Οδηγεί ένα παλιό Οldsmobile που έχει αγοράσει 200 δολάρια. Είναι εκνευρισμένος με τον εαυτό του, καπνίζει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο στη βασανιστική αυτή διαδρομή από το Μανχάταν στο σπίτι του, στην Αστόρια. Οταν μπαίνει στο διαμέρισμά του σωριάζεται σε μια καρέκλα ράκος. Τον έχουν κυριεύσει αισθήματα θυμού και απογοήτευσης. Είναι σίγουρος ότι και αυτή τη φορά, την πέμπτη κατά σειρά, έχει αποτύχει. Δεν μπορεί να τον παρηγορήσει ούτε η σκέψη ότι ο Χάρβεϊ Καϊτέλ είχε δώσει έντεκα φορές και ο Τζακ Νίκολσον άλλες πέντε, προκειμένου να περάσουν τις εισαγωγικές εξετάσεις του διάσημου Αctors Studio, του ναού της υποκριτικής, εκεί που κάθε χρόνο εξετάζονται χιλιάδες υποψήφιοι και μόνο ελάχιστοι επιτυγχάνουν και γίνονται Διά Βίου μέλη του. Στη διάρκεια των εξετάσεων αυτή τη φορά ξέχασε μερικές ατάκες και αυτοσχεδίασε, αντικαθιστώντας τον διάλογο με «μπλα, μπλα…». Το τηλέφωνο όμως χτυπά. Στην άλλη γραμμή βρίσκεται η Μαντλέν Σέργουντ, ηθοποιός, δασκάλα και μέλος του Actors Studio. Toν πληροφορεί ότι πέρασε. Το ημερολόγιο δείχνει Τετάρτη 10 Ιουνίου του 1987.
Eκείνο το βράδυ ο Ανδρέας Μανωλικάκης δεν μπόρεσε να κλείσει μάτι. Βγήκε από το διαμέρισμά του, περπάτησε και κατέληξε σε ένα παγκάκι να κοιτάζει τα φώτα του Μανχάταν. Είχε έρθει σε αυτή την πόλη πριν από επτά χρόνια, με μια βαλίτσα στο χέρι, χωρίς να μιλάει λέξη αγγλικά, εξαιτίας ενός έρωτα. Αυτές οι συμπτώσεις της ζωής οδήγησαν το παιδί από την Αγία Παρασκευή, που αρχικά ενδιαφερόταν μόνο για μπάλα και διασκέδαση, να χαράξει μια φωτεινή διαδρομή από το Παρίσι μέχρι τη Νέα Υόρκη. Κυνήγησε και συνεχίζει να κυνηγά τη ζωή και την τέχνη και έφτασε στο σημείο να αποτελεί σήμερα μέλος του ΔΣ του Αctors Studio μαζί με προσωπικότητες όπως η Ελεν Μπέρστιν, ο Χάρβεϊ Καϊτέλ και ο Αλ Πατσίνο, να είναι πρόεδρος του μεταπτυχιακού προγράμματος Actors Studio Drama School (Master of Fine Arts) στο Pace University της Νέας Υόρκης για 14 συναπτά έτη – σήμερα παραμένει καθηγητής, διδάσκοντας υποκριτική και σκηνοθεσία –, να βρεθεί στη σκηνή του Μπρόντγουεϊ με τον σερ Ντέρεκ Τζάκομπι και ο μαθητής του, Μπράντλεϊ Κούπερ, να τον ευχαριστεί δημοσίως, λέγοντας ότι πριν παρακολουθήσει τα μαθήματά του δεν είχε ιδέα πώς να αναλύει ένα κείμενο.
