Τα βιοκαύσιμα είναι η τελευταία απογοήτευση στον τομέα των πράσινων επενδύσεων. Και έτσι οι ελπίδες των ευρωπαίων κολοσσών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου πλέον εναποτίθενται σε ένα παλιό στήριγμα της ενεργειακής μετάβασης: το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG).
Η Shell και η BP είχαν υψηλές προσδοκίες από τα βιοκαύσιμα, όπως το ανανεώσιμο ντίζελ και τα βιώσιμα αεροπορικά καύσιμα (SAF), και έριξαν δισεκατομμύρια δολάρια στην αγορά. Ομως τα πράγματα έχουν φτάσει σε ένα δύσκολο σημείο.
Την περασμένη εβδομάδα, η αξία της Shell μειώθηκε κατά 780 εκατομμύρια δολάρια μετά την αναστολή της κατασκευής ενός ολλανδικού εργοστασίου που επρόκειτο να γίνει μία από τις μεγαλύτερες εγκαταστάσεις βιοκαυσίμων στην Ευρώπη. Η BP εγκατέλειψε τα σχέδια για την κατασκευή δύο από τα πέντε διυλιστήρια βιοκαυσίμων που προγραμμάτιζε, αν και εξαγόρασε επίσης τον Ιούνιο τον εταίρο της στην κοινοπραξία BP Bunge Bioenergia με έδρα τη Βραζιλία.
Η υπεραφθονία βιοκαυσίμων, ιδίως φθηνών εισαγόμενων από την Κίνα, συμπιέζει τα περιθώρια κέρδους. Η Φινλανδία και η Σουηδία έχουν επίσης χαλαρώσει τους κανόνες σχετικά με τις ελάχιστες ποσότητες ανανεώσιμων καυσίμων που πρέπει να περιέχονται στα μείγματα καυσίμων κίνησης ή θέρμανσης με βάση το πετρέλαιο, καθώς προσπαθούν να μειώσουν το ενεργειακό κόστος. Οι παραγωγοί βασίζονται σε αυτές τις κρατικές ρυθμίσεις για τη δημιουργία ζήτησης.
Tα βιοκαύσιμα
Τα βιοκαύσιμα θα εξακολουθήσουν να είναι ζωτικής σημασίας για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στον τομέα των μεταφορών. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, τα βιοκαύσιμα ως ενεργειακή πηγή θα συμμετέχουν τελικά στο παγκόσμιο μείγμα σε μεγαλύτερο ποσοστό από την αιολική ενέργεια, εάν επιτευχθούν οι στόχοι μηδενικού καθαρού κόστους. Αλλά θα είναι δύσκολο να αποφέρουν κέρδη βραχυπρόθεσμα, καθώς είναι πιθανό να υπάρξει υπερπροσφορά στην αγορά μέχρι το 2027 περίπου, εκτιμά η αναλύτρια ενέργειας της Bernstein, Irene Himona.
Δεν είναι η μόνη οπισθοχώρηση στην καθαρή ενέργεια για τη Shell και την BP. Τον Οκτώβριο, η αξία των υπεράκτιων αιολικών πάρκων της BP στη Νέα Υόρκη μειώθηκε κατά 540 εκατ. δολάρια. Η Shell έκλεισε τους σταθμούς πλήρωσης υδρογόνου στην Καλιφόρνια τον Φεβρουάριο και πέρυσι εκποίησε τις επιχειρήσεις της στον τομέα της οικιακής ενέργειας στην Ευρώπη.
Αξιόπιστη λύση
Ο διευθύνων σύμβουλος της Shell, Wael Sawan, δήλωσε κατά την τελευταία ανακοίνωση αποτελεσμάτων της εταιρείας ότι το υγροποιημένο φυσικό αέριο (NLG) είναι επί του παρόντος «η μόνη αξιόπιστη λύση που παρέχει ενεργειακή ασφάλεια ενώ παράλληλα μειώνει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα». Αναμφισβήτητα, η ηλιακή ενέργεια και η χερσαία αιολική ενέργεια πληρούν επίσης αυτά τα κριτήρια, αλλά όχι στην κλίμακα ή στο επίπεδο των αποδόσεων που θα επιθυμούσαν οι μεγάλες εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Ο Sawan σχεδιάζει να αυξήσει τις ποσότητες LNG που διακινεί η Shell έως και 30% αυτή τη δεκαετία, είτε μέσω εξαγορών, όπως η πρόσφατη αγορά της Pavilion Energy, είτε αποκτώντας πρόσβαση στην παραγωγή τρίτων.
