο σταλινικό καθεστώς είναι μια πτυχή αυτής της ιστορίας» αναφέρει. «Την ίδια στιγμή, όμως, ο Μπουλγκάκοφ δεν αφήνει έξω από τη σάτιρά του και την αστική τάξη, τα κατάλοιπα του φεουδαρχισμού. Δεν παίρνει θέση υπέρ κάποιου συγκεκριμένα, γι’ αυτό είναι και πολύ σημαντικός. Δεν ξέρω ποιος θα ήταν στο σήμερα ο καθηγητής Πρεομπραζένσκι που ερμηνεύω.

Η Εφη Μπίρμπα, η οποία μας σκηνοθετεί, διαρκώς μας άνοιγε διαφορετικά παράθυρα θέασης. Στο πρόσωπο του καθηγητή καθρεπτίζεται όλη η εποχή μας, η οποία μέσα από πειράματα ευαγγελίζεται να νικήσει τον χρόνο, να νικήσει τη φθορά με όλες αυτές τις πλαστικές, τις μεθόδους που έρχονται για να παρατείνουν τη ζωή. Σαν αυτός ο καθηγητής του έργου να συμβολίζει όλη αυτή την τεχνολογική εξέλιξη, που είναι μεν επιθυμητή και την ίδια στιγμή μάς βάζει λίγο σε ένα ερώτημα. Μας αφήνει σε ένα κενό, πολλές φορές σε έναν τρόμο, θα έλεγα, μην μπορώντας να πάρεις ακριβώς θέση απέναντι στα πράγματα».

Στη μεγάλη οθόνη

Παράλληλα πρωταγωνιστεί σε ένα μεγάλο εγχείρημα: στη νέα ταινία του Γιάννη Σμαραγδή που ιχνηλατεί τη ζωή του Ιωάννη Καποδίστρια, ενσαρκώνοντας ο ίδιος τον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας.

«Είναι ένα ταξίδι που δεν έχει τελειώσει ακόμη» αναφέρει. «Ξεκινήσαμε γυρίσματα το περασμένο φθινόπωρο και συνεχίζουμε. Αυτή η ταινία μού έδωσε τη δυνατότητα να σκύψω επάνω σε αυτόν τον άνδρα που ήξερα μόνο από όσα είχα διδαχθεί στο σχολείο.

Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι υπήρξε ένας τεράστιος πολιτικός άνδρας της εποχής του. Το ενδιαφέρον είναι ότι ενώ γνωρίζουμε πολλά για τον δημόσιο βίο του, για τον ιδιωτικό είναι ελάχιστα γνωστά. Και εκεί, όταν δεν έχεις πολλές πληροφορίες ως ηθοποιός, έχεις ένα έναυσμα να καλπάσει λίγο η φαντασία σου, ώστε να συμπληρώσεις τα κομμάτια του παζλ που λείπουν».

Και ενώ τα γυρίσματα του «Καποδίστρια» συνεχίζονται, ο ίδιος ολοκλήρωσε τα γυρίσματα της «Πανίδας», της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας της Στρατούλας Θεοδωράτου, στην οποία πρωταγωνιστεί μαζί με την Ελενα Μαυρίδου, την Ηλέκτρα Νικολούζου και τον Γιώργο Μωρόγιαννη.

«Την αναμένω με μεγάλο ενδιαφέρον» λέει. «Δεν θέλω να πω πολλά για την υπόθεση. Πραγματεύεται μια ιστορία λίγο «κρυπτική». Διαδραματίζεται ως επί το πλείστον μέσα σε ένα σπίτι με αρκετά έντονη όμως την παρουσία και του έξω χώρου. Και ανοίγει έναν ευφυή διάλογο πάνω σε αυτή την αντίθεση του δημόσιου με το ιδιωτικό».

Λίγο πριν κλείσουμε την κουβέντα μας, του ζητώ να κάνει έναν μικρό απολογισμό. Το θέατρο έχει περισσότερο λύπες ή χαρές; «Προσπαθώ να κρατάω απόσταση και από τις λύπες και από τις χαρές» απαντά. «Ουσιαστικά, αυτό που μετράει είναι η ίδια η δουλειά και να μπορείς εσύ να βρεις τον τρόπο να υπάρξεις εντός της. Η διαδικασία αυτή λοιπόν δεν μπορεί να μην έχει κόστος, μια φθορά, μια τριβή με τους ανθρώπους και τα πράγματα.

Οσο τουλάχιστον όμως νιώθεις ότι είσαι ζωντανός μέσα σε αυτή, έχει νόημα να συνεχίζεις να την κάνεις. Υπήρξαν φορές που πράγματι σκέφτηκα να παρατήσω το θέατρο. Δεν μπορώ όμως να επηρεάζομαι από μία μόνο εκδοχή του εαυτού μου. Γιατί μία άλλη τρέφεται πνευματικά, καλλιτεχνικά, μέσα σε αυτό…».

INFO

«Καρδιά του σκύλου»: Θέατρο Κιβωτός (Πειραιώς 115), Τετάρτη έως Κυριακή. Πρεμιέρα στις 17 Οκτωβρίου.

*Αγοράστε εισιτήρια για όλες τις κορυφαίες εκδηλώσεις στο inTickets.gr.