Ενα αυτοβιογραφικό βιβλίο
Τον συναντώ ένα ζεστό μεσημέρι στην Αγία Παρασκευή. Ο Ανδρέας Μανωλικάκης αυτό το διάστημα βρίσκεται στην Ελλάδα για τα διάσημα πλέον σεμινάριά του στο σύστημα Stanislavski και τη Μέθοδο του Actors Studio, αυτά που ξεκίνησε το 1995 μετά από μία ιδέα της Ιωάννας Μιχαλακοπούλου. Υπάρχει ένας ακόμη λόγος που επέστρεψε αυτούς τους μήνες στη μητέρα-πατρίδα. Είναι η κυκλοφορία του βιβλίου του «Στα φώτα» (εκδόσεις Αρμός), όπου ο ίδιος αφηγείται τη ζωή του στη δημοσιογράφο Νατάσα Μπαστέα.
«Οι ρίζες αυτού του βιβλίου βρίσκονται σε μία συμβουλή που μου έδωσε ο πατέρας μου: μου ζήτησε κάθε φορά που επιστρέφω στην Ελλάδα να διδάσκω αυτά που έμαθα στην Αμερική σε όσους δεν είχαν την ευκαιρία να έχουν πρόσβαση στη γνώση που είχα εγώ» αναφέρει. «Αυτή τη συμβουλή την εφάρμοσα με θρησκευτική ευλάβεια στα σεμινάρια που παραδίδω εδώ και 30 χρόνια στην Ελλάδα και η επέκτασή της είναι αυτό το βιβλίο, στο οποίο μοιράζομαι εμπειρίες της ζωής μου αλλά και πτυχές της γνώσης που απέκτησα. Προέκυψε μέσα από συζητήσεις δύο χρόνων που είχαμε με τη Νατάσα Μπαστέα, συζητήσεις που ήταν γεμάτες αναζητήσεις, αποκαλύψεις, ερωτηματικά. Ηταν μια εξαιρετική διαδικασία και οι ερωτήσεις της Νατάσας ήταν ο βατήρας για να γεννηθεί».
Πρόκειται λοιπόν για ένα συναρπαστικό αυτοβιογραφικό αφήγημα για το θέατρο – ο ίδιος μάς μυεί στα άδυτα του Αctors Studio και της περίφημης μεθόδου Στανισλάφσκι, ξεδιαλύνοντας ένα σωρό παρανοήσεις –, αλλά και ένα αφήγημα για την ίδια τη ζωή, ένα εγχειρίδιο για την ανθρώπινη περιπέτεια ενός βίου «larger than life». Ο Ανδρέας Μανωλικάκης δεν διστάζει να γίνει ιδιαίτερα εξομολογητικός, μιλώντας ακόμη και για εκείνη την περιπέτεια που είχε ως νεαρός στο Παρίσι, όταν τον φλέρταρε μία πανέμορφη συνοδός πολυτελείας, η μυστηριώδης Σιλβί, η οποία του πρότεινε να συντροφεύει πλούσιες γυναίκες που θα του άρεσαν κερδίζοντας πολλά χρήματα. Αρνήθηκε, ανακαλώντας εκείνη τη συμβουλή του πατέρα του, «Ανδρέα, προδίδεις την ηλικία σου όταν ζητάς να γίνεις ιδιοκτήτης αυτοκινήτου στα δεκαοκτώ σου», και πέταξε το χαρτάκι με το τηλέφωνό της στην τουαλέτα, παραδίδοντας μέσα από τις σελίδες του βιβλίου ένα σημαντικό μάθημα ζωής. Καταιγιστικές ακόμη είναι και οι σελίδες για την περιπέτεια που είχε αργότερα με τη μαφία στη Νέα Υόρκη, όταν ανοίγοντας την πόρτα του σπιτιού του βρέθηκε με ένα πιστόλι κολλημένο στον κρόταφο και πάλεψε σώμα με σώμα για τη ζωή του εξαιτίας μίας ιστορίας με την οποία δεν είχε καμία σχέση.
