Το διαδικτυακό ραντεβού μας είχε κλειστεί για τις έξι το απόγευμα, ώρα Ελλάδος. Για εκείνη ήταν νωρίς το πρωί, καθώς θα μου μιλούσε από τις ΗΠΑ, από την εξοχική κατοικία της κάπου κοντά στη Νέα Υόρκη. Το πρώτο πράγμα που μου έκανε εντύπωση μόλις συνδεθήκαμε, όταν η Μαρίνα Αμπράμοβιτς ντυμένη στα μαύρα και με τα πλούσια μαλλιά της ριγμένα στη μία πλευρά εμφανίστηκε χαμογελαστή στην οθόνη του υπολογιστή μου, ήταν το πόσο νέα έδειχνε. Αν δεν γνώριζα πως είναι 74 ετών, θα την έκανα, χωρίς υπερβολή, τουλάχιστον είκοσι χρόνια νεότερη. «Εχουμε γερό κύτταρο στην οικογένεια» μου είπε γελώντας, «η γιαγιά μου έζησε ως τα 103». Αναφέρθηκε και άλλες φορές σε αυτή τη γιαγιά με την οποία μεγάλωσε στο Βελιγράδι τα χρόνια της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας. Εκεί εξάλλου, στην κουζίνα της γιαγιάς και της μαμάς της, ξεκίνησε η μακροχρόνια «σχέση» της με τη Μαρία Κάλλας, μια σχέση θαυμασμού και αγάπης που προσφάτως της ενέπνευσε την παράσταση «Οι επτά θάνατοι της Μαρίας Κάλλας». Πρόκειται για τη διεθνή συμπαραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με την Κρατική Οπερα της Βαυαρίας στο Μόναχο, τη Γερμανική Οπερα του Βερολίνου και την Εθνική Οπερα των Παρισίων, που στα τέλη Σεπτεμβρίου θα παιχτεί και στην Αθήνα. Και που μας έδωσε μια καλή αφορμή να μιλήσουμε με την Αμπράμοβιτς όχι μόνο για τη (δική της) Μαρία Κάλλας, αλλά και για τη φύση, για την τεχνολογία, για τις ανθρώπινες σχέσεις, για τη ζωή και για τον θάνατο, για πολλά από τα θέματα που την απασχολούν και που την εμπνέουν στο πληθωρικό και πολυσυζητημένο έργο της.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.