Η εταιρεία επένδυσε πρόσφατα στο έργο Ruwais LNG της ADNOC στο Αμπου Ντάμπι. Η BP υπογράφει επίσης συμφωνίες απορρόφησης καθώς προσπαθεί να δημιουργήσει ένα χαρτοφυλάκιο LNG 30 εκατομμυρίων τόνων μέχρι το 2030.
Aμφισβήτηση
Η ελπίδα είναι ότι περισσότερες χώρες θα στραφούν από τη χρήση άνθρακα στο φυσικό αέριο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, ιδίως στην Ασία. Το φυσικό αέριο είναι καθαρότερο από τον άνθρακα, καθώς παράγει 50% λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα όταν καίγεται. Η αλλαγή αυτή έχει βοηθήσει τις ΗΠΑ να μειώσουν τις εκπομπές από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας κατά σχεδόν 40% τις τελευταίες δύο δεκαετίες, όπως δείχνουν τα στοιχεία της Υπηρεσίας Πληροφοριών Ενέργειας. Το φυσικό αέριο μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί όταν η διαλείπουσα ανανεώσιμη ενέργεια που παράγεται από τον άνεμο και τον ήλιο δεν είναι διαθέσιμη.
Αλλά ο σημαντικός ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει το LNG στη μετάβαση προς την πράσινη ενέργεια αμφισβητείται. Οι παραγωγοί φυσικού αερίου αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα με τις διαρροές μεθανίου και τις αναφλέξεις. Μετά την παρακολούθηση μεγάλων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στις ΗΠΑ με τη χρήση αισθητήρων τοποθετημένων σε αεροπλάνα, η οργάνωση Environmental Defense Fund διαπίστωσε πρόσφατα ότι οι εκπομπές μεθανίου μπορεί να είναι τέσσερις φορές υψηλότερες από ό,τι υπολογιζόταν παλιότερα. Το μεθάνιο δεν παραμένει στην ατμόσφαιρα όσο το διοξείδιο του άνθρακα, αλλά έχει σχεδόν 80 φορές μεγαλύτερη επίπτωση στην αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη, σύμφωνα με το EDF.
Νέες υποδομές
Επίσης, η σημερινή υπεραφθονία βιοκαυσίμων μπορεί να αποδειχθεί αστεία σε σύγκριση με το τι επιφυλάσσει πιθανώς το μέλλον του LNG. Εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια έχουν διοχετευθεί σε νέες υποδομές υγροποιημένου φυσικού αερίου τα τελευταία χρόνια. Η προσφορά αναμένεται ότι θα αυξάνεται κατά 10% ετησίως από σήμερα έως το τέλος της δεκαετίας, ποσοστό περίπου διπλάσιο του ιστορικού μέσου όρου, σύμφωνα με τον Michele Della Vigna, επικεφαλής του τμήματος έρευνας φυσικών πόρων για την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική της Goldman Sachs.
Εάν αυτή η υπερπροσφορά οδηγήσει σε μείωση των τιμών spot, θα καταστήσει το LNG ελκυστικό για τις αναδυόμενες οικονομίες που είναι ευαίσθητες στη διακύμανση των τιμών και θα αυξήσει το συνολικό μέγεθος της αγοράς. Το φθηνότερο φυσικό αέριο θα έκανε επίσης την Ευρώπη πιο ανταγωνιστική στον τομέα της βιομηχανικής παραγωγής, ύστερα από τα δύσκολα χρόνια του υψηλού ενεργειακού κόστους. Αλλά η υπεραφθονία δεν θα ωφελούσε τις αποδόσεις των μεγάλων παραγωγών, όπως η Shell.
Προς το παρόν, το LNG μοιάζει να είναι το πλέον πρόσφορο μέσον για τη διατήρηση της κερδοφορίας, με παράλληλη πρόοδο στο θέμα των εκπομπών ρύπων. Εν τούτοις, η συσσώρευση μπορεί να επιφυλάσσει προβλήματα για το μέλλον.
Μπορείτε να επικοινωνήσετε με την Carol Ryan στο carol.ryan@wsj.com.