Η αρχή
«Θέλατε πάντα να γίνετε ηθοποιός;» τον ρωτώ. Χαμογελά. «Ηταν κάτι που μου πρότεινε ο μεγαλύτερος αδελφός μου. Μου φάνηκε ένα επάγγελμα ενδιαφέρον, επειδή σκέφτηκα ότι στη σχολή θα συναντούσα ωραίες κοπέλες. Δεν είχα αρχικά κανένα ουσιαστικό κίνητρο. Δεν θα σας πω ψέματα, δεν ήμουν ο έφηβος που διάβαζε ποιήματα» λέει γελώντας.
Οπως περιγράφει στο βιβλίο, μία φράση του αδελφού του, που εκείνος χλεύασε, αποδείχθηκε προφητική. «Εάν πραγματικά θέλεις να γίνεις ηθοποιός, τότε πρέπει να πας στο Αctors Studio» του είχε πει. Ο νεαρός Ανδρέας τότε του είχε απαντήσει: «Η υπερβολή και η φαντασία έχουν τα όριά τους».
Αρχικά αποφοίτησε από τη Σχολή του Θεάτρου Τέχνης, την οποία πάντως δεν σκιαγραφεί ιδιαίτερα κολακευτικά στο βιβλίο. «Κοιτάξτε, δεν υπήρχε ένα πλάνο σπουδών» αναφέρει. «Από ένστικτο και μόνο τότε το κατάλαβα. Οι καθηγητές ναι μεν είχαν μία γνώση που έφτανε σε κάποιο επίπεδο, αλλά αυτό το επίπεδο δεν είχε καμία σχέση με τη γνώση του ίδιου του Κουν, ο οποίος υπήρξε μία κορυφαία προσωπικότητα, τόσο ως σκηνοθέτης όσο και ως δάσκαλος. Ηταν διαβασμένος, μορφωμένος, είχε ευαισθησίες, μιλούσε γλώσσες. Εγώ δεν τον πρόλαβα ως δάσκαλο, αλλά υπήρχε η σκιά του, βλέπαμε τις παραστάσεις του, τις πρόβες του. Εάν θέλετε, το πρόβλημα με τον Κουν ήταν το κομμάτι της συμπεριφοράς των καθηγητών της σχολής, μίας κατάστασης που ο ίδιος είχε δημιουργήσει, με κλίκες, προστατευομένους κτλ. Δυστυχώς οι «επίγονοί» του στην καλύτερη περίπτωση ήταν κακές κόπιες του. Μέχρι που κάπνιζαν αρειμανίως, μιμούμενοι τον Κουν».
«Στο βιβλίο γράφετε ότι μάθατε πως ο Κουν είχε πει για εσάς στον Ιάκωβο Καμπανέλλη, όταν πλέον βρισκόσασταν στο Αctors Studio, ότι θα έχετε την αρτιότερη θεατρική εκπαίδευση από οποιονδήποτε άλλον έλληνα ηθοποιό» παρατηρώ. «Μα εδώ έγκειται η διαφορά του Κουν από τους συνεργάτες και τους βοηθούς του. Ο κατά τα άλλα ιδιαίτερα συμπαθής Μίμης Κουγιουμτζής μού είχε πει αντιθέτως ότι το Actors Studio είναι πασέ. «Aσε μας, βρε Μίμη» του απάντησα, «ενώ εσείς εδώ είστε πρωτοπορία»…».
Παρίσι και Αctors Studio
Τελειώνοντας τη σχολή του Θεάτρου Τέχνης, αν και φαινομενικά έχει όλα τα εχέγγυα να ξεκινήσει την καριέρα ενός ζεν πρεμιέ στην Ελλάδα, αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του στο Παρίσι.
«Ηθελα να ανοίξω τους ορίζοντές μου και παράλληλα είχα δίψα για τη ζωή» αναφέρει. «Για εμένα το θέατρο και η ζωή βαδίζουν παράλληλα. Το ένα τροφοδοτεί το άλλο. Πώς χτίζεις ρόλους; Αντλείς από τις εμπειρίες και τη φαντασία σου. Αλλά αυτή η φαντασία πρέπει να έχει ρίζες από εικόνες που έχεις δει, από όνειρα, βιώματα. Στη διδασκαλία μου τα χρησιμοποιώ όλα αυτά. Πιστεύω άλλωστε όταν έχεις ζήσει τη ζωή σου δεν βγάζεις απωθημένα στην τάξη. Δεν μειώνεις, δεν πας να εκμεταλλευτείς καταστάσεις».
Στο Παρίσι λοιπόν ξενυχτά, ζει τη ζωή του και θυσιάζει τον ύπνο του για να δίνει το «παρών» στη Διεθνή Σχολή Μιμoδράματος του Μαρσέλ Μαρσό, στο Πανεπιστήμιο της Βενσέν, από όπου έλαβε ένα Μάστερ Θεάτρου, ενώ παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα στο ατελιέ του Ανδρέα Βουτσινά. Και ενώ όλα δείχνουν ότι θα γυρίσει στην Ελλάδα για να ξεκινήσει την καριέρα του στο θέατρο, ένα καλοκαίρι στην Αθήνα γνωρίζει την πρώτη σύζυγό του, Πάολα, η οποία ζει στη Νέα Υόρκη, και τελειώνοντας τις σπουδές του στο Παρίσι φεύγει στην Αμερική.
«Το Αctors Studio είναι ένα γυμναστήριο της υποκριτικής, στο οποίο δουλεύεις και δοκιμάζεις πράγματα εξελίσσοντας το υποκριτικό σου όργανο. Ο Καζάν είχε πει χαρακτηριστικά ότι «το Αctors Studio είναι ένα μέρος που οι ηθοποιοί μπορούν να καταφύγουν όταν έξω βρέχει»».
Με μία συστατική επιστολή του Βουτσινά και το βιογραφικό του, γίνεται δεκτός ως ακροατής μόνο για τρεις μήνες στο Actors Studio. Βλέπει τον τρόπο που διδάσκει ο Λι Στράσμπεργκ και μαγεύεται από τη λεπτομέρεια και την ακρίβεια της διδασκαλίας του. Θέλει να μάθει σε βάθος τη φιλοσοφία της υποκριτικής προσέγγισης του Actors Studio, την περίφημη Μέθοδο. Αφιερώνεται με πάθος σε αυτό το είδος της προσωπικής βιωματικής υποκριτικής έκφρασης που όλοι θαυμάζουμε όταν βλέπουμε τους σπουδαίους ηθοποιούς, Μπράντο, Ντε Νίρο, Πατσίνο, Μπέρστιν, και τόσους άλλους στην οθόνη.
«Υπάρχει μία παρανόηση» εξηγεί. «Το Αctors Studio δεν είναι μία δραματική σχολή, αλλά ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός που παρέχει ένα ιδιωτικό εργαστήριο σε ηθοποιούς να ασχοληθούν με την τέχνη τους, μακριά από τις πιέσεις του casting, της πρόβας, της παράστασης. Είναι ένα γυμναστήριο της υποκριτικής, στο οποίο δουλεύεις και δοκιμάζεις πράγματα εξελίσσοντας το υποκριτικό σου όργανο. Ο Καζάν είχε πει χαρακτηριστικά ότι «το Αctors Studio είναι ένα μέρος που οι ηθοποιοί μπορούν να καταφύγουν όταν έξω βρέχει»».
Δεν μπορώ λοιπόν να μην τον ρωτήσω για τον Ελία Καζάν. Τον χαρακτηρίζει ως έναν «εξαιρετικό, γλυκό, απαλό άνθρωπο». «Δεν είχαμε στενή σχέση. Είχαμε όμως κάποια αλληλογραφία. Δεν υπήρχε περίπτωση να του γράψεις και να μη σου απαντήσει».
«Κουβαλούσε μία ενοχή που «υπέκυψε» στον Μακαρθισμό δίνοντας ονόματα συναδέλφων του ως μελών του κομμουνιστικού κόμματος;» ρωτώ. «Δεν θέλω να κάνω τον συνήγορό του» απαντά. «Τον Καζάν όμως τον πίεσαν πολύ. Στην πρώτη του κατάθεση δεν έδωσε ονόματα. Οταν αυτό διέρρευσε, η πίεση επάνω του έγινε αφόρητη. Αποτελεί ένα ιστορικό και τραγικό πρόσωπο και ενώ είχε προσφέρει τόσα στο θέατρο, τον κινηματογράφο και την εκπαίδευση, παγιδεύτηκε μέσα σε μια σκοτεινή στιγμή της αμερικανικής πολιτικής και στιγματίστηκε για πάντα. Ενας ηλικιωμένος ηθοποιός, επιστήθιος φίλος του, που ήταν στη μαύρη λίστα του Μακάρθι μου είπε πως ο Καζάν δεν είχε περιθώρια για άλλη επιλογή. Εάν δεν έδινε ονόματα θα τον κατέστρεφαν όπου και αν πήγαινε».
Διά Βίου μέλος
Στο Αctors Studio ο Ανδρέας Μανωλικάκης μαγεύτηκε. Δεν του επέτρεπαν όμως μετά το τρίμηνο να συνεχίσει να παρακολουθεί μαθήματα. Η μόνη επιλογή που είχε ήταν να τολμήσει να δώσει εξετάσεις, με την ελπίδα να γίνει Διά Βίου μέλος.
Η τελευταία και επιτυχημένη εξέταση έγινε με μία σκηνή από το έργο «O άνεργος» του Γιώργου Σκούρτη. Ο Σκούρτης μάλιστα, πάντα καμαρώνοντας, έλεγε ότι «ο Ανδρέας πέρασε στο Actors Studio με δικό μου έργο».
Ο Ανδρέας Μανωλικάκης στο Actors Studio άνθισε και εντρύφησε στον Στανισλάφσκι, στον Βαχτάνγκοφ, στον Στράσμπεργκ, στον Καζάν, φτάνοντας μέχρι την «Ποιητική» του Αριστοτέλη. Ξεκίνησε μία επίπονη έρευνα χρόνων. Αναζητούσε βιβλία, μαρτυρίες, σπάνιο αρχειακό υλικό. Παρακολούθησε, για παράδειγμα, όλες τις βιντεοσκοπημένες παραστάσεις του Lincoln Center, τόσο που οι υπάλληλοι στο τηλέφωνο αναγνώριζαν τη φωνή του με την πρώτη. Η καριέρα του στη διδασκαλία δεν άργησε να ξεκινήσει, ώστε να θεωρείται σήμερα ο άνθρωπος που επανίδρυσε και βελτίωσε το μεταπτυχιακό πρόγραμμα Αctors Studio Drama School, όταν αυτό μεταφέρθηκε στο Pace University, και υπήρξε για 14 χρόνια πρόεδρός του.
«Εδώ επικρατεί το μεταμοντέρνο, το ασυνάρτητο, το βαρετό. Η φόρμα για τη φόρμα έχει πνίξει την Επίδαυρο».
Δεν είναι τυχαίο ότι η Ελεν Μπέρστιν, επί πολλά έτη καλλιτεχνική διευθύντρια και πρόεδρος του Actors Studio, το 2004 είχε γράψει: «Ο Ανδρέας Μανωλικάκης κατανοεί τη δουλειά του Στανισλάφσκι και του αγαπημένου του μαθητή Βαχτάνγκοφ καλύτερα από κάθε δάσκαλο ή αναλυτή από την εποχή που ο Λι Στράσμπεργκ δίδασκε στο Actors Studio».
To name-dropping δεν του αρέσει. Δεν μπορώ όμως να μη ρωτήσω για τον Αλ Πατσίνο. «Πρόκειται για έναν καθαρό άνθρωπο, φιλοσοφημένο, ανοιχτό, με χιούμορ, που αποφεύγει την τοξικότητα» αναφέρει. «Θυμάμαι σε μία συνεδρία στο Actors Studio, όταν τελείωσε τα σχόλιά του για αυτό που παρουσίασαν οι ηθοποιοί, σήκωσα το χέρι μου και εξέφρασα μία άποψη αντίθετη με τη δική του. Οταν τελείωσα, επικράτησε σιωπή. Εμοιαζε να επεξεργάζεται αυτά που είπα. Ξαφνικά πετάχτηκε από την καρέκλα και συμφώνησε μαζί μου. Είναι άνθρωπος χωρίς ίχνος τουπέ και εγωισμού».
Κεφάλαιο Ελλάδα
Στην Ελλάδα βρήκε ανοιχτές πόρτες; «Πεντάκλειστες» λέει γελώντας. «Δεν συγχωρούν στην Ελλάδα την επιτυχία στο εξωτερικό. Θυμάμαι όταν έπαιζα με τον σερ Ντέρεκ Τζάκομπι στο Μπρόντγουεϊ, μου είπε ότι οι Ελληνες πρέπει να είναι περήφανοι που παίζω σε αυτή τη σκηνή. Του απάντησα ότι πολλοί θα βρεθούν να πουν ότι δεν είναι και κάτι σπουδαίο, καθώς υποδύομαι Ελληνα στο έργο. Σοκαρίστηκε και θυμωμένος μου είπε: «Nα τους απαντήσεις πως και εγώ Εγγλέζο παίζω». Ξέρετε, κάποια στιγμή πριν από χρόνια ζήτησα να δω τον διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου. Ημουν ήδη βοηθός του Βουτσινά σε παραγωγή του Εθνικού, είχα σκηνοθετήσει στο Εθνικό Θέατρο του Ανατολικού Παρισιού και είχα ένα όχι ευκαταφρόνητο βιογραφικό. Παρ’ όλα αυτά δεν πήρα καμία απάντηση. Αργότερα έμαθα ότι με αγνόησαν γιατί δεν ανήκα στο ΠαΣοΚ. Λες και εγώ έχω ποτέ δηλώσει ποιον κομματικό χώρο υποστηρίζω.
»Πριν από λίγα χρόνια έκανα πρόταση στο Φεστιβάλ Αθηνών να σκηνοθετήσω την «Hλέκτρα» του Σοφοκλή με ένα δυνατό καστ ηθοποιών και συντελεστών, γράφοντας στο σημείωμά μου ότι θέλω να σκηνοθετήσω μία παράσταση που θα στηριζόταν στη συγκίνηση και στο πάθος. Αλλά, ξέρετε, αυτό οι υπεύθυνοι στην Ελλάδα το φοβούνται και το αποκλείουν. Εδώ επικρατεί το μεταμοντέρνο, το ασυνάρτητο, το βαρετό. Η φόρμα για τη φόρμα έχει πνίξει την Επίδαυρο. Επίσης μία ομάδα πανεπιστημιακών με σφοδρότητα απέρριψαν την πρόταση του προεδρείου του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ να ανακηρυχθώ επίτιμος διδάκτωρ. Φοβούνται μέχρι και τον ίσκιο τους από εκείνους που έχουν αναγνωριστεί στο εξωτερικό», αναφέρει.
Το μαγνητοφωνάκι θα κλείσει μετά από μια κουβέντα τεσσάρων ωρών που θα μπορούσε να συνεχιστεί για πολύ ακόμη. Αποχαιρετώντας τον Ανδρέα Μανωλικάκη, σκέφτομαι ότι ένας χαρακτηρισμός τού ταιριάζει απόλυτα: συλλέκτης πολύτιμων στιγμών της ζωής και της τέχνης.